Ελληνικά εγκλήματα

Υπάρχει και μεταχειρισμένο με €7.50
293754


Εξαντλημένο από τον Εκδοτικό Οίκο

Περιγραφή


Ο Πέτρος Μάρκαρης μας μεταφέρει πίσω στην Κωσταντινούπολη, στα "Σεπτεμβριανά", όταν τα πολιτικά γεγονότα φέρνουν στο φως σκοτεινά οικογενειακά μυστικά.

Ο Ανδρέας Αποστολίδης δίνει μαθήματα για το πώς μπορείς να κάνεις το τέλειο έγκλημα σε ένα τηλεοπτικό στούντιο.

Ο Δημήτρης Μαμαλούκας μας προειδοποιεί ότι στα αθηναϊκά ρετιρέ ευδοκιμούν μερικές φορές απροσδόκητα τολμηρά ερωτικά τρίγωνα.
Η Αθηνά Κακούρη γράφει για κυρίες της καλής κοινωνίας και για τις ιδιαίτερες σχέσεις τους με αλλοδαπούς μετανάστες.

Ο Πέτρος Μαρτινίδης αφηγείται μια υπέροχα ανατριχιαστική ιστορία που διαδραματίζεται στην ερωτική -φευ!- Θεσσαλονίκη.

Ο Γιώργος Μπράμος προσπαθεί να ανακαλύψει τι κρύβεται πίσω από ένα πνιγμένο παιδί πεταμένο στα σκουπίδια.

Η Τιτίνα Δανέλλη γράφει για θνησιγενείς "αιώνιες" φιλίες κι αναρωτιέται ποιος σκότωσε τον Ντ' Αρντανιάν.

Ο Κώστας Κυριακόπουλος ταξιδεύει μεταξύ Άμστερνταμ και Αθήνας για να ξεδιαλύνει έναν τυχαίο θάνατο σε μια πισίνα.

Η Μαρλένα Πολιτοπούλου εξιχνιάζει ένα απλό, πολύ απλό, σχεδόν κοινότοπο αυτοκινητιστικό δυστύχημα.

Και ο Φίλιππος Φιλίππου δεν βρίσκει τον δολοφόνο του Ταχτσή, όμως, ανακαλύπτει για πόσα πράγματα είναι ικανές κάποιες ερωτευμένες γυναίκες.




Υπάρχει ελληνική αστυνομική λογοτεχνία; Δέκα διηγήματα από δέκα Έλληνες συγγραφείς γραμμένα, ειδικά γι' αυτή τη συλλογή, μας διαβεβαιώνουν: όχι μόνο υπάρχει αλλά ζει και θριαμβεύει!

Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου


Κριτική:


Το top 10 της ελληνικής εγκληματολογίας


Τάσεις, συγκλίσεις και αποκλίσεις στη σύγχρονη ελληνική αστυνομική πεζογραφία


Ο τίτλος μου μπορεί να φανεί υπερβολικός, ο υπότιτλος ίσως πιο καίριος. Μια συλλογή διηγημάτων αστυνομικού χαρακτήρα από δέκα Ελληνες πεζογράφους δεν είναι ανθολογία και γι' αυτό δεν μπορεί να θεωρηθεί κατ' ανάγκην η αφρόκρεμα του είδους στη χώρα μας, από τη στιγμή που δεν περιλαμβάνει αρκετούς, όπως λ.χ. τον Καλλιφατίδη, ενώ εμπεριέχει άλλους, όπως τον Κυριακόπουλο ή τον Μπράμο, που μόλις τώρα κάνουν το πρώτο τους βήμα στην αστυνομική λογοτεχνία.


Τα περισσότερα ονόματα ούτως ή άλλως που έχουν συγκεντρωθεί είναι πρωτοκλασάτων συγγραφέων, με παράδοση στο είδος και δείγματα εξαιρετικής δουλειάς στην πλοκή, την εξέλιξη και λύση του γρίφου, στην αποτύπωση της ατμόσφαιρας και στη σκιαγράφηση του προφίλ των εμπλεκόμενων προσώπων. Τα τελευταία χρόνια έχουν ήδη παρουσιαστεί ώριμα έργα που ήραν την απαξίωση του κοινού και είδαν με νέα ματιά την εγχώρια και διεθνή εγκληματικότητα, και μέσω αυτής γενικότερα την παθογένεια της ελληνικής κοινωνίας.


Εκ πρώτης όψεως, μπορεί κανείς να διακρίνει στα διηγήματα της συλλογής δύο βασικές γραμμές, την κλασική αφήγηση στηριγμένη σε έναν γρίφο και μια καμουφλαρισμένη κοινωνική ιστορία πίσω από το έγκλημα.


Η κλασική αφήγηση-αίνιγμα


Κατ' αρχάς, η κλασική φόρμα, όπου η αφήγηση ξεκινάει με το πτώμα (ή γενικότερα με τη διαπίστωση του εγκλήματος) και συνεχίζεται με την απόπειρα εξιχνίασής του και ανακάλυψης του δράστη. Η δοκιμασμένη αυτή συνταγή φέρνει νωρίς την πρώτη κορύφωση και από εκεί και πέρα αρχίζει το ξεδίπλωμα του κουβαριού μέχρι την εξεύρεση του δολοφόνου βάσει λογικών και αιτιωδών συνδέσεων.


Η Αθηνά Κακούρη γράφει μια τέτοια κλασική ιστορία, με το πτώμα να παρουσιάζεται εξαρχής, με τον γνωστό ήρωά της αστυνόμο Γεράκη, με υπόπτους και πιθανά κίνητρα. Το διήγημα επικεντρώνεται στις σχέσεις θηλέων αφεντικών και αλλοδαπών μεταναστών που δουλεύουν γι' αυτές και, ενώ ο αναγνώστης μαθαίνει τον δράστη, ο φόνος δεν διαλευκαίνεται όσον αφορά την Αστυνομία. Ο γνωστός Πέτρος Μαρτινίδης στήνει άλλη μια ιστορία με σαγηνευτικούς άνδρες και μοιραίες γυναίκες, όπου η λύση δίνεται μέσω του τεχνάσματος του σωσία: ο δολοφόνος είναι ο ίδιος ο «νεκρός». Ο Γιώργος Μπράμος καταπιάνεται με τις παράνομες υιοθεσίες σε ένα ευαίσθητο κείμενο, όπου ο αστυνόμος που ερευνά την υπόθεση, τη λύνει τυχαία μέσα από την προσωπική του τραγωδία. Τέλος, ο ήρωας του Φίλιππου Φιλίππου, αντί να λύσει το χρονίζον αίνιγμα της προ πολλών ετών δολοφονίας του Ταχτσή, ανακαλύπτει για έναν άλλο φόνο πού μπορεί να φτάσει μια ερωτευμένη γυναίκα για να ξεφύγει από τον εκβιασμό.


Ισως το καλύτερο έργο αυτής της σειράς είναι τα «Ασπρα τριαντάφυλλα» της Μαρλένας Πολιτοπούλου. Δεν είναι μόνο το θέμα της δολοφονίας πεθερού από πεθερό, με κίνδυνο να πεθάνει και ο δράστης στο αυτοκινητικό δυστύχημα που προκάλεσε· δεν είναι μόνο η λύση που αποτελεί απότοκο ψυχολογικής εμβάθυνσης σε βασανισμένες ψυχές, με αποτέλεσμα το διήγημα να μετατρέπεται σε ψυχολογικό-αστυνομικό. Είναι επιπλέον η διαλογική μορφή του κειμένου, όπου ο αφηγητής ανακαλύπτει στην παρέα του την υπόθεση και δέχεται παράλληλα με την εξιστόρησή του και τις αντιδράσεις - εικασίες - προβλέψεις των άλλων.


Ακόμα όμως και σ' αυτήν τη γραμμή, η μικρή φόρμα του διηγήματος δεν αφήνει περιθώρια για τη συστηματική αφηγηματική ανάπλαση της έρευνας, καθώς δεν προλαβαίνει ο συγγραφέας να δέσει την πλοκή με ενδείξεις και παραπλανήσεις μέχρι τον αιφνιδιασμό του τέλους. Γι' αυτό ο δράστης ανακαλύπτεται συχνά τυχαία, τα πρόσωπα είναι ευάριθμα και οι ύποπτοι ακόμη λιγότεροι, με αποτέλεσμα το τέλος να μην ξαφνιάζει σε μεγάλο βαθμό. Παραλλαγή αυτού του κλασικού μοτίβου είναι η ιστορία του Δημήτρη Μαμαλούκα, όπου ο ίδιος ο δολοφόνος αφηγείται πώς οργάνωσε το έγκλημα πάθους που εντέλει εκτέλεσε. Τέλος, ο πρωτοεμφανιζόμενος Κώστας Κυριακόπουλος σκηνοθετεί απανωτούς φόνους σε μια ιστορία με εγκιβωτισμένη μια σκηνή από βιβλίο. Σ' αυτό το πολλαπλό παιχνίδι αποκαλύπτεται ότι ο θύτης είχε διπλή ταυτότητα, φίλος και ταυτόχρονα «εχθρός» του κεντρικού αφηγητή-ερευνητή.


Το κοινωνικό υπεράνω του αστυνομικού


Από την άλλη, μερικοί διηγηματογράφοι επέλεξαν να εξιστορήσουν ένα κοινωνικό θέμα, χωρίς να αφορμώνται από κάποιο έγκλημα· στην πορεία ωστόσο προκύπτει μια -παλιά συνήθως- έκνομη πράξη, η οποία συμπτωματικά επανέρχεται στο προσκήνιο και κλείνει με την ακριβή διαπίστωση των αιτιών της και την αντίστοιχη επούλωση των πληγών που ακόμα χαίνουν. Το μυστήριο περισσότερο είναι το αλατάκι που προσθέτει σασπένς σε μια συνταγή κοινωνικού προβληματισμού, παρά η ραχοκοκαλιά της ιστορίας, και γι' αυτό κανείς θα βρισκόταν σε δίλημμα για το αν τα κείμενα αυτά ανήκουν όντως στην αστυνομική λογοτεχνία ή όχι.


Πρώτος και καλύτερος ο Πέτρος Μάρκαρης συνδυάζει μυστήριο και Ιστορία στα Σεπτεμβριανά του 1955 στην Κωνσταντινούπολη. Η υπόθεση σχετίζεται περισσότερο με τα γεγονότα του διωγμού των Ελλήνων μετά την προβοκατόρικη έκρηξη στο σπίτι του Κεμάλ στη Θεσσαλονίκη και το κλίμα τρομοκρατίας που επικράτησε, παρά με το πτώμα αγνώστου ταυτότητας που βρέθηκε στο υπόγειο ενός καταστήματος και ανάγεται σε μια ιστορία που είχε συμβεί προπολεμικά, πάλι με άξονα τις διώξεις των Ελλήνων. Η όλη αφήγηση κερδίζει τον αναγνώστη, όχι τόσο λόγω του ενδιαφέροντος που προξενείται όσο χάρη στη ζωντάνια και στην παραστατικότητα κατά την ανάπλαση της εποχής.


Ο Ανδρέας Αποστολίδης ξεκινά την ιστορία με το αμαρτωλό παρόν των μέσων μαζικής ενημέρωσης και τα παρασκήνιά τους, ενώ συνεχίζει με τον φόνο, ο δράστης του οποίου δεν αποκαλύπτεται στις αρχές, παρά μόνο στον αναγνώστη μέσω της διακειμενικότητας με γνωστό βιβλίο της Π. Χάισμιθ. Ο αναγνώστης μπαίνει στο παιχνίδι της έρευνας σχετικά αργά, όπως συμβαίνει και στο διήγημα της Τιτίνας Δανέλλη, όπου μια τετράδα αστυνόμων διαλύεται μετά τη δολοφονία του ενός και την εκούσια απόσυρση του άλλου, ώσπου αποκαλύπτεται πως ο τελευταίος είχε σκοτώσει πριν από πολλά χρόνια τον συνάδελφό του. Η συγγραφέας θίγει τα κυκλώματα, την ιδιοτέλεια και την ανηθικότητα της ελληνικής Αστυνομίας πίσω από αδιάφθορους αξιωματικούς που κάνουν σωστά τη δουλειά τους.


Τι κοινωνία έχουν τελικά στον νου τους οι Ελληνες συγγραφείς αστυνομικών έργων; Φυσικά ανθρώπους που χειραγωγούνται από ερωτικά πάθη, που πέφτουν θύματα απιστίας ή εξαπάτησης και άλλους που πατάνε κυριολεκτικά επί πτωμάτων, για να εξασφαλίσουν την προσωπική τους ευτυχία. Στον δημόσιο βίο, απ' την άλλη, κυριαρχούν η σκουπιδοτηλεόραση και οι άνθρωποι της νύχτας, η σαπίλα των μεγαλογιατρών και των πανεπιστημιακών κ.λπ. Τουλάχιστον η λογοτεχνία αυτού του είδους δεν μοιάζει με την «εγκληματολογία» των τηλεοπτικών ειδήσεων, αλλά προχωρεί σε απόπειρες, έστω, ανατομίας βαθύτερων πληγών και των αιτιών τους. Η Αστυνομία, μέλη της οποίας είναι οι περισσότεροι κεντρικοί ήρωες, προσπαθεί να λειτουργήσει κοινωφελώς, έστω κι αν στους κόλπους της παρεισφρέουν αήθεις φιλοτομαριστές ή βολεμένοι καρεκλοκένταυροι.


ΓΙΩΡΓΟΣ Ν. ΠΕΡΑΝΤΩΝΑΚΗΣ,
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 22/06/2007

Κριτικές

Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις

Γράψτε μια κριτική
ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Δωρεάν αποστολή σε όλη την Ελλάδα με αγορές > 30€

ΒΙΒΛΙΑ ΧΕΡΙ ΜΕ ΧΕΡΙ

Γιατί τα βιβλία πρέπει να είναι φτηνά!

ΕΩΣ 6 ΑΤΟΚΕΣ ΔΟΣΕΙΣ

Μέχρι 6 άτοκες δόσεις με την πιστωτική σας κάρτα!