0
Your Καλαθι
Πφιτς
Περιγραφή
Ζούσε, τον 18ο αιώνα, ένας ηγεμόνας που αγαπούσε τις επιστήμες και την τελειότητα. Κι αυτή την τελειότητα την αναζητούσε στο σχεδιασμό φανταστικών πόλεων, χωρίς ποτέ να μένει ευχαριστημένος.
Κάποτε, λοιπόν, αποφάσισε να σχεδιάσει την πιο τέλεια από τις φανταστικές του πόλεις. Κάλεσε κοντά του τους καλύτερος χαρτογράφους και τους πιο επινοητικούς βιογράφους, και τους έδωσε την εντολή να δημιουργήσουν με κάθε λεπτομέρεια όχι μόνο τα κτίρια και τους δρόμους της φανταστική του πόλης, αλλά και τις ζωές και τις τύχες των κατοίκων της.
ΚΡΙΤΙΚΗ
Ο σχεδιασμός φανταστικών πόλεων το δέκατο όγδοο αιώνα από έναν λίαν ευφάνταστο Πρίγκιπα, ο οποίος ως άλλος Δαίδαλος επιζητεί την υποταγή του λαβυρινθώδους στην κομψότητα, είναι το πρόσχημα του Andrew Crumey: ο Πφιτς είναι η αποθέωση της επινόησης. Ο κόσμος ανήκει στην κυριολεξία του όρου στη δημιουργική φαντασία ιδιόρρυθμων ατόμων. Η άποψη αυτή είναι παλαιά. Να θυμίσω ενδεικτικά μόνον: «Κι αυτή η ζωή λογοτεχνικής ακολασίας -το να περνάω συνέχεια από τις σελίδες ενός συγγραφέα στις σελίδες ενός άλλου- επηρεάζει τις δικές μου προσπάθειες να γράψω. Γιατί πάντα, όταν κάθομαι στο τρένο με το χαρτί στερεωμένο στα γόνατά μου για να το προφυλάξω από τα τραντάγματα του βαγονιού, η φωνή του συγγραφέα που ήταν ο τελευταίος που μου μίλησε πλημμυρίζει το μυαλό μου περισσότερο από οτιδήποτε έγραψα στην προηγούμενη διαδρομή μου -κι αυτό, μαζί με τη φυσική τάση να ζητάω έγκριση μέσω της μίμησης, αναπόφευκτα με οδηγεί σε μια προσπάθεια να τροποποιήσω τη δική μου φωνή ανάλογα, κι η κάθε μέρα είναι μια καινούργια πράξη εγγαστριμυθίας, καθώς το ένα μετά το άλλο τα βιβλία στέλνονται στα φορτωμένα ράφια και ξεχνιούνται».
Αυτά συμβαίνουν στο πρώτο βιβλίο του Crumey Music, in a Foreign Language, που τιμήθηκε με το βραβείο Saltire (βλ. την ελληνική του εκδοχή στις εκδόσεις του Καστανιώτη, 1997, με τίτλο Μουσική, σε ξένη γλώσσα). Εμμένοντας στην εκμετάλλευση των διακειμενικών δυνατοτήτων, άλλη μια φορά χωρίς ενδοιασμούς ο συγγραφέας ακολουθεί με μαθηματική συνέπεια ένα σχέδιο αναπαράστασης - ανασυγγραφής του παντός. Το χεγκελιανό πέρας της Ιστορίας αμφισβητείται: τίποτα δεν τελειώνει, όλα ανα-τεκμηριώνονται. Οσο για τα προαναφερόμενα βιβλία: στον Πφιτς τη θέση τους την παίρνουν οι χάρτες ενός ουτοπικού πολεοδομικού οργασμού. Βεβαίως ο υπερ-χάρτης είναι η Λογοτεχνία των άλλων. Δηλαδή το μέγα διάγραμμα του ανθρώπου, πάνω στο οποίο χτίζεται λέξη λέξη το απολαυστικό, ανάλαφρο, ευκολοδιάβαστο αλλά και πολυεπίπεδο αυτό μυθιστόρημα, το οποίο ομολογουμένως είναι ότι πιο ευρηματικό έχει καταθέσει έως σήμερα ο Crumey στο χώρο των γόνιμων μετανεωτερικών δοκιμών.
Θα συμφωνήσω μάλιστα χωρίς καμιά επιφύλαξη με τον άοκνο και λυσιτελέστατο πολυμεταφραστή Αχιλλέα Κυριακίδη, ο οποίος διευκρινίζει, επιχειρηματολογώντας διεξοδικά στο δοκίμιο - επίμετρό του «τούτο το επίχαρι σλάλομ του Crumey ανάμεσα σε βραχώδεις λογοτεχνίες, οι ευάριθμες αναφορές του σε προγενέστερα κείμενα (του Borges και επομένως, διά του Borges, της ανεξάντλητης, κοινόχρηστης, οικουμενικής παρακαταθήκης) ακόμα και με τη μορφή αυτούσιων φράσεων ή επεισοδίων, όχι απλώς απέχουν απ' το να συνιστούν πειστήρια ασύστολης λογοκλοπίας, αλλά και μαρτυρούν τη διακειμενικότητα ως το κατ' εξοχήν πατρόν πάνω στο οποίο υφαίνεται το χαλί της μυθοπλασίας» (βλ. σελ. 230). Ο Crumey δρώντας συστηματικά ως ο πολύπειρος μεταπράτης - φυσιοδίφης της γραφής, υποστηρίζει, όσο ελάχιστοι σήμερα, τον εξω-βιωματικό λόγο, την ήκιστα ρεαλιστική αποτύπωση. Το γεγονός ότι καταφέρνει να προκαλέσει παραγωγικά την αναγνωστική μας ηδονή οφείλεται ασφαλώς στις αναμφισβήτητες αρετές του. Γλιστρώντας επιδέξια ανάμεσα από τη Σκύλλα της ακαδημαϊκής τυποποίησης και τη Χάρυβδη των λαϊκιστικών υπεραπλουστεύσεων, το έργο αυτό παραμένει από την αρχή έως το ασθματικό, μεγαλοπρεπές και ανατρεπτικό ταυτόχρονα τέλος του ένας κόλαφος, ένας απηνής διώκτης της ανίας και της πεζογραφικής μετριότητας, που μας περιβάλλει χωρίς οίκτο στις μέρες μας.
Αναδεικνύοντας από κεφάλαιο σε κεφάλαιο την κωμικοτραγική πλευρά σωρείας ιδεολογημάτων, ο Crumey αναπαλαιώνει κυρίως τον Ντιντερό, χωρίς να αδικεί κατάφωρα τη μυθιστορηματική υφή, όπως τη γνωρίσαμε στην κλασική της τουλάχιστον μορφή. Εχοντας πάντα κατά νου τον αναπόφευκτο κορεσμό, που προκλήθηκε από την κατασπατάληση δυνάμεων στον τομέα των σύγχρονων αφηγηματικών συνεκδοχών, ο συγγραφέας κατορθώνει και κάτι άλλο: δεν αλλοτριώνεται μέσα στα διακειμενικά πάθη.
Ο μανικός χαρτογράφος Σενκ είναι η προσωποποίηση του σθένους, που μόνο η ειλικρίνεια του ονείρου μπορεί να συλλάβει και να αρθρώσει στον κειμενοχώρο. Ο άνθρωπος δεν είναι δηλαδή εδώ το τραγικό ή το κωμικό ψεύδος του, αλλά η αντοχή του στο κενό. Από την άποψη αυτή, ο Σενκ είναι ο αντεστραμμένος υπεράνθρωπος του επίσης επίμαχου χαρτογράφου που αναδιέταξε την Ηθική στο σύνολό της, του μαρτυρικού Φρειδερίκου Νίτσε. Φαίνεται ότι η γνωστή επιταγή του Ντιντερό «ας βιαστούμε να κάνουμε τη φιλοσοφία δημοφιλή», παρότρυνε τον Crumey να δώσει πρωτεύουσα θέση στο στοχασμό και στην καλοσυγκερασμένη φιλοσοφική αναζήτηση. Χωρίς να διδάσκει ή να συνθηματολοτεί, ο Πφιτς θα μπορούσε κάλλιστα να διαβαστεί σαν ένα εγκώμιο στην καινοτόμο, ρηξικέλευθη σκέψη. Κι επειδή στην πραγματικότητα μόνο το παρόν υπάρχει, όπως διατείνεται ο παρ' ημίν Χρύσιππος, ο Σενκ έχει βαλθεί να μας ξεναγήσει με περισσή αφοσίωση στο εδώ και τώρα των αειθαλών πνευματικών Φώτων. Οσο για το τέχνασμα του βιβλίου μέσα στο βιβλίο, που υπογράφει ένας πρωτογενής Διαφωτιστής, ο Σποντίνι, συνιστά έναν χρηστικό πανδέκτη ευρέων σημασιολογικών δείξεων. Το απόσπασμα που παραθέτω πιστεύω ότι μαρτυρεί την υποδόρια αλλά σημαίνουσα πρόθεση: «Στο κέντρο της αυλής, ένα σιντριβάνι εξακοντίζει δροσιά στη μεσημεριανή ζέστη, ενώ εγώ, λέει, κάθομαι στη σκιά. Μια υδάτινη φλόγα που κοχλάζει και διπλώνει απαλά, σταθερή όχι τόσο σε σχήμα όσο σε μορφή, που συνεχώς ανεφοδιάζεται από το νερό το οποίο περνάει από μέσα της. Πώς γίνεται και το νερό, που είναι τόσο ευμετάβολο, κρατάει το σχήμα του; Μήπως κι εμείς δεν είμαστε παρά μια μορφή ατελώς άκαμπτη, μέσα απ' την οποία κυλάει αδιάλειπτα μια ανώτερη υπόσταση; Κι αυτή η αυλή, καθώς και η ανάμνησή μου απ' αυτήν, μήπως δεν είναι παρά μια τρεμόσβηστη φλόγα της φαντασίας; (βλ. σελ. 112). Ο Ιταλο Καλβίνο, παραμένοντας σταθερά στον ίσκιο του Μπόρχες, υποτονθορίζει προς τον αεικίνητο Σενκ συμβάλλοντας έτσι στην περαιτέρω προώθηση του αφηγηματικού σχεδίου.
Αν ο Ντιντερό είναι η εμφανέστερη αφετηρία του όλου σημασιολογικού παιχνιδιού, τότε ο Καλβίνο θα πρέπει κατ' ανάγκην να θεωρηθεί ο πολυτιμότερος των υποβολέων. Η πολυφωνία είναι εδώ το οραματικό μείζον. Το δόγμα «η διακειμενικότητα για τη διακειμενικότητα» κατά το «η τέχνη για την τέχνη» βρίσκει εδώ έναν από τους ακμαιότερους και επαρκέστερους εκφραστές του, το μαθηματικό και ευφυή αρχισυντάκτη δηλαδή της φιλολογικής σελίδας της εφημερίδας Scotland on Sunday, τον Andrew Crumey.
Η φασματική κεντρική ηρωίδα, που ενίοτε θυμίζει Ιουλιέτα και Δουλτσινέα, υποστηρίζει τη σκηνική δράση χωρίς να φωνασκεί ή να αντιστρατεύεται τη γενικότερη μυθιστορηματική οικονομία. Οι σπαρταριστοί διάλογοι, οι ενδοδιηγητικές απρόσμενες λύσεις, η νεωτερική χρήση του από μηχανής Θεού, οι σπινθηροβόλοι ορισμοί και η μετρημένη χρήση των στοιχείων της ειρωνείας και του σαρκασμού προσδίδουν στο Πφιτς μία ευφροσύνη πτυχή, μία κειμενική αύρα. Κάτι που διακρίνεται βέβαια με την πρώτη κιόλας ματιά. Διεκπεραιώνοντας το μήνυμά του, ο Crumey δεν ξεχνά ποτέ τις ιδιορρυθμίες και την όλη φυσιολογία της αναγνωστικής πρόσληψης και μάλιστα σε άμεσο βαθμό. Εξού και η ενδελεχής προοπτική του αίσιου λόγου, που καθηλώνει τους τυχερούς που τον διαβάζουν ή τον μελετούν με τη δέουσα προσοχή.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΕΗΣ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 06/02/2004
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις