0
Your Καλαθι
Σύνορα
Περιγραφή
Η Σιουδάδ Χουάρες προσφέρει φτηνά και υπάκουα εργατικά χέρια, που ενδιαφέρουν τις μεγάλες φίρμες του πλανήτη. Οι θυγατρικές τους ξεφυτρώνουν εκεί σαν μανιτάρια και μαζί τους η φτώχεια, η πορνεία, η βία αλλά και ο θάνατος. Nεαρές εργάτριες μιας βιομηχανίας τοξικών προϊόντων βρέθηκαν φρικτά ακρωτηριασμένες και αποκεφαλισμένες στις παρυφές της πόλης. Είναι μήπως έργο κάποιου ψυχοπαθούς; Mιας σατανιστικής οργάνωσης; Ή τίποτα νονών της κοκαΐνης; Παρά τη σύλληψη πολλών υπόπτων, τα ερωτήματα παραμένουν μετέωρα.
Απεσταλμένος από την εφημερίδα του, για ρεπορτάζ μερικών ημερών, ο Τόνι Ζαμπούδιο καταφθάνει σ' αυτή "την πόλη όπου ακόμη κι ο διάβολος θα φοβόταν να ζήσει". Χωρίς να το περιμένει, θα βρεθεί στα χνάρια ενός εχθρού πιο φοβερού απ' ό,τι μπορούσε να φανταστεί και του οποίου η δύναμη είναι ανάλογη με τα συμφέροντα που παίζονται από τη μεξικάνικη μεριά των συνόρων.
Aπό ορισμένες απόψεις, η πραγματικότητα ξεπερνάει δυστυχώς τη φαντασία αυτού του σκοτεινού μυθιστορήματος. Όπως σημειώνει ο συγγραφέας, καμιά εκατοστή νεαρές εργάτριες βρέθηκαν πράγματι βιασμένες και ακρωτηριασμένες τα τελευταία χρόνια στη Xουάρες. Kαι παρά τη σύλληψη και την ανάκριση αρκετών υπόπτων ή δήθεν υπόπτων, η υπόθεση ποτέ δεν διελευκάνθηκε. Πιο υποβλητικά από το ρεπορτάζ, η μυθοπλασία αποτυπώνει έναν κόσμο όπου η παγκοσμιοποίηση της οικονομίας ζητάει ανάμεσα στους πιο φτωχούς λαούς του πλανήτη φτηνά εργατικά χέρια, υπάκουα μέχρις εξευτελισμού και εκμεταλλεύσιμα μέχρι θανάτου.
ΚΡΙΤΙΚΗ
Ο Γάλλος δημοσιογράφος και συγγραφέας Πατρίκ Μπαρ (γενν. το 1958) μπορεί να ενταχθεί άνετα στη χορεία των ικανών συνεχιστών του νεότερου γαλλικού αστυνομικού μυθιστορήματος (neo-polar), που ονομάστηκε και της κοινωνικής ανατροπής (polar d' intervention social), μετά τη δυναμική εμφάνιση του Ζαν-Πατρίκ Μανσέτ στις αρχές της δεκαετίας του '70. Ο πρόωρος θάνατος του τελευταίου οπωσδήποτε στοίχισε στο είδος την απώλεια μιας γραφής επινοητικής, με μοντέρνα θεματολογία και συγκεκριμένους στόχους.
Ομως, επειδή ουδείς αναντικατάστατος, τη θέση του Μανσέτ στα γαλλικά και παγκόσμια γράμματα σήμερα διεκδικούν με αξιώσεις ομότεχνοί του όπως ο Ιζό ή ο Μπαρ (ας μην αναφερθούμε σε άλλους μη πολιτικοποιημένους «νουαρίστες»). Οι συγγραφείς αυτοί είναι εξαιρετικά διεισδυτικοί και κινητικοί όσον αφορά το κοινωνικό βεληνεκές τού ούτως ή άλλως, βέβαια, «συνειδητοποιημένου» γενικά αστυνομικού μυθιστορήματος. Εχοντας, λοιπόν, αφομοιώσει γερά την παράδοση της σερί-νουάρ (Serie Noire), την ευρύτερη παρακαταθήκη του είδους, ιδιαίτερα αυτή του «σκληρού», αμερικανικού crime novel αλλά και τα διδάγματα της υπόλοιπης λογοτεχνίας, με κριτική ματιά, που ακονίζει η φιλελεύθερη κουλτούρα τους, οι συγκεκριμένες φωνές προτείνουν πυκνά και σύνθετα κείμενα. Βιβλία τα οποία φιλοδοξούν να μην απευθυνθούν μόνο σε ρέκτες του θρίλερ αλλά και σε πιο απαιτητικούς αναγνώστες, οι οποίοι θα ξεπεράσουν τυχόν κάποιες εύκολες συνταγές γραφής, ορισμένα στερεότυπα του είδους στο επίπεδο της μορφής και της αφήγησης γενικά, για να φθάσουν στην απόλαυση.
Εάν κανείς δεν ξεπεράσει την προκατάληψή του απέναντι στο αστυνομικό μυθιστόρημα, ίσως να μη δεξιωθεί όσο αξίζει μια γραφή που ξέρει να εισχωρεί και να αρδεύει περιοχές εκ πρώτης όψεως στείρες και κορεσμένες. Οπωσδήποτε δεν θα βρεί εκεί σημαντικές υπερβάσεις του ρεαλισμού, μεταφορές εξαίσιες και λεπτουργημένες. Ομως, μπορεί να ακούσει τριγμούς ενός άλλου κόσμου απειλητικού, που είναι ενσωματωμένος στον προφανή και απτό. Πιθανόν να σκεφτεί ότι το «μαύρο» χρώμα είναι συμπύκνωση μορίων του λευκού, μέσα από τη σχέση της αφήγησης με το «υπογάστριο» μιας εξωτερικά εύτακτης πραγματικότητας. Να συνειδητοποιήσει, επίσης, πόσο καλά μπορούν να αξιοποιηθούν τα ερεθίσματα της γενικότερης κουλτούρας (εικονιστικής και μη), σε μια συνεργασία επιβεβλημένη από τις ανάγκες της σύγχρονης έκφρασης. Τέλος, ακόμα και αν τον απωθούν τα θέματα (και) με κοινωνικό προβληματισμό, το κείμενο του Μπαρ, αν μη τι άλλο, θα κάνει τον κάθε καλόπιστο να σκεφθεί ότι εδώ η λογοτεχνία έχει το πάνω χέρι.
Ο Γάλλος συγγραφέας με το εκτενές ανά χείρας βιβλίο του μπορεί και κρατάει αδιάπτωτο το ενδιαφέρον χρησιμοποιώντας ένα θέμα το οποίο φαινομενικά μοιάζει εξαντλημένο από τον κινηματογράφο ή άλλες αφηγήσεις: εννοώ τα βάρβαρα αποτελέσματα της εισβολής της πολυεθνικής μηχανής, στις υπανάπτυκτες χώρες, τα οποία σχετίζονται με οικολογικές και βαθύτερες καταστροφές. Εξωτερικά δομεί το περιεχόμενο ως ρεπορτάζ θέτοντας σχετικούς τίτλους στα κεφάλαια, για να τονίσει το στοιχείο της έρευνας του Τόνι Ζαμπούδιο, ενός Ισπανού δημοσιογράφου γνωστής εφημερίδας, ο οποίος επισκέπτεται το ιστορικό Σιουδάδ Χουάρες, πόλη του Μεξικού, για μια υπόθεση αλυσίδας φρικτών δολοφονιών γυναικών. Η έρευνα αρχίζει και ο Ζαμπούδιο βαθμιαία εισχωρεί σε μια γήινη Κόλαση, σε έναν εφιάλτη που στοιχειώνεται από εικόνες αποτρόπαιες, απόλυτης περιφρόνησης της ανθρώπινης ζωής. Για τις φρικτά μακελεμένες, ύστερα από βιασμό, ανήλικες κοπέλες, κατοίκους των παραγκουπόλεων του Χουάρες και εργάτριες αμερικανικών βιομηχανιών της περιοχής, έχουν κατηγορηθεί ομάδες σατανιστών και κάποιος ανώμαλος που έχει συλληφθεί ως ύποπτος με διάτρητες κατηγορίες.
Ο δημοσιογράφος έχει όλα τα στοιχεία του loser, παρ' ότι επαγγελματικά είναι επιτυχημένος. Είναι γιος αναρχικού που μετανάστευσε εκεί στον Εμφύλιο και μια τραυματική εμπειρία τον συνδέει με τον τόπο: η μητέρα του, όταν αυτός ήταν μικρός, σκοτώθηκε μπροστά στα μάτια του από έναν κακοποιό που προσπαθούσε να διαφύγει ύστερα από ληστεία τράπεζας, ενώ η απόπειρα εναντίον του μικρού απέτυχε (το δραματουργικό αυτό εύρημα μένει μάλλον μετέωρο και ψυχολογικά αδικαίωτο στη σύνολη ιστορία, κάπως εύκολο, «φτηνιάρικο» Το ίδιο μπορεί να πει κανείς και για την προφητεία του μάγου σχετικά με την τύχη του ήρωα). Επιπλέον ο Τόνι βρίσκεται στα πρόθυρα διαζυγίου με τη γυναίκα του, είναι μάλλον αλκοολικός και σωματικά καταρρακωμένος. Οπότε εύκολα κανείς υποψιάζεται εξαρχής την οριακή του πρόσδεση στην ιστορία που ερευνά.
Φυσικά η ηθική του ήρωα δεν σχετίζεται μόνο με τις πατρικές ιδέες αλλά και με εκείνες της τσαντλερικής στάσης ζωής, οι οποίες θα τον κάνουν ένα είδος ιππότη χωρίς παρεκκλίσεις. Ετσι, όταν ανακαλύπτει ύστερα από κοπιώδη προσπάθεια τις πολιτικές/οικονομικές πλεκτάνες οι οποίες βρίσκονται πίσω από την απερίγραπτη και συνεχιζόμενη σφαγή, δεν διστάζει να φθάσει στα άκρα. Η διαδρομή του μέσα από την άθλια μεξικανική πραγματικότητα περιγράφεται από τον Μπαρ με τέτοια αναπαρασττική πειθώ, ώστε νομίζεις ότι διατρέχεις μαζί με τον «χαμένο» Ζαμπούδιο έναν σύγχρονο κρανίου τόπο, εισπνέοντας τις πιο απωθητικές οσμές, μάρτυρας αποκαλυψιακών παραστάσεων.
Ο Μπαρ δεν διστάζει να προχωρήσει, σχεδόν σαδιστικά, στις πιο λεπτομερείς περιγραφές των κατακρεουργημένων πτωμάτων, να μας κάνει θεατές μιας άλλης σκηνής απωθητικής, την οποία διευθύνει μια εκτρωματική λογική συμφερόντων και βάρβαρης στρατηγικής. Για να αποκτήσει το κείμενο τη δύναμη του ντοκουμέντου, ο συγγραφέας, όπως διαβάζουμε στη βιβλιογραφία, συμβουλεύτηκε κείμενα γύρω από τη δράση δολοφόνων κατά συρροή. Ωστόσο η δεξιοτεχνία δεν λείπει στο γενικό εφραστικό μηχανισμό, ο οποίος ξετυλίγει το μίτο της ιστορίας με βάση το σασπένς. Μοιράζοντας την αφήγηση σε βασικά και δευτερεύοντα πρόσωπα, ο συγγραφέας συσσωματώνει το βίαιο, κοινωνικό παρελθόν του Μεξικού, εισάγοντας στη δράση συντελεστές φρίκης, που θα μπορούσαν να έχουν τις ρίζες τους και στην ανθρώπινη, καλά κρυμμένη ορμή θανάτου. Ομως ο Μπαρ, έχοντας μελετήσει καλά, ως φαίνεται, τον Ντάσιελ Χάμετ, δεν ενοχοποιεί την ατομικότητα αλλά μένει στην κοινωνική αιτιότητα, το κέντρο της οποίας κάπου χάνεται, είναι αλήθεια, από την πλειοδοσία του σκότους του ανθρώπινου ψυχισμού στην όλη διαδικασία. Η καταγγελία των απρόσωπων εγκεφάλων δεν αποσβένει όσα διαπράττονται από τις κατευθυνόμενες, έστω, χείρες των αυτουργών. Ο Μπαρ μπορεί να νομίζει ότι λειτουργεί ως ακτιβιστής-συγγραφέας χτυπώντας τα μονοπώλια, όμως κάνει πάνω απ' όλα καλή λογοτεχνία, έστω στο πεπερασμένο πλαίσιο του αστυνομικού είδους, δημιουργώντας με το δυναμικό ρεαλισμό του έναν κόσμο που επιβάλλεται με την έντονα γήινη παρουσία του.
Ο Γιάννης Καυκιάς μετέφερε σε ρέοντα ελληνικά το αιματώδες αυτό κείμενο, το οποίο μετατρέπει το υπαρκτό σε κάτι μεταφυσικό, αφού κάνει απίστευτη και απρόσωπη την πέριξ ημών απωθημένη αγριότητα.
ΤΑΣΟΣ ΓΟΥΔΕΛΗΣ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 01/10/2004
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις