0
Your Καλαθι
Ο καθρέφτης και το φως
Ρομαντική θεωρία και κριτική παράδοση
Περιγραφή
«Ένα βιβλίο άψογο στη σύλληψή του όσο και στην υλοποίησή του. Σημαντική συμβολή στα πεδία της συγκριτικής λογοτεχνίας, της ιστορίας της αγγλικής λογοτεχνίας αλλά και της αισθητικής και της ιστορίας των ιδεών»
Harry Bergholz, Modern Language Journal
Πολύ ορθώς έχει τονίσει ο Rene Wellek πως το βιβλίο τού Μ. Η. Abrams Ο καθρέφτης και το φως (1953), που κυκλοφορεί τώρα στα ελληνικά από την «Κριτική», σε εξαιρετική μετάφραση του Αρη Μπερλή, συνέβαλε κατά τον πιο αποφασιστικό τρόπο στην αποκατάσταση του ρομαντισμού. Οπως παρατηρεί ο ίδιος ο Abrams στην εισαγωγή του μνημειώδους έργου του, που καταπιάνεται πρωτίστως με τις διαχρονικές θεωρίες των πρωτότυπων κριτικών του 18ου αιώνα, η σκέψη του βασίζεται σε δύο μεταφορές. Η μία μεταφορά βλέπει το νου ως καθρέφτη ο οποίος αντανακλά εξωτερικά κείμενα και παραπέμπει ευθέως στην αρχαία (πλατωνική) αντίληψη περί τέχνης. Η δεύτερη μεταφορά απεικονίζει το νου ως πάμφωτο προβολέα, που συμβάλλει στην κατανόηση των αντικειμένων τα οποία τον περιβάλλουν. Η πρώτη αντίληψη φτάνει χοντρικά ως το 18ο αιώνα, η δεύτερη βάζει τα θεμέλια της ρομαντικής θεωρίας, συνομιλεί ως εκ της φύσεώς της με τη νεοτερικότητα και διασώζεται μέχρι και τα χρόνια μας. Η πρώτη αντίληψη συνδέεται με την έννοια της μίμησης κι έχει ένα εμπειρικό κι ένα υπερβατικό ιδεώδες. Η δεύτερη αντίληψη συνδυάζεται με τη γνωστική και τη δημιουργική αυτενέργεια του υποκειμένου και εκφράζει τον πυρήνα της ψυχής των ρομαντικών. Ενα βιβλίο που απαιτεί πολλή και μακρά συζήτηση και οφείλει πάση θυσία να μην περάσει απαρατήρητο.
ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 01/02/2002
ΚΡΙΤΙΚΗ
Η πραγματεία του Εϊμπραμς Ο Καθρέφτης και το Φως δημοσιεύθηκε το 1953, ενώ ακόμη ήταν ισχυρή η επίδραση της αμερικανικής νέας κριτικής, την ίδια χρονιά με το ανατρεπτικό έργο του Μπαρτ, Ο βαθμός μηδέν της γραφής, μολονότι το τελευταίο περίμενε αρκετά χρόνια για να γίνει γνωστό. Πιστεύω ότι αυτή η συγκυρία ήταν ουσιαστική για την περαιτέρω πορεία του αμερικανού ιστορικού της θεωρίας της λογοτεχνίας, ο οποίος, ιδιαίτερα πιστός στην παραδοσιακή κριτική, ανέλαβε χρέη, τη δεκαετία του 1970, σφοδρού πολέμιου των «Νέων Αναγνωστών», δηλαδή των οπαδών της αποδόμησης. Ο συγγραφέας μελετά την εντυπωσιακή ανάπτυξη της θεωρίας της λογοτεχνίας, κυρίως της ποίησης, κατά την περίοδο του ρομαντισμού. Ο τίτλος του βιβλίου περιλαμβάνει «δύο κοινές και αντιθετικές μεταφορές του νου» (σ. 12): συγκρίνει τον νου με κάτοπτρο και με φως. Η πρώτη μεταφορά πηγάζει από τον Πλάτωνα και οδηγεί στη θεωρία της αριστοτελικής μίμησης που υπερίσχυσε πάνω από δύο χιλιετίες στη δυτική σκέψη, με τη στενή ερμηνεία της λέξης. Να θυμηθούμε ότι για τον Αριστοτέλη ο κωμικός ποιητής αναπαριστά τους ανθρώπους χειρότερους από τους συγχρόνους του, ενώ ο τραγικός καλύτερους (Ποιητική 1448a 17-20). Η δεύτερη είναι η ρομαντική αντίληψη της διάνοιας· αλλά θα μπορούσαμε να προσθέσουμε ότι και αυτή πηγάζει από τον Πλάτωνα, και συγκεκριμένα από την παρομοίωση όμμα-ήλιος (Πολιτεία 508b), που εκλαμβάνει τα μάτια ως πηγή φωτός.
Ο Καθρέφτης και το φως βασίζεται σε υποδειγματική έρευνα: ο συγγραφέας έχει συμβουλευθεί χιλιάδες βιβλία. Εξετάζει τη γέννηση μιας νέας σημαντικής ποιητικής, τονίζοντας τη συμβολή των ίδιων των ποιητών, αλλά και τις επιπτώσεις της θεωρητικής σκέψης στην πρωτογενή γραφή. Για να τονίσει τις καινοτομίες της θεωρίας που μελετά, γράφει πρώτα την προϊστορία. Η ρομαντική αισθητική εμφανίζεται τόσο ως συνέχεια όσο και ως ρήξη. Ταυτόχρονα προτείνει μια δική του τυπολογία και χτίζει τις θεωρίες γύρω από τέσσερα «στοιχεία»: τον καλλιτέχνη, το έργο, τον (εξωτερικό) κόσμο και το ακροατήριο. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η θέση του ακροατή, από την Ποιητική του Αριστοτέλη και την Ποιητική τέχνη του Οράτιου, στη Συνηγορία της Ποιήσεως του σερ Φίλιπ Σίντνεϊ και την Εισαγωγή στον Σαίξπηρ του Σάμιουελ Τζόνσον, η οποία ανατρέπεται από τον φιλόσοφο Τζον Στιούαρτ Μιλ: στο δοκίμιο «Τι είναι ποίηση;» του τελευταίου, ο ίδιος ο ποιητής γίνεται ο προνομιούχος ακροατής (ίσως ο Μιλ είναι ο μόνος που προέβλεψε τον αναγνώστη ως συντελεστή παραγωγής της σημασίας). Καθώς επικρατεί η ρομαντική θεωρία, αναπτύσσεται αυτό που ο Εϊμπραμς αποκαλεί εκφραστική θεωρία. Στο επίκεντρο είναι τώρα ο ποιητής και η ιδιοφυΐα του (κάτι που είχε ήδη επισημάνει ο Λογγίνος): ο ποιητής εμφανίζεται ως «το κύριο στοιχείο που παράγει το καλλιτεχνικό προϊόν και συνάμα θέτει τα κριτήρια της αξιολόγησής του» (σ. 51). Ο Αριστοτέλης δεν είχε προσδώσει καθοριστική λειτουργία στον ποιητή· οι επιθυμίες του ή η οπτική του δεν λαμβάνονται υπόψη για την ερμηνεία, μας θυμίζει ο Εϊμπραμς. Αν διαβάσουμε το σχόλιό του από τη σημερινή οπτική, ο Σταγειρίτης είναι ο πρόδρομος του στρουκτουραλισμού.
Η εξέλιξη της ποιητικής συνδέεται άμεσα στο βιβλίο του Εϊμπραμς με την εξέλιξη της ποίησης. Οι μεγάλοι ρομαντικοί ποιητές, Γουόρντσγουερθ, Κόλριτζ, Σέλεϊ, γράφουν σημαντικά δοκίμια για την τέχνη τους. Από τον ποιητή-μεσάζοντα πηγαίνουμε στον ποιητή που αναδύεται μέσα από την ποίησή του, από τη μίμηση - ο ποιητής «κρατά έναν καθρέφτη μπροστά στη φύση» (σ. 58) - οδηγούμαστε στον ποιητή που γράφει για ένα συγκεκριμένο ακροατήριο, και τελικά στον Ποιητή-Ηρωα του Κάρλαϊλ. Τώρα τίθενται διαφορετικά ερωτήματα: το έργο είναι ειλικρινές; είναι γνήσιο; Οι αναφορές στη ζωγραφική (Οράτιος), άρα στην απεικόνιση, σημαντικότατες τον δέκατο όγδοο αιώνα, εξαφανίζονται βαθμιαία. Η μουσική γίνεται η συγγενής τέχνη της ποίησης, κυρίως με τους γερμανούς ρομαντικούς. Το βιβλίο του Εϊμπραμς ήταν σταθμός στην ιστορία της λογοτεχνικής θεωρίας. Ακόμη και σήμερα δεν μπορούμε παρά να θαυμάσουμε την πολύπλευρη, πλήρη γνώση του θέματος. Η κριτική το θεώρησε ένα από τα καλύτερα που γράφτηκαν ποτέ για την ιστορία της θεωρίας και συγχρόνως σπουδαία συμβολή στη μελέτη του αγγλικού ρομαντισμού.
Τη δεκαετία του 1970 ο συγγραφέας γράφει εναντίον της αποδόμησης, που σάρωνε τότε τις Ηνωμένες Πολιτείες, παραμένοντας πιστός στην ανθρωπιστική σκοπιά, σύμφωνα με την οποία υπάρχει ένας συγγραφέας που γράφει αυτό που θέλει να πει και ένας αναγνώστης που επιθυμεί να κατανοήσει τον συγγραφέα. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει αναγκαστικά ότι το έργο είναι μονοσήμαντο. Και εδώ ο Εϊμπραμς αντλεί τα επιχειρήματά του από τους ρομαντικούς: ο συγγραφέας είναι άνθρωπος που μιλά σε ανθρώπους, γράφει, παραπέμποντας στον Γουόρντσγουερθ, και απορρίπτει την έννοια της γραφής (ecriture).
Το ενδιαφέρον για μας, που μπορούμε πλέον να δούμε τα πράγματα από χωροχρονική απόσταση, είναι ότι, ενώ διαφωνεί ριζικά με τον Ντεριντά, σχολιάζει τη φιλοσοφία του τόσο εύστοχα που δείχνει ότι τον κατανοεί καλύτερα από τους θιασώτες της αποδόμησης, με εξαίρεση τον Τζόναθαν Κούλερ. Τον διακρίνει μια δεινή ικανότητα να εντάσσει νέους προβληματισμούς σε παλιές θεωρίες, προφανώς γιατί ξέρει να διαβάζει.
Η σημαντική μελέτη του Εϊμπραμς μεταφράστηκε πιστά, με επιστημονική γλώσσα που ρέει. Ο Αρης Μπερλής μετέφρασε όλους τους τίτλους, όλα τα ονόματα, όλους τους ποιητικούς στίχους. Αν και δεν συμφωνώ με την πρακτική να μεταφράζονται τα ονόματα, οφείλω να ομολογήσω ότι η μετάφραση τα κάνει πιο οικεία, τους απονέμει την αίγλη του παγκόσμιου (εξάλλου ο μεταφραστής τα αφήνει στην πρωτότυπη γλώσσα στις υποσημειώσεις). Βρήκε επίσης τα ελληνικά κείμενα της αρχαίας γραμματείας ή της Καινής Διαθήκης και τα παραθέτει στο πρωτότυπο. Οι λίγες, χρήσιμες σημειώσεις του μπαίνουν συχνά σε αγκύλες, διακριτικά, και μας θυμίζουν ότι στο επίκεντρο βρίσκεται ο λόγος του συγγραφέα του. Η μετάφραση του Αρη Μπερλή είναι αντάξια του πρωτοτύπου. Οι 632 σελίδες του βιβλίου διαβάζονται σαν μυθιστορία της ρομαντικής ποιητικής.
Ζωή Σαμαρά (καθηγήτρια της Θεωρίας της Λογοτεχνίας)
ΤΟ ΒΗΜΑ , 15-09-2002
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις