Μ.Χ.
Περιγραφή
-Δεν αμφισβητώ ότι οι πατέρες της Εκκλησίας δανείστηκαν κάποια ρητορικά σχήματα από τους αρχαίους συγγραφείς, απάντησε ο Βεζιρτζής. Υπήρξαν ωστόσο θανάσιμοι εχθροί της κλασικής παιδείας και του πολιτισμού των αρχαίων.[...] Ο διασυρμός του ελληνισμού από την Εκκλησία υπήρξε τόσο συστηματικός ώστε οι Έλληνες αναγκάστηκαν ν' αλλάξουν όνομα, να μετονομαστούν σε Ρωμαίους, Ρωμιούς ή Γραικούς. Σε ορισμένες τοιχογραφίες του Αγίου Όρους απεικονίζονται μαζί με τους αγίους και τους αγγέλους διάφοροι φιλόσοφοι, ο Αριστοτέλης, ο Πλάτων, ο Σωκράτης, ο Πυθαγόρας. Όλοι φορούν στέμμα, έχουν μακριές γενειάδες και είναι ντυμένοι σαν Βυζαντινοί πρίγκιπες. Βαστούν ο καθένας τους έναν πάπυρο όπου είναι γραμμένη μια πλασματική φράση, που διακηρύσσει, για παράδειγμα, την τρισυπόστατη φύση του Θεού. Είναι γνωσό ότι η Εκκλησία επιδίωξε να προσεταιριστεί τους αρχαίους σοφούς, αυτούς τουλάχιστον που δεν κατάφερε να θάψει, παραποιώντας τη σκέψη τους. Αυτό άλλωστε δεν διδάσκονται οι μαθητές της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, ότι η αρχαιότητα παρέδωσε τη σκυτάλη του πολιτισμού στο Βυζάντιο; Ο χριστιανισμός, αγαπητέ μου φίλε, δεν συνεχίζει την αρχαιότητα, απλά ακολουθεί όπως η νύχτα ακολουθεί τη μέρα. Η θεολογία αναιρεί τη φιλοσοφία. Η πρώτη απαντά σε όλα, ενώ η δεύτερη ξέρει κυρίως να ρωτά.
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου
Κριτική:
Λογοτεχνική «ομοβροντία» από τον Βασίλη Αλεξάκη με πρώτο στόχο την Εκκλησία
Ο πόλεμος συνεχίζεται
«Το βιβλίο μου Μ.Χ. δένει με το βιβλίο του Καστοριάδη που βγήκε πρόσφατα», λέει ο Βασίλης Αλεξάκης. «Ο Καστοριάδης στην “Ελληνική Ιδιαιτερότητα” αποδίδει τη γέννηση της Δημοκρατίας στις αδυναμίες της αρχαίας θρησκείας. Οι Έλληνες δεν είχαν και καμία σπουδαία θρησκεία, οπότε πήραν τη ζωή τους στα χέρια τους»
ΕΚΔΟΤΙΚΟ... ΠΥΡ ΑΠΟ ΤΟΝ ΒΑΣΙΛΗ ΑΛΕΞΑΚΗ
ΣΕ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΓΑΛΛΙΑ ΜΕ ΝΕΑ ΒΙΒΛΙΑ ΚΑΙ
ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΕΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΕΣ ΠΑΛΑΙΟΤΕΡΩΝ. ΤΑ
ΣΚΑΓΙΑ ΤΡΩΕΙ ΟΜΩΣ ΚΥΡΙΩΣ Η ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ
ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΠΟΥ ΠΡΟΣΠΑΘΗΣΕ ΑΛΛΑ «ΔΕΝ
ΜΠΟΡΕΣΕ ΝΑ ΠΝΙΞΕΙ ΤΟΝ ΑΡΧΑΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ»
Θα μπορούσε να θεωρηθεί και η χρονιά του. Ο Βασίλης Αλεξάκης, ο Έλληνας που μοιράζει τη ζωή του ανάμεσα στη Γαλλία και την Ελλάδα, ο συγγραφέας με τις δύο κουλτούρες, όπως λένε οι Γάλλοι, ο άνθρωπος που απαντάει όμως σε αυτό σχεδόν αινιγματικά ότι «σημασία δεν έχει τόσο πού ζεις όσο πού πεθαίνεις», κρατάει ένα εκδοτικό πολυβόλο και ρίχνει κατά ριπάς.
Αυτές τις μέρες κυκλοφορεί στη Γαλλία το νέο του μυθιστόρημα που εκτυλίσσεται στο Άγιον Όρος και έχει τίτλο Μ.Χ. Αναμένεται να προκαλέσει μεγάλο θόρυβο όχι τόσο για τα οικονομικά των μοναχών, όπως εφημολογείτο στην αρχή- ο Αλεξάκης έκανε μεγάλο ρεπορ- τάζ στον Άθω- όσο για τα της σύνδεσης, υποτιθέμενης ή μη, του Χριστιανισμού με την αρχαιότητα. Με απόψεις που προκαλούν το μαθησιακό μας υπόβαθρο και το καλούν να εμπλουτιστεί με νέες οπτικές γωνίες. Το βιβλίο, όπως πάντα, το έχει γράψει στα γαλλικά και στα ελληνικά. Η ελληνική έκδοση θα περιμένει μέχρι τον Νοέμβριο, κυρίως για να μπορέσει να περιληφθεί το βι βλίο στις υποψηφιότητες των γαλλικών βραβείων χωρίς να θεωρηθεί ξένη λογοτεχνία.
Αλλά δεν είναι η μόνη του εκδοτική δραστηριότητα. Σε λίγες μέρες κυκλοφορεί στα ελληνικά (Μίνωας) ένα βιβλίο με σκίτσα που είχε πρώτα βγει στη Γαλλία αλλά τώρα εμπλουτίστηκε και με καινούργια σκίτσα, καθώς και με καμιά δεκαπενταριά παραδοξολογικά ανεκδοτάκια.
Το καινούργιο του μυθιστόρημα που δεν είναι καθόλου ανεκδοτολογικό, θα βγει, όπως πάντα, στον Εξάντα, τώρα όμως επανακυκλο- φορούν από τον Μίνωα τα πρώτα του βιβλία που ήταν εξαντλημένα: μετά το Κεφάλι της γάτας, πριν από λίγο καιρό κυκλοφόρησαν ξανά τα Κορίτσια του σίτι μπουμ-μπουμ. Αλλά και στη Γαλλία: τα τελευταία χρόνια εκδίδει τα βιβλία του στις Εκδόσεις Stock, όμως ο Gallimard αγόρασε τα δικαιώματα και βγάζει στη σειρά τσέπης Follio μια ολόκληρη σειρά: ξεκίνησε τον Φεβρουάριο με το πιο πρόσφατο Θα σε ξεχνάω κάθε μέρα και συνεχίζει τον Σεπτέμβριο με τα Παρίσι-Αθήνα και Μητρική γλώσσα.
Η γλώσσα είναι άλλωστε η μεγάλη ερωμένη του Αλεξάκη. Ο οποίος πλέον, δεν διστάζει να παίρνει μεγάλo ρίσκo. «Για να γράψεις ένα πολύ καλό βιβλίο πρέπει να υπάρχει κίνδυνος να γράψεις ένας πολύ κακό», λέει. Γι΄ αυτό και πιστεύει ότι κάθε βιβλίο έχει την ηλικία του συγγραφέα που του αρμόζει. «Η Μητρική γλώσσα είναι βιβλίο των πενήντα χρόνων. Δεν θα μπορούσα να το έχω γράψει στα τριάντα, ούτε στα σαράντα», λέει. Ούτως ή άλλως οι νέοι δεν έχουν γυρίσει την πλάτη σε αυτόν τον Έλληνα των εξηντακάτι Μαΐων. Το γαλλικό λογοτεχνικό περιοδικό «Le matricule des anges», ό,τι πιο νεανικό κυκλοφορεί εκεί στον χώρο της λογοτεχνίας, αφιέρωσε στον Αλεξάκη εξώφυλλο και δέκα σελίδες στο τεύχος Ιουλίου-Αυγούστου 2007. Είναι και η ζωή του, άλλωστε. Το στούντιο των 15 τετραγωνικών όπου περνάει τις παρισινές του μέρες, με το παράθυρο που βλέπει κατευθείαν τον Πύργο του Άιφελ, και η απέριττη ζωή του.
ΠΡΟΣΩΚΡΑΤΙΚΟΙ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΠΑΠΑΔΩΝ
Για τις ανάγκες του καινούργιου του μυθιστορήματος συνάντησε 60 ανθρώπους, Έλληνες και Γάλλους, κυρίως ιστορικούς ειδικούς της περιόδου κοντά στον 4ο αι.. Διάβασε πολύ, διαμόρφωσε άποψη, έδωσε τα κείμενά του για έλεγχο. «Δεν υπάρχει ελληνοχριστιανικός πολιτισμός», μας λέει. «Δεν παντρεύονται οι προσωκρατικοί και οι πατέρες της Εκκλησίας. Από τη μια έχεις την Ελλάδα της φιλοσοφίας, της ελευθερίας, της δημοκρατίας και από την άλλη μια δογματική Ελλάδα του Βυζαντίου. Ο μύθος αυτός θα εκραγεί. Ο πολιτισμός αυτός είτε είναι ελληνικός είτε χριστιανικός. Το Βυζάντιο δεν είναι η συνέχεια της Αρχαίας Ελλάδας. Τη διαδέχθηκε όπως η νύχτα διαδέχεται τη μέρα», υποστηρίζει. «Το Άγιον Όρος είναι ιδανικό για το μυθιστόρημα γιατί εκεί στην αρχαιότητα υπήρχαν πέντε πόλεις. Όταν ο αφηγητής ψάχνει τι έχει απομείνει από την Αρχαία Ελλάδα στο Όρος ανακαλύπτει ένα άγαλμα σε μια κάβα κάτω από το πάτωμα.
Ακόμη και σήμερα, μοναχοί βαράνε με τουφέκια τους αρχαιολόγους στο πλοίο της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων που κάνει έρευνες στον βυθό. Επειδή ξέρουν ότι από κάτω βρίσκεται το ναυάγιο του περσικού στόλου του Μαρδόνιου που βούλιαξε- 300 πλοία και 20.000 άνδρες. Ο πόλεμος λοιπόν συνεχίζεται. Αλλά ό,τι κι αν έκαναν, τον αρχαίο πολιτισμό δεν μπόρεσαν να τον πνίξουν».
Μανώλης Πιμπλής
ΚΡΙΤΙΚΗ
Ο Νίκος Καζαντζάκης γράφει στον «Καπετάν Μιχάλη»: «Το Κοράνι λέει ό,τι έχει στο νου του αυτός που το αναγνώθει... Εχεις στο νου σου σφαγή; Ανοίγεις το Κοράνι, σφαγή λέει και το Κοράνι». Αν έχεις στον νου σου ησυχία, ησυχία θα λέει και το Κοράνι. Το ίδιο συμβαίνει και με το Αγιον Ορος: αν έχει κανείς στο μυαλό του κατάνυξη, ψυχική ανάταση, πνευματική κάθαρση, αυτά θα βρει και στο Αγιον Ορος. Αν σκέφτεται αλλιώς, θα δει προγονοπληξία, ανδροκρατούμενη νοοτροπία, στασιμότητα και συντηρητισμό.
Η αναφορά στον Καζαντζάκη δεν έγινε τυχαία. Μοιάζει με τον Βασίλη Αλεξάκη, καθώς και οι δύο βλέπουν την πραγματικότητα με δυτική ματιά, και ειδικά στο θέμα της θρησκείας συγκλίνουν στη γεμάτη αμφισβήτηση στάση τους αλλά και στον αντικληρικαλισμό με τον οποίο αντιμετωπίζουν την εκκλησία. Ο Καζαντζάκης, αν και ξεκινά από διαφορετική φιλοσοφική και ιδεολογική αφετηρία σε σχέση με τον γαλλοθρεμμένο συνάδελφό του, απομυθοποιεί τους ιερείς και την ιδιοτελή στάση τους, αλλά ταυτόχρονα αναγνωρίζει σε μερικούς από αυτούς φλόγα και θεϊκή ζέση. Νέος μάλιστα είχε επισκεφτεί τον Αθω και σε κείμενά του ασκεί κριτική στη χαλαρότητα και στην έλλειψη πραγματικής ασκητικής διάθεσης, διάθεσης που θα έκανε πιο ουσιαστική και αγωνιστική την ανηφόρα του ανθρώπινου γένους.
«Υπάρχουν δύο Ελλάδες»
Η ιστορία στο «μ.Χ.» είναι μόνον η αφορμή: ένας φοιτητής της Ιστορίας αναλαμβάνει να αναζητήσει τον χαμένο αδελφό της σπιτονοικοκυράς του -νυν μοναχό- και να μάθει για τη ζωή στο Αγιον Ορος, ενώ παράλληλα ασχολείται από επιστημονικό ενδιαφέρον με τους προσωκρατικούς φιλοσόφους. Δύο κόσμοι απασχολούν τη σκέψη του και συμπορεύονται παράλληλα και εν μέρει ασύμβατα. Εντέλει συμβιβάζει τις διαφορετικές έρευνές του αναλαμβάνοντας ως θέμα διπλωματικής εργασίας την προχριστιανική ιστορία του Αθω. Μάλιστα αποφασίζει να επισκεφτεί το Ορος, προκειμένου να βρει τον μοναχό που ψάχνει και να γνωρίσει από κοντά τη μοναχική ζωή, αλλά κυρίως να βρει τα ίχνη της αρχαίας κοινωνίας, πριν αυτή σφραγιστεί από την παρουσία του Χριστιανισμού. Μέχρι τότε μιλά με ανθρώπους που ανήκουν στη μία ή στην άλλη «παράταξη», διαβάζει σχετικά βοηθήματα και σχηματίζει στο μυαλό του ένα ψηφιδωτό ιδεών και εικόνων για το αρχαιοελληνικό πνεύμα και τη μοναστική κοσμοαντίληψη.
Η αντίθεση λειτουργεί συνεχώς αντιστικτικά: οι προσωκρατικοί εκπροσωπούν την ελεύθερη σκέψη, που θέτει ερωτήματα και αναζητεί λύσεις, χωρίς να είναι για τίποτα σίγουροι. Η αρχαία Ελλάδα, η οποία κυριαρχεί στο εξαιρετικό βιβλίο του Αλεξάκη με τίτλο «Η μητρική γλώσσα» (1995), είναι ο χρονότοπος της ανεξιθρησκίας, της αμφισβήτησης των ιδεολογημάτων, του ορθολογισμού, της πολλαπλότητας σκέψης, της φιλοσοφικής αναζήτησης κ.λπ. Οι προσωκρατικοί πιο συγκεκριμένα είναι οι πρώτοι επιστήμονες που ξεφεύγουν από την ομίχλη του μύθου και θέτουν τα θεμέλια, όχι μόνον της φιλοσοφίας, αλλά και των θετικών επιστημών.
Με τις φιλέρευνες αμφιβολίες της μίας πλευράς αντιδιαστέλλεται η δογματική βεβαιότητα της άλλης. Το Αγιον Ορος εχθρεύεται την αρχαιότητα, ζει ακόμη σε μια βυζαντινή εποχή, εποχή συντηρητισμού, τυφλής υπακοής στον ηγούμενο, πνευματικής στασιμότητας που καλύπτεται από τον μανδύα της προσευχής, της έλλειψης προσωπικής γνώμης κ.ά. Ο αθωνικός κόσμος παρουσιάζεται από τον Αλεξάκη ως υποβιβασμός της ανθρώπινης οντότητας, καθώς αποβάλλει κάθε περιθώριο ελεύθερης σκέψης· με το άβατο εξοβελίζει τη γυναίκα κι έτσι προβάλλει την ανισότητα των δύο φύλων, ενοχοποιεί τον έρωτα και το γυμνό σώμα κι ως εκ τούτου λειτουργεί μονόπλευρα απέναντι στην ανθρώπινη φύση.
Μυθιστόρημα ιδεών και μυθιστόρημα με θέση
Ο Αλεξάκης ποτέ δεν διακρινόταν για την πολύπλοκη δομή του· αντιθέτως, θα λέγαμε ότι είναι αρκετά στατικός, πιο ρεαλιστικός σε ένα σύγχρονο μοντερνιστικό και μεταμοντέρνο περιβάλλον. Στο «μ.Χ.» ο αφηγητής γράφει ένα είδος ημερολογίου, όπου καταγράφει τις κινήσεις του και τις σκέψεις του, χωρίς να υπάρχει ένα είδος πλοκής με επεισόδια και έντονη δράση, πέρα από το παζλ προσώπων και γεγονότων που συνδέονται συνειρμικά σε ανύποπτη στιγμή μέσα στο κείμενο. Αντιθέτως, το μεγάλο πλεονέκτημα του συγγραφέα είναι η παράθεση των ιδεών του, που προβάλλονται με καθαρά περιγράμματα και σαφείς κατευθύνσεις.
Το «μ.Χ.» είναι ένα μυθιστόρημα ιδεών με επίκεντρο την αντιπαράθεση δύο κόσμων, που έχουν καθορίσει και τη σύγχρονη Ελλάδα. Ο Αλεξάκης ωστόσο δεν επιλέγει -παρότι προσπαθεί πού και πού να πάρει ίσες αποστάσεις- να φανεί αντικειμενικός. Δεν προτιμά μια μπαχτινική πολυφωνία, όπου οι δύο κόσμοι θα μοιράζονται σε φωνές και θα αντιπαρατίθενται επί ίσοις όροις. Εξαρχής επιλέγει να σταθεί στο πλευρό της αρχαιότητας, συλλέγει στοιχεία υπέρ της και δεδομένα κατά του αθωνικού-χριστιανικού τρόπου ζωής. Ακόμα και όπου ακούγονται απόψεις υπέρ του τελευταίου, «καπελώνονται» από τη διάνοια του αφηγητή, ο οποίος τις παρουσιάζει αφελείς, ανεπίκαιρες, ανεδαφικές, οπισθοδρομικές...
Τελικά, ο συγγραφέας αποφάσισε να γράψει ένα «μυθιστόρημα με θέση», όπου η οπτική του γωνία δίνει τη νίκη στην αρχαία κοσμοθεωρία και καταβαραθρώνει τον «ανούσιο» αθωνισμό. Σ' αυτό το είδος πεζογραφίας είναι συνηθισμένη η διπολικότητα, συχνά μανιχαϊστικού τύπου, όπου η πλευρά στην οποία ο συγγραφέας τάσσεται έχει δίκιο, ενώ η αντίθετη εμφανίζεται με ιδεολογικά, και όχι μόνο, μειονεκτήματα. Αυτό φαίνεται από τη συσσώρευση αρνητικών στιγμών της αγιορείτικης ζωής, την έμφαση στα πολλά μελανά σημεία, που ενισχύουν την άποψή του, αλλά και την αποσιώπηση ή τη φευγαλέα αναφορά σε θετικές πτυχές του μοναχισμού. Σε θέματα διφορούμενα (όπως για παράδειγμα τον θάνατο της Υπατίας) επιλέγεται η αντι-χριστιανική εκδοχή, εντάσσεται μέσα στο μυθοπλαστικό πλαίσιο και κατ' αυτόν τον τρόπο λειτουργεί υπέρ της κυρίαρχης θέσης του μυθιστορήματος.
Ο Αλεξάκης κερδίζει σίγουρα τον αναγνώστη, ειδικά σήμερα που η πληθώρα των ανθρώπων δεν είναι αντίθετη στην αντικληρική του στάση. Η γραφή του έχει εσωτερική αρμονία που παρασύρει σε μια ευχάριστη σκεπτόμενη ανάγνωση, μέσα στην οποία η ιδεολογική τοποθέτηση περνάει πολύ πιο εύκολα στον αποδέκτη της. Ο λογοτέχνης εκφράζει τον δυτικό τρόπο σκέψης, αφίσταται από την ανατολική αντιλογοκρατική κοσμοαντίληψη και προσπαθεί με τη λογική να προσεγγίσει το Αγιον Ορος, να συλλάβει την υπόστασή του, πράγμα όμως που δεν μπορεί να γίνει. Το βιβλίο εκφράζει εντέλει την αδυναμία προσέγγισης ενός κόσμου, που σε έναν τρίτο φαίνεται παρωχημένος και προγονόπληκτος, γεγονός που δηλώνεται και από την ολοένα και μεγαλύτερη καθυστέρηση με την οποία πλησιάζει ο πρωταγωνιστής τη χερσόνησο του Αθω.
Για το «μ.Χ.» ο Βασίλης Αλεξάκης βραβεύτηκε από τη Γαλλική Ακαδημία. Φυσικά, ο λιτός τρόπος αφήγησης, η σαφής γλωσσική επένδυση της ιστορίας, οι ξεκάθαρες φιλοσοφικές και θρησκειολογικές θέσεις άξιζαν μια τέτοια διάκριση, συν βέβαια το γεγονός ότι οι Γάλλοι είδαν τον δικό τους τρόπο θέασης απέναντι στην Ανατολή και στους ανθρώπους της. Η βασική συνταγή του πεζογράφου, που τηρείται κι εδώ, μπορεί να συνοψιστεί στο δίπτυχο ευαισθησία και αιχμηρότητα, συνδυασμός που εξηγεί γιατί τα βιβλία του διαβάζονται ευρέως.
ΓΙΩΡΓΟΣ Ν. ΠΕΡΑΝΤΩΝΑΚΗΣ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 14/03/2008