0
Your Καλαθι
Από το "Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά" στο "Zorba the Greek"
Έκπτωση
30%
30%
Περιγραφή
ΚΡΙΤΙΚΗ
Ο «Ζορμπάς» είναι σίγουρα το πιο πολυσυζητημένο έργο του Καζαντζάκη και, κατά πολλούς, το πιο φιλοσοφημένο και στοχαστικό, καθώς η αντίθεση «αφεντικού» και Ζορμπά, θεωρητικού και πρακτικού ανθρώπου, Δον Κιχώτη και Σάντσο Πάντσα, άτολμου διανοουμενισμού και λαϊκής θυμοσοφίας πυροδοτεί, ακόμα και σήμερα, συζητήσεις για τέτοια δίπολα που ανάγονται σε θεμελιώδη ζητήματα του σύγχρονου πολιτισμού.
Ο κεντρικός χαρακτήρας είναι από τα λίγα μυθιστορηματικά πρόσωπα που δημιούργησε τύπο ακόμα και εκτός λογοτεχνίας, ένα όνομα συνδυασμένο με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και αρχετυπικές ιδιότητες: άνθρωπος του σώματος και των απολαύσεών του, όπως είναι γι' αυτόν το ποτό, το φαγητό, η γυναίκα· εκφραστής της γνήσιας δύναμης για ζωή και δράση, που εκδηλώνεται με τον χορό, γιατί ο λόγος πολλές φορές δεν αρκεί· φορέας βιταλιστικών αντιλήψεων και πολεμιστής μιας καζαντζακικού τύπου ελευθερίας, που τον κάνει αντισυμβατικό και εν τέλει αντι-ήρωα. Πρόκειται για ενσάρκωση του διονυσιακού πνεύματος σε αντίθεση με τον αφηγητή, που τείνει στο απολλώνιο στοιχείο, παρότι βαθιά μέσα του ίσως θα ήθελε να αποβάλει την «καλαμαράδικη» νοοτροπία και να αποκτήσει τη «ζορμπαδική» φλόγα και παλμό.
Η καταγραφή της κριτικής
Ο Θανάσης Αγάθος, από τους νέους φερέλπιδες καζαντζακιστές, συγγράφει το βιβλίο του βάσει των κριτικών και μελετών που είδαν το φως της δημοσιότητας τόσο για το βιβλίο του Καζαντζάκη όσο και για την ταινία του Κακογιάννη. Στηριγμένος στη Θεωρία της Πρόσληψης ο μελετητής διαιρεί με εξαιρετικά οργανωμένο τρόπο τις αρχικές αντιδράσεις των βιβλιοκριτικών, πρώτα στην Ελλάδα, όταν εκδόθηκε το μυθιστόρημα το 1946, κι έπειτα σε Γαλλία, Σουηδία, Αγγλία και ΗΠΑ, όπου γρήγορα μεταφράστηκε σημειώνοντας μεγάλη επιτυχία. Συνεχίζει με ένα δεύτερο κύμα δημοσιευμάτων, κυρίως φιλολογικών μελετών, που ακολούθησαν αρκετά χρόνια μετά την πρώτη κυκλοφορία του έργου, και καταλήγει στη σημερινή θέση που έχει το βιβλίο τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι η εφημερίδα «The Guardian» σε άρθρο της, το 2002, το κατατάσσει στα 100 καλύτερα βιβλία όλων των εποχών.
Στα επόμενα κεφάλαια προχωρεί ανάλογα, καλύπτοντας όσα διαδέχτηκαν την προβολή στους κινηματογράφους της ταινίας του Μιχάλη Κακογιάννη «Zorba the Greek» (1964). Η κριτική υποδοχή της ταινίας στις ξένες χώρες φαίνεται να είναι θετική, μπορεί και θριαμβευτική, ενώ αντίστοιχα στην Ελλάδα οι κινηματογραφικοί κριτικοί, πέρα από τα θετικά ή αρνητικά αισθητικά σχόλια, εμμένουν στη διαστρεβλωμένη εικόνα του Ελληνα που εξάγεται μέσω του φιλμ στο εξωτερικό. Ο διάλογος που ακολούθησε δείχνει αυτές τις επιφυλάξεις, ενώ εξετάζεται η εμπορική τύχη της ταινίας, καθώς και η πρόσληψή της τις επόμενες δεκαετίες στην Ελλάδα και την Ευρώπη ή την Αμερική.
Ποικίλες οι μεταμορφώσεις του
Σε κάθε λογοτέχνημα, ή γενικότερα κάθε καλλιτέχνημα, το νόημά του (κατά συνέπεια και η αξία του) θεωρείται εγγεγραμμένο, αφού εξάγεται μόνον όταν ο αποδέκτης του προσλάβει το μήνυμα και αποδώσει σημασίες στις λέξεις. Ετσι, αντικειμενική αξία δεν υπάρχει, αφού αυτή καθορίζεται από τις αντιδράσεις των γενεών, τόσο όταν το καλλιτέχνημα πρωτοκυκλοφορεί όσο και διαχρονικά από εποχή σε εποχή. Για τον Ζορμπά έχουμε τέσσερα βασικά επίπεδα πρόσληψης: κατ' αρχάς, την υποδοχή των κριτικών τη δεκαετία του '40 και του '50, τη σημερινή αποδοχή του από κοινό και ειδικούς, την ερμηνεία που έδωσε ο σκηνοθέτης στην ίδια την ταινία, η οποία μπορεί να θεωρηθεί δείγμα «κινηματογραφικής πρόσληψης» και τέλος, η υποδοχή του βιβλίου από κοινό και κριτικούς μέσω της ταινίας.
Ως εκ τούτου, μέσω των βιβλιοκρισιών και των κριτικών κινηματογράφου διαμορφώνεται η ταυτότητα κατ' αρχάς του βιβλίου και της ταινίας κατ' επέκταση, βάσει πολλών αντιδράσεων, οι οποίες μπορεί βέβαια είναι υποκειμενικές, αλλά δεν παύουν να δείχνουν την πεντηκονταετή πρόσληψη του έργου, με τις φωτεινές οπτικές γωνίες αλλά και τις αγκυλώσεις Ελλήνων και ξένων πάνω στην αναγνωρίσιμη πλέον φιγούρα του Ζορμπά.
Κατ' αρχάς, τόσο οι Ελληνες όσο και οι ξένοι κριτικοί συμφωνούν εν γένει στις θέσεις τους για το μυθιστόρημα, όπου, πέρα από την εμβληματική φυσιογνωμία του Ζορμπά, διαπιστώνουν και τη διαλεκτική σχέση του με το αφεντικό-αφηγητή. Πάνω σ' αυτήν ακούγονται ενδιαφέρουσες απόψεις για το φιλοσοφικό υπόβαθρο μιας τέτοιας διπολικότητας, είτε ως πάλης για την ελευθερία σε αντίθεση με τη διαπίστωση του πόσο ανέφικτο είναι κάτι τέτοιο είτε ως διχασμού του ίδιου του δημιουργού ανάμεσα σ' αυτό που θα ήθελε να γίνει και σ' αυτό που πραγματικά είναι. Οι ξένοι μάλιστα μελετητές είδαν στο πρόσωπο του Αλέξη Ζορμπά τον Ελληνα, που ανάγει το λαϊκό διονυσιακό στοιχείο σε πρωτεύουσα φιλοσοφία της ζωής, μια διαπίστωση που γίνεται και πριν από την ταινία του Κακογιάννη.
Ως προς την τελευταία, τώρα, εμφανίζεται μια προφανής διαφωνία ανάμεσα στην ελληνική πρόσληψη, κριτικών και κοινού, και στην υποδοχή του κινηματογραφικού έργου στο εξωτερικό. Ως επί το πλείστον, οι ξένοι εκθειάζουν την ταινία με σημείο αιχμής την ερμηνεία του Αντονι Κουίν στον ομώνυμο ρόλο και τον έντονο ρεαλισμό του σκηνοθέτη, κυρίως στις σκηνές της δολοφονίας της χήρας και του θανάτου της Ορτάνς. Η ταινία θεωρείται κλασική και καταξιώνει τον Κακογιάννη στη συνείδηση της διεθνούς κινηματογραφικής κοινής γνώμης.
Αντιθέτως, στην Ελλάδα το βάρος της κριτικής ρίχνεται αλλού και η ταινία κρίνεται βάσει εθνικών παραμέτρων και πατριδοσκοπικών οπτικών γωνιών. Πέρα από μερικές θετικές κριτικές, οι οποίες συμπορεύονται με τις ξένες, οι Ελληνες αντιδρούν, κυρίως επειδή πιστεύουν ότι ο Ζορμπάς με τις πράξεις του γελοιοποιεί τον ελληνικό χαρακτήρα και διαστρεβλώνει την εικόνα της χώρας στο εξωτερικό. Κατηγορείται ο κομμουνιστής Θεοδωράκης για τη μουσική του, ο τονισμός σκηνών όπως αυτών με τη χήρα και την Ορτάνς, που παρουσιάζουν τους Ελληνες απολίτιστους και γενικά την πρόθεση των δημιουργών να δουν τον πριμιτίφ χαρακτήρα της ελληνικής κοινωνίας και να τον αξιοποιήσουν «τουριστικά».
Ο Θανάσης Αγάθος εκπόνησε ένα έργο με αξιέπαινη συστηματικότητα αλλά και ενδελεχή έρευνα που ανέδειξε δημοσιεύματα αφανή και αναξιοποίητα. Στο βιβλίο του παρουσίασε την κριτική μυθιστορήματος και ταινίας με εύληπτο τρόπο, ειδικά όπου χρειάζονται να παρουσιαστούν οι θέσεις συνοπτικά και καίρια. Φυσικά, θα περιμέναμε ως βάση του συνολικού περιγράμματος μια σύγκριση μυθιστορήματος και ταινίας, όπως επιχείρησε πρόσφατα στο Διεθνές Συνέδριο Καζαντζάκη ο Ευριπίδης Γαραντούδης, ώστε να φανούν οι όποιες διαφορές στην πρόσληψη κάθε έργου. Ωστόσο, ο νεαρός καζαντζακιστής, που γνωρίζει ιδιαίτερα καλά το έργο του Κρητικού λογοτέχνη, καθώς έχει υποστηρίξει διατριβή για τους γυναικείους χαρακτήρες του, κατόρθωσε να δώσει ενδελεχή εικόνα της πενηντάχρονης πορείας του Ζορμπά, τις μεταμορφώσεις αλλά και τις παραμορφώσεις, σε μια σειρά προσλήψεων που δίνουν και την ώς τώρα ταυτότητα του έργου.
ΓΙΩΡΓΟΣ Ν. ΠΕΡΑΝΤΩΝΑΚΗΣ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 08/02/2008
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις