Διπλωμένα φτερά
30%
Περιγραφή
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου
Κριτική:
Βίωμα και Ιστορία
Δύο πεζογράφοι από τη Βόρεια Ελλάδα
Από τη Βόρεια Ελλάδα και οι δύο συγγραφείς: Ο Γιάννης Ατζακάς από το Θεολόγο Θάσου, ο Λάκης Δόλγερας από την Πρώτη Σερρών. Σχεδόν συνομήλικοι, γεννημένος το 1941 ο πρώτος, το 1945 ο δεύτερος. Φιλόλογος ο Ατζακάς, οδοντίατρος ο Δόλγερας. Πρώτη πεζογραφική εμφάνιση και των δύο. Με εκτενές πεζογράφημα ο πρώτος, με σπονδυλωτές ιστορίες ο δεύτερος. Χρόνος της αφήγησης το παρελθόν. Βιωματικό για τον πρώτο, παρμένο από την Ιστορία για τον δεύτερο.
Να ξεκινήσουμε από τον Γιάννη Ατζακά και το πεζογράφημά του «Διπλωμένα φτερά». Ο εξηντάρης ήρωας επιστρέφει στο από πολλά χρόνια εγκαταλελειμμένο οικογενειακό του σπίτι σ' ένα χωριό της Θάσου. Ενα βράδυ, ο άνεμος που κατεβαίνει από τα βουνά και ουρλιάζει μέσα από τις καμινάδες του τζακιού, τον γυρίζει στο παρελθόν. Η διαδικασία της ανακύκλησης της μνήμης ξεκινά και μια απρόσμενα αποκαλυπτική συνάντηση γραφής και βιώματος αρχίζει να συντελείται, καθώς τα «Διπλωμένα φτερά» του πεζογραφήματος αρχίζουν να ξεδιπλώνονται. Κεντρική φιγούρα της βιωματικής αυτής ανακύκλησης η γρια-Βενετιά, γιαγιά αλλά και μάνα του ορφανού από μητέρα και από πατέρα παιδιού. Φιγούρα που πατάει γερά στα χνάρια της σολωμικής «Γυναίκας της Ζάκυθος» και της παπαδιαμαντικής Φραγκογιαννούς αλλά ταυτόχρονα τις υπερβαίνει αφού, σε αντίθεση με εκείνες, εκπροσωπεί τη συνέχεια της ζωής και τη δικαιοσύνη της. Η γρια-Βενετιά ταυτίζεται με τη γη, με την καρποφορία και τη γονιμότητά της αλλά και τις σκληρές δοκιμασίες που αυτή επιφυλάσσει. Σεβαστική απέναντι στους κύκλους της ζωής -τους κύκλους της φύσης- με μοναδικό μέλημα να διαιωνίσει τη ζωή, να αποδώσει το δίκαιο όπου κι όταν πρέπει. Σεβαστικός και ο συγγραφέας απέναντι τόσο στο βαθιά χωνεμένο και απρόσμενα δημιουργικό βίωμά του όσο και απέναντι στην ηρωίδα που ανασύρει μέσα από αυτό και την ανυψώνει σε αρχετυπική φιγούρα ενός κόσμου χαμένου πια αλλά τόσο λυτρωτικού ακόμα και μέσα από τις καθημερινές του οδύνες. Από τη μια οι φυσικοί κύκλοι της ζωής και η γρια-Βενετιά κι από την άλλη η Ιστορία με τις αμείλικτες αφηγήσεις της. Αυτές που σφραγίζουν αμετάκλητα τη ζωή του εγγονού της γρια-Βενετιάς. Του ορφανού εγγονού, από μάνα που την αρπάζει η φύση λίγο πριν σαραντίσει και από πατέρα-αντάρτη που τον αρπάζει η Ιστορία. Η νικήτρια πλευρά της Ιστορίας θα αξιώσει το δικό της μερίδιο στην αρπαγή. Από το «κακορίζικο 1949» και μετά, το «ανταρτόπληκτο» παιδί θα οδηγηθεί, για έξι χρόνια, σε διάφορες ανά τη χώρα παιδουπόλεις της Μεγάλης Μητέρας. Από την αθωότητα της φύσης, την ευφορία της γης και των ζωντανών της, τη ζεστασιά και τη σιγουριά της Εστίας, στο βίαιο αποχωρισμό, τον ιδρυματικό εγκλεισμό, την αποξένωση στα πιο ευαίσθητα χρόνια. Ο συγγραφέας όμως δεν στέκεται εκδικητικά απέναντι στη σκληρότητα που του επέδειξε η Ιστορία. Από το βίωμά του, στο γενέθλιο τόπο, εκείνα τα σκοτεινά χρόνια, ξεπηδούν όλες οι φωνές να αφηγηθούν τη δική τους αλήθεια, να μη μείνουν σκιές. Ακολουθώντας κι αυτός τα χνάρια της γριά-Βενετιάς προσπαθεί να αποδώσει μια κάποια δικαιοσύνη ακόμα και στους φανερά εν αδίκω. Η επιστροφή στο γενέθλιο οίκο του αφηγητή, στα προχωρημένα πια μεσήλικα χρόνια, θα επιφέρει τη λύτρωση μέσα από την καταβύθιση στον παρελθόντα χρόνο αλλά και θα φωτίσει μ' ένα δυνατό αναζωογονητικό φως το παρόν. Ο Ατζακάς, με εναλλασσόμενους χρόνους αφήγησης, παρόν-παρελθόν-παρόν, με εναλλασσόμενες αφηγηματικές φωνές -πρωτοπρόσωπη, τριτοπρόσωπη- εμβαπτιζόμενος στις πιο γόνιμες πεζογραφικές και γλωσσικές μας παραδόσεις (Σολωμός, Παπαδιαμάντης, Βιζυηνός, Κόντογλου, Ιωάννου) πλάθει ένα σύμπαν που υπερχειλίζει από γλωσσικούς χυμούς, δυνατές εικόνες, στιβαρά συναισθήματα, σπάνιες ηθικές αξίες. Ακόμα και οι λίγες ηθογραφικές του στιγμές εγκιβωτίζονται -όταν δεν το χρωματίζουν με τη δική τους ευαισθησία- σ' αυτό το θαυμαστά βιωμένο και αναπλασμένο λογοτεχνικά σύμπαν. Λαμπρό πεζογράφημα!
Με τις σκληρές αφηγήσεις τής σχετικά πρόσφατης ελληνικής ή και βαλκανικής, με την ευρύτερη έννοια, Ιστορίας επιλέγει να συναντηθεί ο Λάκης Δόλγερας στην πρώτη του πεζογραφική εμφάνιση. Και μάλιστα με αυτές που και ελάχιστα είναι γνωστές και που εμπεριέχονται στους δύσκολους εθνικούς μας μύθους. Εξού και ο τίτλος του βιβλίου του «Ξεχασμένες ιστορίες», που βεβαίως λειτουργεί αντίστροφα. Κατά τη διάρκεια του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, πριν η Ελλάδα προσχωρήσει στις δυνάμεις της Αντάντ, η Βουλγαρία, σύμμαχος της Γερμανίας, εισβάλλει στην ανατολική Μακεδονία και παραμένει σ' αυτήν ως δύναμη κατοχής έως το 1918. Ανάμεσα στις βιαιότητες που επιχειρεί είναι και η ομηρία πολλών χιλιάδων ανδρών, Ελλήνων, και η μεταφορά τους σε ανθρωποκτόνα τάγματα εργασίας στη Βουλγαρία. Ο Δόλγερας τολμά να αναμετρηθεί μ' αυτές τις σκοτεινές σελίδες της Ιστορίας επιλέγοντας -και σοφά- τον δοκιμασμένο πια λογοτεχνικό δρόμο, όσον αφορά τη λογοτεχνική ματιά του χθες από το σήμερα, δηλαδή, της πολυφωνικής μαρτυρίας, καθώς και του ενσωματωμένου, κατασκευασμένου μοντάζ από επιστολές, καταθέσεις, ημερολόγια, διαταγές, ειδήσεις εφημερίδων και άλλα παραθέματα. «Ακούμε», λοιπόν, ή διαβάζουμε ανάλογα με τον τρόπο που μας παρουσιάζονται τα γεγονότα, τις ιστορίες της Αννας, του Παντελή, του Σταύρου, του Μήτσου, του Κώστα και του Δημητρού, όλοι κάτοικοι του χωριού Βασιλικού, στο Παγγαίο, στην ανατολική Μακεδονία, όλες από τη δική τους σκοπιά και με διαφορετικές πλευρές γύρω πάντα από το ίδιο τραυματικό γεγονός: της αρπαγής, της ομηρίας, της εξόντωσης στα βουλγάρικα τάγματα εργασίας. Ωστόσο, μέσα από το γεγονός αυτό ξεπηδούν όλες οι μικρές ανθρώπινες αδυναμίες, όλες οι καλές ή κακές στιγμές που γεννούν στον άνθρωπο τέτοιας θεμελιακής ανατροπής γεγονότα έτσι ώστε να αναδύονται και οι ανθρώπινοι ψυχισμοί με τις αντίστοιχες αντιδράσεις τους. Παράλληλα σκιαγραφείται και το ιστορικό πλαίσιο της πιο ταραγμένης, αντιφατικής, πολυσύνθετης και μεταβατικής για τα Βαλκάνια εποχής με τους απόηχους μάλιστα και των νέων επαναστατικών ιδεών. Κυρίως μέσα από την πιο σύνθετη και εκτενέστερη ιστορία του λοχαγού Λάζαρου Δημητριάδη, μέλους της Επιτροπής Ερευνας για τις ωμότητες της βουλγαρικής κατοχής στην ανατολική Μακεδονία. Ωστόσο, υπάρχει ένα μείον στην, ενδιαφέρουσα κατά τ' άλλα, πρώτη πεζογραφική έξοδο του Λ. Δόλγερα. Και αφορά τη γλωσσική έκφραση και των ιστοριών αλλά και των διαφόρων παραθεμάτων. Με ελάχιστες παραλλαγές, το γλωσσικό ιδίωμα που χρησιμοποιείται είναι παρόμοιο, ορισμένες μάλιστα εκφράσεις ούτε κατά διάνοιαν δεν χρησιμοποιούνταν από ανθρώπους του 1918, ούτε καν από μορφωμένους π.χ. «ντόπιοι συνεργάτες», «έδινε ραπόρτο» κ.λπ. Αυτή η γλωσσική ομοιομορφία μάλιστα ορισμένες φορές δημιουργεί μια αίσθηση μη προσήκουσας επιμέλειας. Εδώ χρειαζόταν σίγουρα μεγαλύτερο βασάνισμα.
ΕΛΕΝΑ ΧΟΥΖΟΥΡΗ, elhouz2001@yahoo.gr, ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 22/02/2008
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις