0
Your Καλαθι
Τα κομβικά κράτη και η εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ
Έκπτωση
30%
30%
Περιγραφή
Μετά την τρομοκρατική επίθεση στις ΗΠΑ την ενδεκάτη Σεπτεμβρίου του 2001, γενική εντύπωση είναι ότι βρισκόμαστε, όπως στο τέλος του Ψυχρού Πολέμου, το 1989-90, μπροστά σε μια ριζική αναδιάρθρωση των κανόνων του παιχνιδιού του διεθνούς συστήματος.
Όσο δύσκολο κι αν αυτό ακούγεται, ο καλύτερος τρόπος αντίδρασης για τις ΗΠΑ είναι να σπάσουν αυτή την αλυσίδα προκλήσεων και αντιποίνων που τροφοδοτεί όλο και περισσότερο μίσος, και να προτάξουν μια στρατηγική αντιμετώπισης των βαθύτερων αιτίων που οδηγούν στην τρομοκρατία. [...]
ΚΡΙΤΙΚΗ
Οι επιμελητές του συλλογικού αυτού τόμου - γνωστότερος από τους οποίους είναι ο καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Yale, Paul Kennedy - τονίζουν ότι η μελέτη τους απευθύνεται κυρίως σε αυτούς που χαράσσουν την εξωτερική πολιτική των Ηνωμένων Πολιτειών. Θεωρώντας «δεδομένο» ότι η Ουάσιγκτον θα συνεχίσει να δίνει προτεραιότητα στις Μεγάλες Δυνάμεις (Ευρώπη, Ρωσία, Ιαπωνία και Κίνα), σε κράτη ιδιαίτερης πολιτικής ή στρατηγικής σημασίας (Ισραήλ, Σαουδική Αραβία κτλ.) και σε μερικές χώρες-ταραξίες (Βόρεια Κορέα, Ιράκ, Ιράν, Λιβύη), οι συγγραφείς εξετάζουν το είδος της πολιτικής που θα «πρέπει» να υιοθετήσουν οι Ηνωμένες Πολιτείες απέναντι στις «υπόλοιπες 130 ή 140 χώρες του κόσμου» (σελ. 16).
Η εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ προς τον αναπτυσσόμενο κόσμο, σημειώνουν ο Kennedy και οι συνεργάτες του, «συχνά εμφανίζεται αντιφατική και χωρίς σχεδιασμό» (σελ. 15). Η αμερικανική κυβέρνηση, τονίζουν, «έχει ανάγκη» από μια νέα προσέγγιση που θα αποφεύγει τόσο την απερίσκεπτη αδιαφορία για τον αναπτυσσόμενο κόσμο όσο και τους κινδύνους της «υπερβολικής εξάπλωσης» (over-extension) - η τελευταία αυτή έννοια, που αφορά την ανάληψη από μια χώρα μεγαλύτερων δεσμεύσεων στο εξωτερικό από τις δυνατότητές της, έχει θεωρηθεί από τον Kennedy σε μια παλαιότερη μελέτη του (The Rise and Fall of the Great Powers, εκδόσεις Fontana Press, 1989) η κύρια αιτία της παρακμής των Μεγάλων Δυνάμεων.
Οι επιμελητές του βιβλίου επιλέγουν εννέα κράτη του αναπτυσσόμενου κόσμου στα οποία οι ΗΠΑ «θα πρέπει να εστιάσουν την προσοχή τους»: την Ινδονησία, την Ινδία, το Πακιστάν, την Τουρκία, την Αίγυπτο, τη Νότια Αφρική, τη Βραζιλία, την Αλγερία και το Μεξικό. Στα κριτήρια επιλογής, εκτός από το μέγεθος (στις χώρες αυτές διαμένει το 1/3 του παγκόσμιου πληθυσμού), περιλαμβάνονται η σημαντική γεωγραφική θέση και η αβεβαιότητα για το μέλλον. Το τελευταίο κριτήριο - όπως πολύ σωστά παρατηρεί ο καθηγητής Θεόδωρος Κουλουμπής στον Πρόλογο της ελληνικής έκδοσης - είναι εκείνο που διαφοροποιεί το βιβλίο από άλλες επιστημονικές προσεγγίσεις που χρησιμοποιούν την έννοια του «περιφερειακού ηγεμόνα» - ενός κράτους δηλαδή που «αστυνομεύει» μια συγκεκριμένη περιφέρεια (βλ., για παράδειγμα, το άρθρο του Samuel Huntington «The Lonely Superpower», Foreign Affairs, March - April 1999). Σύμφωνα με τη μελέτη του Kennedy και των συνεργατών του, τα «κομβικά κράτη» δεν χαρακτηρίζονται από αδιαμφισβήτητη ισχύ και σταθερότητα, αλλά αντίθετα «ισορροπούν ανάμεσα στην πιθανή επιτυχία και αποτυχία» (σελ. 25). Κατά τους συγγραφείς, η ενδεχόμενη επιτυχία ή αποτυχία των «κομβικών κρατών» θα επηρεάσει θετικά ή αρνητικά όχι μόνο τις προοπτικές της γεωπολιτικής περιφέρειας στην οποία βρίσκονται αλλά ακόμη και τις διεθνείς εξελίξεις.
Στο πρώτο μέρος του βιβλίου γνωστοί επιστήμονες εξετάζουν τις προοπτικές των εννέα «κομβικών κρατών» καθώς και τις σχέσεις τους με τις ΗΠΑ. Στη συνέχεια μια σειρά ειδικοί αναλύουν τις λεγόμενες «μη στρατιωτικές πλευρές της ασφάλειας» που, κατά τη γνώμη του Kennedy και των συνεργατών του, θα επηρεάσουν - πολύ περισσότερο από τον παραδοσιακό στρατιωτικό κίνδυνο - τη μελλοντική σταθερότητα και ευημερία των «κομβικών κρατών». Οι μη στρατιωτικές πλευρές της ασφάλειας που διερευνώνται είναι οι δημογραφικές εξελίξεις, η μετανάστευση, οι απειλές για το περιβάλλον, η προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, οι εθνοτικές συγκρούσεις και η παγκόσμια οικονομία (η έμφαση σε αυτές τις εξελίξεις θυμίζει έντονα ένα παλαιότερο βιβλίο του Paul Kennedy με τίτλο Προετοιμασία για τον 21ο αιώνα, εκδόσεις Νέα Σύνορα - Α. Α. Λιβάνης, 1994). Τέλος, αφού αναλυθεί ο στρατηγικός σχεδιασμός των ΗΠΑ έναντι των «κομβικών κρατών», διατυπώνονται συγκεκριμένες «συστάσεις» των συγγραφέων προς τους αμερικανούς διαμορφωτές πολιτικής (policy makers).
Ενα προφανές ερώτημα που θα μπορούσε να διατυπωθεί στην ανάλυση των «κομβικών κρατών» είναι γιατί επιλέγονται μόνο οι συγκεκριμένες εννέα χώρες. Γιατί, για παράδειγμα, αγνοείται η Νιγηρία ή η Ουκρανία; Ο Kennedy και οι συνεργάτες του απαντούν πειστικά ότι εκείνοι που ασκούν αυτή την κριτική αποδέχονται τη βασική υπόθεση του βιβλίου - ότι δηλαδή μερικά αναπτυσσόμενα κράτη είναι πιο σημαντικά από άλλα (σελ. 27). Μια άλλη σοβαρή ένσταση είναι ότι η θεωρία των «κομβικών κρατών» - όπως και εκείνη του Huntington περί «σύγκρουσης των πολιτισμών» - είναι κανονιστική, αφορά δηλαδή τη χάραξη πολιτικής και κατά συνέπεια δεν είναι ανοικτή στο επιστημονικό κριτήριο της «διαψευσιμότητας». Αν οι προτάσεις των συγγραφέων υιοθετηθούν από τη δυτική υπερδύναμη, ορισμένα από αυτά τα αναπτυσσόμενα κράτη θα μετατραπούν - ακόμη και αν δεν είναι σήμερα - σε «κομβικά». Η θεωρία, δηλαδή, των «κομβικών κρατών», αν γίνει πολιτική, κινδυνεύει να γίνει μια «αυτοεκπληρούμενη προφητεία» (self-fulfilling prophecy).
Η ελληνική έκδοση είναι προσεγμένη και καλαίσθητη. Ωστόσο η μετάφραση θα μπορούσε να είναι καλύτερη. Μάλιστα ορισμένες φορές υπάρχουν σοβαρές παρερμηνείες του πρωτοτύπου. Ενδεικτικά και μόνο, ο όρος «trade unions» αποδίδεται εσφαλμένα ως «εμπορικές ενώσεις» (αντί του ορθού «συνδικαλιστικές οργανώσεις», σελ. 262), ενώ η χώρα Niger μεταφράζεται λανθασμένα ως «Νιγηρία» (αντί του ορθού «Νίγηρας», σελ. 352). Επίσης, η έννοια «containment» έχει καθιερωθεί πλέον στην ελληνική βιβλιογραφία ως «ανάσχεση» και όχι ως «περιορισμός» (π.χ., σελ. 655), ενώ ακόμη και η απόδοση του όρου «pivotal state» ως «κομβικό κράτος» (ο αντίστοιχος αγγλικός όρος του «κομβικού» είναι «nodal») αντί του «βασικό» ή «κεντρικό κράτος» είναι συζητήσιμη.
Πέρα όμως από τις επί μέρους αδυναμίες, η ελληνική έκδοση αυτού του συλλογικού τόμου είναι ένα σημαντικό γεγονός. Και τούτο για δύο λόγους: Πρώτον, γιατί εξοικειώνει τον έλληνα αναγνώστη με την τρέχουσα διεθνή συζήτηση σχετικά με την εξωτερική πολιτική των Ηνωμένων Πολιτειών (το κεφάλαιο που αναφέρεται στην Τουρκία είναι από αυτή τη σκοπιά ιδιαίτερα ενδιαφέρον). Δεύτερον, και κυριότερο, γιατί περιέχει αναλύσεις των εξελίξεων σε σημαντικά κράτη του αναπτυσσόμενου κόσμου, ο οποίος είναι για τους περισσότερους Ελληνες terra incognita. Ιδιαίτερα τα κείμενα που εξετάζουν το Πακιστάν, τη Βραζιλία και την Ινδονησία είναι μοναδικά στην ελληνική βιβλιογραφία.
Αστέρης Χουλιάρας
ΤΟ ΒΗΜΑ , 06-01-2002
ΚΡΙΤΙΚΗ
Ο χαρακτήρας και οι στόχοι της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια αντικείμενο έντονων συζητήσεων και μεγάλης σύγχυσης.
Η έκδοση του τόμου του Paul Kennedy και των συνεργατών του σε ελληνική απόδοση έρχεται την πιο κατάλληλη στιγμή. «Θα μπορούσαμε να προτείνουμε ότι η κοσμοθεωρία της κυβέρνησης George Bush (με βασικούς συνεργάτες τους Richard Cheney, Colin Powell , Donald Rumsfeld και Condolleeza Rice) αντικατοπτρίζεται στη δουλειά του διεθνούς φήμης ιστορικού του Πανεπιστημίου Yale, Paul Kennedy. Το σχετικό έργο επικεντρώνεται στην ανάλυση της διεθνούς συγκυρίας στην αυγή του 21ου αιώνα και στον επιθυμητό πόλο των ΗΠΑ στη διαχείριση της σταθερότητας και στον αγώνα ενάντια στην αστάθεια και δυνητικά, το χάος», σημειώνει στον πρόλογό του ο καθηγητής Θ. Κουλουμπής.
Ο Kennedy και οι συνεργάτες του βλέπουν το σημερινό (μεταψυχροπολεμικό) κόσμο να κινείται σε μια κατάσταση αβεβαιότητας, πολυδιάσπασης, αποκέντρωσης και επακόλουθης αταξίας. Σ' ένα τέτοιο περιβάλλον οι ΗΠΑ έχουν καθήκον, αλλά κυρίως συμφέρον, να παίξουν έναν ρόλο παρεμφερή με αυτόν της Μεγάλης Βρετανίας το 19ο αιώνα. Αυτό ουσιαστικά σημαίνει ότι η υπερδύναμη πρέπει να παραμείνει συντηρητική, δηλαδή υπέρμαχος του status quo.
Ο επιθυμητός ρόλος των ΗΠΑ -στην κορυφή μιας πυραμίδας διακρατικών σχέσεων- συνεπάγεται μια πολιτική συλλογικών ρυθμίσεων σε συντονισμό με τα υπόλοιπα κέντρα ισχύος του πλανήτη, όπως η Ευρωπαϊκή Ενωση (και πρέπει επιτέλους να συνειδητοποιήσουμε ότι εδώ ανήκει η Ελλάδα), η Ρωσία, η Ιαπωνία και η Κίνα. Ο μεγαλύτερος κίνδυνος για τις ΗΠΑ, κατά τον Kennedy και τους συνεργάτες του, είναι το χάος σε ένα διεθνές περιβάλλον, που εγκυμονεί μεγάλες προκλήσεις (ίσως μεγαλύτερες από τη σοβιετική απειλή του ψυχρού πολέμου), όπως η διασπορά πυρηνικών όπλων, η διεθνής τρομοκρατία, τα καρτέλ του εγκλήματος (με έμφαση στη διακίνηση ναρκωτικών), η εθνοτική πολυδιάσπαση των κρατών, η πληθυσμιακή έκρηξη των «φτωχών» και οι συγκρούσεις στο «Νότο» του πλανήτη, που δημιουργούν κύματα πολιτικών και οικονομικών προσφύγων.
Σύμφωνα με τους Kennedy, Chase και Hill, ένα κομβικό κράτος είναι τόσο σημαντικό για την περιοχή του, ώστε η κατάρρευσή του θα σήμαινε ακρωτηριασμό, μετανάστευση, κοινωνία βία, ασθένειες κ.λπ. Αφ' ετέρου, η σταθερή οικονομική πρόοδος και η σταθερότητα ενός κομβικού κράτους θα υποστήριζε το οικονομικό σφρίγος και την πολιτική υγεία της περιοχής και θα ωφελούσε το αμερικανικό εμπόριο και τις επενδύσεις των ΗΠΑ στην περιοχή αυτή.
Στο βιβλίο αυτό ο Kennedy και οι συνεργάτες του προβάλλουν τη θεωρία των «κομβικών κρατών» (pivotal states) και την επιτακτική ανάγκη ενίσχυσης των εύθραυστων κοινωνικοπολιτικών συστημάτων τους. «Είναι ζωτικό», κατά τους συγγραφείς, «για τις ΗΠΑ να επικεντρώσουν τις προσπάθειές τους σε ένα μικρό αριθμό χωρών, των οποίων η μοίρα είναι αβέβαιη και των οποίων το μέλλον θα μπορούσε να επηρεάσει τις συνορεύουσες περιοχές».
Η λίστα των εννέα κομβικών κρατών έχει από μόνη της ιδιαίτερο ενδιαφέρον: Μεξικό και Βραζιλία, Αλγερία, Αίγυπτος και Τουρκία, Ινδία και Πακιστάν, Νότια Αφρική και Ινδονησία. Μεγαλύτερο ενδιαφέρον για μας τους Ελληνες έχουν τα κριτήρια με βάση τα οποία επελέγησαν οι «κομβικοί» του πλανήτη. Είναι τα ακόλουθα: 1) μεγάλος πληθυσμός, 2) σημαντική γεωγραφική θέση, 3) οικονομική προοπτική (νεοανερχόμενη αγορά), 4) «ικανότητα» επηρεασμού (θετικού ή αρνητικού) της περιφερειακής ή/και της διεθνούς σταθερότητας και 5) αβέβαιο και εύθραυστο μέλλον.
Το πέμπτο κριτήριο, αξίζει να τονιστεί, διαφοροποιεί τον Kennedy και τους συνεργάτες του από τις αποτυχημένες θεωρίες του παρελθόντος περί «περιφερειακών χωροφυλάκων», που θα αναλάμβαναν υπερεργολαβικά τα καθήκοντα του περιφερειακού ηγέτη (π.χ., το Ιράν του Σάχη). Εδώ, αντιθέτως, πλησιάζουμε την έννοια του «περιφερειακού ασθενούς», παρά του ηγέτη. Τονίζεται, με άλλα λόγια, η ανάγκη στήριξης, κυρίως με οικονομικά και όχι στρατιωτικά μέσα, αυτών των κρατικών οντοτήτων, των οποίων η αποσταθεροποίηση θα μπορούσε να προκαλέσει αλυσιδωτές περιφερειακές αναταράξεις του τύπου «θεωρία ντόμινο».
ΣΩΤΗΡΗΣ ΝΤΑΛΗΣ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 17/05/2002
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις