0
Your Καλαθι
Αρχαιολογία θεωρίες, μεθοδολογία και πρακτικές εφαρμογές
Έκπτωση
20%
20%
Περιγραφή
«Το βιβλίο Αρχαιολογία: θεωρίες, μέθοδοι και πρακτικές εφαρμογές είναι το πληρέστερο και το πιο εύχρηστο -μέχρι σήμερα- αρχαιολογικό εγχειρίδιο σε όλο τον κόσμο, που καλύπτει πολλά γνωστικά πεδία»
Nicholaw Saunders, The Times Higher Education Supplement
ΚΡΙΤΙΚΗ
Οσο κι αν η Ελλάδα αποτελεί έναν απ' τους σπάνιους παραδείσους για τους αρχαιολόγους, υπολείπεται σημαντικά στην ανάπτυξη των συναφών τεχνικών επιστημών. Γιατί ασφαλώς Αρχαιολογία δεν σημαίνει πια φτυάρι και σκάψιμο μόνο, όπως στα χρόνια στου Σλήμαν...
Ετσι, ενώ οι ξένες Αρχαιολογικές Σχολές σκάβουν και δημοσιεύουν υποδειγματικά τα ευρήματα ελληνικών προϊστορικών, κλασικών ή βυζαντινών θέσεων, οι Ελληνες συνάδελφοί τους περιορίζονται σε «σωστές» ως επί το πλείστον ανασκαφές, που «εξ ανάγκης» εκτελούνται, και οι σχετικές δημοσιεύσεις τους -αν ποτέ γίνουν- καθυστερούν απελπιστικά! Κανένας αρχαιολογικός νόμος δεν κατάφερε να σπάσει μάλιστα το απερίγραπτο για την επιστήμη καθεστώς της προνομιακής παρακράτησης των ευρημάτων στη διάθεση του ανασκαφέα, (που μπορεί και να μην ειδικεύεται στα συγκεκριμένα ευρήματα, αλλ' εκ τύχης απλώς να βρέθηκαν στην ανασκαφή του), μέχρις ότου δεήσει να τα δημοσιεύσει ή να τα διαθέσει σε πρόσωπο της επιλογής του, φροντίζοντας συνήθως την ανάπτυξη προσωπικών σχέσεων!.. Με τον τρόπο αυτό, χιλιάδες νομίσματα, επιγραφές ή καλλιτεχνήματα παραμένουν στοιβαγμένα σε αποθήκες, απρόσιτα επί δεκαετίες στην επιστημονική κοινότητα. Τα ημερολόγια ανασκαφής -αν τηρήθηκαν- χάνονται ή παραπέφτουν και τα αμέτρητα μικροευρήματα που συνοδεύουν κάθε ανασκαφή, σκόρπια σε ντουλάπια και συρτάρια, μετατρέπονται σε σωρό άχρηστων υλικών, αφού κανείς δεν ξέρει πού ακριβώς βρέθηκαν, σε ποια βάθη, υπό ποιες συνθήκες και σε ποια συνάρτηση με τα υπόλοιπα...
Κι όμως, από μερικούς σπόρους δημητριακών, μελετώντας τη σύστασή τους, μπορεί να συναχθεί αν είχαν προσβληθεί από κάποιο παράσιτο ή όχι, ποια μέθοδος καλλιέργειας χρησιμοποιήθηκε για την παραγωγή τους, σε τι είδους εδάφη αναπτύχθηκαν, αν σε παρακείμενους αγρούς, ή τυχόν εισήχθησαν. Από ένα σωρό τσόφλια οστρακοειδών βγαίνει η ηλικία τους όταν ψαρεύτηκαν, αν καταναλώθηκαν χειμώνα ή καλοκαίρι και από πού προέρχονται, παρέχοντας αντίστοιχα πολύτιμες πληροφορίες για το είδος ενός οικισμού, τις διατροφικές συνήθειες των κατοίκων του αλλά και για τη ναυτιλία στη συγκεκριμένη περιοχή. Τα κόκαλα πορίζουν ανεκτίμητες πληροφορίες για τη διατροφή ενός ζώου, υποδεικνύοντας αν ήταν άγριο, πού κυνηγήθηκε, ή οικόσιτο, ενώ των ανθρώπων ιδιαίτερα μπορούν να μας διαφωτίσουν για το τι έτρωγαν, ποιες αρρώστιες είχαν περάσει, ποιες επιδημίες, ποιες συγγένειες υπήρχαν μεταξύ τους, τις βασικές δραστηριότητές τους, την ηλικία, την αιτία θανάτου και τον τρόπο ταφής τους. Τέλος, από ένα ελάχιστο κομμάτι μετάλλου, που θα εξεταστεί στο μικροσκόπιο, μπορεί να διαπιστωθεί ο τρόπος κατεργασίας του (αν χυτεύθηκε ή δουλεύτηκε εν ψυχρώ) και η προέλευση του συγκεκριμένου μεταλλεύματος -οπότε ανοίγεται ο δρόμος είτε για την αναζήτηση συναφών εγκαταστάσεων στο άμεσο περιβάλλον (χυτηρίων, ορυχείων κ.λπ) ή για τη διερεύνηση των απαραίτητων εμπορικών σχέσεων με τους τόπους εξόρυξης και κατεργασίας...
Ποιος όμως φροντίζει για την κατάταξη του κολοσσιαίου υλικού, που προκύπτει ακόμα και από ένα μικρό οικόπεδο, αν είναι φυσικά προσεκτικός ο ανασκαφέας και δεν κρατάει απλώς τα «μεγάλα κομμάτια», πετώντας τα υπόλοιπα στα μπάζα!... Ποιος είναι ενημερωμένος για τις σύγχρονες τεχνικές μεθόδους, ώστε να κρατάει δείγματα εδάφους από τα διαφορετικά στρώματα των τομών, οπότε να ερευνηθεί η τυχόν ύπαρξη μικροσκοπικών κόκκων γύρης, που θα 'διναν στοιχεία για τις αυξομειώσεις της χλωρίδας κατά εποχές και τις αλυσιδωτές αντιδράσεις που αυτές κατ' ανάγκην επέφεραν τόσο στην πανίδα όσο και στη διατροφή των ανθρώπων;... Κι ακόμη, με ποια εμπειρία ο υπεύθυνος της ανασκαφής απομονώνει και φυλάει, λ.χ., δείγματα προς ραδιοχρονολόγηση, όταν η παραμικρή χάρτινη ετικέτα μες στο σακουλάκι ή κάποια ελάχιστα ριζίδια με χώμα που δεν καθορίστηκαν, καταστρέφουν ανεπανόρθωτα το προς εξέτασιν υλικό;
Κι αν αυτά θεωρούνται «ψιλά γράμματα», τότε σε τι διαφέρει ο αρχαιολόγος απ' τον αρχαιοκάπηλο; Παραδίδει μεν τα ευρήματά του στο Μουσείο, αλλά η μέθοδός του μοιάζει με του ωρολογοποιού, που για να διορθώσει ένα ρολόι θα το άνοιγε με τσεκούρι.
Η κατακλείδα, λοιπόν, του εγχειρίδιου των Renfrew-Bahn:
«Καταραμένος όποιος δεν δημοσιεύει», εκφράζοντας πιστά το θεμελιώδες χρέος κάθε αρχαιολόγου, δικαιολογεί συνάμα την απόλυτη αναγκαιότητα της έκδοσης ενός πλήρους «οδηγού των αρχαιολογικών μεθόδων και τεχνικών», που συνεισφέρει κρίσιμα στην κατάρτιση όσων ερευνητών δεν θα περιοριστούν πια στο ανασκάλεμα των χωμάτων, αλλά θα προβούν σε ουσιαστική μελέτη υλικού, με σκοπό την όσο το δυνατόν αρτιότερη ανασύνθεση μιας συνολικής εικόνας του αρχαίου κόσμου. Και πόσο έχουμε καθυστερήσει, το δείχνουν οι αριθμοί, αφού παγκοσμίως μόλις το 30% των ανασκαφών φτάνουν στο στάδιο της δημοσίευσης... Αν τούτο ανάγεται και σε οικονομικούς λόγους ή και στη μωροφιλοδοξία των ανασκαφέων που πάντα δοξάζονται στα μάτια του κοινού -ενώ ποιος θυμάται το συγγραφέα ενός τόμου ανασκαφών;- η έλλειψη των σχετικών γνώσεων αποτελεί, δίχως άλλο, την πρώτιστη αιτία της κακοδαιμονίας.
Στην Ελλάδα, ειδικότερα, έχουμε μαύρη νύχτα, λόγω ανυπαρξίας Τεχνικών Ιδρυμάτων που θα στήριζαν την αρχαιολογική έρευνα, οι δε αρχαιολόγοι πολεμάνε, λίγο ώς πολύ, με ό,τι θυμούνται από το Πανεπιστήμιο. Αλλά από τότε...
Πόσοι άραγε γνωρίζουν τι μπορεί να τους προσφέρει πια η δενδροχρονολόγηση, η χρονολόγηση με θερμοφωταύγεια, με συντονισμό στροφορμής ηλεκτρονίων, με αναλογία κατιόντων ή με αρχαιομαγνητική μέθοδο, ποιες χρονικές περιόδους καλύπτει καθεμιά και ποια τα ποσοστά πιθανής απόκλισης; Είναι ενημερωμένοι οι νέοι επιστήμονες για την ανάλυση ισοτόπων μολύβδου και τι μπορεί να μας παράσχει σχετικά με την προέλευση της πρώτης ύλης κάθε λογής ασημένιων τεχνουργημάτων;
Πόσο γνωστή είναι η ανάλυση των συστατικών διαφόρων μικροαντικειμένων (νομισμάτων, χαντρών κ.λπ.) με ενεργοποίηση νετρονίου και ποια τα αρνητικά επακόλουθα για τα εξεταζόμενα δείγματα; Τι ξέρουν για τις αξονικές τομογραφήσεις σε μούμιες (χωρίς ξετύλιγμά τους), τι ακριβώς εντοπίζει το διαφορετικό μαγνητόμετρο και με ποιαν ακρίβεια;
Ολα αυτά εξετάζονται λεπτομερέσταστα και με δεκάδες πρακτικά παραδείγματα στο εγχειρίδιο των Renfrew-Bahn, που ακόμα κι ερασιτέχνες με αρχαιολογικά ενδιαφέροντα θα το διαβάσουν απνευστί.
Τα εκατοντάδες σχέδια και οι διαφωτιστικότατες φωτογραφίες δένουν στενά με το κείμενο, διασαφηνίζοντας όσα ο λόγος δεν μπορεί να εξηγήσει... Καλογραμμένο και μεθοδικό, φωτίζει τον ερευνητή για όλες τις σύγχρονες επιστημονικές μεθόδους και τεχνικές, που έρχονται αρωγοί πλέον στη «δουλειά της σκαπάνης», ανοίγοντας νέες δυνατότητες και νέους δρόμους.
Η μετάφραση ενός τέτοιου βιβλίου αποτελεί άθλο μόνο και μόνο λόγω της δύσβατης ή κι όλως ανύπαρκτης στα ελληνικά τεχνικής ορολογίας, για μεθόδους που μόνο στο εξωτερικό χρησιμοποιούνται κι άρα μόνον εκεί έχουν όνομα! Ωστόσο, μεταφράστρια και επιμελήτρια τα κατάφεραν αρκετά καλά, αποφεύγοντας όσο το δυνατόν αγγλισμούς ή τερατογενέσεις από αλόγιστη υιοθέτηση ξένων όρων. Δεν λείπουν βέβαια και απαράδεκτα λάθη στα ελληνικά τους (χρήση τού: «παράγω» στη θέση του: «παραγάγω» κ.ά.!), ενώ η επαναλαμβανόμενη παρουσία λέξεων, όπως: «εντατικοποίηση» και «μοντέλο ανάπτυξης», θυμίζουν την ξύλινη κυβερνητική γλώσσα της τελευταίας εικοσαετίας -αλλά σε γενικές γραμμές το κείμενο διαβάζεται.
Αχίλλειος πτέρνα του τόμου: το 1ο κεφάλαιο, όπου επιχειρείται μια επισκόπηση της ιστορίας της αρχαιολογικής έρευνας και των πρωτοπόρων της επιστημονικής σκέψης, αλλά με τη νοοτροπία Αμερικανού, που, στερούμενος παραδόσεως, νομίζει ότι όλα στον κόσμο ήρθαν μαζί με τον ίδιο. Ετσι, έκπληκτοι μαθαίνουμε πως ο πρώτος που χρησιμοποίησε καθαρά επιστημονική προσέγγιση στην αρχαιολογική έρευνα υπήρξε -ω του θαύματος!- ο μετέπειτα πρόεδρος των ΗΠΑ Thomas Jefferson, όταν έσκαβε στο αγρόκτημά του στη Βιρτζίνια!
Πρώτος, επίσης, που τήρησε ημερολόγιο ανασκαφής υπήρξε ο παντελώς άγνωστος στρατηγός Pitt-Rivers, που 'ψαχνε στα κτήματά του στη Νότιο Αγγλία! Κατόπιν, όλα σχεδόν τα ονόματα πρωτοπόρων ερευνητών, πλην ελαχίστων, είναι Αγγλων, Αμερικανών ή Αυστραλών! Στη δε σελ. 37, θρασύτατα, το «λυκαυγές της αρχαιολογικής επιστήμης» τοποθετείται, ούτε λίγο ούτε πολύ ...μετά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο! Μήπως θα 'πρεπε να πει κανείς τουλάχιστον: «της αρχαιολογικής τεχνικής»; (Αλλά και πάλι τραβηγμένο θα 'ταν!) Γιατί Επιστήμη αρχαιολογική, αν δεν κάνω λάθος, μάλλον προϋπήρχε του Β' Παγκοσμίου Πολέμου... Μα κι όλες οι «επαναστάσεις» και τα «ορόσημα» και οι «γεννήσεις Νέας Αρχαιολογίας», που κάπως μεγαλόστομα εξαγγέλλονται στις αμέσως επόμενες σελίδες, όλες έχουν γίνει από Αμερικανούς ή αγγλόφωνους. Τι διάβολο; Κανένας Γερμανός, κανένας Γάλλος, κανένας Ιταλός αρχαιολόγος δεν συνεισέφερε τίποτε σ' αυτές τις «επαναστάσεις»; Ο εύνους αναγνώστης δικαιολογημένα δυσπστεί.
Εξαιρέσει του πρώτου αυτού «άτυχου» κεφαλαίου, το βιβλίο, όχι μόνο αξίζει να διαβαστεί από ειδήμονες και γενικώς ενδιαφερόμενους για την Ιστορία των πολιτισμών, αλλά και να γίνει διδακτικό εγχειρίδιο, μήπως κι εκσυγχρονισθεί κάποτε και η δική μας Αρχαιολογία -ή έστω ξεφύγει από την κλασική συνταγή: «σκάβω, βρίσκω και κάθομαι στις δάφνες μου».
ΣΤΑΝΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΔΗΣ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 20/09/2002
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις