Όσιπ Μαντελστάμ

303812
Σελίδες:182
Ημερομηνία Έκδοσης:01/03/2008
ISBN:9789601901657


Εξαντλημένο από τον Εκδοτικό Οίκο

Περιγραφή


Το βιβλίο παρακολουθεί τη δημιουργική εξέλιξη και ανθολογεί 46 από τα αριστοτεχνικά ποιήματα του Μαντελστάμ, που έφυγε από τη ζωή νέος σ' ένα στρατόπεδο στο Βλαδιβοστόκ, παρουσιάζοντας την περίπτωση μιας «τραγικής ιδιοφυϊας» για τα ρωσικά γράμματα.

Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου







ΚΡΙΤΙΚΗ



Φαίνεται ότι ακόμα κι όταν προσχώρησε στον ακμεϊσμό, αποτελώντας μαζί με τους Γκουμιλιόφ και Αχμάτοβα τους σημαντικότερους εκφραστές του, ο Οσιπ Μαντελστάμ δεν μπόρεσε να αποβάλει τις ιδιοσυγκρασιακά προσδιορισμένες συμβολιστικές καταβολές του. Εχοντας θητεύσει στον συμβολισμό κατά το διάστημα 1909-1911, οδηγημένος από την ενδιάθετη τάση του να φτάσει, μέσα από την απατηλότητα των πραγμάτων και των καταστάσεων, «στις πρωταρχικές μουσικές ρίζες», παρέμεινε εντέλει δέσμιος της γοητείας του αμφίσημου λόγου και της υποβολής· γεγονός που τον καθιστούσε επιφυλακτικό στους κανόνες και στα αιτήματα της φλογισμένης ατμόσφαιρας της εποχής κι έκανε την ποίησή του μάλλον δυσπρόσιτη στο πολύτροπα αμφιρρέπον και ταραγμένο αναγνωστικό κοινό. Ούτε φίλος ούτε εχθρός της Επανάστασης, αλλά ούτε και αδιάφορος μπροστά στα συγκλονιστικά γεγονότα των ημερών, κράτησε από την επικαιρότητα μιαν απόσταση ασφαλείας· αυτήν που του επέβαλαν ο ιδιάζων ψυχισμός του και οι συνακόλουθες, σχετικές με τον ρόλο της ποίησης και του ποιητή, πεποιθήσεις του.

Ποιητής - διανοούμενος ο Μαντελστάμ, με νηφάλια κριτική διάθεση, παραμένει επιφυλακτικός στο άκουσμα των σειρήνων της Επανάστασης και, μολονότι κατανοεί και αισθάνεται τις τεράστιες δυνάμεις που εκλύονται από τα σπλάχνα της, δεν ενδίδει στα εγερτικά μηνύματά της. Το γεγονός ότι αισθάνεται αλληλέγγυος στα πάθη των απλών ανθρώπων του λαού δεν είναι αρκετό να τον παρασύρει στη δίνη της εποχής· γι' αυτό και βασική του μέριμνα εξακολουθεί να είναι η, πάση θυσία, διαφύλαξη της ποιητικής του ακεραιότητας· η ανταποκρινόμενη στην ιδιοσυγκρασία του αρμονική σύζευξη νόησης και δημιουργικής φαντασίας, λυρισμού και φιλοσοφικής αναζήτησης, προκειμένου να έχει ο λόγος του «ιστορικό βάθος και προοπτική». Η διάθεσή του να είναι ανοιχτός και να συμμετάσχει, ως ποιητής, στα δρώμενα του ανάστατου καιρού, δεν αναιρεί ούτε αμβλύνει την αδιάλλακτη πεποίθησή του ότι οφείλει να δίνει προτεραιότητα στα προβλήματα της τέχνης του· ότι η ποιητική του ιδιότητα τον επιφορτίζει με το χρέος να παραμείνει καθηλωμένος στο μαρτύριο της αναζήτησης της μουσικής της «χαμένης λέξης».

Ετσι, στα ποιήματα που γράφει το 1922, όσο κι αν ο στίχος του δεν είναι ερμητικός, όσο κι αν κάποτε υποφώσκει μια επιθυμία συμμετοχής ή συμπαράστασης στα κοσμοϊστορικά δρώμενα, το ποιητικό υποκείμενο «δεν συμπορεύεται με τα πολιτικά και άλλα κοινωνικά γεγονότα και συμφραζόμενα». Αισθάνεται ότι η Επανάσταση είχε, ως ιδεολογία και ως γεγονός, επιπτώσεις στη σκέψη του και στην ποίησή του, φέρνοντάς τον αντιμέτωπο και με τη μια και με την άλλη, διασαλεύοντας επώδυνα κατακτημένες βεβαιότητες. Αισθάνεται, όπως λέει, ότι του «αφαίρεσε τη βιογραφία και το αίσθημα της αυταξίας», εννοώντας ίσως τη συνειδητοποίηση της ανάγκης να καταργηθεί ή να θυσιαστεί το «εγώ» εν ονόματι του «εμείς»· της ανάγκης να υποχωρήσει το «ατομικό» εν ονόματι της ευόδωσης της θυσιαστικής εξέγερσης ενός καταπιεσμένου λαού που αποφάσιζε να πάρει την τύχη του στα χέρια του. Αισθάνεται, ωστόσο, και μιαν αμηχανία, καθώς αδυνατεί να κατανοήσει πώς μπορεί να της ανταποδώσει -της Επανάστασης-, ως ποιητής, όλα όσα της οφείλει, τη στιγμή που δεν προτίθεται να «αλλοιώσει», εν ονόματι οποιασδήποτε σκοπιμότητας, τη φωνή του, αρνούμενος να συνταχθεί με το ρεύμα - πνεύμα της επικαιρότητας, βέβαιος ότι αυτά που θα μπορούσε να προσφέρει θα αποδεικνύονταν, εντέλει, άχρηστα, αφού το ξέρει ότι ο λόγος του είναι απόρροια βαθύτερων εσωτερικών και αισθητικών αναγκών, που δεν συνάδουν με τις σκοπιμότητες της στρατευμένης λογοτεχνίας.

Ιδιαζόντως υποκειμενικός, από ιδιοσυγκρασία «ανυπότακτος» στους ισχύοντες κανόνες, αδιάλλακτος στην υπεράσπιση του ποιητικού του ιδεώδους, παραδοσιακός και, ταυτόχρονα, αινιγματικός, συχνά με λόγο αμφίσημο και δυσερμήνευτο, ήταν φυσικό να προκαλέσει τη ζήλια και τη μισαλλοδοξία των «επαναστατικοδίαιτων» ανθρώπων του «σιναφιού» («Αποθέωση του θριάμβου του σιναφιού», θα μπορούσε να είναι ο τίτλος αυτού του βιβλίου, λέει ο βιογράφος του) και να γίνει θύμα ενός ανελέητου, πανίσχυρου και σκοτεινού λογοτεχνικού γραφειοκρατικού μηχανισμού. Οι αμφιβολίες για την «ειλικρίνεια» των αισθημάτων του απέναντι στο καθεστώς θα πρέπει να είχαν ξεκινήσει από πολύ νωρίς· όταν μέσα στη δίνη της Επανάστασης (1918) δημοσίευε το ποίημα «Υμνος», που άρχιζε με τον διφορούμενο στίχο «Ας δοξάσουμε, αδέλφια, το σούρουπο της ελευθερίας» (η υπογράμμιση δική μου), αλλά και λίγο αργότερα (1921), όταν εξέφραζε τον αποτροπιασμό και την αηδία του για τους «εχθρούς του λόγου» -κάτι που, μεθερμηνευόμενο, σήμαινε τους εχθρούς «της ελευθερίας του λόγου»-, ενώ μερικά χρόνια αργότερα (1929-30) χαρακτήριζε σκουπίδια τα «εγκεκριμένα» λογοτεχνικά έργα και εξέφραζε την επιθυμία του να φτύσει καταπρόσωπο τον συγγραφέα που θα καταδεχόταν να εξασφαλίσει την έγκριση των αρμόδιων αρχών για κάποιο έργο του.

Η περιπέτειά του με το καθεστώς ξεκινάει το 1928, οπότε για ασήμαντη αφορμή -για μια μετάφραση που, εντέλει, δεν ήταν δική του- κατηγορείται για πολιτική μειοδοσία και επιχειρείται η ηθική του εκμηδένιση και διακωμώδηση από τους «κρατούντες», οι οποίοι δεν διστάζουν να θέσουν εν αμφιβόλω και την πνευματική του ισορροπία. Το 1933, εξαιτίας ενός σατιρικού, για τον Στάλιν, ποιήματος, που δεν δημοσιεύει αλλά απλώς απαγγέλλει σε μερικούς φίλους, συλλαμβάνεται, ανακρίνεται, φυλακίζεται και, τέλος, καταδικάζεται σε τριετή εξορία και το 1934, στο πρώτο συνέδριο των συγγραφέων στη Μόσχα, το όνομά του αποσιωπάται εντελώς. Ετσι, αγνοημένος από εχθρούς και φίλους, στερημένος από «το δικαίωμα στη ζωή, στην εργασία και στην ιατρική περίθαλψη» («η γυναίκα μου κι εγώ οδηγούμαστε στην αυτοκτονία», γράφει το 1937, έναν χρόνο πριν από τον «θάνατό» του στη Σιβηρία), παραμένοντας αμετακίνητος στην πίστη που τον θέρμαινε και τον ενδυνάμωνε στην αντιπαράθεσή του με τους κρατούντες· στην βεβαιότητα, μάλλον, ότι η ποίηση συνιστά μία ανυπέρβλητη, υπερκόσμια εξουσία, υποσκαπτική των, ούτως ή άλλως, σαθρών θεμελίων της άλλης, εφήμερης, εγκόσμιας κομματικής εξουσίας. «Η ποίηση είναι εξουσία», διατυμπάνιζε, μη μπορώντας να εξηγήσει αλλιώς τον φόβο που προξενούσε στους ψοφοδεείς κομματικούς γραφειοκράτες ο ανατρεπτικός της λόγος. Το τεράστιο χάσμα που τον χώριζε από τους τελευταίους ήταν αγεφύρωτο. Γι' αυτό και η, για πολλούς ακατανόητη, «Ωδή» στον Στάλιν (την οποία, κατά τους ισχυρισμούς της γυναίκας του, έγραψε -καθ' υπόδειξη κάποιων ή οικειοθελώς, αδιάφορο- περιπίπτοντας αυτοβούλως στην κατάσταση της τρέλας, πλάθοντας το σώμα του ποιήματος χωρίς ουσιαστικά να το «κατοικεί») δεν στάθηκε ικανή να ανατρέψει την εις βάρος του κατάσταση, ούτε να αποτρέψει το τραγικό του τέλος. Και πώς θα μπορούσε, εξάλλου, να το αποτρέψει, όταν, περίπου την ίδια στιγμή, θέλοντας να κατευνάσει τον απηνή του διώκτη, υποσχόμενος «σύνεση και υπακοή», σαν από αιφνίδια έκλαμψη φωτισμένος, κλείνει με την αμφίσημη υπόσχεση ότι θα αγωνιστεί «για μια δημιουργική μουσική μέσα στην ποίηση».

Ο Μήτσος Αλεξανδρόπουλος κατόρθωσε, με αξιοθαύμαστο τρόπο, στην τελευταία δουλειά πριν από τον θάνατό του, να συνθέσει το πορτρέτο του Οσιπ Μαντελστάμ, μιας από τις σημαντικότερες και δραματικότερες φυσιογνωμίες της ρωσικής λογοτεχνίας. Χαρτογραφώντας μεθοδικά, με γνώση και ευαισθησία, τον χωροχρόνο μέσα στον οποίο εκδηλώνεται και αναπτύσσεται το φαινόμενο Μαντελστάμ, επισημαίνοντας τα ιστορικά, κοινωνικά, ιδεολογικά, πνευματικά και λογοτεχνικά δεδομένα και συμφραζόμενα μιας, από κάθε άποψη εκρηκτικής, εποχής, άνοιξε διόδους προσέγγισης καίριων πτυχών της ζωής και του έργου του. Συνδύασε συμβάντα του βίου του ποιητή με τις προφανείς ή τεκμαιρόμενες ποιητικές τους αντιστοιχίες, όπως αυτές αποτυπώνονται σε 46, άρτια μεταφρασμένα ποιήματα, αναζητώντας, παράλληλα, και εντοπίζοντας εκλεκτικές πνευματικές και αισθητικές συγγένειές του με προγενέστερους και με συγκαιρινούς του συγγραφείς, διαμορφώνοντας έτσι, φυσικά και αβίαστα, το πεδίο και την ατμόσφαιρα της εποχής.



ΚΩΣΤΑΣ Γ. ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ

ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 30/05/2008

Κριτικές

Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις

Γράψτε μια κριτική
ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Δωρεάν αποστολή σε όλη την Ελλάδα με αγορές > 30€

ΒΙΒΛΙΑ ΧΕΡΙ ΜΕ ΧΕΡΙ

Γιατί τα βιβλία πρέπει να είναι φτηνά!

ΕΩΣ 6 ΑΤΟΚΕΣ ΔΟΣΕΙΣ

Μέχρι 6 άτοκες δόσεις με την πιστωτική σας κάρτα!