0
Your Καλαθι
Ο δολοφόνος
Μυθιστόρημα
Περιγραφή
Ένας μεσήλικας διανοούμενος, από εύπορη οικογένεια, περιφέρεται από μπαρ σε μπαρ, χαμένος στο αλκοόλ και στις αναμνήσεις του. Τραυματισμένος από το περιβάλλον του, σαν από αντίδραση, διαμορφώνει μια μηδενιστική στάση ζωής. Ο μισογυνισμός του και η μισανθρωπία του τον οδηγούν σε αλλεπάλληλους φόνους. Μειονεκτικός, ερμηνεύει κάθε χειρονομία ή συμπεριφορά σαν μια κατακραυγή του κόσμου εναντίον του. Μέσα σ' αυτό το ψυχικό οδοιπορικό αποκαλύπτεται το θηριώδες εσωτερικό τοπίο του ανθρώπου. Ένα μυθιστόρημα που ανασκάπτει τις σκοτεινές πτυχές της ανθρώπινης ψυχής.
ΚΡΙΤΙΚΗ
Η πλοκή του βιβλίου περιστρέφεται γύρω από τη διαταραγμένη ψυχολογία ενός εμφανώς εξωπραγματικού serial-killer -δίχως ωστόσο την παραμικρή διάθεση παρωδίας. Ο ήρωας, ένας παραιτημένος δικηγόρος, προβάλλει μια σχιζοφρενική εικόνα που κινείται ανάμεσα στον μπον βιβέρ και τον φάσιον βίκτιμ, ανάμεσα στο δαιμονικό ήρωα (τύπου Ντοστογιέφσκι) και στον ντιλετάντε (τύπου Ντε Κουίνσι), έχει σαδομαζοχιστική σχέση με την αδελφή του και αχώνευτες μνήμες από την πεθαμένη μητέρα του, αλληλογραφεί για το μεταμοντέρνο στιλ με φίλο του στο Παρίσι και συζητά ως ειδήμων για τη λογοτεχνία με φίλο του στην Αθήνα. Εν ολίγοις δεν είναι αυτού του κόσμου.
Ο ήρωας αυτός -ακριβώς όπως ο αντίστοιχος στο πρόσφατο βιβλίο του Θεοδωρόπουλου (Ο ήλιος του μεσημεριού) για το οποίο γράψαμε σε προηγούμενο σημείωμα- αναπνέει τον πνιγηρό αέρα του μεταμοντέρνου καπιταλισμού. Η διαφορά του με εκείνον είναι ότι αυτός κινείται στις παρυφές της μεταμοντέρνας συνθήκης, αν όχι στο έσχατο περιθώριό της - ένα περιθώριο που ουδεμία σχέση έχει με αυτό περί την πλατεία των Εξαρχείων, για το βασικό λόγο ότι ο ήρωας του Αριστηνού ζει από τα εισοδήματά του δίχως εμφανείς βιοτικές μέριμνες. Ο ήρωας του Θεοδωρόπουλου επίσης αγγίζει το περιθώριο - στιγμιαία, στην παρατεταμένη διαδικασία πριν αυτοκτονήσει. Αυτό που τον τοποθετεί εκεί είναι απλώς το ότι εξακολουθεί να σκέφτεται, με την έννοια ότι, καίτοι βρίσκεται στην κορυφή της οικονομικής εξουσίας, αισθάνεται τύψεις, ενοχές, παρουσιάζει δηλαδή συμπτώματα που ανήκουν στον προ-μεταμοντέρνο καπιταλισμό. Ο ήρωας του Αριστηνού καταλήγει στο περιθώριο από εντελώς διαφορετική διαδρομή: αυτό που τον αλλοτριώνει δεν είναι το ότι σκέφτεται σαν μέσος (προ-μεταμοντέρνος έστω) άνθρωπος, αλλά το ότι επιμένει να ζει ως σκεπτόμενο ον, ως διανοούμενος, σε μια κοινωνία που πλέον βιώνεται αποκλειστικά διά του καταναλωτικού ακτιβισμού. Είναι κυρίως αυτό το στοιχείο, της αδύνατης διά του διανοείσθαι επιβίωσης από τη μια, και της επίθεσης του μεταμοντέρνου άγριου καταναλωτισμού από την άλλη, που εξηγεί τις αντιφάσεις (στα όρια σχιζοφρένειας) που «δαιμονίζουν» τον ήρωα του Αριστηνού. Από εδώ απορρέει και το αναγνωστικό ενδιαφέρον του βιβλίου.
Στο χρεοκοπημένο αστικό σύστημα αξιών, του οποίου εδώ και καιρό βιώνουμε την παγκοσμιοποιημένη εκδοχή του, η λογοτεχνία, εξ ορισμού ανατρεπτική, βρίσκεται σε αδιέξοδο εμπρός στην πραγματικότητα: ο Θεός, η ιστορία, η πολιτική, τα οράματα, όλες οι μεγάλες αφηγήσεις, χρεοκόπησαν, με την απλή έννοια ότι ανταποκρίνονται όλο και λιγότερο στους λόγους υπάρξεως του ανθρώπου. Οι ανατροπές στην τέχνη, αυτές που συγκρότησαν το μοντερνιστικό προφίλ του αιώνα, έχασαν αυτομάτως το νόημά τους, αποκόπηκαν από τις παραδοσιακές πολιτιστικές διαδικασίες, έμειναν φόρμες στεγνές - δεν υπάρχει τίποτε άλλο να ανατρέψουν. Οι μοντερνιστικές φόρμες, κενές από το νόημά τους, απορροφήθηκαν από τη σημειωτική της μόδας, της διαφήμισης, της κατανάλωσης. Καμία καλλιτεχνική ακρότητα δεν είναι αρκετά ανατρεπτική πλέον. Η σφαγμένη και μουμιοποιημένη σε πλέξι γκλας αγελάδα της Τέιτ Γκάλερι ελάχιστα προκαλεί τα βομβαρδισμένα, εικονόπληκτα μάτια του θεατή.
«Δεν υπάρχει διάκριση ανάμεσα στη ζωή και την τέχνη. Ο,τι επιτρέπεται στην τέχνη επιτρέπεται και στη ζωή», αυτή είναι η αλήθεια στη μεταμοντέρνα πραγματικότητα που βιώνουμε εδώ και μερικά χρόνια. Σ' αυτή την εκ πρώτης όψεως γοητευτική, πλην σκληρή συνθήκη, η πεζογραφία, οιονεί καθρέφτης του πραγματικού (ακόμα και στις πλέον "παραμορφωτικές" του εκδοχές), δύσκολα προσδιορίζει το αντικείμενό της. Πολύ απλά, η επιλογή για το σύγχρονο πεζογράφο συρρικνώνεται στην περιγραφή μιας πραγματικότητας εικονικής, απολύτως δηλαδή κατασκευασμένης, με τα υλικά της καλλιτεχνικής φαντασίας. Μ' αυτή την έννοια, ο serial killer του Αριστηνού είναι αδιανόητος ακόμη και για τα δεδομένα της αμερικανικής πραγματικότητας. Αυτό που κυρίως τον καθιστά αδιανόητο είναι το ότι σκοτώνει στη μεταμοντέρνα Αθήνα με τα υλικά της ρομαντικής παράδοσης: η «δολοφονία ως μία των καλών τεχνών» (Ντε Κουίνσι), η δολοφονία, όπως ομολογεί ο ήρωας, «πέρα από κάθε ιδιοτέλεια και ωφελιμισμό», η δολοφονία ως «ύψιστη αρετή του ανθρωπίνου γένους» είναι αυτό που τον συναρπάζει και τον ωθεί στις πράξεις του· αλλά ταυτοχρόνως είναι εκείνο που τον καθιστά πραγματικό μόνο στο πλαίσιο της εικονικής μεταμοντέρνας πραγματικότητας.
Με αυτά τα δεδομένα το βιβλίο αναζητεί επίσης τη μορφή του σε παρόμοιο σχήμα με εκείνο που επέλεξε ο Θεοδωρόπουλος: στη (σκηνοθετημένη) ιεροτελεστία. Κάθε δολοφονία θηλυκού θύματος από τον αρσενικό επιβήτορα ακολουθεί το σχήμα μιας δυνάμει παράστασης του φόνου αντί να έχει την έννοια της πραγματικής (ή αληθοφανούς έστω) εκτέλεσής του. Η λεπτομερής προετοιμασία, η ερωτική (ατυχής πάντα) συνεύρεση, η εκτέλεση πειθαρχούν σε μια τελετουργία συνειδητώς διανοητική, η οποία, με τη θεατρικότητά της, υπερβαίνει την όποια (πιθανή) θεατρικότητα παρόμοιων στυγνών πράξεων. Μάλιστα η ιατροδικαστική γνωμάτευση του θανάτου στο τέλος κάθε φόνου, σε άψογη ιατρική ιδιόλεκτο, υπογραμμίζει, μέσα από την καθαρτική της λειτουργία, την τελετουργική μορφή του γεγονότος ώστε να αποφευχθεί η τυχόν ρεαλιστική παρανάγνωσή του.
Ο Γιώργος Αριστηνός χειρίζεται τη γλώσσα σε όλο το ιστορικό της εύρος με παραδειγματική οικονομία· λίγοι Ελληνες συγγραφείς έχουν κατακτήσει τη δική του μετωνυμική ευφράδεια, λεξιλογική ακρίβεια και αφηγηματική πυκνότητα. (Κατά την ταπεινή μου γνώμη, αποσπάσματα κειμένων του θα έπρεπε να περιλαμβάνονται για τη διδακτική τους χρηστικότητα στα αναγνώσματα λογοτεχνίας της μέσης εκπαίδευσης). Το επισημαίνω αυτό διότι ακριβώς αυτή η γλωσσική «ευχέρεια» του στοίχισε στο παρελθόν την αναγνωσιμότητα. Γοητευμένος ο ίδιος από τον ρέοντα ειρμό της αφήγησής του και από μοντερνιστικές τεχνικές που καθ' υπερβολήν χρησιμοποίησε per se, εγκατέλειψε συχνά την ουσία των πραγμάτων και παρασύρθηκε σε έναν ασύστολο συνειρμικό λόγο που κατά κανόνα αδιαφορεί για τον αναγνωστικό μίτο. Ηδη σε ορισμένα κείμενα του προηγουμένου βιβλίου του (Η εκδίκηση του συγγραφέα, εκδ. Οδυσσέας, 1998) σημειώνεται μια ενδιαφέρουσα στροφή, όπου ο ναρκισσιστικός λόγος πειθαρχεί σε μια πιο σφιχτή αφηγηματική δομή. Στο παρόν βιβλίο νομίζουμε ότι ο συγγραφέας κάνει ένα ποιοτικό άλμα: η ποιητικότητα, η άνεση του μετωνυμικού λόγου, η μακροπερίοδη σύνταξη, ο πακτωλός των λέξεων, εδώ υπηρετούν με μέτρο μια δομημένη αφήγηση αποφεύγοντας τις εγωτιστικές εξάρσεις.
Μια σειρά αντιφάσεις στη σχέση βιβλίου και πραγματικότητας φωτίζουν καλύτερα τις προθέσεις και τα αποτελέσματα του πρώτου. Αντίφαση πρώτη: η αναφερθείσα γλώσσα του, ενώ είναι βαρέως εμπλουτισμένη από το λίπασμα της παράδοσης, καταγράφει ωστόσο ένα άκρως σύγχρονο ζήτημα: αυτό της μεταμοντέρνας ηθικής. Αντίφαση δεύτερη: η λύση στην αδιέξοδη σύγχρονη πραγματικότητα παρέχεται μέσα από τη «δαιμονιακή» τελετουργία των αναφερθέντων in vitro δολοφονιών. Ως προς το τελευταίο αυτό, είναι ενδιαφέρον ότι σε μια παγκοσμιοποιημένη κοινωνία που σπαράσσεται από το δαιμονιακό στοιχείο (στην πολιτική του απεμπλουτισμένου ουρανίου, στη συναινετική κοινωνία των serial killers, στο περιβάλλον, στη βιολογία των κλώνων κ.λπ.) ο συγγραφέας/ήρωας το εγκολπώνεται - απηχώντας στην ουσία το έσχατο στάδιο ανθρωπολογικής ύβρεως που δεσπόζει στις ημέρες μας.
Διόλου τυχαίο και άκρως σημαδιακό ότι ο δαιμονισμένος ήρωας επιχειρηματολογεί με την ίδια ρητορική δεινότητα, το ίδιο πάθος και, πράγμα που συμπυκνώνει τη μεταμοντέρνα ύβριν, με την ίδια οντολογική πίστη, τόσο για το υψηλό κάλλος ενός αναπτήρα Ρόνσον όσο και για τις λογοτεχνικές αρετές του Παπαδιαμάντη και του Μπροχ... Κάπου εδώ ωστόσο, κρύβεται η υπόρρητη γοητεία ενός πεζογραφήματος που, είτε το επεζήτησε είτε όχι, ενσαρκώνει ανάγλυφα τις αντιφάσεις της μεταμοντέρνας ηθικής μας.
ΑΡΗΣ ΜΑΡΑΓΚΟΠΟΥΛΟΣ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 30/03/2001
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις