0
Your Καλαθι
Το δωμάτιο του Τζοβάνι
Περιγραφή
Σημαδεμένος από μια ομοφυλοφιλική εμπειρία στην εφηβεία του, ο Ντέιβιντ, ένας νεαρός Αμερικανός, αναζητώντας την εσωτερική του ισορροπία, θα καταλήξει στο Παρίσι της δεκαετίας του 1950. Στη διάρκεια της νύχτας που θα φέρει τον τραγικό επίλογο της ιστορίας του, ο Ντέιβιντ μας αφηγείται την παράλληλη σχέση του με τον Τζοβάνι και την αρραβωνιαστικιά του, την Έλα, την πάλη του ανάμεσα στην ερωτική επιθυμία και τη συμβατική ηθική, τη σύγκρουση ανάμεσα στην αλήθεια του κορμιού και τα ψέματα του μυαλού.
Το κλασικό αυτό αφήγημα πάθους και θανάτου, το οποίο εκδόθηκε το 1956 και αντικατοπτρίζει την προσωπική πάλη του ίδιου του συγγραφέα με τη σεξουαλική αμφισημία, παραμένει ένα συγκλονιστικό βιβλίο χάρη στην απλότητα του δραματικού του ιστού και στην ένταση με την οποία εκτυλίσσεται η πλοκή του, αποκαλύπτοντάς μας άγνωστες πτυχές της ανθρώπινης καρδιάς.
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου
ΚΡΙΤΙΚΗ
Στο «Δωμάτιο του Τζοβάνι» ο προσεκτικός αναγνώστης δεν θα δυσκολευτεί να εντοπίσει ομοιότητες και παραλλήλους με τη ζωή τού εκπατρισμένου Αμερικανού συγγραφέα που μετοίκησε, όπως και ένας αριθμός ομότεχνών του, στο Παρίσι τη δεκαετία του '50. Στο σύντομο αυτό μυθιστόρημα διακρίνονται απόηχοι από τα βιώματά του τη δύσκολη περίοδο της παραμονής του στην Ευρώπη, όπου και έζησε με ελάχιστα χρήματα, βασιζόμενος σε φίλους και γνωστούς για να πληρώνει το νοίκι και τα γεύματά του. Παρά τις απελπιστικά δύσκολες συνθήκες, τουλάχιστον στα πρώτα χρόνια της παραμονής του, η Γαλλία του επέτρεψε να υπάρξει τόσο σωματικά όσο και πνευματικά και να απομακρύνει το στίγμα του «μαύρου ομοφυλόφιλου», παρέχοντάς του την ελευθερία που χρειαζόταν για να γράψει, καθώς εκεί ζούσε απαλλαγμένος από το ρατσισμό προς το χρώμα του και τις ερωτικές του προτιμήσεις. Ο ίδιος περιγράφοντας εκείνα τα χρόνια, αργότερα, θα πει: «Ακόμα κι αν λιμοκτονούσα, λιμοκτονούσα εγώ κι όχι ένας ακόμα μαύρος».
Οι εμπειρίες του από τα γκέι μπαρ και από ανάλογα στέκια όπου σύχναζε πέρασαν στα έργα που παρήχθησαν εκείνη την περίοδο αλλά και στο μυθιστόρημά του «Η άλλη χώρα» που γράφτηκε αργότερα.
Στο Παρίσι, ζώντας σε μια σχετική ασφάλεια, ανάμεσα σε ανθρώπους που τον αποδέχονταν, μπόρεσε να εξετάσει το παρελθόν του χωρίς το φόβο και τις αναστολές του ασφυκτικού συντηρητικού περίγυρου. Επίσης, είχε το χρόνο να μελετήσει τον Χένρι Τζέιμς, τον Αμερικανό εκπατρισμένο προκάτοχό του, και από απόσταση ασφαλείας να αποκτήσει μια αναθεωρημένη προοπτική του εαυτού του, της κατάστασής του, αλλά και της χώρας του, να επανεξετάσει τα βιώματά του ως μαύρου ομοφυλόφιλου στην Αμερική και να περιεργαστεί τη σχέση της ατομικής του ιδιαιτερότητας με τη συλλογική πραγματικότητα. Ο Μπόλντουιν, όπως και ο Τζέιμς, διέκρινε τον τρόπο που οι μικρές ατομικές πράξεις και επιλογές εντός των ορίων μιας κουλτούρας έχουν μεν μεταφορικές προεκτάσεις αλλά αντανακλούν, επίσης, τις διαστάσεις και την επιρροή της. Και οι δύο συγγραφείς, παρά τη χρονική απόστασή τους, σχολίασαν μέσα από τα έργα τους την εποχή τους, καταγράφοντας τα ήθη και τις συνήθειες χαρακτήρων συγχρόνων τους, είτε πρόκειται -στην περίπτωση του Τζέιμς- για την ταυτότητα Αμερικανών αστών είτε, στην περίπτωση του Μπόλντουιν, για βασανισμένες ψυχές που σύχναζαν σε περιθωριακά στέκια.
Ο Μπόλντουιν, έχοντας από νωρίς υιοθετήσει τη ρήση του Τζέιμς πως «Ολόκληρη η ζωή, κάθε συναίσθημα, κάθε παρατήρηση και όραμα αποτελούν το χώρο της τέχνης», χρησιμοποίησε υλικά από το παρελθόν του αλλά και από τις πρόσφατες εμπειρίες του σε όλα σχεδόν τα έργα του. Οι ομοφυλοφιλικοί κύκλοι και ο καλλιτεχνικός περίγυρος του Παρισιού παρείχαν στο «Δωμάτιο του Τζοβάνι» τα πραγματολογικά στοιχεία, τις λεπτομέρειες, τη συναισθηματική ένταση, αλλά και το γενικότερο φόντο στο οποίο βασίστηκε η ιστορία, η οποία πάνω από όλα είναι μια σπαρακτική ιστορία αγάπης.
Καταπιεσμένη έλξη
Στο «Δωμάτιο του Τζοβάνι», που ήταν και η πρώτη δημόσια δήλωση της σεξουαλικής ταυτότητας του συγγραφέα, δίνεται σε πρωτοπρόσωπη αφήγηση η ιστορία του Ντέιβιντ, ενός νεαρού Αμερικανού, ορφανού από μητέρα, που ήρθε στο Παρίσι έχοντας αφήσει πίσω του μια προβληματική σχέση με έναν αδύναμο πατέρα και μια ανάμνηση ομοφυλοφιλικής εμπειρίας στην εφηβεία του, την οποία καταπιέζει και αποφεύγει να σκέφτεται. Ο Μπόλντουιν συνειδητά επέλεξε ως ήρωα έναν λευκό Αμερικανό καθώς, στο έργο αυτό, προτίμησε να μη θίξει το φυλετικό ζήτημα: «Στο συγκεκριμένο σημείο της ζωής μου δεν μπορούσα να χειριστώ το άλλο βαρύ θέμα, το πρόβλημα του "νέγρου"», θα πει, το οποίο, όμως, θα αποτελέσει κεντρικό θέμα στα επόμενα έργα του.
Στο Παρίσι ο Ντέιβιντ σχετίζεται με μια νεαρή Αμερικανίδα, την Ελα, και προσπαθεί να πείσει τον εαυτό του πως την έχει ερωτευτεί, ενώ η πραγματική του έλξη στρέφεται προς τους άντρες. Μέσα από την ετεροφυλοφιλική αυτή σχέση προσπαθεί να απαλλαγεί από την ανάμνηση της εφηβικής του εμπειρίας αλλά και να διαχωρίσει τον εαυτό του από τους υπόλοιπους ομοφυλόφιλους που συναναστρέφεται: «Σκόπευα να αποδείξω, σε εκείνους και στον εαυτό μου, πως δεν ήμουν ένας από αυτούς».
Οταν η Ελα φεύγει για την Ισπανία για να επανεξετάσει τη σχέση τους, ο Ντέιβιντ αρχίζει να συχνάζει σε διάφορα γκέι μπαρ, κυρίως επειδή είναι άφραγκος και ξέρει πως ο Ζακ, ένας ομοφυλόφιλος επιχειρηματίας, θα του δανείσει χρήματα. Στο μπαρ του Γάλλου Γκιγιόμ συναντάει τον Τζοβάνι, έναν Ιταλό μετανάστη που δουλεύει εκεί ως μπάρμαν. Μεταξύ τους, από την πρώτη στιγμή, υπάρχει μια αμοιβαία έλξη και παρά τις αναστολές του: «Με όλα μέσα μου να ουρλιάζουν "Οχι", ενώ ταυτόχρονα όλη μου ύπαρξη αναστέναζε "Ναι"», θα περάσουν την υπόλοιπη νύχτα μαζί.
Για τους επόμενους μήνες οι δύο νεαροί θα ζήσουν μια έντονη και τρυφερή ερωτική σχέση και ο Ντέιβιντ θα μετακομίσει στο δωμάτιο του Τζοβάνι, με τον οποίο θα μοιραστεί όχι μόνο το χώρο αλλά και άλλες δυνατές εμπειρίες. Οταν η Ελα επιστρέφει από την Ισπανία, ο Ντέιβιντ εγκαταλείπει χωρίς καμία εξήγηση τον εραστή του και προσπαθώντας να πείσει τον εαυτό του πως είναι ακόμα ερωτευμένος με τη φίλη του, της προτείνει να παντρευτούν και να κάνουν παιδιά. Ο δε Τζοβάνι αναγκάζεται να επιστρέψει στο μπαρ του Γκιγιόμ για δουλειά. Στο τέλος, έχοντας ενδώσει στις σεξουαλικές απαιτήσεις τού αφεντικού του, πάνω σε έναν καβγά, ο Τζοβάνι, εξοργισμένος και αηδιασμένος, θα σκοτώσει τον ηλικιωμένο ομοφυλόφιλο. Ο Ντέιβιντ και η Ελα αναχωρούν για το Νότο της Γαλλίας και εκεί, παρά τις προσπάθειές του να παραμείνει μέσα σε μια ασφαλή ετεροφυλοφιλική σχέση, βεβαιώνεται για τον πραγματικό σεξουαλικό του προσανατολισμό. Η Ελα, σοκαρισμένη και απογοητευμένη, θα φύγει για την Αμερική και η ιστορία, η οποία δίνεται με μια σειρά φλας μπακ, θα τελειώσει έτσι όπως αρχίζει: ο Ντέιβιντ επιστρέφει στο Παρίσι τη μέρα της εκτέλεσης του Τζοβάνι.
Ληστρικές σχέσεις
Ο Μπόλντουιν γράφοντας μια ερωτική ομοφυλοφιλική ιστορία δήλωνε και τη δυνατότητα ύπαρξης μιας δυνατής συναισθηματικής σχέσης ανάμεσα σε δύο άντρες -κάτι που για την εποχή του θεωρήθηκε ιδιαίτερα τολμηρό. Ταυτόχρονα προσέφερε και μια άποψη του Παρισιού διαφοροποιημένη από τους τουριστικούς οδηγούς, δίνοντας πληροφορίες για έναν υπόγειο κόσμο στον οποίο δεν υπήρχε πρόσβαση αν δεν ήσουν μέλος του.
Επιπλέον, πέρα από την απόπειρα του να αποτυπώσει μια ανορθόδοξη σχέση ως φυσική, ο Μπόλντουιν αποδίδει με διορατικό και κριτικό μάτι τη ληστρική φύση του ομοφυλοφιλικού υπόκοσμου. Ο Γκιγιόμ και ο Ζακ είναι απωθητικοί και ύπουλοι ευεργέτες, οι οποίοι εκμεταλλεύονται άνεργους και ανήμπορους νεαρούς για τα συμφέροντά τους.
Με ιδιαίτερη συμπάθεια αποδίδει και το δράμα της Ελα, της νεαρής Αμερικανίδας, της οποίας η περιπέτεια περιγράφεται εξίσου τραγικά με αυτή του Τζοβάνι, θύμα και η ίδια της αμφιθυμίας του φίλου της και της δυσκολίας του να αποφασίσει ποιον πραγματικά αγαπάει και ποιον πραγματικά επιθυμεί. Ολοι οι χαρακτήρες στο μυθιστόρημα πάσχουν από έλλειψη αγάπης και την αναζητούν απελπισμένα συνήθως σε άτομα που δεν προτίθενται και δεν τολμούν να τους τη δώσουν. Ενας από τους χαρακτήρες θα πει: «...δεν είναι και τόσο πολλοί οι άνθρωποι που πέθαναν από αγάπη. Απειροι όμως έχουν χαθεί, και εξακολουθούν κάθε ώρα και στιγμή να χάνονται από την έλλειψή της».
Στην προκειμένη περίπτωση, το νεαρό ζευγάρι Αμερικανών που ήρθαν στο Παρίσι «για να βρουν τον εαυτό τους» -μια φράση που χρησιμοποιούν συχνά-, δεν τολμούν να ρισκάρουν να τον χάσουν. Ομως, αυτή είναι μια βασική προϋπόθεση της αγάπης και έτσι είναι καταδικασμένοι να αντιμετωπίζουν την αλήθεια των συναισθημάτων τους και να ανακαλύπτουν πτυχές του εαυτού που υποτίθεται πως ψάχνουν, πάντα καθυστερημένα· όταν εκείνοι που αγάπησαν έχουν ήδη φύγει και έχουν για πάντα χαθεί.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΑΝΤΟΓΛΟΥ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 21/10/2005
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις