0
Your Καλαθι
Τεύκρος Ανθίας
Μια παρουσίαση από τον Κώστα Νικολαϊδη
Περιγραφή
Έναν γνωστό-άγνωστό μας ποιητή, μποέμ και αλήτη από φύση και από ανάγκη, που συντάχθηκε με την Αριστερά και αφορίστηκε, έχουμε την ευκαιρία να διαβάσουμε, έστω και αποσπασματικά. «Τα σφυρίγματα του αλήτη» (1928-1929), με τον πούρο αλητισμό τους, επιβιώνουν ακόμη και σήμερα, γιατί η γλώσσα τους και ο ρυθμός τους έχουν κάτι το ενιαίο, η αμεσότητα και η ειλικρίνεια τους δεν ξεπέφτουν στο συναισθηματισμό, το θέμα τους είναι πρωτότυπο, χωρίς να φαίνεται η αγωνία για πρωτοτυπία, είναι ποιήματα μιας ψυχής ταραγμένης μα μερακλίδικης, τραγούδια του δρόμου και της ταβέρνας. Αιρετικά, αντιχριστιανικά -η δεύτερη συλλογή έχει το «βλάσφημο» τίτλο «Αγιε Σατάν ελέησόν με» (1930), είναι γραμμένα για τη δεκαετία του '20 και για τις δεκαετίες που θα ακολουθούσαν. Οπωσδήποτε τα άπαντά του, που πρωτοεκδόθηκαν το 1962, εάν επανεκδοθούν, μια περίπτωση εξαιρετική θα φωτίσουν.
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 12/07/2002
ΚΡΙΤΙΚΗ
Οταν ο Τεύκρος Ανθίας (1903-1968) εγκαταλείπει την Κύπρο και έρχεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα, τον Αύγουστο του 1923, «εμποτισμένος με πικρά βιώματα και τις αναπόφευκτες, στην περίπτωση του αντανακλάσεις τους», βρίσκεται σε ένα ζοφερό και ιδιαίτερα επιβαρυντικό, για τον ήδη κλονισμένο ψυχισμό του, περιβάλλον. Οι συνέπειες της Μικρασιατικής Καταστροφής, που μόλις έχει προηγηθεί, είναι προφανείς σε όλα τα επίπεδα της κοινωνικής και της πνεματικής ζωής· η πολιτική αστάθεια που προκαλούν τα απανωτά στρατιωτικά πραξικοπήματα, οι εξαθλιωμένοι πρόσφυγες που περιφέρονται παντού, συνθέτουν μία τραυματική, απελπιστική και δύσμορφη εικόνα και δημιουργούν τις προϋποθέσεις για την εμφάνιση της λογοτεχνίας του περιθωρίου ή, αλλιώς, της «αλητογραφίας», όπως πολύ εύστοχα χαρακτηρίστηκε.
Μιας λογοτεχνίας, οι βασικοί εκπρόσωποι της οποίας (Δημοσθένης Βουτυράς, Πέτρος Πικρός, Κώστας Παρορίτης κ.ά.), θέλοντας να καταδείξουν τις αρνητικές πλευρές της αστικής κοινωνίας και βαθύτατα επηρεασμένοι από τον Χάμσουν και τον Γκόρκι, γράφουν βιβλία με περιθωριακούς, «λούμπεν» ήρωες.
Ολ' αυτά επιδρούν στη διαμόρφωση του αισθητικού προτύπου του νεαρού Ανθία και συμβάλλουν στο να αναδειχθεί, μολονότι Κύπριος, σε μία χαρακτηριστική φυσιογνωμια στην ποίηση της Αθήνας του Μεσοπόλεμου, παρά το γεγονός ότι δεν έζησε στην πρωτεύουσα του κλυδωνιζόμενου ελληνικού κράτους περισσότερο από τρία χρόνια (1927-1930), «τριγυρίζοντας φτωχός κι έρημος στους δρόμους και δοκιμάζοντας κάθε είδους στερήσεις και απογοητεύσεις». Τρία χρόνια μιας αλήτικης ζωής, που τα πέρασε σαν ζωντανός ήρωας των μυθιστορημάτων της εποχής, χωρίς μόνιμη στέγη, υποχρεωμένος να κοιμάται όπου να 'ναι («...στα παγκάκια του Ζαππείου, στα καλντερίμια της οδού Αθηνάς, στις σκάλες των σπιτιών -που με φιλοξενούσαν θέλοντας και μη- στις υπόγειες ταβέρνες, στους δρόμους και όπου αλλού πλανιότανε τ' αλήτικο τομάρι μου»), στάθηκαν αρκετά για να αποφέρουν τον πρώτο -και ίσως τον τελευταίο- σημαντικό ποιητικό καρπό του: Τα σφυρίγματα του αλήτη (1929). Μία συλλογή με την οποία εισάγεται «επίσημα» το πνεύμα του αλητισμού στην ελληνική ποίηση -μέχρι τότε αποτελούσε προνόμιο της πεζογραφίας- και που θα μπορούσε να θεωρηθεί το ουσιαστικό λογοτεχνικό ξεκίνημα του Ανθία (δεν είναι τυχαίο ότι τίποτε από την προηγούμενη ποίησή του, που δεν ήταν λίγη, δεν συμπεριέλαβε στα Ποιητικά Απαντά του).
Στην «αθηναϊκή» του περίοδο ανήκει και η αμέσως επόμενη συλλογή, Αγιε Σατάν, ελέησόν με (1930), η οποία αποτελεί κάτι σαν φθίνουσα συνέχεια των Σφυριγμάτων. Συνδυάζεται κι εδώ ο λυρισμός με τη σάτιρα κι εξακολουθεί να δεσπόζει μία διάθεση ιδιαίτερα σαρκαστική, «πότε παιγνιώδης και πότε απεγνωσμένη, που ευχαριστεί με το χιούμορ της και περονιάζει με την ειρωνεία της, την εύστοχη και συχνά διαπεραστική» (Γ. Κοτζιούλας)· υπάρχει ωστόσο ένας εντονότατος προβληματισμός, καθώς ο Ανθίας εκφράζει τώρα ανεπιφύλακτα τις πεποιθήσεις του για κοινωνική δικαιοσύνη, με εύκολα αναγνωρίσιμες απηχήσεις από τον Βάρναλη και τον Καρυωτάκη, σε αντίθεση με τα Σφυρίγματα, όπου «σφύριζε το μοτίβο του αλητισμού, κρύβοντας από κάτω ορισμένες κοινωνικές θέσεις, σε μια περίοδο ποιητικής "μποεμίας"» (Κώστας Στεργιόπουλος).
Με τις δύο αυτές συλλογές της σύντομης αθηναϊκής περιόδου του -περισσότερο με την πρώτη- ο Τεύκρος Ανθίας, ανταποκρινόμενος στην πνευματική και κοινωνική ατμόσφαιρα της εποχής, έγινε σχεδόν ανεπιφύλακτα αποδεκτός από τους φίλους της ποίησης, αλλά και από την κριτική. Γιατί, όπως εύστοχα παρατηρεί ο επιμελητής του βιβλίου, Κώστας Νικολαΐδης, «ο Ανθίας είναι ο πρώτος που θα μεταπλάσει ποιητικά έναν ολοκληρωμένο ανθρώπινο τύπο, τον ιλαροτραγικό τύπο του αλήτη-εαυτού, τον αλλοπρόσαλλο και αλλόκοτο στα φερσίματα, τον απροσάρμοστο και καταφρονεμένο, τον αφελή και αθώο και πρόσχαρο... [...] αν ακόμα συνυπολογίσουμε τη χρήση μιας γλώσσας ρέμπελης, που ενσωματώνει κάποιες λόγιες λέξεις αυξάνοντας τις δόσεις ειρωνείας, τότε φθάνουμε σε ένα ιδιότυπο μίγμα που εξασφαλίζει στην ποίησή του δροσιά, πρωτοτυπία και έναν ευδιάκριτο προσωπικό χαρακτήρα».
Οι επόμενες δύο δημιουργικές του περίοδοι («κυπριακή», 1930-1948 και «αγγλική», 1948-1968) δεν ανταποκρίθηκαν στις προσδοκίες των θαυμαστών της ποίησής του, ούτε των κριτικών του. Μπορεί να συνετέλεσε σ' αυτό ή ένταξή του στο Κομμουνιστικό Κόμμα της Κύπρου και η έντονη πολιτική δραστηριότητα που ανέπτυξε, με αποκορύφωμα τη δεκαοχτάμηνη φυλάκισή του και, βέβαια, η πρόθεσή του να γράψει μεγαλόπνοα συνθετικά έργα, που να ανταποκρίνονται στα ιδεολογικά-κοινωνικά του οράματα. Πρόθεση η οποία προσέκρουσε, εντέλει, στην υπερβολική, ιδιοσυγκρασιακά προσδιορισμένη, αυθορμησία του που, όσο κι αν ο ίδιος τη θεωρούσε προσόν, «αντιφατικός και ακαταστάλαχτος» καθώς ήταν, δέσμιος της παράδοσης, αυτοδίδαχτος («...χωρίς τα δεκανίκια της μόρφωσης, τόσο στη στιχουργική, στη μετρική, όσο και στην αισθητική της ποίησης»), με «αδύνατη γλώσσα κι αδέξια τεχνική», τον οδήγησε σε μιαν «ακατάσχετη στιχοπαραγωγή, εναλλάσσοντας τον παραδοσιακό στίχο με τον απελευθερωμένο ομοιοκατάληκτο ή ανομοιοκατάληκτο» (Κώστας Στεργιόπουλος).
Παρ' όλα αυτά,ο Τεύκρος Ανθίας, έστω κι αν θεωρηθεί ποιητής της μιας συλλογής, δεν παύει να αποτελεί μία ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα περίπτωση στην ποίηση της μεσοπολεμικής Αθήνας, γνήσιος εκφραστής καθώς ήταν της περιρρέουσας πνευματικής και κοινωνικής ατμόσφαιρας. Και όπως πολύ σωστά σημειώνει ο Κώστας Νικολαΐδης, «πέρα από την αξία και την εμβέλεια της ποιητικής του κατάθεσης, ο Ανθίας υπήρξε μια θυελλώδης πνευματική και πολιτική συνείδηση, που αναζήτησε για τον εαυτό του ρόλους δασκάλου και οδηγού, στην υπηρεσία υψηλών οραμάτων, τα οποία υπηρέτησε με γενναιότητα ασυνήθιστη, αναλώνοντας το χρόνο, την ψυχή και το αναμφισβήτητο ταλέντο του».
ΚΩΣΤΑΣ Γ. ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 22/08/2003
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις