0
Your Καλαθι
Ιστορία της ελληνικής λογοτεχνίας και η πρόσληψή της IV
στα χρόνια του ετεροκαθορισμένου εμφυλίου πολέμου 1945-1949
Έκπτωση
30%
30%
Περιγραφή
Ο Δ' τόμος της σειράς "Ιστορία της ελληνικής λογοτεχνίας και η πρόσληψή της στα χρόνια του ετεροκαθορισμένου εμφυλίου πολέμου 1945-1949" έρχεται να συμπληρώσει τον προηγούμενο Γ' τόμο και να ολοκληρώσει την εικόνα της δραματικής δεκαετίας 1940-1949. Παρά τις διαφορές που παρατηρούνται στις δύο αυτές περιόδους, διαπιστώνουμε πολλούς "κοινούς τόπους", με δεσπόζουσα παράμετρο την απουσία της ελευθερίας, την οποία συνοδεύουν ως όμαιμοι αδελφοί: η βία και ο θάνατος. Για ό, τι εθνικό και πολιτικό συμβαίνει τη δεύτερη περίοδο, οι αφετηρίες του μπορεί να εντοπιστούν στην πρώτη. Ο αντιφασιστικός αγώνας, με τη Βρετανία, τις ΗΠΑ και την ΕΣΣΔ να συμμαχούν σε επίπεδο κορυφής, δεν παρουσίαζε την ίδια "αυταπάρνηση" των ιδεολογικών διαφορών στις μυστικές υπηρεσίες, προς τις οποίες οι εντολές δεν ήταν ανιδιοτελείς, δεν υπάκουαν στο αγαθό πνεύμα της Συμμαχίας. Ο ναζισμός δεν ακύρωνε τον πόλεμο αστικών και επαναστατικών στρατοπέδων, απλώς τον ανέβαλε. Εύλογα υποθέτουμε ότι ο Τσώρτσιλ και ο Ρούσβελτ από τινος και εφεξής ελάμβαναν μέτρα έναντι μιας πιθανόν επεκτατικής πολιτικής του Στάλιν. Ανάλογα ο Στάλιν, που έπειτα από τη μάχη της Αγγλίας σήκωνε μόνος το βάρος του σιδερόφρακτου ναζιστικού μηχανισμού, με την Αμερική του Ρούσβελτ να του παρέχει βοήθεια πλουσιοπάροχα. Όμως η αργοπορία του ανοίγματος δυτικού μετώπου δεν ήταν λογικό να τον καθησυχάζει για το καλοπροαίρετο των Αγγλοαμερικάνων. Με τόσες ιδεολογικές διαφορές ήταν επόμενο οι Σύμμαχοι να αλληλοϋποβλέπονται. Η επόμενη μέρα έδειξε ότι η συμμαχία υπήρξε εγχείρημα στιγμιαίο, μικρής διάρκειας, ενώ διαγραφόταν στον ορίζοντα ο ψυχρός πόλεμος με πρώτο θερμό επεισόδιο στην Ελλάδα. [...]
(Από τον πρόλογο του βιβλίου)
ΚΡΙΤΙΚΗ
Μια επί μακρόν θρυλούμενη ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας επιτέλους υλοποιείται ως ένα έργο εν προόδω, του οποίου η έκδοση άρχισε το 2001 με τους δύο πρώτους τόμους για τα χρόνια του Μεσοπολέμου και συνεχίστηκε με μια δεύτερη ενότητα άλλων δύο τόμων που καλύπτουν τη δεκαετία του 1940. Το καινοφανές αυτής της ιστορίας δηλώνεται ήδη από τον τίτλο της, αφού ως αντικείμενο δεν ορίζεται, κατά τα ειωθότα, η λογοτεχνία αλλά, από κοινού, η λογοτεχνία και η πρόσληψή της. Οπότε, δίπλα στους λογοτέχνες τοποθετούνται οι συγκαιρινοί τους κριτικοί. Αν και ήδη τα μικρότερα τυπογραφικά στοιχεία, που επιστρατεύονται στον τίτλο για τη λέξη πρόσληψη, προϊδεάζουν πως δεν πρόκειται για ισότιμους εταίρους. Πάντως, η άνοδος στη σκηνή βιβλιοπαρουσιαστών και κριτικών μετατοπίζει τη δράση από τον εκδοτικό χώρο στο αχανές των εντύπων, που, τουλάχιστον για τον Μεσοπόλεμο και την εμπόλεμη δεκαετία, μπορεί χωρίς μεγάλη αβαρία να περιοριστεί στα λογοτεχνικά περιοδικά.
Αφηγητής και εξιστόρηση
Ο Αλέξανδρός Αργυρίου χτίζει την ιστορία του, την οποία έχει συλλάβει με εύρος ενός και πλέον αιώνα, από τη γενιά του 1880 ως τους μεταπολεμικούς συγγραφείς, πάνω σε ένα εκ των προτέρων καλώς οργανωμένο αρχείο. Σε καθεμία ενότητα της ιστορίας του, παραθέτει εισαγωγικά το χρονικά οριοθετημένο ερευνητικό πεδίο, στο οποίο κινήθηκε. Περιοδικά, συγγραφείς και βιβλία, που επέλεξε να συγκρατήσει, δηλώνοντας εκ προοιμίου το εύρος αλλά και τα όρια του εγχειρήματός του. Υπάρχουν όμως και άλλες καινοτομίες στο εγχείρημα του Αργυρίου, όσον αφορά τον αφηγητή και τον τρόπο εξιστόρησης που επιλέγει. Ο από καθέδρας ιστορικός απουσιάζει, αντ' αυτού ο συγγραφέας εμφανίζεται ως κριτικός αναγνώστης δημοσιευμάτων και βιβλίων. Ωστόσο, πρόκειται για έναν προνομιούχο αναγνώστη, καθώς διαθέτει τη σχετικά καθαρή ματιά που εξασφαλίζει η χρονική απόσταση, αν και εν πολλοίς παρακάμπτονται τα ενδιάμεσα στρώματα των κριτικών αποτιμήσεων, τουλάχιστον η ρητή αναφορά σε αυτές. Οσο για την εξιστόρηση, στήνεται σαν ένα εκτεταμένο κολάζ ετεροειδών κειμένων και πολλαπλών φωνών. Διαλεκτικός όσο και διαλλακτικός, ο συγγραφέας εκθέτει τη συλλογιστική του παρατάσσοντας αποσπάσματα από κριτικές, στροφές ποιημάτων και χωρία πεζών κειμένων, ως ικανά και αναγκαία σημεία υποστήριξης.
Ο πρόσφατος τρίτος τόμος προβάλλει ως μεταίχμιο, μια και στα χρόνια του Εμφυλίου ο αφηγητής αρχίζει να συμμετέχει ενεργά στο λογοτεχνικό γίγνεσθαι. Τότε, στο ερευνητικό πεδίο, σκάει μύτη ο κριτικός Αλέξανδρος Αργυρίου, που ξεκινά με το ψευδώνυμο Αλέκος Ευσταθίου, από τη «Φοιτητική Φωνή», άνοιξη του 1947, μαζί με τους Νικία Στ. και Νίκο Σκ., στους οποίους και αφιερώνεται κατά το ήμισυ ο τόμος. H προσωπική αυτή ανάμειξη στα ιδεολογικά και λογοτεχνικά πράγματα της εποχής δίνει τη διαφορετική θέρμη του λόγου και τους κάποτε ανεβασμένους ειρωνικούς τόνους, ενώ γίνεται ακόμη εμφανέστερη στο προτασσόμενο «χρονικό» της πενταετίας, όπου ο συγγραφέας διευκρινίζει πως «αποβλέπει στο να δώσει το πώς εισπράχθηκαν τα ιστορικά γεγονότα από έναν αυτόπτη μάρτυρα». Θα λέγαμε ότι πρόκειται για ένα χρονικό «του ετεροκαθορισμένου εμφυλίου πολέμου», γραμμένο το επίσης «ετεροκαθορισμένο» 2004 από έναν διανοούμενο της ανανεωτικής Αριστεράς, το οποίο ρίχνει πολύ νερό στον μύλο της τρέχουσας συζήτησης γύρω από τον δόλιο εναγκαλισμό ιστορίας και λογοτεχνίας.
Ενας «καβγάς» ανώδυνος
Στο ερευνητικό πεδίο της περιόδου συγκρατούνται 25 έντυπα από τα οποία αποδελτιώνονται 21 ελλαδικά περιοδικά, ένα κυπριακό και μια ετήσια αλεξανδρινή έκδοση. Τρία αθηναϊκά περιοδικά κυκλοφορούν σε όλη την πενταετία· η συντηρητική αλλά έγκυρη «Νέα Εστία», η «Αγγλοελληνική Επιθεώρηση», «όργανο του βρετανικού Συμβουλίου», και τα «Ελεύθερα Γράμματα», «ενταγμένο στην ευρύτερη Αριστερά». «Τα Νέα Γράμματα» της γενιάς του 1930 εκπνέουν το 1945. Δέκα περιοδικά είναι βραχύβια, με διάρκεια ζωής που δεν ξεπερνά τον ένα χρόνο, ωστόσο κάποια από αυτά παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον ως φορείς νεωτερικών αντιλήψεων. Ενώ τα υπόλοιπα είτε εμφανίζονται την πρώτη διετία ως συνέχεια μιας μεγαλύτερης διαδρομής στον Μεσοπόλεμο, όπως «Ο Κύκλος» του Απόστολου Μελαχρινού ή τα «Πειραϊκά Γράμματα», όπου απαλείφθηκε το «πειραϊκά», είτε ξεκινούν τα χρόνια του Εμφυλίου και συνεχίζουν μεταπολεμικά, όπως η «Ελληνική Δημιουργία» του Σπύρου Μελά. Ως διάττων αστήρ παρουσιάζεται ο Θεσσαλονικιός «Κοχλίας». Στον χώρο των βιβλίων, το ξάκρισμα των συγγραφέων δεν είναι αυστηρό, καθώς συγκρατούνται αρκετοί ελάσσονες που κατά κανόνα μένουν στα γραμματολογικά παραλειπόμενα. Αν και δεν καταγράφονται οι εκδόσεις της υπερορίας, που πληθαίνουν στα χρόνια του Εμφυλίου, προσφέροντας διέξοδο στους ιδεολογικά εξοστρακισμένους συγγραφείς.
Στον πρόσφατο τόμο, η μικροϊστορία ενός εκάστου περιοδικού αναπτύσσεται κατ' έτος, κυρίως μέσα από τα δημοσιεύματα των κριτικών του. Συστηματικοί βιβλιοπαρουσιαστές και άλλοι ευκαιριακοί, ορισμένοι που σήμερα εκτιμώνται ως μείζονες, και πλήθος ελάσσονες ή και παντελώς αφανείς, παραχωμένοι στον Τύπο της εποχής. Ο συγγραφέας δεν φείδεται χαρακτηρισμών, που ωστόσο φροντίζει να υποστηρίζει με αντίστοιχα παραθέματα. Εν κατακλείδι, αυτονομούνται σε ένα κεφάλαιο τα βιβλία της πενταετίας όπου διαχωρίζονται οι παλαιότεροι συγγραφείς από τους εκκολαπτόμενους, εκείνα τα χρόνια, λογοτέχνες της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς. Εύστοχες οι παρατηρήσεις για το εν εξελίξει έργο των λογοτεχνών, διανθίζονται με μεταγενέστερες παρατηρήσεις σχετικά με κάποιο λανθάνον ψευδώνυμο ή ένα έργο που παραμένει σκορπισμένο. Ενα ιδιαίτερο κεφάλαιο αφιερώνεται στη «σκιαμαχία» του 1947 μεταξύ παραδοσιακών και νεωτερικών, με αφορμή την απονομή του Επάθλου Παλαμά εξ ημισείας στον Σεφέρη και στον I. M. Παναγιωτόπουλο, και την έκδοση της ανθολογίας νεωτερικών συγγραφέων από τον καθηγητή του Γαλλικού Ινστιτούτου των Αθηνών Ρομπέρ Λεβέκ. H αντιπαράθεση μέσω του Τύπου ανασυστήνεται με τη συρραφή αποσπασμάτων, ενώ ο σχολιασμός καταλήγει σε γλαφυρή αφήγηση. Ενας «καβγάς» ανώδυνος για τον συγγραφέα· σε άλλες διαμάχες, στους επόμενους τόμους, θα δείξει ο ιστορικός την τόλμη του, όταν θα εμπλέκονται οι φίλοι και οι συνοδοιπόροι μιας ζωής.
MAPH ΘΕΟΔΟΣΟΠΟΥΛΟΥ, ΤΟ ΒΗΜΑ, 24-10-2004
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις