0
Your Καλαθι
Ο ξακουστός Τσιτσάνης
Έκπτωση
25%
25%
Περιγραφή
Ο εικοσάχρονος Τσιτσάνης το 1935 κατεβαίνει στην Αθήνα με το τρένο να σπουδάσει δικηγόρος. Μέσα σε δυο χρόνια η μαγκιά της Αθήνας μιλάει για ένα βλαχάκι που παίζει καταπληκτικό μπουζούκι και τραγουδάει κάτι αλλιώτικα τραγούδια.
Το βλαχάκι είναι τώρα φαντάρος 23 ετών και με ένα τραγούδι, την «Αρχόντισσα», αλλάζει την ιστορία του λαϊκού τραγουδιού.
1941-1945: Τέσσερα σκληρά χρόνια στην κατοχική Θεσσαλονίκη προετοίμαζε το σπουδαιότερο έργο της ζωής του.
Από κει και μετά έφτυσε αίμα να γράφει και να υπερασπίζεται τα τραγούδια του κάθε νύχτα πάνω στο πάλκο.
Δεν εικονογράφησε τη ζωή που έζησε, αλλά ερμήνευσε τη ζωή που περνούσε προσπαθώντας να πιάσει τις κρυφές επιθυμίες όλων. Τίποτα δεν ήταν αληθινό και τίποτα δεν ήταν ψεύτικο. Τίποτα δεν ήταν μόνο ένα. Το ένα ήταν στα πολλά μαζί.
Ήθελε ο καθένας που θα άκουγε τα τραγούδια του να έβλεπε εκεί μέσα τον εαυτό του.
«Όταν έφτιαχνα ένα τραγούδι» έλεγε «ζούσα δύο ζωές. Μία όταν το έγραφα και μία όταν το έπαιζα στον κόσμο».
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου
ΚΡΙΤΙΚΗ
Ο Βασίλης Τσιτσάνης (1915-1984) αποτελεί αναμφίβολα ένα αδιαπραγμάτευτο σύμβολο του λαϊκού μας πολιτισμού. «Με τον Τσιτσάνη θυμόμαστε ότι έχουμε πολιτισμό» έλεγε ο θυμόσοφος Γιάννης Τσαρούχης. H πολυσήμαντη μουσική προσφορά του δεν έχει αποτιμηθεί ακόμη ολόκληρη, αφού συνεχώς προκύπτουν καινούργια στοιχεία για τη ζωή και το έργο του, τα οποία δημοσιοποιούνται σε ποικίλες εκδηλώσεις και δημοσιεύματα. Τα περίπου 550 τραγούδια τα οποία δισκογράφησε από το 1936 ως την τελευτήν σχεδόν του βίου του, τρίλεπτα λαϊκά τεχνουργήματα, αποτελούν ξεχωριστό όσο και πολύτιμο κεφάλαιο της ντόπιας μουσικής παράδοσης. Αρκεί να αναλογιστούμε ότι το αντισυμβατικό, χωρίς επωδό, τραγούδι του «Συννεφιασμένη Κυριακή», αδρό, σπαρακτικό ζεϊμπέκικο των χρόνων της Κατοχής, που γραμμοφωνήθηκε το 1948, λειτουργεί ως εξαίσιος ομφάλιος λώρος ανάμεσα στο βυζαντινό μέλος και στη σύγχρονη λαϊκή τραγουδοποιία· και ευλόγως απολαμβάνει την υπέρτατη δημοτικότητα στις απανταχού κοινότητες - και στις καρδιές - των Ελλήνων. Σε έναν δημιουργό τέτοιας εμβέλειας αξίζουν προφανώς ανάλογες βιβλιογραφικές αναφορές.
Ο κατάλογος ωστόσο των βιβλίων που τον τιμούν είναι εξαιρετικά μικρός. Σημείο εκκίνησης για όποιον επιθυμεί την προσέγγιση αποτελεί το βιβλίο Βασίλης Τσιτσάνης: H ζωή μου, το έργο μου (Νεφέλη, 1980) το οποίο περιέχει μια συζήτηση-ποταμό ανάμεσα στον καλλιτέχνη και στον Κώστα Χατζηδουλή, εμπλουτισμένη με στίχους πολλών τραγουδιών του και με πολλά ιστορικά και μουσικά στοιχεία. Είναι, συν τοις άλλοις, το πρώτο χρονικά σχετικό βιβλίο από τα διαθέσιμα. Δεν στερούνται ενδιαφέροντος τα Βασίλης Τσιτσάνης: Μύθος ρεμπέτικος (Νίτσα Λουλέ-Θεοδωράκη, εκδόσεις Μανιατέας, 1997), Το φαινόμενο Τσιτσάνης (Νέαρχος Γεωργιάδης, εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή, 2001), Βασίλης Τσιτσάνης: Ενας μεγαλοφυής λαϊκός συνθέτης (επιμέλεια Αναστασία-Βαλεντίνη Ρήγα, εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα, 2003), Βασίλης Τσιτσάνης ο ατελείωτος (Διονύσης Μανιάτης, εκδόσεις Πιτσιλός, 1994), Ο Βασίλης Τσιτσάνης και τα πρώτα τραγούδια του (Ντίνος Χριστιανόπουλος, εκδόσεις Διαγώνιος, 1994) και Βασίλης Τσιτσάνης: H παιδική ηλικία ενός ξεχωριστού δημιουργού (Σώτος Αλεξίου, εκδόσεις Καστανιώτη, 1998).
Ως το 1957
Το βιβλίο του Σώτου Αλεξίου, βασισμένο σε μαρτυρίες του ίδιου του δημιουργού αλλά και φίλων και συγγενών του, υποσχόταν εμμέσως τη συνέχεια αφού παρακολουθεί εξ ορισμού τα παιδικά μόνο χρόνια του στη γενέτειρα πόλη των Τρικάλων. Ούτε τώρα πάντως ολοκληρώνεται η διαδρομή, αφού η αυλαία της εξιστόρησης πέφτει το έτος 1957. Το συγγραφικό ενδιαφέρον εστιάζεται στην πλέον δημιουργική περίοδο του μουσικού-τραγουδοποιού από το 1935, όταν εγκαταλείπει τα Τρίκαλα, ως το 1957, όταν το σκηνικό του λαϊκού τραγουδιού έχει αλλάξει με την εδραίωση του αρχοντορεμπέτικου, ενώ αρχίζει να διαφαίνεται στον ορίζοντα η απειλή των ινδοπρεπών τραγουδιών - εκείνη τη χρονιά, το 1957, προβάλλεται η επική ταινία Γη ποτισμένη με ιδρώτα, με τη Ναργκίς. Οπως και στο πρώτο βιβλίο του, έτσι και σε αυτό ο Σώτος Αλεξίου δεν διεκδικεί φιλολογικές διακρίσεις. Εικαστικός καλλιτέχνης είναι άλλωστε και στη συγγραφή των δύο βιβλίων οδηγήθηκε από την υπέρμετρη εκτίμησή του προς το πρόσωπο του Τσιτσάνη· για την εκτίμηση αυτή δεν είναι άμοιρη, πιθανόν, η καταγωγή του συγγραφέα, μια και έχει γεννηθεί στην Καλαμπάκα.
Συγκέντρωσε μεθοδικά πληροφορίες και μαρτυρίες είτε από τον ίδιο τον Τσιτσάνη (συνδέθηκε με φιλία μαζί του το 1969) είτε από ανθρώπους του οικογενειακού του περιβάλλοντος (η πλέον αξιόπιστη μα και αστείρευτη πηγή υπήρξε, εν προκειμένω, ο κουνιάδος του Τσιτσάνη Ανδρέας Σαμαράς) είτε από συναδέλφους (απολαυστικές οι μαρτυρίες του Τάκη Μπίνη) και φίλους του μουσικού από τα διάφορα μέρη όπου έζησε. Στα 31 κεφάλαια του βιβλίου, συνυφαίνοντας τον μύθο με την πραγματικότητα, ο Σώτος Αλεξίου περιγράφει τη μυθιστορηματική από τη φύση της διαδρομή του Τσιτσάνη που έχει συγκεκριμένους σταθμούς: Τρίκαλα - Αθήνα - Θεσσαλονίκη (θητεία) - Αθήνα - Μέτωπο Αλβανίας - Τρίκαλα - Θεσσαλονίκη (Κατοχή) - Αθήνα. Πλάθει έτσι μια ευκολοδιάβαστη και ευδόκιμη βιογραφία, το κύριο χαρακτηριστικό της οποίας είναι η λαϊκή γλαφυρότητα. Από τον κορμό της «αφήγησης», που είναι η ζωή του Τσιτσάνη, φυτρώνουν συχνά «κλαδιά» (άλλοτε πρόσωπα, άλλοτε γεγονότα) όχι μόνο με μουσικό αλλά ενίοτε με πολιτικό και κοινωνικό ενδιαφέρον. Οι παλινδρομήσεις στον χρόνο δεν λείπουν, όπως και η έμφαση σε συγκεκριμένα γεγονότα. Οπως δεν λείπουν και οι ανακρίβειες, τις οποίες ο συγγραφέας αποδίδει στην εξασθενημένη μνήμη του Τσιτσάνη (σελ. 425).
Φωτογραφική ένταση
Υπάρχουν όμως και κάποιες ανακολουθίες όπως φέρ' ειπείν η γνωριμία του Τσιτσάνη με τον Γιώργο Τσανάκα (σελ. 57 και 65) ή ανακρίβειες ιστορικές (π.χ., στη σελ. 26 υπάρχει φωτογραφία με επεξηγηματικό κείμενο «Νεολαία ΕΟΝ Τρικάλων 1935» ενώ στην αμέσως επόμενη σελίδα περιγράφεται παρέλαση στα Τρίκαλα της Νεολαίας του Μεταξά, η οποία προσδιορίζεται στο φθινόπωρο του 1935, αμφότερα λανθασμένα, αφού ο Μεταξάς κήρυξε τη δικτατορία στις 4 Αυγούστου 1936 και η ΕΟΝ οργανώθηκε αργότερα). Αλλά και καλλιτεχνικές ανακολουθίες εντοπίσαμε (στη σελ. 33, λ.χ., αναφέρεται ότι το 1936 ηχογράφησε δύο τραγούδια του Τσιτσάνη η δασκάλα της Κάλλας υψίφωνος Ελβίρα ντε Ιντάλγκο - δεν προφέρεται Χιντάλγκο, όπως αναγράφεται - ενώ πρόκειται για τη λαϊκή τραγουδίστρια Ελβίρα Κάκκου, από την Καβάλα, στη δε σελ. 91 αναφέρεται: «Την προτίμηση των Θεσσαλονικέων συγκεντρώνει η βασίλισσα του τραγουδιού Κάκια Δενδρή...»· προφανώς πρόκειται για την Κάκια Μένδρη), οι οποίες προέρχονται προφανώς από σύγχυση του συγγραφέα και με τη σειρά τους δημιουργούν σύγχυση στον αναγνώστη.
Το βιβλίο, πάντως, παρά τις εμφανείς τάσεις θεμιτής έστω εξιδανίκευσης ως και αθέμιτης αγιοποίησης, περιέχει πλήθος πληροφορίες που εμπλουτίζουν σημαντικά τις γνώσεις για τον σπουδαίο δημιουργό και την εποχή του. Οι περιγραφές διαθέτουν συχνά φωτογραφική ένταση, όπως π.χ. εκείνες που αφορούν την περίοδο της Κατοχής στη Θεσσαλονίκη - ο αναγνώστης που ενδιαφέρεται για περισσότερα στοιχεία ας αναζητήσει και τις λογοτεχνικότερες περιγραφές του Γιώργου Σκαμπαρδώνη στο μυθιστόρημά του Ουζερί Τσιτσάνης (εκδόσεις Κέδρος, 2001). Τα παραρτήματα, τέλος, τα οποία περιέχουν τους στίχους των 244 τραγουδιών που γραμμοφώνησε ο Τσιτσάνης από το 1946 ως το 1957 σε δίσκους 78 στροφών και όλα τα τραγούδια που ηχογραφήθηκαν σε δίσκους 45 στροφών, αλλά και το πλήθος των φωτογραφιών που συνοδεύουν τα κείμενα και το παράρτημα με τις σημειώσεις, καθιστούν την έκδοση από χρηστική ως πολυτρόπως ωφέλιμη. Εχοντας ωστόσο γνώση του σχετικού εκδοτικού μικροκόσμου είμαστε πεπεισμένοι ότι το ολοκληρωμένο βιβλίο για τον Βασίλη Τσιτσάνη δεν έχει γραφτεί ακόμη.
Γιώργος B. Μονεμβασίτης (κριτικός μουσικής)
ΤΟ ΒΗΜΑ, 18-01-2004
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις