Πέντε μεγάλες ωδές και ένας ύμνος για να χαιρετήσουμε τον καινούργιο αιώνα

96966
Συγγραφέας: Claudel, Paul
Εκδόσεις: Ίκαρος
Σελίδες:232
Μεταφραστής:ΖΟΥΜΠΟΥΛΗ ΜΑΤΟΥΛΑ Σ
Ημερομηνία Έκδοσης:01/04/2000
ISBN:9789607721563


Εξαντλημένο από τον Εκδοτικό Οίκο

Περιγραφή


Το έργο παρουσιάστηκε από τον μεγάλο Γάλλο ποιητή στις αρχές του εικοστού αιώνα και είναι η πρώτη φορά που μεταφράζεται στα ελληνικά. Η μετάφραση έγινε από την Ματ. Ζουμπούλη και η ποιητική απόδοση καθώς και το εισαγωγικό δοκίμιο, τα σχόλια και οι σημειώσεις είναι του Ε.Ν. Μόσχου. Ως επίμετρο, παρατίθεται ένα πολυσήμαντο αυτοβιογραφικό κείμενο του Κλωντέλ με τον τίτλο «Η Επιστροφή μου στον Θεό» που ερμηνεύει και σημασιολογεί, κατά τον καλύτερο τρόπο, πολλά καίρια σημεία των Ωδών του.




ΚΡΙΤΙΚΗ



Παρουσιάζουμε στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό ένα έργο μεγάλο, που αποτέλεσε αληθινό ορόσημο για την ευρωπαϊκή σκέψη και λογοτεχνία, όταν πρωτοπαρουσιάστηκε.



Η μετάφραση, σύμφυτη της ατελείας των ανθρωπίνων γλωσσών ακόμη και όταν μετέχει της τελείας εμπνοής, είναι για τον μεταφραστή πόνος, όχι πόνημα. Δυσανάλογος με την αναγνώριση του κοινού, εκφράζει τη συνύπαρξη με το κείμενο που μεταφράζεται, συνύπαρξη η οποία προηγείται ή και έπεται του πονήματος.


Έτσι εξηγείται πως η μετάφραση των «Ωδών» του Κλωντέλ, αφιερωμένη στον Roger Milliex, είναι μια από τις σπάνιες ολοκληρωμένες ελληνικές εκδόσεις ποιητικών έργων της παγκόσμιας βιβλιογραφίας. Παραμένει βέβαια ανοιχτό και ευτυχώς αναπάντητο το ερώτημα πότε είναι καλή μια ποιητική μετάφραση. Αν γνωρίζαμε απόλυτα την απάντηση θα αμφισβητούσαμε την ιδιότητα της τέχνης, το δικαίωμα του δημιουργού να αιφνιδιάζει με μεταφράσεις μοναδικές, αναντικατάστατες. Οι «Ωδές» παρουσιάζουν την αντοχή της πληρότητας, αλλά και έναν αναπάντεχα ελληνόφωνο Κλωντέλ, εύρυθμο, επιβλητικό, όσο πρέπει οικείο. Λίγο περισσότερη «ποιητικότητα» ίσως ανέτρεπε την πειθώ της αυθεντικής έμπνευσης, ενόρασης του θείου. Αίροντας τις συγκυρίες, το μεταφρασμένο κείμενο διαθέτει βιβλικό όγκο: αυτόνομος ποιητικός λόγος, στρατευμένος και συνάμα συμβολικός, τον οποίο ο αναγνώστης μπορεί να εμπιστευθεί. Ο γαλλομαθής απορεί πώς η ελληνική γλώσσα ταιριάζει τόσο σ' έναν ποιητή ριζωμένο γερά στα πάτρια ήθη. Η αντίληψη όμως αυτή του κλωντελικού στίχου, προϊόν μακράς ζύμωσης, πηγάζει από ένα ιδιαίτερα οικείο σημείο συνάντησης με το γαλλικό κείμενο.


Ίσως το κοινό αίσθημα, η ιδέα του Θεού, συντονίζει τη γλωσσική συνείδηση του Κλωντέλ και των ελλήνων του μεταφραστών. Ισως η ελληνική, πλησιέστερη των ευαγγελίων, οδηγεί το verset claudelien στη χαμένη του μήτρα.


Συμβάλλουν ίσως οι οφειλές του Κλωντέλ στην αρχαία ελληνική γραμματεία... Γοητευμένος πάντα από τα ολόκληρα, καθολικά πράγματα, μετέφρασε την τριλογία του Αισχύλου. «Ιδού το έργο που γέμισε ενθουσιασμό τη νεότητά μου, και του οποίου η υπομονετική μελέτη, με τη μορφή της μετάφρασης, ήταν η απασχόληση πολλών ετών της ωριμότητάς μου!» γράφει στην εισαγωγή ο Κλωντέλ και συνεχίζει: «Πόσα μου δίδαξε για τη δραματική Τέχνη! Μα δεν θα κρατήσω παρά ένα και μόνο, ένα που τόσον καιρό στοχάζομαι, το Στίχο. Δεν θα κουραστώ ποτέ να τονίζω πως ο δραματικός Στίχος, όπως τον εφάρμοσαν όλοι οι αρχαίοι μάστορες και ο ίδιος ο Σαίξπηρ, δεν είναι, δεν θα μπορούσε να είναι ο αφηγηματικός στίχος, εξάμετρος ή αλεξανδρινός, με ή δίχως ρίμα. Ουσία του σκηνικού μέτρου είναι ο ίαμβος,... Τον ίαμβο, που η μακρά τριβή μου με το κείμενο του Αισχύλου μου επέτρεψε να μελετήσω σε βάθος και να εφαρμόσω, τον τονισμό του διπλού του χρόνου, θα ακούτε παντού την ημέρα που το κείμενο αυτό θα φτάσει σε σας».


Έτσι πράγματι έγινε· ο απόηχος του κλωντελικού στίχου ξεπέρασε τα όρια γλωσσών, πολιτισμών, ιδεολογιών, που πόλωσαν τον αιώνα που φεύγει. Ο δραματικός, σκηνικός Κλωντέλ, διαδόθηκε στη χώρα μας, αλλ' ο στοχαστής ποιητής Κλωντέλ περίμενε έναν αιώνα ωσότου φθάσουν στο ελληνικό κοινό οι «Πέντε Ωδές» του 1905. Η μεταφραστική όμως ποιότητα της κριτικής αυτής έκδοσης επιτρέπει όχι μόνο να απολαύσουμε ένα εξαίρετο ποιητικό κείμενο, χωρίς περιττές σημειώσεις και υπομνηματισμούς, αλλά και να συμπληρώσουμε τον πίνακα ανταποκρίσεων της ελληνικής και γαλλικής ποίησης: φωτίζει διακριτικά τις πνευματικές συγγένειες του Κλωντέλ, νοσταλγού μεγάλων ποιητικών αγώνων, με τον Σικελιανό, ή τις κοινές του καταβολές από τον Ρεμπώ με τον Ελύτη. Ως την προέλευση των καβαφικών τειχών θυμίζει πως «...η ελεεινή κατοικία όπου δεχόμαστε τον Κύριο μεγαλώνει σιωπηλά μέσα μας, πιο πολύ κι απ' το ναό του Σολομώντα που χτίστηκε χωρίς να ακουστεί κάποιος θόρυβος από αξίνα ή σφυρί».


Όταν ο Κλωντέλ των Ζουμπούλη-Μόσχου αναφωνεί:


«Ω ψυχή μου ανυπόμονη! κανένα δεν πρόκειται εμείς καρνάγιο να στήσουμε και δε θα κυλήσουμε στη θάλασσα καμμιά τριήρη/ίσαμε μια Μεσόγειο μεγάλη από οριζόντιους στίχους, /Νησιά γεμάτη, ευκολοπέραστη για τους εμπόρους, περιτριγυρισμένη απ' όλων των λαών τα λιμάνια! / Έχουμε μια δουλειά πιο επίπονη να κάνουμε / Από το γυρισμό σου, υπομονετικέ Οδυσσέα! / Κάθε δρόμος χαμένος!»


...ένας σιωπηρός διάλογος ανοίγει με την Πόλη και τις Ιθάκες, που γράφτηκαν την ίδια εποχή.


Ένας αιώνας της ελληνικής διανόησης προβληματίστηκε αρνητικά με τη συντηρητική πολιτική νοοτροπία και ιδεολογία του Κλωντέλ. Ένας άλλος αιώνας ίσως διψάει για στίχους με γνήσια έμπνευση και στη γλώσσα μας για ωραία βιβλία.

Μαρία Τσούτσουρα, «ΤΟ ΒΗΜΑ», 04-03-2001

Κριτικές

Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις

Γράψτε μια κριτική
ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Δωρεάν αποστολή σε όλη την Ελλάδα με αγορές > 30€

ΒΙΒΛΙΑ ΧΕΡΙ ΜΕ ΧΕΡΙ

Γιατί τα βιβλία πρέπει να είναι φτηνά!

ΕΩΣ 6 ΑΤΟΚΕΣ ΔΟΣΕΙΣ

Μέχρι 6 άτοκες δόσεις με την πιστωτική σας κάρτα!