Μελέτες ιστορίας της τέχνης

Έκπτωση
40%
Τιμή Εκδότη: 32.00
19.20
Τιμή Πρωτοπορίας
+
56926
Συγγραφέας: Άνταλ, Φρέντερικ
Σελίδες:297
Μεταφραστής:ΠΑΠΠΑΣ ΑΝΔΡΕΑΣ
Ημερομηνία Έκδοσης:01/01/1999
ISBN:9789607309754
Διαθεσιμότητα στα βιβλιοπωλεία μας
Αθήνα:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες
Θεσσαλονίκη:
Περιορισμένη διαθεσιμότητα
Πάτρα:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες

Περιγραφή


Όταν πέθανε ο Φρέντερικ Ανταλ, το 1954, οι Times έγραψαν ότι «η επίδρασή του στη σύγχρονη ιστορία της τέχνης ήταν μεγάλη, παρά το γεγονός ότι σχετικά μικρό μέρος από όσα έγραψε έχει δει το φως της δημοσιότητας». Tο υλικό αυτό όμως ήταν αρκετό για να τον αναδείξει σε έναν από τους πιο γοητευτικούς και πρωτότυπους συγγραφείς της εποχής μας, αλλά πολύ λίγο, δυστυχώς, σε σχέση με την τεράστια έκταση των γνώσεών του. H αναδημοσίευση, επομένως, των πιο σημαντικών άρθρων του σε αυτόν τον τόμο έχει πολύ μεγάλη αξία. Στα περισσότερα απο αυτά, ο Ανταλ διατυπώνει τα συμπεράσματά του για μεμονωμένους ζωγράφους ή ολόκληρες περιόδους με τέτοιες και τόσες λεπτομέρειες, ώστε να μην απέχουν πολύ από συνόψεις μελλοντικών μονογραφιών. Tα κείμενα του τόμου εντυπωσιάζουν όχι μόνο με την ευαισθησία τους και την ιστορική τους διορατικότητα, αλλά και με την εμβέλειά τους, ή ακόμα, στην περίπτωση εκείνων που γράφτηκαν στη δεκαετία του 1920, και με τις μοντέρνες τους αντιλήψεις. O Ανταλ είχε μια ευρύτερη αντίληψη για το ρόλο και την αποστολή της ιστορίας της τέχνης. Αλλωστε, ο γόνιμος και πρωτότυπος τρόπος με τον οποίο προσέγγισε την Aγγλική τέχνη οφειλόταν εν μέρει και στην κεντροευρωπαϊκή του (ουγγρική) καταγωγή και εκπαίδευση. Έχοντας εγκατασταθεί σε μεγάλη σχετικά ηλικία στην Aγγλία, μπορούσε να απολαμβάνει και να εκτιμά την τέχνη της δεύτερης πατρίδας του απαλλαγμένος από τοπικιστικές προτιμήσεις και οικειότητες.





ΚΡΙΤΙΚΗ



Βουδαπέστη 1919. Το Διευθυντήριο των Τεχνών της ουγγρικής σοβιετικής Δημοκρατίας του Bela Kun προχωρεί στην κατάσχεση έργων από ιδιωτικές συλλογές, με σκοπό την ένταξή τους στο Μουσείο Καλών Τεχνών. Επίτροπος Παιδείας αυτής της βραχύβιας κυβέρνησης είναι ο Arnold Hauser. Μέλος του Διευθυντηρίου των Τεχνών ο Frederick Antal (1887-1954). Και οι δύο ανήκουν σε έναν κύκλο ούγγρων διανοουμένων, μεταξύ των οποίων ο Lukacs και ο Manheim, που χρησιμοποιούν τις κοινωνιολογικού τύπου αναλύσεις ως κυρίαρχο μεθοδολογικό και ερμηνευτικό εργαλείο. Αλλά αν ο Hauser θα γίνει ο πιο αντιπροσωπευτικός εκπρόσωπος μιας «κοινωνιολογικής» προσέγγισης της ιστορίας της τέχνης, τα πράγματα με τον Antal εμφανίζονται πιο περίπλοκα. Και τούτο επειδή ο Antal, στα πρώιμα γραπτά του, κάθε άλλο παρά έλκεται από τις κοινωνιολογικές ερμηνείες των καλλιτεχνικών φαινομένων. Αντίθετα εστιάζει το ενδιαφέρον του στην ανίχνευση των μορφολογικών ζητημάτων που αφορούν τα έργα τέχνης.

Με βάση αυτό το ενδιαφέρον η συγγραφική εργασία του Antal μπορεί να κατανεμηθεί σε δύο περιόδους. Τα κείμενα που γράφει ως το τέλος της δεκαετίας του '20 ­ με εκκίνηση τη διδακτορική διατριβή του την οποία υποστήριξε στο Πανεπιστήμιο της Βιέννης ως τις αναλύσεις για τον μανιερισμό στις Κάτω Χώρες ­ χαρακτηρίζονται από την έμφαση που δίνεται στην ανάλυση της μορφής εις βάρος του περιεχομένου του έργου τέχνης. Τα κείμενα που εμπεριέχονται στις «Μελέτες Ιστορίας της Τέχνης» παρουσιάζουν επιπλέον ενδιαφέρον, επειδή κάνουν φανερή αυτή την πορεία.

Το άρθρο με τίτλο «Το πρόβλημα του μανιερισμού στις Κάτω Χώρες» (1928), για παράδειγμα, αποτελεί δείγμα της «φορμαλιστικής» ανάγνωσης που επιχειρεί ο Antal. Μέσα από μια ενδελεχή αναφορά στην πληθώρα των καλλιτεχνικών ρευμάτων που αρθρώνουν το φαινόμενο του μανιερισμού, ο συγγραφέας δείχνει πειστικά πώς οι απλοποιημένες θέσεις περί μονοσήμαντων επιδράσεων από την Ιταλία προς το Βορρά, που ίσχυαν στην εποχή του, αλλοιώνουν την ίδια τη φύση του φαινομένου. Διαφαίνεται εδώ η προσπάθεια χάραξης των ορίων των καλλιτεχνικών τάσεων χωρίς την καταφυγή σε απλουστευτικές γενικεύσεις. Αυτή η εμμονή στην επισήμανση των πολυσήμαντων αποχρώσεων που χαρακτηρίζουν το κάθε καλλιτεχνικό ύφος θα διακρίνει μονίμως τα γραπτά του Antal. Μόνο κάποιος με τη δική του ευρυμάθεια θα μπορούσε να εντοπίσει τα «γηγενή» υστερογοτθικά στοιχεία στον μανιερισμό των Κάτω Χωρών που όχι μόνο δεν προέρχονται από επιδράσεις νοτίως των Αλπεων, αλλά αντίθετα επηρεάζουν ως ένα βαθμό την ιταλική ζωγραφική του 16ου αιώνα. Με ανάλογο τρόπο απορρίπτει τη γενίκευση του όρου ρομανισμός, ο οποίος αποδιδόταν συλλήβδην σε μανιεριστές καλλιτέχνες των Κάτω Χωρών, και αποκαλύπτει τον απλουστευτικό χαρακτήρα αυτών των θέσεων.

Η «στροφή» στο έργο του εμφανίζεται με τις διαλέξεις που έδωσε στο Ινστιτούτο Courtauld το 1934, όταν λόγω της ανόδου των εθνικοσοσιαλιστών στην εξουσία μετανάστευσε από το Βερολίνο, όπου είχε καταφύγει ως πολιτικός πρόσφυγας τις αρχές της δεκαετίας του '20, στο Λονδίνο. Χωρίς να παραμελεί τη μορφολογική ανάλυση, ο Antal στρέφει το ενδιαφέρον του και προς το κοινωνικό υπόβαθρο της τέχνης που αρχίζει πλέον να αποκτά αυξανόμενη σημασία στις αναλύσεις του. Ο Antal δείχνει τώρα με διαυγή τρόπο πώς το υπόβαθρο αυτό επιδρά όχι μόνο στο θεματολογικό περιεχόμενο των έργων αλλά και στη μορφή και πώς, κατά συνέπεια, μας βοηθά να ερμηνεύσουμε όχι μόνο την εναλλαγή ή την κυκλική επαναφορά υφολογικών χαρακτηριστικών της κάθε ιστορικής εποχής, αλλά και μας επιτρέπει να κατανοήσουμε τις τεχνοτροπικές διαφοροποιήσεις που παρατηρούνται στο έργο ενός και μόνο καλλιτέχνη. Ετσι οι «Σκέψεις για τον κλασικισμό και τον ρομαντισμό» (1935) αναπτύσσονται με βάση τη θέση πως «αν θέλουμε να κατανοήσουμε ένα ύφος στη ολότητά του, οφείλουμε να ιχνηλατήσουμε τη σχέση του με την κοινωνία στην οποία έχει τις ρίζες του». Πράγματι εδώ ο Antal ερμηνεύει με παραδειγματικό τρόπο τόσο τις ανισότητες του ύφους του David όσο και την τέχνη του Gericault, με άξονα την ευρωπαϊκή πολιτική ιστορία. Παρόμοια κείμενα αποτελούν πρότυπα ιστορικής ανάλυσης των καλλιτεχνικών φαινομένων. Ταυτόχρονα συνετέλεσαν στο να θεωρηθεί ο Antal εκφραστής της μαρξιστικής αντίληψης για την ιστορία της τέχνης. Ο Antal υπήρξε πράγματι ­ όψιμα ­ μαρξιστής. Ωστόσο τόσο το «φορμαλιστικό» παρελθόν του όσο και η οξύνοιά του τον προστάτευσαν ­ αν και όχι πάντοτε ­ από τη μηχανιστική ακαμψία των δογματικών ερμηνειών και από τη στείρα αποδοχή της ιστορικής αιτιοκρατίας. Πάντως το έργο του απορρίφθηκε ως «παρακμιακό» από τους επίσημους ιστορικούς της ΕΣΣΔ και ουδέποτε μεταφράστηκε στα ρωσικά.

Σε κείμενα όπως αυτό «Για τον Σαλβιάτι» (1951) καταδεικνύεται εμφανέστατα η άλλη ιδιότητα του Antal, αυτή του connoisseur της μεταναγεννησιακής τέχνης. Ο Antal είναι πράγματι κάτοχος μιας τεράστιας εικονολογικής παιδείας. Ταυτόχρονα, τον διακρίνει μια απαράμιλλη παρατηρητικότητα. Χωρίς να διστάζει να αντικρούσει την απόδοση ενός πίνακα στον Σαλβιάτι από μια αυθεντία όπως ο πρόσφατα χαμένος Federico Zeri, προβάλλει τα δικά του επιχειρήματα ­ υπέρ της απόδοσης στον Michele di Ridolfo ­ που τουλάχιστον το Μουσείο του Σαν Λούις, όπου το έργο φυλάσσεται, έχει αποδεχθεί. Εδώ θα πρέπει να επισημανθεί πως ο Antal ουδέποτε εξαργύρωσε αυτές τις μοναδικές γνώσεις του προσφέροντας τις υπηρεσίες του σε εμπόρους τέχνης ή σε οίκους δημοπρασιών. Το γεγονός αυτό δείχνει την ύπαρξη μιας τοποθέτησης απέναντι στο «σύστημα» της τέχνης που αποκτά τα χαρακτηριστικά της ηθικής στάσης. Το τίμημα αυτής της στάσης υπήρξε η απομόνωση. Αυτός ο ούγγρος πολιτικός πρόσφυγας με τη γερμανική παιδεία δεν είχε την τύχη των εκπροσώπων της Σχολής της Βιέννης ή των μελών του Ινστιτούτου Warburg. Γι' αυτό ακριβώς τον λόγο και το μοναδικό βιβλίο του «Η φλωρεντινή ζωγραφική και το κοινωνικό της υπόβαθρο» (1948) υπήρξε αντικείμενο σφοδρής κριτικής την οποία ο συγγραφέας αντικρούει, αμυνόμενος, με τις «Παρατηρήσεις για τη μέθοδο της ιστορίας της τέχνης» (1949). Την ίδια στιγμή ο Antal γράφει ένα διαυγές και διαφωτιστικό άρθρο που μαζί με τις υπόλοιπες «Μελέτες» απαρτίζουν ένα θεμελιακό corpus κειμένων ιστορίας της τέχνης.

Νίκος Δασκαλοθανάσης, ΤΟ ΒΗΜΑ, 07-03-1999

Κριτικές

Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις

Γράψτε μια κριτική
ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Δωρεάν αποστολή σε όλη την Ελλάδα με αγορές > 30€

ΒΙΒΛΙΑ ΧΕΡΙ ΜΕ ΧΕΡΙ

Γιατί τα βιβλία πρέπει να είναι φτηνά!

ΕΩΣ 6 ΑΤΟΚΕΣ ΔΟΣΕΙΣ

Μέχρι 6 άτοκες δόσεις με την πιστωτική σας κάρτα!