0
Your Καλαθι
Μια θρησκευτικότητα χωρίς Θεό
Ο άνθρωπος και η φύση στους Στωικούς της Αθήνας
Έκπτωση
30%
30%
Περιγραφή
Ο στωικισμός γεννήθηκε στην Αθήνα κατά τη διάρκεια μιας σοβαρής κρίσης, η οποία σημαδεύει το τέλος της αυτονομίας της πόλεως. Η μακεδονική κυριαρχία θα ανακαλέσει τα στοιχεία που δημιούργησαν την πολιτική αυθεντικότητα της Ελλάδας και θα οδηγήσει σε μια πραγματική πολιτισμική κρίση με τα γνωστά συνακόλουθα συμπτώματα: αβεβαιότητα, πολιτική αναξιοπιστία, ατομικιστικές διαμαρτυρίες, κ.ά. Έτσι εγκωμιάστηκε η επιστροφή στις ρίζες, στον πρωτογονισμό, στις φυσικές καταστάσεις, ενώ παράλληλα σημειώθηκε μια άνθιση θρησκευτικότητας.
ΚΡΙΤΙΚΗ
Εκείνο που με σταμάτησε σε αυτό το βιβλίο, και του έδωσε προτεραιότητα στα διαβάσματά μου, ήταν το θέμα του. Για τη συγγραφέα δεν έτυχε να έχω ακούσει -εδώ μαθαίνουμε ότι είναι ομότιμη καθηγήτρια Αρχαίας Ιστορίας (τίνος;) στο Universite de Paris VIII. Το βιβλίο αναφέρει ότι πρωτοεκδόθηκε στα γαλλικά το 1991, αλλά εδώ αποδίδεται στα ελληνικά από την ίδια τη συγγραφέα, με κάποια προσαρμογή για το ελληνικό κοινό. Αρα είναι βιβλίο σημερινό. Εξ αρχής με βρήκε σύμφωνο η άποψη της συγγραφέως ότι η στωική διδασκαλία «από πολλές απόψεις αφορά το σύγχρονο άνθρωπο». Αν και βρήκα επίσης περίεργη την άποψη ότι «Οι σχέσεις ανάμεσα στο χριστιανισμό και την αρχαία φιλοσοφία... περνάνε όλες, ή σχεδόν όλες, από τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη. Οι αναφορές στους "παγανιστές φιλοσόφους", οι συζητήσεις και οι διαμάχες, διασταυρώνονται και αναπτύσσονται γύρω από την αντίθεση ανάμεσα στον πλατωνισμό και τον αριστοτελισμό». (σ. 11). Για να καταλήξει ότι «Δεν υπήρχε καμιά κοινή γλώσσα ανάμεσα στη χριστιανική σκέψη και σε αυτή την τελευταία πνευματική κληρονομιά της Ελλάδας» (σ.12). Παρά το γεγονός ότι η συγγραφέας προδήλως στηρίζεται αποκλειστικά σε γαλλική βιβλιογραφία, φαίνεται ότι δεν πήρε ποτέ στα χέρια της βιβλία όπως του Μ. Spanneut, Le Stoicisme des Peres de l' Egllise (Paris, 1957). Πήρε όμως το του V. Goldschmidt, Le Systeme Stoicien et l'ldee de Temps, (Paris, 1953 και 1978), τον οποίο προσωπικώς γνωρίζει και ευχαριστεί και του οποίου ακολουθεί τις απόψεις - ανύποπτη προφανώς για το τι έχει προκύψει έκτοτε στη μελέτη της περί Χρόνου Στωικής αντιλήψεως...
Κατ' αρχήν, η συγγραφέας ακολουθεί τη διαδεδομένη αντίληψη ότι ο Στωικισμός οφείλει σημαντικές αφετηρίες του στον Κυνισμό. Αναφέρεται στην «Κυνική κληρονομιά του Στωικισμού» (τίτλος του Κεφ. 2) και εφεξής αναφέρεται στις δύο σχολές (με την περίεργη έκφραση «κυνικο-στωικός») σαν να είναι ένα, προφανώς κάποιο αμάλγαμα, το οποίο παραμένει αξεδιάλυτο. Εν προκειμένω, χρησιμοποιεί το έργο Les Cyniques grecs (Οττάβα, 1975) και αγνοεί πλήρως το εξαιρετικό, το σπουδαίο, έργο που εκπόνησε ο Ν.Μ. Σκουτερόπουλος Οι Αρχαίοι Κυνικοί (Αποσπάσματα και Μαρτυρίες), εκδ. «Γνώση», 1998 - ένα διεθνούς εμβελείας αριστούργημα, από έναν εξαίρετο ερευνητή, με εμβρίθεια και εργατικότητα ασυνήθιστη για τα ελληνικά δεδομένα.
Εν συνεχεία αναφέρεται στη στωική γνωσιοθεωρία, σε ό,τι αποκαλεί «στωικό υπαρξισμό» και στωική «ψυχολογία» καθώς και στη στωική «εκστατική σχέση με τον κόσμο» και το στωικό κοσμοπολιτισμό. Ολα αυτά, για να στηρίξει την αντίληψη ότι οι στωικοί ανέπτυξαν «μία θρησκευτικότητα χωρίς Θεό».
Περίσσια «ελευθερία»
Δεν στερείται ευσυνειδησίας αυτό το έργο, ούτε παρήχθη χωρίς μόχθο - αυτό είναι καταφανές. Ούτε επίσης του λείπει η προσέγγιση με ακαδημαϊκά δεδομένα. Εκείνο που του λείπει είναι η μεθοδολογία και η πειθαρχία, ενώ περισσεύει η «ελευθερία» στη σύνθεση των κεφαλαίων και οι επαναλήψεις, που δείχνουν ακριβώς την έλλειψη συνειδητής και πειθαρχημένης δομής. Τα πρώτα τρία κεφάλαια έχουν μία σχετική αλληλουχία, εκθέτοντας την (ευρύτερα αποδεκτή) θέση ότι ο στωικισμός ανέκυψε από τον αποπροσανατολισμό που επέφερε η Μακεδονική επέλαση στον ευρύτερο ελληνικό χώρο των πόλεων.
Εκείθεν, αναπόφευκτα η ανάλυση του στωικισμού εισέρχεται σε λεπτομέρειες - και τα προβλήματα του βιβλίου ανακύπτουν έντονα. Δεν γνωρίζω αν πρόκειται για έλλειψη φιλοσοφικής παιδείας, ούτε με ενδιαφέρει. Είναι όμως τραγικό να αναφέρεται στον «στωικό μονισμό» και να κακοποιεί τη θεμελιωδέστερη έννοια των Στωικών, τον λόγο, ισχυριζόμενη ότι «ο λόγος του ανθρώπου» και ο «λόγος της φύσης» είναι «δύο είδη λόγων», ότι πρόκειται για ...«ομωνυμία» και «δεν πρόκειται για τον ίδιο λόγο» (σ. 106). Είναι απίστευτο. Δεν άκουσε η συγγραφέας ποτέ ότι το στωικό σύμπαν οργανώνεται με την προοπτική ενός ενυπάρχοντος τέλους - τουτέστιν για το καλό των ελλόγων όντων, περιλαμβανομένου του ανθρώπου. Και η συνολική αυτή λογικότης αναπαράγεται σε διαφόρους βαθμούς με τις οργανωτικές αρχές, οι οποίες ρυθμίζουν την ανάπτυξη των επί μέρους αυτού του σύμπαντος. Ποιες είναι αυτές; Είναι οι σπερματικοί λόγοι -θεμελιώδης έννοια του στωικισμού, με μέγιστη επιρροή στους πρώτους Χριστιανούς (Ιουστίνο, Ωριγένη κ.ά.) -πλην όμως όρος ανύπαρκτος σε αυτό το βιβλίο.
Σε ένα σημείο (σ. 192) προσπαθώντας να θεμελιώσει τη στωική αντίληψη περί «επιλογής» παραθέτει ένα κυνικό κείμενο. Η συγγραφέας επιμένει πολύ σε ό,τι θεωρεί ως «κυνικο-στωικό», αλλά πουθενά δεν λέγει πού και πώς χωρίζει ο δρόμος αυτών των δύο σχολών. Εντάξει με τις αναφορές στην Πολιτεία του Ζήνωνα, αλλά τα σωζόμενα αποσπάσματα είναι ελάχιστα. Μάλιστα δε (και αυτό δεν μπορεί να το αντιπαρέρχεται κάποιος αβασάνιστα) διασώζονται προφανώς εκείνα τα αποσπάσματα που οι δοξογράφοι εθεώρησαν ως τα πιο ακραία και παράδοξα για τις αξίες της κοινωνίας εκείνης - και είναι εκείνα που η Μέση Στοά του Ποσειδώνιου, αλλά και εκείνη των αυτοκρατορικών χρόνων, είτε απέρριψε είτε αιδημόνως αποσιώπησε. Πέραν αυτού όμως; Δεν διαφέρουν οι δύο σχολές;
Λογικά ερωτήματα
Επ' αυτού η συγγραφέας δεν αντιμετωπίζει απλά λογικά ερωτήματα, όπως: Αφού ο Ζήνων συμφωνούσε ότι δεν είναι ανήθικο να τρώγει κανείς ανθρώπινο κρέας, γιατί ο ίδιος δεν έφαγε ποτέ από αυτό; Αν και αναφέρεται στις παράδοξες αντιλήψεις των Κυνικών (καννιβαλισμός, επιδειξιομανία, δημόσιος αυνανισμός και συνουσιασμός), δεν εξετάζει το ερώτημα γιατί ο πιστός μαθητής του κυνικού Κράτητος και αρχηγέτης του στωικισμού Ζήνων ποτέ δεν εφάρμοσε τέτοιες κυνικές πρακτικές. Κάπου η συγγραφέας λέγει ότι ο Ζήνων ήταν ντροπαλός και συνεσταλμένος. Αυτό είναι λοιπόν; Και δη όταν αναφερόμεθα σε δύο σχολές όπου το μείζον είναι τι πράττει κάποιος, και όχι τι διδάσκει ή τι γνωρίζει; Εδώ όμως υπάρχει μία μαρτυρία του Διογένη Λαέρτιου, που πληροφορεί ότι όταν κάποτε σε μια «κιονοστοιχία σε είσοδο οικοδομήματος» ο Κράτης τράβηξε τη σύζυγό του Ιππαρχία (το περίφημο ζεύγος του «κυνικού γάμου») και άρχιζε να συνουσιάζεται δημοσίως μαζί της (όπως τόχε συνήθεια), ο Ζήνων έριξε πάνω τους ένα χιτώνα για να τους καλύψει. Και σημειώνει ο Διογένης Λαέρτιος ότι αυτό διαφοροποιεί τον Ζήνωνα, ο οποίος ποτέ δεν αφομοίωσε την «κυνική αδιαντροπιά» [ΔΛ, 7.3]. Γιατί άραγε; Δεν θα αναλύσουμε το ζήτημα εδώ. Σημειώνουμε μόνο ότι ο Ζήνων είχε ουσιώδεις διαφορές από τους Κυνικούς. Εν ολίγοις, αναφέρομαι στο δόγμα του «καθήκοντος». Πρόκειται για την άποψη που εισήγαγε ο Ζήνων, και με την οποίαν άλλαξε δρόμο από τους Κυνικούς: Κατ' αυτήν, κάποιες ενέργειες, αν και καθ' εαυτές στερούνται ηθικού περιεχομένου, μπορούν να προωθήσουν την ηθική ζωή, ενώ άλλες - επίσης «μη ηθικές» καθ' εαυτές -συνεργούν στην ανήθικη ζωή. Είναι αυτό που αργότερα έφερε σε ρήξη με τον Ζήνωνα-δάσκαλο τον μαθητή του Αρίστωνα (ο οποίος θεωρούσε ως κριτήριο της ηθικής πράξεως μόνη τη θέληση του Σοφού)- τον οποίον απεκήρυξαν αργότερα τόσο ο Κλεάνθης όσο και ο Χρύσιππος. Αλλά το όνομα του Αρίστωνα ούτε καν αναφέρεται εδώ... Περισσότερα ας αναζητηθούν σε εργασίες όπως εκείνες των Ε. Grumach, Physis und Agathon in der alten Stoa, G.Nebel 'der Bergiffdes ΚΑΘΗΚΟΝ in der alten Stoa», Α. Dyrroff, Die Ethik der alten Stoa, (σ. 126-150) αλλά και στον Max Pohlenz, που δείχνει να γνωρίζει (Die Stoa, Ι, σ. 129-131).
Το βιβλίο παρουσιάζει σοβαρά προβλήματα χρήσεως της ελληνικής γλώσσας -κάτι το ιδιαίτερα απαράδεκτο όταν προέρχεται από χέρι πανεπιστημιακού. Ενδεικτικά αναφέρω κάποιους μαργαρίτες, όπως «των παραληφθέντων (sic) ιδεών» (σ. 60). Ακόμη, πλήρη άγνοια κλίσεως του ρήματος «άγω» (κατά πολλούς αλάνθαστο κριτήριο περί του αν κάποιος γνωρίζει ή όχι την ελληνική) όπως «οι άνθρωποι δεν παρήγαγαν τίποτα, δεν γνώριζαν... ζούσαν... δεν παρήγαγαν (sic)» (σ. 35), «το οποίο χρησιμοποιήσαμε για να προάγουμε (sic) την ανάλυσή μας» (σ. 190), και τραγικές ασυνταξίες όπως «του λόγου θεωρουμένου ως νόηση» (σ.137), «του ανθρώπου ως ζώον πολιτικόν» (σ. 103, το ίδιο στην σ. 244). Μπροστά σε αυτά, κάτι άλλα όπως το «αποδώθηκε» (σ. 249) ας θεωρηθούν απλές αβλεψίες.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΤΖΑΜΑΛΙΚΟΣ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 07/12/2001
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις