0
Your Καλαθι
Κοινωνική πράξη και υλισμός ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΜΕΝΟ
Σπουδή στην κοινωνιολογία της γνώσης
Έκπτωση
79%
79%
Περιγραφή
Η ανάδυση της έννοιας της ύλης και η σύνδεσή της με τη φύση και τα φυσικά πράγματα δεν είναι τυχαίο γεγονός. Συνδέεται, όπως άλλωστε και η διατύπωση του θεωρητικού υλισμού, με τις κοινωνικές συνθήκες της εμπορευματικής κοινωνίας, με την ανταλλαγή των εμπορευμάτων και τις ιδιαίτερες μορφές που αυτή έχει αναδείξει στη διαδρομή της ιστορίας. Η αφαίρεση της ύλης καταγράφει ιστορικές κοινωνικές σχέσεις, σχέσεις ανθρώπων προς ανθρώπους και συγχρόνως σχέσεις ανθρώπων-κοινωνίας και φύσης.
Κύριος στόχος αυτής της εργασίας είναι να αναδείξει το κοινωνικό περιεχόμενο της φιλοσοφικής έννοιας της ύλης και τα ιστορικά όρια θεωρίας του υλισμού. Εξετάζει τον υλισμό ως ιστορικό τρόπο της συνείδησης εντός της εμπορευματικής, κατεξοχήν δε της καπιταλιστικής, κοινωνίας.
ΚΡΙΤΙΚΗ
Εκατό χρόνια μετά τη διατύπωσή της, η εξίσωση του Αϊνστάιν Ε=mc² διδάσκεται πλέον και στα δημοτικά σχολεία ενώ η χρήση της πυρηνικής ενέργειας στα εργοστάσια ή η απειλή χρήσης της στα όπλα αποτελούν στοιχεία της καθημερινότητάς μας. Το «νόημά» της όμως δεν είναι κατανοητό: πώς είναι δυνατόν να εξισώνεται η ύλη με την ενέργεια, αφού η ενέργεια δεν είναι παρά κατάσταση, ιδιότητα της ύλης; Πώς μπορεί η ιδιότητα να ταυτιστεί με τον φορέα της; Και αν και τα δύο αποτελούν εκφάνσεις κάποιας άλλης «ενιαίας ουσίας», τι είναι αυτή, «ύλη» ή «ενέργεια»; Και ο καβγάς υλιστών-ιδεαλιστών ξαναρχίζει. Αντίστοιχα προβλήματα δημιουργεί και η κβαντομηχανική αποδίδοντας διφυή υπόσταση στα έσχατα συστατικά στοιχεία του κόσμου μας: άλλοτε αντιμετωπίζονται ως σωματίδια (άρα «ύλη») και άλλοτε ως κύματα, άρα ιδιότητες, μορφές ύπαρξης του χώρου μέσα στον χρόνο.
Τι είναι «ύλη» λοιπόν; Και πώς, με βάση την έννοια αυτή, οικοδομείται η κοσμοθεωρία του «υλισμού» σε αντιπαράθεση με τον «ιδεαλισμό»; Τα ερωτήματα μοιάζουν να αφορούν τις θετικές επιστήμες (το πρώτο) και τους κλάδους της φιλοσοφίας (το δεύτερο). Και οι δύο όμως αυτές θεμελιώδεις έννοιες (ύλη, υλισμός) έχουν ιστορική διαδρομή: δεν είχαν πάντα το ίδιο νόημα, τις ίδιες ιδιότητες στο πλαίσιο των επιστημών, της φιλοσοφίας ή των κοινωνικών πρακτικών που ήθελαν να αυτοχαρακτηρίζονται ως υλιστικές ή ιδεαλιστικές. Τούτο το γεγονός επιτρέπει και στον κοινωνιολόγο να ασχοληθεί μαζί τους, υποπτευόμενος ότι οι μεταλλάξεις που υφίστανται με το πέρασμα του χρόνου οι έννοιες της ύλης και του υλισμού δεν έχουν σχέση μόνο με την (αναμφισβήτητη) «πρόοδο των θετικών επιστημών» αλλά και με κοινωνικές αλλαγές, κυρίως με αλλαγές στις οικονομικές και εξουσιαστικές σχέσεις.
Η Μαρία Αντωνοπούλου, καθηγήτρια Κοινωνιολογίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, με το βιβλίο της Κοινωνική Πράξη και Υλισμός επιχειρεί ακριβώς αυτό: διερευνά τη διαπλοκή των μορφών που αποδίδονται ανά τους αιώνες στην έννοια της ύλης με τις μορφές που χαρακτηρίζουν την παραγωγή κοινωνικού πλούτου, τις οικονομικές σχέσεις παραγωγής και ανταλλαγής.
Το βασικό συμπέρασμα της Μ. Αντωνοπούλου είναι σχετικά εύκολο να διατυπωθεί, καίτοι απαιτήθηκαν 400 τόσες σελίδες για να τεκμηριωθεί με μαθηματική, θα έλεγα, αυστηρότητα: «Η έννοια της ανταλλακτικής αξίας δημιουργεί ως οργανική πλευρά της αυτήν της ύλης και την επιβάλλει ως αυτονόητη ιδέα». Ήτοι, η έννοια της ύλης είναι δημιούργημα των κοινωνιών στις οποίες ο πλούτος εμφανίζεται με τη μορφή εμπορευμάτων που κυκλοφορούν επειδή έχουν ανταλλακτική αξία, λόγω του ότι αποτελούν προϊόντα της ανθρώπινης εργασίας: λίγο-πολύ οι άνθρωποι αποδίδουν στην ύλη τις ιδιότητες που έχει το «πρότυπο εμπόρευμα», το χρήμα.
Προφανώς βρισκόμαστε στα πεδία της μαρξιστικής ανάλυσης της γνώσης και της ιστορίας αλλά με ιδιότυπο τρόπο: η Μ. Αντωνοπούλου χρησιμοποιεί πλευρές του μαρξικού έργου (φετιχισμός, αλλοτρίωση) για να απορρίψει άλλη θεμελιώδη πλευρά του, αυτή που έχει σχέση με το θέμα μας: τον ιστορικό υλισμό διότι δεν αποτελεί παρά μία από τις εκφάνσεις του υλισμού, ο οποίος είναι συνολικά απορριπτέος. Βρισκόμαστε δηλαδή στον αντίποδα του αλτουσεριανού «παραδείγματος» που κυριάρχησε στη δυτική μαρξιστική σκέψη την εποχή της αίγλης της (1970-1990), το οποίο ανήγαγε τον ιστορικό υλισμό σε γνήσια (και μοναδική) κοινωνικο-ιστορική επιστήμη και απέρριπτε τη θεωρία της αλλοτρίωσης ως επιστημολογικό αμάρτημα του νεαρού Μαρξ.
Για να στηρίξει την άποψή της η συγγραφέας καταπιάνεται αρχικά (Κεφ. Ι) με επισκόπηση των εκδοχών της έννοιας της ύλης από την εποχή των ιώνων φυσικών φιλοσόφων και των «στοιχείων» τους ως τις άλυτες σπαζοκεφαλιές που δημιουργούν η εξίσωση του Αϊνστάιν και η κβαντομηχανική. Δεν αποκλείεται η φράση του Ηράκλειτου, που την έχει και προμετωπίδα στο βιβλίο της (Πυρός ανταμοιβή τα πάντα και πυρ απάντων, όκωσπερ χρυσού χρήματα και χρημάτων χρυσός) να αποτέλεσε την αφορμή για τις σκέψεις της σχετικά με τις σχέσεις ύλης-χρήματος, αφού σε αυτήν σαφώς αντιστοιχίζονται οι ιδιότητες του «αειζώου πυρός», αρχής των πάντων, με τις ιδιότητες του χρυσού και των εμπορευμάτων. Η Μ. Αντωνοπούλου διαπιστώνει «παράλληλη διαδρομή» ανάμεσα στον υλισμό και στις ιδιότητες που αποδίδονται στην ύλη με την εμφάνιση και την ανάπτυξη των εμπορευματικών σχέσεων. Στο Κεφάλαιο ΙΙ αναλύει διεξοδικά αυτό που ο Μαρξ αποκαλούσε «φετιχισμό του εμπορεύματος», δηλαδή την αντιμετώπιση των κοινωνικών σχέσεων ως σχέσεων ανάμεσα σε εμπορεύματα, σε πράγματα, μέσω των διαδικασιών απρόσωπων οικονομικών ανταλλαγών. Τα επόμενα δύο Κεφάλαια (ΙΙΙ, IV) περιέχουν την ουσία του επιχειρήματός της, ότι οι ιδιότητες με τις οποίες συνεχώς εμπλουτίζεται η ύλη δεν είναι παρά οι ιδιότητες του πρότυπου εμπορεύματος που μεσολαβεί σε κάθε ανταλλαγή, του χρήματος: η «εξυλίκευση» των κοινωνικών σχέσεων λόγω της αλλοτρίωσης οδηγεί στην εξυλίκευση του κόσμου. Με περαιτέρω συνέπεια, όπως αναλύεται στο τελευταίο κεφάλαιο, ο φυσικός κόσμος, το περιβάλλον μας, να αντιμετωπίζεται σαν «πράγμα», κάτι το αυτόνομο και το εξωτερικό που πρέπει να «αποκτηθεί», όπως συμβαίνει και με τα εμπορεύματα: «Ο κοσμοθεωρητικός υλισμός συνιστά εν τέλει "θεωρητικό στάδιο" του φετιχισμού του εμπορεύματος» είναι το καταστάλαγμά της.
Το επιχείρημα της Μ. Αντωνοπούλου για την αλληλεξάρτηση των εννοιών της ύλης και του χρήματος είναι ευρηματικό και γοητευτικό ακόμη και αν αντιστρέψει κανείς την αιτιώδη σχέση και υποστηρίξει ότι οι κλασικοί οικονομολόγοι, ζηλεύοντας τον θρίαμβο της νευτώνειας μηχανικής, αναζήτησαν νόμους ώστε να καταστήσουν την οικονομία επιστήμη για τούτο ίσως και το «αόρατο χέρι της αγοράς» του Ανταμ Σμιθ επιβάλλει ισορροπίες όπως και ο νόμος της βαρύτητας ή η «ανταλλακτική αξία» γίνεται τελικά «πράγμα» και «ύλη». Ακόμη όμως και το γεγονός ότι η οικονομική επιστήμη (όπως και τόσες άλλες) επηρεάστηκε βαθιά από τη φυσική δεν αναιρεί το επιχείρημα της Μ. Αντωνοπούλου, διότι οι εμπορευματικές σχέσεις και η αλλοτρίωση που οδήγησαν σε αυτές τις αντιλήψεις για την ύλη και στον υλισμό προϋπήρξαν. Εκείνο που, κατά τη γνώμη μου, υπονομεύει το επιχείρημά της είναι ακριβώς η στήριξή του στη θεωρία της αλλοτρίωσης: αν τη δεχθούμε, τότε βρισκόμαστε στη θέση του Αρχιμήδη δεν μπορούμε να βρούμε «τόπο» για να κατανοήσουμε τον κόσμο. Αν ο ίδιος ο Μαρξ, που διετύπωσε τη θεωρία του «φετιχισμού του εμπορεύματος», είναι θύμα της σε ό,τι αφορά την υλιστική κοσμοθεωρία του, τότε ποιος μπορεί να υπερπηδήσει αυτό το υπερβατικό εμπόδιο που εμποδίζει την κατανόηση του κόσμου μας; Νομίζω ότι η Μ. Αντωνοπούλου απορρίπτει μάλλον εύκολα τη σχέση τεχνολογία-έννοια της ύλης και πολιτική-υλισμός, από την αρχή του βιβλίου της. Οι τεχνολογικές διαδικασίες παραγωγής αγαθών ίσως επηρέασαν τη διαμόρφωση της έννοιας της ύλης περισσότερο από τις κοινωνικές σχέσεις παραγωγής. Και η μάχη κατά του δεσποτισμού και της θεοκρατίας είχε ανάγκη από ιδεολογικά επιχειρήματα που αντλήθηκαν και από την επιστήμη ως «υλισμός».
Παραμένει πάντως το γεγονός ότι στην εποχή μας το χρήμα έχει εξαϋλωθεί στο μεγαλύτερο μέρος του δεν είναι παρά πληροφορίες καταγραμμένες στους υπολογιστές των τραπεζών, των χρηματιστηρίων και των πιστωτικών καρτών. Και η έννοια της ύλης, από την άλλη πλευρά, όλο και εξαϋλώνεται: ενέργεια, κύμα, πεδίο, πληροφορία ακούγονται ως εναλλακτικές λύσεις. Η αντιστοιχία που εντοπίζει η Μ. Αντωνοπούλου είναι λοιπόν υπαρκτή αλλά αυτό δεν σημαίνει υποχρεωτικά ότι υπάρχει μεταξύ τους αιτιώδης σχέση.
Το βιβλίο δεν είναι εύκολο· απαιτεί εντατική πνευματική προσπάθεια από τον αναγνώστη, με ανταμοιβή μεγάλο πλούτο γνώσεων, άσκηση στην αυστηρή θεωρητική σκέψη και απόκτηση γερών αντισωμάτων απέναντι στη μηχανιστική και γραμμική ερμηνεία του κόσμου, μαρξιστική ή άλλη.
Δημήτρης Ψυχογιός, ΤΟ ΒΗΜΑ, 02-12-2001
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις