0
Your Καλαθι
Αποδόμηση, θεωρία και κριτική μετά το δομισμό
Περιγραφή
Στο πεδίο της θεωρίας της λογοτεχνίας, η αποδόμηση έχει προκαλέσει πιθανότατα περισσότερες αντιδράσεις από οποιαδήποτε άλλη κριτική σχολή. Σ' αυτό το βιβλίο ο Culler παρουσιάζει με λεπτομερή τρόπο τις ιδέες και τις μεθόδους της αποδόμησης, προσδιορίζοντας τη σχέση της με διάφορες άλλες εκδοχές της σύγχρονης κριτικής και αποτιμώντας τις επιπτώσεις της στις λογοτεχνικές σπουδές. Παράλληλα επιχειρεί μια συνθετική προσέγγιση της σκέψης του Derrida και ασχολείται επισταμένα με το έργο του Paul de Man.
Ο τρόπος με τον οποίο ο Culler εξηγεί ορισμένες από τις προβληματικότερες έννοιες και μεθόδους της θεωρίας της λογοτεχνίας καθιστά το βιβλίο αυτό απαραίτητο οδηγό για όποιον ενδιαφέρεται να κατανοήσει τη σύγχρονη κριτική σκέψη.
Κριτική:
Αναγνωστικές ιστορίες
Από τον Φις, τον Χόλαντ και τον Ιζερ μέχρι τον Ντεριντά και τον Φρόιντ
Το περίφημο αυτό βιβλίο του Τζόναθαν Κάλερ (Jonathan Culler) κυκλοφόρησε πρόσφατα στα ελληνικά. Ο συγγραφέας είναι γνωστός στην Ελλάδα από ένα εγχειρίδιό του, «Λογοτεχνική θεωρία: Μια συνοπτική εισαγωγή», του 1997. Στο εξωτερικό ωστόσο ο Κάλερ έγινε γνωστός ήδη από το 1975 με ένα βιβλίο για τον δομισμό, «Structuralist Poetics: Structuralism, Linguistics, and the Study of Literature» («Στρουκτουραλιστική ποιητική: Στρουκτουραλισμός, γλωσσολογία και η σπουδή της λογοτεχνίας»). Η κριτική αυτή παρουσίαση των δομιστικών θεωριών για τη γλώσσα, την ποίηση και την πεζογραφία βασίζεται στη θεωρία ότι το νόημα δεν είναι ένα αντικειμενικό δεδομένο, αλλά παράγεται από ένα σύστημα· στις λέξεις/σημεία, για παράδειγμα, ένα μόρφημα ή ένα φώνημα (οι μικρότερες δηλαδή μονάδες νοήματος και φθόγγου, αντίστοιχα) αποκτά «νόημα», διότι συσχετίζεται ή διαφοροποιείται από παρόμοιες μονάδες που ανήκουν στο γλωσσικό σύστημα. Ετσι, οι πρώιμοι και οι κυρίως δομιστές θεωρητικοί της λογοτεχνίας επιχειρούν να προσδιορίσουν το σύστημα της λογοτεχνίας, το οποίο υπόκειται στα λογοτεχνικά έργα. Ο Κάλερ αναπτύσσει εδώ τη δική του θεωρία για τη «λογοτεχνική ικανότητα» (literary competence) που ενεργοποιεί ο αναγνώστης για να παραγάγει νόημα από το λογοτεχνικό κείμενο. Η έννοια αυτή έχει ως πρότυπό της τη «γλωσσική ικανότητα»: ως άνθρωποι φέρουμε εν δυνάμει την ικανότητα ή επάρκεια (competence) να χρησιμοποιούμε τη γλώσσα, και κάθε φορά που ακούμε ή μιλάμε, υπάρχει μια ενεργοποίηση (performance) αυτής της ικανότητας· είναι σαν ένα παιδί εφτά ετών να «γνωρίζει» ήδη όλους τους κανόνες και τη μορφολογία της γραμματικής και του συντακτικού. Παρόμοια και ο αναγνώστης του λογοτεχνικού κειμένου -υποστηρίζει ο Κάλερ- ενεργοποιεί προσδοκίες και γνώση των συμβάσεων που προσδιορίζουν ένα έργο ως λογοτεχνικό· εν ολίγοις, ο αναγνώστης δραστηριοποιεί μια «γραμματική» της λογοτεχνίας, την οποία «γνωρίζει» διαισθητικά, εμπειρικά ή ατελώς.
Το 1981 ο Κάλερ δημοσίευσε ένα άλλο σημαντικό βιβλίο, «The Pursuit of Signs: Semiotics, Literature, Deconstruction» («Η αναζήτηση των σημείων: Σημειωτική, λογοτεχνία, αποδομισμός»), που ήταν μια συναγωγή άρθρων για τις αναγνωστικές θεωρίες, τη διακειμενικότητα, την ψυχανάλυση, το ρητορικό σχήμα της μεταφοράς κ.λπ. Κι εδώ γινόταν εμφανής η εντυπωσιακή οξύνοια του Κάλερ, η ικανότητά του να αναπαριστά πολύπλοκες θεωρίες με τρόπο καίριο και συνοπτικό, και επιπλέον να ασκεί μια κριτική που έμπαινε στην καρδιά των προβλημάτων.
Απαραίτητο εγχειρίδιο
Το βιβλίο του 1975 για τον δομισμό, μολονότι παρουσιάζει αρνητικά -σχεδόν σε βαθμό αδικίας- τις θεωρίες των Γιάκομπσον (Jakobson) και Γκρεϊμάς (Greimas), είναι ένα εξαιρετικά κατατοπιστικό και απαραίτητο εγχειρίδιο, για όποιον ενδιαφέρεται για τη θεωρία της λογοτεχνίας. Και εκπλήσσει το γεγονός ότι το «Μεταίχμιο» επέλεξε να εκδώσει πρώτα το βιβλίο του για τον αποδομισμό, το οποίο ο ίδιος θεωρεί συνέχεια του βιβλίου του για τον δομισμό. Και όμως, το βιβλίο του Κάλερ για τον δομισμό, όπως και η «Θεωρία λογοτεχνίας» των Ρενέ Γουέλεκ και Οστιν Γουόρεν (Wellek & Warren) και «Ο αφηγηματικός λόγος» του Ζεράρ Ζενέτ (Genette), είναι desiderata για όλους τους Ελληνες ενδιαφερόμενους για τη λογοτεχνία και τους φοιτητές των φιλοσοφικών σχολών, ιδίως όταν οι εκδότες δημοσιεύουν τα τελευταία χρόνια βιβλία αποδομιστών και άλλων θεωρητικών, τα οποία θέτουν υπό αμφισβήτηση την αξία των θεωριών για τη λογοτεχνία - βιβλία, τα οποία προϋποθέτουν τη γνώση των ιδεών που εκτίθενται τουλάχιστον στα παραπάνω τρία θεμελιώδη και πρωτογενή βιβλία. Γιατί βέβαια η μεταθεωρία έρχεται, αφού η θεωρία έχει διανύσει έναν πλήρη κύκλο. Κάποτε εμφανίζουμε τον επαρχιωτισμό μας, όταν πιπιλάμε ονόματα, όπως του Ντεριντά και του Ντε Μαν, ενώ από πίσω χάσκει το σκοτάδι της άγνοιάς μας. Ιδίως όταν ελαφρά τη καρδία κάνουμε κριτική για τη μη συμπερίληψη της ιστορικής διάστασης στις φορμαλιστικές και δομιστικές θεωρίες, αλλά συγχρόνως αγνοούμε την ιστορική συγκυρία για την επινόηση και για τη διαλεκτική εξέλιξη όλων αυτών των θεωριών και εκείνων που επακολούθησαν.
Ηδη στο έργο του τού 1975 για τον δομισμό ο Κάλερ έδειχνε τις αποδομιστικές προτιμήσεις του· σε αυτό η παρουσίαση του Ρολάν Μπαρτ (Barthes) είναι ιδιαίτερα ευμενής, ενώ το προτελευταίο κεφάλαιο αναφέρεται στην παρέα των συνεργατών του περιοδικού «Tel Quel», στους «πέρα από τον δομισμό» θεωρητικούς (Derrida, Kristeva). Ας έρθουμε λοιπόν στο βιβλίο του Κάλερ «Αποδόμηση» («On Deconstruction»), που κυκλοφόρησε τώρα στα ελληνικά. Πρόκειται για έναν ογκώδη τόμο πεντακοσίων σελίδων, στον οποίο, μολονότι επισκοπείται η έως το 1982 αποδομιστική παραγωγή, η επισκόπηση αυτή παρέχεται με τόσο βαθιά γνώση αλλά και πεποίθηση για την αξία του αντικειμένου, ώστε ο Κάλερ ανάγεται σε αυθεντία. Ετσι, ενώ δημοσιεύτηκε εδώ και ένα τέταρτο αιώνα, δεν είναι διόλου παρωχημένο και η μετάφρασή του στα ελληνικά αποβαίνει εξαιρετικά χρήσιμη.
Το βιβλίο περιλαμβάνει τρία μεγάλα κεφάλαια, «Αναγνώστες και ανάγνωση», «Αποδόμηση», «Αποδομητική κριτική». Υποκεφάλαιο του πρώτου κεφαλαίου είναι το «Διαβάζοντας ως γυναίκα», όπου παρουσιάζεται η φεμινιστική κριτική ή μάλλον η γυναίκα ως αναγνώστης λογοτεχνικών έργων, ο οποίος κάποτε ταυτίζεται με τους γυναικείους χαρακτήρες και κάποτε χειραγωγείται στο να ταυτίζεται με τους ανδρικούς. Η φεμινιστική προσέγγιση εξετάζει επίσης τη γυναίκα ως αναγνώστη μιας φαλλοκεντρικής κριτικής και ιστορίας της λογοτεχνίας. Στο τρίτο υποκεφάλαιο του ίδιου κεφαλαίου, «Αναγνωστικές ιστορίες», παρουσιάζονται κριτικά οι θεωρίες των Στάνλι Φις (Fish), Νόρμαν Χόλαντ (Holland) και Βόλφγκανγκ Ιζερ (Iser).
Το δεύτερο κεφάλαιο, το οποίο διαιρείται σε πέντε υποκεφάλαια, είναι όλο αφιερωμένο σε θεωρίες του Ντεριντά. Στο πρώτο υποκεφάλαιο εκτίθεται η θεωρία για τον λογοκεντρισμό, ενώ στο δεύτερο, στο οποίο ο Κάλερ προσπαθεί να δει τις επιπτώσεις του αποδομισμού πάνω στα μοντέλα σημασιοδότησης, εκτίθεται η διαμάχη του Ντεριντά με τον φιλόσοφο της γλώσσας Τζον Σερλ (Searle). Το τρίτο και τέταρτο υποκεφάλαιο αναφέρονται στις διαδρομές του Ντεριντά στους χώρους της ψυχανάλυσης. Στο μεγάλο πέμπτο υποκεφάλαιο ο Κάλερ ανιχνεύει τις επιπτώσεις που επιφέρει ο αποδομισμός στη θεωρία της λογοτεχνίας.
Στο τρίτο κεφάλαιο ο Κάλερ συζητεί κριτικές αναγνώσεις αποδομιστών, όπως του Πολ ντε Μαν (de Man), του Τζ. Χίλις-Μίλερ (Hillis-Miller), της Μπάρμπαρα Τζόνσον (Johnson) κ.λπ. Ενα μεγάλο μέρος του τρίτου κεφαλαίου αφιερώνεται σε συζητήσεις αποδομιστών για κείμενα του Φρόιντ (ο Κάλερ παρουσιάζει την ανάγνωση που κάνει ο Χερτζ της ανάγνωσης που έκανε ο Φρόιντ του παράδοξου διηγήματος «Ο αμμοάνθρωπος» -μπαμπούλας για τα γερμανάκια- του ρομαντικού Ε. Τ. Α. Χόφμαν) και λογοτεχνικά κείμενα (το διήγημα «Το στρίψιμο της βίδας» του Χένρι Τζέιμς, τη νουβέλα «Μπίλι Μπαντ» του Χέρμαν Μέλβιλ), στα οποία προσιδιάζει η ψυχαναλυτική προσέγγιση.
Η ελληνική μετάφραση είναι ένας άθλος! Ο μεταφραστής, ο Απόστολος Λαμπρόπουλος, πέτυχε να αποδώσει στα ελληνικά όχι μόνο το κείμενο του Κάλερ, αλλά και παραθέματα διαβολεμένα δύσκολων κειμένων, του Ντεριντά, του Ντε Μαν. Του αξίζει κάθε έπαινος· έπαινος προφανώς αξίζει και στη διευθύντρια της σειράς Αννα Τζούμα, η οποία -όπως φαίνεται από τον πρόλογο του μεταφραστή- συμμετείχε ενεργά στη διαμόρφωση του τελικού ελληνικού κειμένου. Δεν έχω παρά να συστήσω ανεπιφύλακτα το βιβλίο του Κάλερ στους Ελληνες λάτρες και σπουδαστές της λογοτεχνίας.
Σ. Ν. ΦΙΛΙΠΠΙΔΗΣ,ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 01/06/2007
Ο τρόπος με τον οποίο ο Culler εξηγεί ορισμένες από τις προβληματικότερες έννοιες και μεθόδους της θεωρίας της λογοτεχνίας καθιστά το βιβλίο αυτό απαραίτητο οδηγό για όποιον ενδιαφέρεται να κατανοήσει τη σύγχρονη κριτική σκέψη.
Κριτική:
Αναγνωστικές ιστορίες
Από τον Φις, τον Χόλαντ και τον Ιζερ μέχρι τον Ντεριντά και τον Φρόιντ
Το περίφημο αυτό βιβλίο του Τζόναθαν Κάλερ (Jonathan Culler) κυκλοφόρησε πρόσφατα στα ελληνικά. Ο συγγραφέας είναι γνωστός στην Ελλάδα από ένα εγχειρίδιό του, «Λογοτεχνική θεωρία: Μια συνοπτική εισαγωγή», του 1997. Στο εξωτερικό ωστόσο ο Κάλερ έγινε γνωστός ήδη από το 1975 με ένα βιβλίο για τον δομισμό, «Structuralist Poetics: Structuralism, Linguistics, and the Study of Literature» («Στρουκτουραλιστική ποιητική: Στρουκτουραλισμός, γλωσσολογία και η σπουδή της λογοτεχνίας»). Η κριτική αυτή παρουσίαση των δομιστικών θεωριών για τη γλώσσα, την ποίηση και την πεζογραφία βασίζεται στη θεωρία ότι το νόημα δεν είναι ένα αντικειμενικό δεδομένο, αλλά παράγεται από ένα σύστημα· στις λέξεις/σημεία, για παράδειγμα, ένα μόρφημα ή ένα φώνημα (οι μικρότερες δηλαδή μονάδες νοήματος και φθόγγου, αντίστοιχα) αποκτά «νόημα», διότι συσχετίζεται ή διαφοροποιείται από παρόμοιες μονάδες που ανήκουν στο γλωσσικό σύστημα. Ετσι, οι πρώιμοι και οι κυρίως δομιστές θεωρητικοί της λογοτεχνίας επιχειρούν να προσδιορίσουν το σύστημα της λογοτεχνίας, το οποίο υπόκειται στα λογοτεχνικά έργα. Ο Κάλερ αναπτύσσει εδώ τη δική του θεωρία για τη «λογοτεχνική ικανότητα» (literary competence) που ενεργοποιεί ο αναγνώστης για να παραγάγει νόημα από το λογοτεχνικό κείμενο. Η έννοια αυτή έχει ως πρότυπό της τη «γλωσσική ικανότητα»: ως άνθρωποι φέρουμε εν δυνάμει την ικανότητα ή επάρκεια (competence) να χρησιμοποιούμε τη γλώσσα, και κάθε φορά που ακούμε ή μιλάμε, υπάρχει μια ενεργοποίηση (performance) αυτής της ικανότητας· είναι σαν ένα παιδί εφτά ετών να «γνωρίζει» ήδη όλους τους κανόνες και τη μορφολογία της γραμματικής και του συντακτικού. Παρόμοια και ο αναγνώστης του λογοτεχνικού κειμένου -υποστηρίζει ο Κάλερ- ενεργοποιεί προσδοκίες και γνώση των συμβάσεων που προσδιορίζουν ένα έργο ως λογοτεχνικό· εν ολίγοις, ο αναγνώστης δραστηριοποιεί μια «γραμματική» της λογοτεχνίας, την οποία «γνωρίζει» διαισθητικά, εμπειρικά ή ατελώς.
Το 1981 ο Κάλερ δημοσίευσε ένα άλλο σημαντικό βιβλίο, «The Pursuit of Signs: Semiotics, Literature, Deconstruction» («Η αναζήτηση των σημείων: Σημειωτική, λογοτεχνία, αποδομισμός»), που ήταν μια συναγωγή άρθρων για τις αναγνωστικές θεωρίες, τη διακειμενικότητα, την ψυχανάλυση, το ρητορικό σχήμα της μεταφοράς κ.λπ. Κι εδώ γινόταν εμφανής η εντυπωσιακή οξύνοια του Κάλερ, η ικανότητά του να αναπαριστά πολύπλοκες θεωρίες με τρόπο καίριο και συνοπτικό, και επιπλέον να ασκεί μια κριτική που έμπαινε στην καρδιά των προβλημάτων.
Απαραίτητο εγχειρίδιο
Το βιβλίο του 1975 για τον δομισμό, μολονότι παρουσιάζει αρνητικά -σχεδόν σε βαθμό αδικίας- τις θεωρίες των Γιάκομπσον (Jakobson) και Γκρεϊμάς (Greimas), είναι ένα εξαιρετικά κατατοπιστικό και απαραίτητο εγχειρίδιο, για όποιον ενδιαφέρεται για τη θεωρία της λογοτεχνίας. Και εκπλήσσει το γεγονός ότι το «Μεταίχμιο» επέλεξε να εκδώσει πρώτα το βιβλίο του για τον αποδομισμό, το οποίο ο ίδιος θεωρεί συνέχεια του βιβλίου του για τον δομισμό. Και όμως, το βιβλίο του Κάλερ για τον δομισμό, όπως και η «Θεωρία λογοτεχνίας» των Ρενέ Γουέλεκ και Οστιν Γουόρεν (Wellek & Warren) και «Ο αφηγηματικός λόγος» του Ζεράρ Ζενέτ (Genette), είναι desiderata για όλους τους Ελληνες ενδιαφερόμενους για τη λογοτεχνία και τους φοιτητές των φιλοσοφικών σχολών, ιδίως όταν οι εκδότες δημοσιεύουν τα τελευταία χρόνια βιβλία αποδομιστών και άλλων θεωρητικών, τα οποία θέτουν υπό αμφισβήτηση την αξία των θεωριών για τη λογοτεχνία - βιβλία, τα οποία προϋποθέτουν τη γνώση των ιδεών που εκτίθενται τουλάχιστον στα παραπάνω τρία θεμελιώδη και πρωτογενή βιβλία. Γιατί βέβαια η μεταθεωρία έρχεται, αφού η θεωρία έχει διανύσει έναν πλήρη κύκλο. Κάποτε εμφανίζουμε τον επαρχιωτισμό μας, όταν πιπιλάμε ονόματα, όπως του Ντεριντά και του Ντε Μαν, ενώ από πίσω χάσκει το σκοτάδι της άγνοιάς μας. Ιδίως όταν ελαφρά τη καρδία κάνουμε κριτική για τη μη συμπερίληψη της ιστορικής διάστασης στις φορμαλιστικές και δομιστικές θεωρίες, αλλά συγχρόνως αγνοούμε την ιστορική συγκυρία για την επινόηση και για τη διαλεκτική εξέλιξη όλων αυτών των θεωριών και εκείνων που επακολούθησαν.
Ηδη στο έργο του τού 1975 για τον δομισμό ο Κάλερ έδειχνε τις αποδομιστικές προτιμήσεις του· σε αυτό η παρουσίαση του Ρολάν Μπαρτ (Barthes) είναι ιδιαίτερα ευμενής, ενώ το προτελευταίο κεφάλαιο αναφέρεται στην παρέα των συνεργατών του περιοδικού «Tel Quel», στους «πέρα από τον δομισμό» θεωρητικούς (Derrida, Kristeva). Ας έρθουμε λοιπόν στο βιβλίο του Κάλερ «Αποδόμηση» («On Deconstruction»), που κυκλοφόρησε τώρα στα ελληνικά. Πρόκειται για έναν ογκώδη τόμο πεντακοσίων σελίδων, στον οποίο, μολονότι επισκοπείται η έως το 1982 αποδομιστική παραγωγή, η επισκόπηση αυτή παρέχεται με τόσο βαθιά γνώση αλλά και πεποίθηση για την αξία του αντικειμένου, ώστε ο Κάλερ ανάγεται σε αυθεντία. Ετσι, ενώ δημοσιεύτηκε εδώ και ένα τέταρτο αιώνα, δεν είναι διόλου παρωχημένο και η μετάφρασή του στα ελληνικά αποβαίνει εξαιρετικά χρήσιμη.
Το βιβλίο περιλαμβάνει τρία μεγάλα κεφάλαια, «Αναγνώστες και ανάγνωση», «Αποδόμηση», «Αποδομητική κριτική». Υποκεφάλαιο του πρώτου κεφαλαίου είναι το «Διαβάζοντας ως γυναίκα», όπου παρουσιάζεται η φεμινιστική κριτική ή μάλλον η γυναίκα ως αναγνώστης λογοτεχνικών έργων, ο οποίος κάποτε ταυτίζεται με τους γυναικείους χαρακτήρες και κάποτε χειραγωγείται στο να ταυτίζεται με τους ανδρικούς. Η φεμινιστική προσέγγιση εξετάζει επίσης τη γυναίκα ως αναγνώστη μιας φαλλοκεντρικής κριτικής και ιστορίας της λογοτεχνίας. Στο τρίτο υποκεφάλαιο του ίδιου κεφαλαίου, «Αναγνωστικές ιστορίες», παρουσιάζονται κριτικά οι θεωρίες των Στάνλι Φις (Fish), Νόρμαν Χόλαντ (Holland) και Βόλφγκανγκ Ιζερ (Iser).
Το δεύτερο κεφάλαιο, το οποίο διαιρείται σε πέντε υποκεφάλαια, είναι όλο αφιερωμένο σε θεωρίες του Ντεριντά. Στο πρώτο υποκεφάλαιο εκτίθεται η θεωρία για τον λογοκεντρισμό, ενώ στο δεύτερο, στο οποίο ο Κάλερ προσπαθεί να δει τις επιπτώσεις του αποδομισμού πάνω στα μοντέλα σημασιοδότησης, εκτίθεται η διαμάχη του Ντεριντά με τον φιλόσοφο της γλώσσας Τζον Σερλ (Searle). Το τρίτο και τέταρτο υποκεφάλαιο αναφέρονται στις διαδρομές του Ντεριντά στους χώρους της ψυχανάλυσης. Στο μεγάλο πέμπτο υποκεφάλαιο ο Κάλερ ανιχνεύει τις επιπτώσεις που επιφέρει ο αποδομισμός στη θεωρία της λογοτεχνίας.
Στο τρίτο κεφάλαιο ο Κάλερ συζητεί κριτικές αναγνώσεις αποδομιστών, όπως του Πολ ντε Μαν (de Man), του Τζ. Χίλις-Μίλερ (Hillis-Miller), της Μπάρμπαρα Τζόνσον (Johnson) κ.λπ. Ενα μεγάλο μέρος του τρίτου κεφαλαίου αφιερώνεται σε συζητήσεις αποδομιστών για κείμενα του Φρόιντ (ο Κάλερ παρουσιάζει την ανάγνωση που κάνει ο Χερτζ της ανάγνωσης που έκανε ο Φρόιντ του παράδοξου διηγήματος «Ο αμμοάνθρωπος» -μπαμπούλας για τα γερμανάκια- του ρομαντικού Ε. Τ. Α. Χόφμαν) και λογοτεχνικά κείμενα (το διήγημα «Το στρίψιμο της βίδας» του Χένρι Τζέιμς, τη νουβέλα «Μπίλι Μπαντ» του Χέρμαν Μέλβιλ), στα οποία προσιδιάζει η ψυχαναλυτική προσέγγιση.
Η ελληνική μετάφραση είναι ένας άθλος! Ο μεταφραστής, ο Απόστολος Λαμπρόπουλος, πέτυχε να αποδώσει στα ελληνικά όχι μόνο το κείμενο του Κάλερ, αλλά και παραθέματα διαβολεμένα δύσκολων κειμένων, του Ντεριντά, του Ντε Μαν. Του αξίζει κάθε έπαινος· έπαινος προφανώς αξίζει και στη διευθύντρια της σειράς Αννα Τζούμα, η οποία -όπως φαίνεται από τον πρόλογο του μεταφραστή- συμμετείχε ενεργά στη διαμόρφωση του τελικού ελληνικού κειμένου. Δεν έχω παρά να συστήσω ανεπιφύλακτα το βιβλίο του Κάλερ στους Ελληνες λάτρες και σπουδαστές της λογοτεχνίας.
Σ. Ν. ΦΙΛΙΠΠΙΔΗΣ,ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 01/06/2007
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις