0
Your Καλαθι
Ο ένοικος του τίποτα
Έκπτωση
30%
30%
Περιγραφή
Η ελληνική ταξιδιογραφία έχει διανύσει αποστάσεις πολλών εκατοντάδων ετών και πολλών χιλιάδων σελίδων. Ευτύχησε, στον αιώνα μας, να περάσει από τα στιβαρά χέρια των συγγραφέων της εποχής του Μεσοπολέμου (ξεκινώντας από τους Καζαντζάκη, Παπαντωνίου, Ουράνη, Ι. Μ. Παναγιωτόπουλο και περιλαμβάνοντας τους κυριότερους εκπροσώπους της γενιάς του '30) και να αποδοθεί στο κατά καιρούς αναγνωστικό κοινό ως ένα σημαντικό, αυτόνομο και γοητευτικό λογοτεχνικό είδος. Η παραλαβή της σκυτάλης από τους παλαιότερους τροφοδότησε και τη νεότερη ταξιδιογραφία μας με πολλά αξιόλογα κείμενα, τα οποία όμως δεν αφίστανται από τον ίδιο παλαιό, κινητήριο μοχλό, την αυτοψία: το θεμελιώδες αξίωμα, πάνω στο οποίο βασίστηκε η άκρως θάλλουσα ελληνική ταξιδιωτική λογοτεχνία, παρέμεινε «η ευθύνη να βλέπεις για λογαριασμό του άλλου».
Ώς τη δεκαετία του '70 περίπου. Γιατί από εκεί και ύστερα οι συνθήκες αλλάζουν δραματικά. Το ταξίδι παύει πια να είναι προνόμιο των λίγων τυχερών, γίνεται προσιτό στους πολλούς. Ακόμη και για όσους δεν έχουν αυτή τη δυνατότητα, υπάρχουν οι πολύχρωμες σελίδες των περιοδικών, τα ντοκυμαντέρ της τηλεόρασης κ.λ.π., που καθιστούν την αυτοψία εφικτή στους πάντες, αχρηστεύοντας ταυτόχρονα τη γραπτή της απόδοση. Αλλά η ταξιδιωτική γραφή επιμένει να επιβιώνει, αλλάζοντας μορφή, επιδιώκοντας να καταστεί συμβατή με τα σύγχρονα δεδομένα, τις σύγχρονες απαιτήσεις και τις σύγχρονες ανάγκες. Ακολούθησε, έτσι, δύο δρόμους. Και οι δύο ξεκινούν από μια καινούργια αφετηρία, πολύ πέρα από την απλή αναπαράσταση εικόνων, με αποτέλεσμα ο όρος «ταξιδιωτική εντύπωση» (όπου η λέξη «εντύπωση» υπονοεί τις προσλαμβάνουσες που αποκομίζει κανείς από έναν τόπο με τη βοήθεια των πέντε του αισθήσεων) να αποδεικνύεται πια ανεπαρκής. Στις μέρες μας, η ταξιδιωτική εντύπωση καθίσταται προϋπόθεση της ταξιδιωτικής γραφής, όχι αποτέλεσμά της. Είναι η πρώτη ύλη του ταξιδιογράφου, ο οποίος πρέπει να μοχθήσει, μέχρις ότου η εντύπωση παγιωθεί σε γνώση του τόπου, για να μετουσιωθεί, στη συνέχεια, σε αίσθηση ή σε κριτική αντιμετώπιση.
Αίσθηση και κριτική αντιμετώπιση είναι τα δύο διαφορετικά σημεία όπου καταλήγουν οι δύο δρόμοι της σύγχρονης ταξιδιογραφίας. Στην πρώτη περίπτωση η περιγραφή ελαττώνεται ή και σχεδόν καταργείται, όσο κι αν αυτό φαίνεται οξύμωρο. Η γραφή γίνεται εσωστρεφής και ο τόπος, ως ψυχικό γεγονός του ταξιδιωτικού συγγραφέα, αποδίδεται στον αναγνώστη μέσα από το θάμβος και την υποβολή. Στη δεύτερη περίπτωση η γραφή, εναργής και εξωστρεφής, απευθύνεται στον σύγχρονο, υποψιασμένο αναγνώστη, που κινείται στους ρυθμούς της σύγχρονης σφύζουσας πραγματικότητας. Τον δεύτερο δρόμο, της κριτικής αντιμετώπισης, επέλεξε η Κατερίνα Δασκαλάκη για το ταξιδιωτικό της βιβλίο, που αποτελεί αποκρυστάλλωση και ταυτόχρονα πραγμάτωση των σύγχρονων αντιλήψεων περί ταξιδιογραφίας, για να αναδειχθεί σε σημείο αναφοράς για οποιοδήποτε σχετικό μελλοντικό κείμενο.
Ο ένοικος του Τίποτα απαρτίζεται από δύο ενότητες. Η πρώτη περιλαμβάνει σημειώσεις από ένα ταξίδι στο Μεξικό. Η δεύτερη (και, κατά την άποψή μου, ποιοτικά ανώτερη) καλύπτει το οδοιπορικό της συγγραφέως στις Ηνωμένες Πολιτείες, το οποίο είχε δημοσιευτεί με τη μορφή σύντομων καθημερινών ανταποκρίσεων στην εφημερίδα «Μεσημβρινή», λίγα χρόνια πριν, στο περιθώριο δημοσιογραφικής αποστολής. Έμπειρη περιηγήτρια: η διαθεσιμότητά της απέναντι στον χώρο είναι δεδομένη και απόλυτη. Έμπειρη δημοσιογράφος: χώροι, άνθρωποι και καταστάσεις διαπερνώνται από τη ματιά της ώς τα κατάβαθά τους. Ακτινογραφούνται, κατανοούνται, αναλύονται και σχολιάζονται, ενώ ένα τεράστιο πλήθος πληροφοριών προσδίνει στο βιβλίο και την εγκυρότητα ταξιδιωτικού οδηγού. Έμπειρη οδοιπόρος της ζωής και του στοχασμού: τα πάντα φιλτράρονται μέσα από την εσωτερική της περιπλάνηση. Γνώσεις, βιώματα, μνήμες της παιδικής και νεανικής ηλικίας, μνήμες και βιώματα της Ελλάδας επιστρατεύονται, αναπάντεχοι συνειρμοί ενεργοποιούνται, για να γεννήσουν παρεκβάσεις που δένουν με τα υπόλοιπα συμφραζόμενα από αυτά πηγάζουν, άλλωστε αλλά που λειτουργούν αυτόνομα, ως ιντερμέδια. Ο τρόπος, εξάλλου, με τον οποίο επιχειρείται η κατανόηση του χώρου σε σύγκριση και αντιδιαστολή με την Ελλάδα καταδεικνύει πως, όποιος γνωρίζει πού στέκεται ο ίδιος, έχοντας ξεκαθαρίσει τη σχέση του με την πατρίδα του, μπορεί να σταθεί χωρίς αμηχανία, χωρίς κενά, απανταχού του κόσμου. Έμπειρη συγγραφέας: οι εικόνες και οι σκέψεις της σκόρπιες, ελεύθερες, που όλο πάνε να ξεμακρύνουν και όλο βρίσκονται δεμένες σε σύνολο, μαρτυρούν μια γραφή άμεση, μέχρι σημείου να θεωρηθεί παρορμητική, ωστόσο όμως απόλυτα ελεγχόμενη και επιπροσθέτως ευνοημένη από την ακριβή χρήση της γλώσσας.
Τhe Innocents abroad. Στα 1870 περίπου, ο Μαρκ Τουαίν σκιαγραφεί στο ομότιτλο βιβλίο του την αφέλεια των Αμερικανών, που αποτολμούν το πέρασμα στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, στον πολιτισμό του Παλιού Κόσμου. Κάμποσες δεκαετίες αργότερα, η φορά αντιστρέφεται και ο ίδιος τίτλος μπορεί θαυμάσια να χαρακτηρίσει τους περισσότερους έλληνες ταξιδιώτες, που περνούν στον Ατλαντικό και πατούν στην αμερικανική ήπειρο. Συγγραφείς σαν τον Σπύρο Μελά, τον Αντρέα Καραντώνη ή ακόμη και τον Ηλία Βενέζη αποτυπώνουν, κυρίως στη δεκαετία του 1950, τον Νέο Κόσμο με ανάλογη αφέλεια (φωτεινή εξαίρεση αποτελεί ο ψυχραιμότερος Γιώργος Θεοτοκάς). Εκστασιάζονται από τα επιτεύγματα του τεχνικού πολιτισμού. Και εκεί παραμένουν, δέσμιοι ενός άκριτου θαυμασμού, ως αθώοι της περιήγησης. Μαζί τους, το ίδιο αθώοι, εκστασιάζονται και οι αναγνώστες τους, άπλεροι κοινωνοί του αμερικανικού ονείρου. Από τότε, άλλα βιβλία νεότερων συγγραφέων, όπως ο Βασίλης Βασιλικός και ο Μήτσος Κασόλας τοποθέτησαν τις Ηνωμένες Πολιτείες στις πραγματικές τους διαστάσεις. «Ο ένοικος του Τίποτα» κατακυρώνει την απομυθοποίηση, επισφραγίζοντας, παράλληλα, το τέλος της ηλικίας της αθωότητας και για την ελληνική ταξιδιογραφία στο σύνολό της: για να υπάρξει αυτό το βιβλίο, για να μπορέσει να έχει συγγραφέα και αναγνώστες, έπρεπε να γίνουμε πολίτες του κόσμου.
Χάρη στα media (διευκρινίζω ότι δεν θα διαφωνούσα καθόλου, αν, προκειμένου για άλλες περιπτώσεις, κάποιοι αντέτασσαν: εξαιτίας των media) είμαστε πολίτες του κόσμου. Και αποδεικνύεται ότι η δημοσιογραφική ματιά (που δεν αποτελεί κατ' ανάγκη ή κατ' αποκλειστικότητα χάρισμα των δημοσιογράφων) είναι αυτό που χρειάζεται πια, σ' ένα κόσμο πολύ πιο σύνθετο και όμως, κατά βάθος, αρχετυπικά απλό. Χρειάζεται εγρήγορση, παρατηρητικότητα, οξυδέρκεια, χρειάζεται αισθητήριο και εμπειρία για να γίνουν οι διακρίσεις εκείνες που θα αποκαλύψουν τον πυρήνα, την ψυχή ενός τόπου.
Η Κατερίνα Δασκαλάκη, όπως παρουσιάζεται μέσα από το κείμενό της, είναι ένας άνθρωπος που ζει και αξιοποιεί την εποχή της τεχνολογίας, για να προχωρήσει και πέρα από αυτήν. Στην αντίστοιχη, μετα-τεχνολογική, εποχή της ταξιδιογραφίας ανήκει και Ο ένοικος του Τίποτα: ένα προηγμένο ταξιδιωτικό βιβλίο.
Αννίτα Π. Παναρέτου, «ΤΟ ΒΗΜΑ», 15-02-1998
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις