0
Your Καλαθι
Ιστορία της Ελληνικής λογοτεχνίας Ι
Έκπτωση
30%
30%
Περιγραφή
«Το αποτέλεσμα της προσπάθειας αυτής είναι μία σημαντική επιτυχία, ένα έργο που συνδυάζει την κομψότητα της μορφής και τη διεισδυτικότητα της σκέψης με την εξαιρετική πυκνότητα στην ενημέρωση. Στα προτερήματα του βιβλίου συγκαταλέγεται η έμφαση που δίνεται στα λογοτεχνικά είδη και η παρουσίασή τους με λιτές και ακριβείς προσεγγίσεις, όπως, για παράδειγμα, συμβαίνει με την πραγμάτευση της βιογραφίας ή ακόμη και ορισμένων μικρότερων λογοτεχνικών ειδών που πολύ συχνά παραμελούνται σε συναφή έργα.»[...]
Jean Bouffartigue
ΚΡΙΤΙΚΗ
Τι το καινούργιο μπορεί να κομίσει μια ακόμη ιστορία της αρχαίας ελληνικής λογοτεχνίας στη σωρεία τόσων άλλων που έχουν προηγηθεί; Ασφαλώς τα συμπεράσματα των ερευνών των τελευταίων δεκαετιών του 20ού αιώνα. Και αυτά δεν είναι λίγα. Επίσης, να προσφέρει μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα της ελληνικής γραμματείας. Το δίτομο έργο των Suzanne Said, Monique Trede και Alain le Boulluec «Ιστορία της ελληνικής λογοτεχνίας», του οποίου ο πρώτος τόμος) κυκλοφόρησε πρόσφατα, σε μετάφραση των Γ. Ξανθάκη-Καραμάνου, Δ. Τσιλιβερδή και Β. Πόθου, πληροί και τις δύο παραπάνω προϋποθέσεις, παρ' όλο που πρόθεση των συγγραφέων ήταν να δώσουν ένα εγχειρίδιο για χρήση του από φοιτητές του πανεπιστημίου. Αυτή η πρόθεση βέβαια ίσως και να επηρέασε τους συντάκτες της ιστορίας ώστε να αποφύγουν ριψοκίνδυνες κρίσεις επί προσώπων και πραγμάτων. Αλλά το γεγονός ότι η ιστορία τους καλύπτει περίπου 15 αιώνες ελληνικής πνευματικής ανάπτυξης - από τον Ομηρο έως το κλείσιμο της σχολής των Αθηνών από τον Ιουστινιανό, το 529 μ.Χ. - γεφυρώνοντας έτσι την ελληνιστική με τη χριστιανική εποχή, της δίνει ένα πλεονέκτημα έναντι προγενέστερων εγχειρημάτων.
Με τον πρώτο τόμο οι συγγραφείς καλύπτουν τις εξής περιόδους: 8ος-5ος αιώνας π.Χ. (αρχαϊκή, επική εποχή, λυρική ποίηση και προσωκρατική φιλοσοφία). 5ος-4ος αιώνας π.Χ. (κλασική εποχή, δραματική ποίηση, πεζός λόγος και Ιστορία, φιλοσοφία και ρητορεία). Οι συγγραφείς έκαναν καταμερισμό της εργασίας τους υπογράφοντας τα μέρη για τα οποία ευθύνονται, αλλά -τουλάχιστον στον πρώτο τόμο- η Μ. Trede είναι εκείνη που κάνει τις ανακεφαλαιώσεις. Την επιστημονική επιμέλεια της ελληνικής έκδοσης είχε η καθηγήτρια Γεωργία Ξανθάκη-Καραμάνου.
ΝΙΚΟΣ ΝΤΟΚΑΣ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 01/03/2002
ΚΡΙΤΙΚΗ
Μια Ιστορία Αρχαίας Ελληνικής Λογοτεχνίας μπορεί να είναι εξαντλητικό «έργο αναφοράς», όπως η μνημειώδης οκτάτομη των Schmid-Stahlin. Μπορεί να εστιάζεται στην καθαρά λογοτεχνική αξία των κειμένων, όπως η μοναδική πεντάτομη των Α. και Μ. Croiset, ή να 'ναι συνοπτικό εγχειρίδιο, κάτι σαν Λεξικό, μ' έγκυρη επισκόπηση των θεμάτων, κριτική παρουσίαση των πορισμάτων της νεότερης Ερευνας και πλήρως ενημερωμένη Βιβλιογραφία, όπως το μονότομο του Καίμπριτζ, κ' η ξερή, αλλά χρήσιμη πάντως, συναγωγή του Lesky.
Η Ιστορία των Said-Trede-Boulluec δεν ανήκει σε καμιά από τις παραπάνω κατηγορίες. Δεν διαθέτει τον όγκο και τον πλούτο πληροφοριών της πρώτης, τη διεισδυτικότητα και τη σπάνια ευαισθησία κριτηρίων της δεύτερης, την απαραίτητη επιστημονική εποπτεία και πληρότητα της τρίτης. Πρόκειται, καθώς ομολογείται στον Πρόλογο, γι' ανεπτυγμένη μορφή ενός σχεδιάσματος πρωτοεκδεδομένου στα βιβλιαράκια τσέπης της εκλαϊκευτικής σειράς «Que-sais-je», και στις 340 σελίδες του πρώτου της τόμου στριμώχνεται σύμπασα η αρχαιοελληνική Γραμματεία, από τον Ομηρο ίσαμε το τέλος της κλασικής εποχής! Αποτέλεσμα; Οι γενικές εισαγωγές στα επιμέρους είδη περιορίζονται στ' απολύτως απαραίτητα (μισή σελίδα για τη «γέννηση της Φιλοσοφίας», 4 σελίδες για το «νέο πνεύμα» και τους σοφιστές, άλλες τόσες για την κωμωδία ή για τη «γέννηση της Ιστορίας»), ενώ οι ελάσσονες συγγραφείς σκόπιμα έχουν παραλειφθεί -πού να χωρούσαν άλλωστε; Μα κ' οι αναλύσεις για τους μείζονες δεν παραλλάσσουν από τις γνωστές συμβατικές εκείνες -όχι καλύτερες από σημειώσεις επιμελούς φροντιστηριακού φοιτητή!...
Χωρίς έμπνευση
Ετσι, η ελληνική βιβλιαγορά αποκτά άλλο ένα βοήθημα για πρόχειρη πληροφόρηση των γενικώς ενδιαφερομένων, δίχως λάθη ή ακρότητες, αλλά και δίχως ίχνος έμπνευσης... Θυμίζει έντονα τα αιώνια άχρωμα, άοσμα κι άγευστα διδακτικά εγχειρίδια που υποστήκαμε στα πανεπιστημιακά μας χρόνια...
Αποστολή μολαταύτα του μεταφραστή-επιμελητή είναι, όποιο βιβλίο κι αν αναλάβει, να το αποδώσει πιστά και να το προσαρμόσει για το ελληνικό κοινό, ενημερώνοντάς το τουλάχιστον βιβλιογραφικά με όποια ελληνική ή νεότερη ξενόγλωσση έκδοση κυκλοφορεί επί του θέματος.
Δύστυχως τίποτε απ' αυτά δεν έγινε. Μπήκε μόνο η απαραίτητη «εγγυητική» υπογραφή της κυρίας Γ. Ξανθάκη, κι από κάτω αλωνίζουν ελεύθερα τα λάθη κ' οι ασυναρτησίες!
Ξεκινώντας από φράσεις σαν εκείνη της σελ. 8: «η ελληνική λογοτεχνική παραγωγή προορίζεται για προφορική κατανάλωση» (λες και μιλάμε για κρέατα!), ή βάρβαρους γραμματικούς τύπους, όπως: «φυόταν» (σελ. 8), «αναγέρθηκε» (332) και «διαιρημένος» (335), γίνεται εύκολα αντιληπτό πως το κείμενο δεν πέρασε ούτε στοιχειώδες «χτένισμα» από κάποιον ελληνομαθή!
Μεμονωμένα ολισθήματα; Ισως έτσι θα νόμιζε κανείς, αν δεν διάβαζε στη σελ. 19 ότι: «κατά τον G. Jachmann, που μελέτησε την Ιλιάδα, αυτά τα έπη προέρχονται από το συνδυασμό ενός μεγάλου αριθμού ανεξαρτήτων ποιημάτων ή lays». Πάνω που ετοιμάζεται όμως να κατατάξει τον άγνωστο G. Jachmann στους μεγάλους της ομηρικής έρευνας, ανακαλύπτει πως τέτοιος φιλόλογος ποτέ δεν υπήρξε, και τη θεωρία αυτή την πρωτοδιατύπωσε ο Κ. Lachmann! (Κι ας μη βαφτίσουμε μάνι μάνι το λάθος «τυπογραφικό»...)
Τα πράγματα σοβαρεύουν, όταν ενώ ο Ηρόδοτος στην «Ιστορία» του μιλάει για τη σφαγή από τον Δαρείο ενός σφετεριστή μάγου (ιερέα, δηλαδή, των Περσών), στη σελ. 240, οι μεταφραστές γράφουν για τη «σφαγή του... Μάγη» -λες και πρόκειται για κύριο όνομα!... Μα και παρακάτω, στη σελ. 325, διαβάζει κανείς την ακατανόητη φράση πως «ο Αλέξανδρος δικαιώθηκε γρήγορα για την εξέγερση των Θηβαίων, το 335»! Πώς όμως τίθεται θέμα «δικαίωσης» για μια εξέγερση που 'γινε εναντίον του, και μάλιστα ο ίδιος την κατάπνιξε ξεθεμελιώνοντας κιόλας τη Θήβα; Κάποια παρανόηση σίγουρα έχει γίνει -το πρωτότυπο δεν κατορθώσαμε να το βρούμε για να το αντιπαραβάλουμε-, αλλά κατά πάσαν πιθανότητα, υπόκειται η γαλλική έκφραση: faire justice de-, που δεν σημαίνει: «δικαιώνομαι», όπως ένας ημιμαθής θα ξεγελιόταν, παρά: «τιμωρώ». Κι ασφαλώς ο Αλέξανδρος «τιμώρησε» γρήγορα και σκληρότατα τους Θηβαίους για την εξέγερσή τους...
Παρόμοια τραγελαφικά σφάλματα είχαν εντοπιστεί και σε παλιότερη δουλειά του κ. Τσιλιβερδή1, και το δις εξαμαρτείν... (Δεν θα 'πρεπε, άραγε, να καθιερωθεί ένα είδος point-system μεταφραστών, κι αν τα παραπτώματα είναι καθ' υποτροπήν, να σου αφαιρείται η «άδεια»;)
Από αβλεψίες και παραλείψεις βρίθει και η Βιβλιογραφία, στο τέλος του τόμου. Ενώ η επιμελήτρια ισχυρίζεται στον Πρόλογο πως τη συμπλήρωσε κιόλας, δεν μπήκε καν στον κόπο να βρει τις ελληνικές τουλάχιστον εκδόσεις των σημαντικότερων ξένων έργων, ή συμπλήρωσε μόνον όσες θυμόταν από μνήμης προφανώς... Ετσι, για τη «Γένεση της τραγωδίας» του Νίτσε εξακολουθεί να παραπέμπει σε γαλλική μετάφραση, λες και δεν έχει από χρόνια κυκλοφορήσει στα ελληνικά, και για την πασίγνωστη «Παιδεία» του Jaeger, σε αγγλική!... Μα της ξέφυγαν κι ο «Αριστοτέλης» του Ross, κ' οι «Προσωκρατικοί» των Kirk-Raven-Schofield, κ' οι «Αντιγραφείς και Φιλόλογοι» των Reynolds-Wilson, κι ο «Σωκράτης» του Guthrie, κι ο δίτομος «Αριστοτέλης» του During (που 'χουν όλα λαμπρά μεταφραστεί από το Μορφωτικό Ιδρυμα Εθνικής Τραπέζης), κι ο «Ιπποκράτης» του Jouanna, κ' η «Ομηρική Οδύσσεια» του Page, κι ο «Αναξίμανδρος» του Kahn, κ' η «Γεωγραφία» του Jacob, και δεκάδες ακόμα.
Ανισομέρειες
Μα μήπως έγινε σοβαρότερη δουλειά στη συμπλήρωση ξενόγλωσσων έργων; Στο κεφάλαιο περί Προσωκρατικών, να μη μνημονεύεται η μνημειώδης δίτομη σχολιασμένη έκδοση αποσπασμάτων Ηρακλείτου από τον Marcovich και τους Mondolfo-Taran; Στα περί Σωκράτους, να παραλείπεται το νεότερο τετράτομο με τα πλήρη αποσπάσματα του Σωκράτη και όλων των σωκρατικών φιλοσόφων του Giannantoni (1990), ή το τετράτομο των «Σοφιστών» του Untersteiner να καταλογογραφείται ως δίτομο; Να μην αναφέρεται καν πως βρέθηκαν από το 1990 νέα αποσπάσματα Εμπεδοκλή κ' εκδόθηκαν μάλιστα με σχόλια; (Α. Martin -Ο. Primavesi, L' Empedocle de Strasbourg, Berlin, 1999). Και τότε, τι νέο πορίζει η «νέα» αυτή Ιστορία Λογοτεχνίας; Και στο περί Πλάτωνος κεφάλαιο να λείπει η σημαντικότατη μελέτη του Taylor (μεταφρασμένη κι αυτή από το ΜΙΕΤ), κι ο θεμελιώδης δίτομος «Platon» του Wilamowitz, ή το κλασικό επίσης δίτομο του Ritter; Μα κι αδικαιολόγητες ανισομέρειες: Ενώ για τον Αντιφώντα (που δεν αξιώνεται ούτε μια αράδα στο κυρίως κείμενο) στη Βιβλιογραφία υπάρχουν 6 τίτλοι, για τον Λυκούργο (που του αφιερώνεται σελίδα ολόκληρη) η Βιβλιογραφία σιωπά πλήρως, μη περιλαμβάνοντας ούτε μία έκδοση των λόγων του.
Μ' αυτά τα δεδομένα, θα 'ταν υπερβολή ν' απαιτούσε κανείς να 'χε ελεγχθεί κι ο κατάλογος βιβλιογραφίας του πρωτοτύπου, μπας και διορθωνόταν άλλο μαργαριτάρι εκεί: η σημείωση δίπλα στην πασίγνωστη συλλογή αποσπασμάτων Ελλήνων Ιστορικών του F. Jacoby ότι περιέχει και ...μεταφράσεις-λάθος που φανερώνει πως κ' οι Γάλλοι Συντάκτες μάλλον δεν πιάσαν ποτέ Jacoby στα χέρια τους!...
Η αποθέωση της προχειρότητας συμπληρώνεται με αλλεπάλληλες ανακρίβειες στις χρονολογίες, κι ασυνέπειες στη μνεία εκδότη, τόμων κ.λ.
Για πολλοστή φορά, αναρωτιέται κανείς πόσο βάρος έχει η υπογραφή των «υπεύθυνων επιμελητών», που βγάζουν συνήθως την ουρά τους από τη δουλειά της έκδοσης για να τη βάλουν -την ουρά τους!- μόνο στο πρωτοσέλιδο...
ΣΤΑΝΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΔΗΣ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 12/04/2002
ΚΡΙΤΙΚΗ
Η Ιστορία της Ελληνικής Λογοτεχνίας, που εκδόθηκε από τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις της Γαλλίας το 1997, αντιπροσωπεύει μια ανανεωμένη εκδοχή της κλασικής αντίληψης της ιστοριογραφίας της λογοτεχνίας. Η αντίληψη αυτή, στην αρχική μορφή της του 19ου αιώνα, θεωρεί την Ιστορία αφήγηση, της οποίας το ιστορικό υποκείμενο είναι μια ιδέα. Πρόκειται για μια εξιστόρηση που βασίζεται στην άποψη της συνέχειας και οι εξηγήσεις που δίνονται για την πορεία της λογοτεχνικής αλλαγής (η οποία δεν είναι δυνατό να αγνοηθεί ακόμη και στην πιο μικρή ιστορική μονάδα) εντάσσονται και αυτές μέσα στο γενικότερο ενιαίο σχέδιο.
Βασική προϋπόθεση αυτής της αφήγησης αποτελεί η πεποίθηση πως η λογοτεχνική αλλαγή πραγματοποιείται εξελικτικά, και ότι αυτή η αλλαγή αντιστοιχεί στην ανάπτυξη μιας ιδέας, μιας αρχής ή μιας υπερ-προσωπικής οντότητας, που μπορεί να είναι: ένα λογοτεχνικό γένος, το «πνεύμα» μιας εποχής, ο χαρακτήρας ή ο «νους» μιας φυλής, μιας περιοχής, ενός λαού ή ενός έθνους, έτσι όπως αυτά αντανακλώνται στη λογοτεχνία τους. Χαρακτηριστικά σχετικά έργα είναι εκείνα του Hippolyte Taine «Ιστορία της Αγγλικής Λογοτεχνίας» (1863), του Julian Schmidt «Ιστορία της Γερμανικής Λογοτεχνίας από το Θάνατο του Lessing» (1866), του Francesco de Sanctis «Ιστορία της Ιταλικής Λογοτεχνίας» (1870-71), του Georg Brandes «Κύρια Ρεύματα της Λογοτεχνίας του 19ου αιώνα» (1872-90) και του George Saintbury «Σύντομη Ιστορία της Αγγλικής Λογοτεχνίας» (1898).
Σύνθεση Ιστορίας και Κριτικής
Θεμελιώδες αίτημα κάθε Ιστορίας της Λογοτεχνίας είναι η εξήγηση της εξέλιξης της λογοτεχνίας που αυτή περιγράφει. Η περιγραφή αυτής της εξέλιξης θεωρείται η αυτονόητη δομή της κάθε Ιστορίας και με τον τρόπο αυτόν τα βασικά πρακτικά προβλήματα της συγγραφής εντοπίζονται στην οργάνωση των αντιφάσεων που μια ιστορική περίοδος εμφανίζεται πως έχει, από τη στιγμή που εξετάζεται από την άποψη της αφηγηματικής συνέχειας. Στην πραγματικότητα, βεβαίως, τέτοιες αντιφάσεις δεν υφίστανται, επειδή οι έννοιες της αντίφασης ή του κενού έχουν αξιολογική σημασία και γι' αυτό είναι ασύμβατες με εκείνη της ιστορικής διάρκειας.
Η διαφοροποίηση ανάμεσα στις υπάρχουσες αντιλήψεις της ιστοριογραφίας της λογοτεχνίας απορρέει από τις θεωρητικές προϋποθέσεις και τις πρακτικές που χρησιμοποιούνται για την εξασφάλιση της αληθοφάνειας της εκδοχής του λογοτεχνικού παρελθόντος, η οποία συγκροτείται και προτείνεται από μια Ιστορία της Λογοτεχνίας. Μια ουσιαστική, ωστόσο, διαφορά θα αποτελούσε η αναίρεση ή και υπονόμευση της αρχής της αληθοφάνειας. Οι θεωρητικές προϋποθέσεις και πρακτικές για την εξασφάλιση της αληθοφάνειας διαφοροποιούνται σε μεγάλο βαθμό όταν πρόκειται για τη σύνθεση της Ιστορίας μιας λογοτεχνίας της οποίας η ιστορική διάρκεια έχει τερματιστεί πριν από αιώνες, δηλαδή μιας λογοτεχνίας που δεν αποτελεί παρελθόν λειτουργικό μέρος μιας σύγχρονης εθνικής λογοτεχνικής παράδοσης (δηλαδή της νεοελληνικής), αλλά θεωρείται λογοτεχνική τροφός ενός πολυεθνικού (δυτικού) πολιτισμού.
Μια βασική διαφορά ανάμεσα στην Ιστορία μιας αρχαίας λογοτεχνίας (ή, αλλιώς, της λογοτεχνίας μιας «νεκρής» γλώσσας) και σε εκείνη μιας νεότερης και σύγχρονης λογοτεχνίας (ή, αλλιώς, μιας λογοτεχνίας «ζωντανής» γλώσσας), βρίσκεται στην αναλογία της ιστορικής και της κριτικής προοπτικής τους. Είναι γνωστό πως η Ιστορία της Λογοτεχνίας θεωρείται μια σύνθεση Ιστορίας και Κριτικής, η οποία είναι πολύ πιο αποτελεσματική από καθέναν από τους δύο κλάδους χωριστά.
Στις Ιστορίες των αρχαίων λογοτεχνιών, αυτή η σύνθεση καθορίζεται από την κυριαρχία της ιστορίας επειδή αυτό που επιχειρείται είναι η αποκατάσταση ενός παρελθόντος λογοτεχνικού περιβάλλοντος που έχει πλέον μόνο ιστορική σημασία. Αντίθετα, στις Ιστορίες των σύγχρονων λογοτεχνιών η σύνθεση χαρακτηρίζεται από την κυριαρχία της κριτικής, επειδή αυτό που επιχειρείται είναι η συγκρότηση ενός κανόνα των σημαντικών λογοτεχνικών έργων τα οποία πιστεύεται πως αντιστοιχούν στις δεσπόζουσες ιδέες και αξίες, στοιχειοθετώντας έτσι μια πορεία εξέλιξης της λογοτεχνικής παράδοσης.
Ο συνδυασμός θεματικής και χρονολογικής προσέγγισης
Η Ιστορία της Ελληνικής Λογοτεχνίας των Said, Trede και Boulluec, της οποίας ο πρώτος τόμος κυκλοφορεί σε άρτια ελληνική μετάφραση, εξετάζει με επιτυχία την πορεία της αρχαίας ελληνικής λογοτεχνικής παράδοσης για δεκαπέντε περίπου αιώνες, από την ομηρική εποχή (8ος αι. π.Χ.) έως το κλείσιμο της Πλατωνικής Ακαδημίας των Αθηνών από τον Ιουστινιανό (529 μ.Χ.). Τα ιστοριογραφικά, επομένως, προβλήματα που παρουσιάστηκαν παραπάνω γίνονται εντονότερα επειδή διευρύνεται το χρονικό φάσμα της έρευνας, μια και δεν σταματά, όπως συνήθως συμβαίνει, στον 3ο αι. μ.Χ. Η στοιχειοθέτηση, επομένως, της συνέχειας του Ελληνισμού γίνεται δυσκολότερη από τη στιγμή που αυτή -παρ' όλες τις ρήξεις- παρακολουθείται από τον κόσμο των ανακτόρων και των αυλών στον κόσμο των πόλεων, από τις εκστρατείες του Αλεξάνδρου στη ρωμαϊκή κατάκτηση, στις απειλές των βαρβάρων και στα πρώτα χρόνια του χριστιανισμού.
Τη νομιμότητα της αναζήτησης αυτής της συνέχειας, οι τρεις συγγραφείς στηρίζουν και σε μια θεωρία των ίδιων των Ελλήνων, σύμφωνα με την οποία η παιδεία και ο πολιτισμός τους είχαν ομηρική προέλευση: παρ' όλες τις προσαρμογές και τις σοβαρές αποκλίσεις, η προσήλωσή τους στην κληρονομιά ήταν σχεδόν μανιώδης, όπως και η φροντίδα τους για τη διάδοση αυτής της κληρονομιάς. Η προσέγγιση αυτής της συνέχειας σχεδιάζεται στη βάση μεγάλων χρονολογικών διαιρέσεων.
Το πρώτο μέρος περιγράφει τις προϋποθέσεις μιας γένεσης και το πέρασμα από την προφορική παράδοση σ' έναν πολιτισμό όπου η γραφή κατακτά σταδιακά τη θέση της. Με την περίοδο της ανάπτυξης των πόλεων περιγράφεται η δημιουργία μιας πρωτότυπης και πλούσιας ποίησης, με τη διαμόρφωση και κορύφωση των μεγάλων λογοτεχνικών ειδών: της τραγωδίας, της κωμωδίας, της ιστορίας, της βιογραφίας, της ρητορείας, της φιλοσοφίας. Ο πρώτος τόμος καταλήγει στους ελληνιστικούς χρόνους, που θεωρούνται μια καμπή της ελληνικής λογοτεχνίας η οποία σηματοδοτεί τις μεταγενέστερες εξελίξεις, που θα περιληφθούν στο δεύτερο τόμο.
Η προσέγγιση είναι παράλληλα χρονολογική και θεματική. Γι' αυτό, η δομή των κεφαλαίων που αφιερώνονται σε μια μορφή ή σε ένα λογοτεχνικό είδος στο απόγειό του, είναι εξελικτική, ξεκινώντας από τις απαρχές, για να περάσουν στη διαμόρφωση και την ολοκλήρωσή του. Ανάμεσα στην εξαντλητική ανάλυση και στη σαφήνεια, οι συγγραφείς προτίμησαν τη δεύτερη, και γι' αυτό η αφθονία των γεγονότων και των έργων υποτάχθηκε στη συνοχή της αφήγησης, χάριν της οποίας επελέγησαν τα σημαντικότερα κείμενα και οι σημαντικότεροι συγγραφείς.
Αξίζει να σημειώσουμε το γεγονός πως η ελληνική μετάφραση δεν αποδίδει απλώς πιστά το πρωτότυπο, αλλά αποτελεί μια βελτιωμένη εκδοχή του, επειδή διορθώνει αβλεπτήματα και συμπληρώνει τη βιβλιογραφία αλλά και τις αναφορές στις αρχαίες πηγές.
ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΣ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 23/08/2002
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις