0
Your Καλαθι
Χωριά
Έκπτωση
30%
30%
Περιγραφή
Ο Όουεν Μακένζι έχει περάσει τη ζωή του σε χωριά και κωμοπόλεις της επαρχίας. Καθώς η στατική πραγματικότητα δίνει τη θέση της σε ζωηρές αναμνήσεις, ο Όουεν αναπολεί τη διαδρομή του, από χαρισματικό φτωχόπαιδο σε αυτοδημιούργητο μεγαλοεπιχειρηματία, αλλά -κυρίως- από συνεσταλμένο παρθένο σε πολύπλαγκτο εραστή των αμερικανικών χωριών. Μέσα από μια υποδειγματικά ζωγραφισμένη ιστορία αισθηματικής -και σεξουαλικής- αγωγής, μέσα από αυτό το χρονικό προσωπικής πορνογραφίας και ανθρώπινης διάψευσης, με τα Χωριά, ο μεγάλος αυτός ανατόμος της αμερικανικής ψυχής επιστρέφει στο αγαπημένο του θέμα: την αθωότητα και την ανωμαλία που κρύβει ο έρωτας των ανθρώπων.
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου
ΚΡΙΤΙΚΗ
Ο Απντάικ είναι ένας αρκετά τυχερός (Βορειοαμερικανός) άνδρας. Η εντύπωση αυτή δεν δίνεται τόσο από τα βιογραφικά καθέκαστα όσο από το γεγονός πως νιώθει ευχαρίστηση με πολλά πράγματα: με το παρελθόν, με το παρόν, με την ύπαιθρο, με τις μακρινές πορείες, με τις σύντομες ιστορίες, αλλά πάνω από όλα με τον εαυτό του, που έχει εξερευνήσει και αξιοποιήσει με 52 βιβλία σε ισάριθμα χρόνια: με τη γραφή τιθασεύει τον κόσμο και συγκροτεί μια σύνθεσή του, μπροστά στην οποία νιώθει ευχαρίστηση και θαυμασμό. Οπως με τη γραφή κάνει τον κόσμο να είναι πιο πραγματικός γι' αυτόν, με ανάλογο τρόπο αποκαθιστά τη ζωή του ως πραγματικότητα: η μυθοπλασία είναι εν μέρει εξομολόγηση, εν μέρει ψέμα, και μέσω της σταθερής μυθοπλαστικής εξομολόγησης και της ανάμειξης γεγονότος και μύθου, οι αναμνήσεις του δεν αναφέρονται πλέον τόσο στα γεγονότα της ζωής του όσο στις ιστορίες που έγραψε αφορμώμενος από αυτά, οι οποίες τελικώς υποκατέστησαν αυτό που πραγματικά συνέβη.
Η παραπάνω στρατηγική μπορεί να αποδείχτηκε πολύ αποτελεσματική στη ζωή του -επιτρέποντάς του να είναι τόσο ικανοποιημένος-, αλλά στη λογοτεχνία τού δημιούργησε προβλήματα, καθώς ο αναγνώστης από ένα αφηγηματικό έργο ζητεί μια ιστορία που δεν διερευνά μια φάση της ζωής ενός συγκεκριμένου συγγραφέα, αλλά που νοηματοδοτεί μια όσο γίνεται μεγαλύτερη περιοχή της ζωής γενικώς. Η τάση προς αυτοεξερεύνηση προσδιόρισε το είδος του μυθιστορήματος που έγραψε ο Απντάικ, του οποίου η θέση του ανάμεσα στο «λογοτεχνικό μυθιστόρημα» και στο «μυθιστόρημα της μεσαίας τάξης» είναι ιδιάζουσα: με τη θεματολογία του θα μπορούσε να τοποθετηθεί στο δεύτερο, αλλά με το ύφος της αφήγησης, τη ροπή της έκφρασης προς την ποιητικότητα, καθώς και με τον αποκλεισμό του συναισθηματισμού εντάσσεται στο πρώτο.
Μοιχεία: ένα πάθος χωρίς πάθος
Ο Απντάικ από τη δεκαετία του 1950 έχει γίνει ο χρονικογράφος της αμερικανικής σκέψης. Στα «Χωριά» απεικονίζει την εποχή που άρχισε με την εισαγωγή του (αντισυλληπτικού) χαπιού και έκλεισε με την εμφάνιση του AIDS. Ηταν η εποχή που το σεξ είχε θεωρηθεί απελευθερωτική περιπέτεια, και ο Απντάικ αφοσιώθηκε στη λεπτομερειακή απόδοση της ερεθισμένης σάρκας, με το «Λαγέ, τρέχα» (1960) να αποτελεί το μυθιστόρημα που τον έκανε γνωστό.
Είναι η ιστορία ενός συνταξιούχου προγραμματιστή ηλεκτρονικών υπολογιστών και της μαθητείας του στη ζωή μέσω των κωμοπόλεων, στις οποίες διαδοχικά έζησε. Η μαθητεία αυτή συνίσταται στη σταδιακή διαμόρφωση μιας (φιλοσοφικής;) αντίληψης που βοηθά κάποιον να νιώθει ευχαρίστηση και θαυμασμό μέσα σε αυτόν τον παράξενο και μεταβαλλόμενο -άρα ανησυχαστικό- κόσμο. Πρόκειται, ωστόσο, για μια μαθητεία που εμφανίζεται ως κατεξοχήν σεξουαλική, καθώς παρακολουθεί τη μεταμόρφωση ενός ευαίσθητου αγοριού σε κατ' εξακολούθηση και χωρίς αναστολές αισθησιακό μοιχό.
Η εμμονή του πρωταγωνιστή στα σώματα των γυναικών αποτελεί μια μορφή γυναικοληψίας που παραβλέπει την ψυχική λειτουργία. Συχνά, ωστόσο, ούτε και το σώμα ολόκληρο δεν μπορεί να δει, καθώς είναι χωμένος στο τρίχωμα του εφηβαίου: η συγκέντρωσή του στη σωματική λεπτομέρεια αναιρεί θεαματικά την ερωτική λειτουργία ακόμη και των πιο απτών σωματικών μορφών. Στην αλυσίδα των γυναικών (Φίλις, Βανέσα, Αλίσα, Φέι, Κάρεν, Ζακλίν, Αντουανέτα, Μιραμπέλα, Τζούλια) ο ένας κρίκος διαφέρει από τον άλλο κυρίως ως προς την υγρότητα του κόλπου, τη γεύση του, το χρώμα και την υφή του τριχώματος του εφηβαίου -με μια σχετική κλιμάκωση της διαφοροποίησης ως προς την τυπολογία του οργασμού τους.
Η σοφία του χωριού
Σε αυτήν, όμως, την παρορμητική πορεία του πρωταγωνιστή από σώμα σε σώμα μπορούμε να διακρίνουμε μια λογοτεχνική εικόνα του συμβατικού μυστικού του γάμου και της οικογενειακής ζωής, και με τον τρόπο αυτόν τα «Χωριά» αποκτούν κοινωνιολογική προοπτική και ο συγγραφέας τους μπορεί να θεωρηθεί μια κοινωνική κατηγορία. Η οικιακή γαλήνη προβάλλεται ως ιδανικό, και υπάρχει εφόσον όλα όσα συμβαίνουν είναι καλά, και είναι καλά επειδή έχουν την αξία του μη συμβάντος: όταν συμβαίνει κάτι η γαλήνη απειλείται, ενώ εξασφαλίζεται όταν δεν συμβαίνουν πράγματα. Η κατάσταση των μη συμβάντων είναι, άλλωστε, κατάλληλη για την ανάδειξη της συζυγικής μικρόνοιας σε στοιχείο ειδυλλιακό.
Η επιλογή του Απντάικ να τοποθετήσει τη δράση του πρωταγωνιστή σε τρία χωριά, και να ορίσει την πορεία της μαθητείας του με το πέρασμα από χωριό σε χωριό, έχει ερμηνευτεί από την κριτική ως μία ακόμη από τις πολλές αυτοβιογραφικές αναφορές της μυθοπλασίας του. Ακόμη, όμως, και στην περίπτωση που θα είχαμε μια μυθοπλαστική αφήγηση που δεν θα μπορούσε να υπερβεί την αυτοβιογραφική αναφορά της, αυτή η αφήγηση στο επίπεδο της ερμηνείας θα έπρεπε να διαβαστεί σαν μια συμβολοποίηση, σαν μια γενίκευση του συγκεκριμένου, και μια νοηματοδότησή του πολύ ευρύτερη από εκείνη του προσωπικού.
Στο επίπεδο, λοιπόν, της ερμηνείας και πέρα από την πρόθεση της αυτοβιογραφικής αναφοράς, στην επιλογή του συγγραφέα να τοποθετήσει τη σεξουαλική μαθητεία του πρωταγωνιστή σε χωριά διακρίνουμε την ανάγκη του να αντιληφθεί τη σεξουαλική σχέση, όχι ως μέρος ή στοιχείο μιας ζωής μέσα στις μεγαλουπόλεις -δηλαδή μιας εγωιστικής ζωής, ήρεμης ή βίαιης απελπισίας-, αλλά ως στοιχείο ενός δικτύου σχέσεων που αναπτύσσονται σε ένα πλαίσιο ηθών που εξασφαλίζει την ανταλλαγή συναισθημάτων, ιδεών, αγαθών μέσα σε μια σχετικώς μικρή κοινότητα. Το σεξ για τον Απντάικ δεν είναι σύμπτωμα της αποξένωσης μέσα στη μεγάλη πόλη, αλλά συνθήκη του κοινωνικού δεσμού μιας μικρής πόλης. Δεν πρόκειται για σεξ με μια εντελώς άγνωστη, αλλά με μια μερικώς ή, αλλιώς, φαντασιακά γνωστή. Στην πρώτη περίπτωση έχουμε την ψυχρότητα (αλλά και νηφαλιότητα) της απρόσωπης σχέσης, ενώ στη δεύτερη, τη θέρμη μιας σχέσης προσωπικής, που μπορεί όμως γρήγορα να ξεπεράσει τα τυπικά όρια και να γίνει πάθος ή μίσος. Ο κάτοικος/εραστής της μεγαλούπολης είναι συνηθισμένος να κυκλοφορεί μέσα στην αδιαφορία του κοινωνικού χώρου του, και αυτή την αδιαφορία έχει μάθει να αντιλαμβάνεται ως συνθήκη ερωτικής διέγερσης. Ο κάτοικος/εραστής της μικρής πόλης κινείται μέσα σε ένα ενδιαφέρον λανθάνον, ανεκδήλωτο, και αυτό αισθάνεται ως κατάλληλο ερωτικό κλίμα. Και οι δύο, ωστόσο, καταστάσεις (του εγκλιματισμού στην αδιαφορία ή στο ενδιαφέρον) αποτελούν συναισθηματικές παραμορφώσεις που αποσκοπούν στη διαμόρφωση συνθηκών που ο άνθρωπος θεωρεί κατάλληλες για την ανάπτυξη μιας δραστηριότητας της οποίας η φύση είναι καθαρά ψευδαισθησιακή -γι' αυτό, άλλωστε, όσο πιο τεχνητό είναι το περιβάλλον μέσα στο οποίο επιδιώκεται η ικανοποίηση μιας επιθυμίας τόσο πιο έντονη εμφανίζεται να είναι η σχετική ικανοποίηση.
Με το κλείσιμο του τελευταίου κεφαλαίου (του οποίου ο τίτλος «Χωριάτικη σοφία» θα ήταν πιστότερος ως «Σοφία του χωριού», όπως και ο τίτλος «Χωριάτικο σεξ» σε έξι κεφάλαια θα ήταν πιστότερος ως «Σεξ του χωριού») ο αφηγητής έχει διαπιστώσει πως αυτό που μπορούμε να πετύχουμε, είναι μόνο μια τάξη στην επιφάνεια της ζωής: «Οι ανθρώπινοι συνδυασμοί και τα στοργικά βλέμματα οφείλουν την ύπαρξή τους σε τέτοιες τακτοποιημένες επιφάνειες. Είναι τρέλα να ζεις. Και τα χωριά υπάρχουν για να καταπραΰνουν αυτήν ακριβώς την τρέλα -να την κρύβουν από τα παιδιά, να την κλείνουν σ' ένα μπουκάλι για ιδιωτική χρήση, να απαλύνουν τις προσταγές σε συνήθειες, να μας προστατεύουν από το έξω σκοτάδι και από το μέσα σκοτάδι».
ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΣ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 08/09/2006
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις