0
Your Καλαθι
Οι φωτογραφίες του Γιώργου Σεφέρη
Έκπτωση
30%
30%
Περιγραφή
ΚΡΙΤΙΚΗ
Παρά τις τυμπανοκρουσίες, ο ανέκδοτος Σεφέρης, κατά το γενέθλιο έτος 2000, ουδόλως εταράχθη. Μόνο εν είδει αποχαιρετισμού στο Έτος Σεφέρη έκανε την εμφάνισή του το λεύκωμα με τις φωτογραφίες του ποιητή. Το μοναδικό αδημοσίευτο υλικό που έρχεται στο φως. Τα υπόλοιπα μένουν να ετοιμάζονται. Ο πεζός Σεφέρης να περιμένει το σπάραγμα του κυπριακού μυθιστορήματος, όπως και τον όγδοο και τελευταίο τόμο από τις Μέρες. Ο αλληλογράφος τα σώματα των επιστολών που αντάλλαξε με τον Γιώργο Αποστολίδη ή τον Γιώργο Κατσίμπαλη. Ο διπλωμάτης το τελευταίο πολιτικό ημερολόγιό του. Ωστόσο ας μην απαισιοδοξούμε, ο θεσμός των ετησίων επετείων, αν κρίνουμε από άλλες πολιτιστικές δραστηριότητες που έχουν ως σημαντικότερη διάσταση την πανήγυριν, προβλέπεται να εδραιωθεί. Οπότε έχουμε μπροστά μας καιρό ως τα προσεχή εκατοντάχρονα, το 2071 ή το 2100.
Πολύς λόγος, πρόσφατα, για τις φωτογραφικές επιδόσεις του Σεφέρη. Και αυτό ένα επακόλουθο της κυριαρχικής παρουσίας της φωτογραφίας, που ολοένα εδραιώνεται τα τελευταία χρόνια. Παλαιότερα είχαν γίνει δύο εκθέσεις με φωτογραφίες από τη ζωή και το έργο του· στην Αθήνα το 1979 και στην Πύλη Αμμοχώστου, στη Λευκωσία, το 1984. Την καθαυτό όμως γνωριμία μας με τον φωτογράφο Σεφέρη την οφείλουμε στον Ε. Χ. Κάσδαγλη, που παρουσίασε το σώμα των κυπριακών απεικονίσεων στο λεύκωμα Κύπρος. Μνήμη και αγάπη, το 1990. Έκδοση του ΜΙΕΤ, στο οποίο η Μαρώ είχε εμπιστευθεί, το 1984, το μεγαλύτερο μέρος του φωτογραφικού Αρχείου. Ο διάδοχός του Δ. Καψάλης ετοίμασε ένα δεύτερο λεύκωμα, υιοθετώντας τη διακριτική στάση του. Τις φωτογραφίες πλαισιώνουν πρόλογος του επιμελητή, κείμενο του Δ. Δασκαλόπουλου και δύο παλαιότερα των Γ. Σταθάτου και Ε. Χ. Κάσδαγλη.
Επιλέγονται και δημοσιεύονται 121 φωτογραφίες, από ένα αρχείο που υπερβαίνει τα 2.500 αρνητικά. Αριθμός εντυπωσιακός για έναν ερασιτέχνη φωτογράφο. Ουσιαστικά έχουμε ένα δεύτερο ημερολόγιο που προχωρά παράλληλα με τις Μέρες, ξεκινώντας από τα χρόνια στο Παρίσι και καταλήγοντας στην τελευταία άνοιξη του 1971. Ποια η πρώτη φωτογραφική αποτύπωση, ποια η τελευταία, είναι ερωτήματα που μένουν σε έναν φιλολογίζοντα αναγνώστη.
Το λεύκωμα θέλησε να δώσει «μία αντιπροσωπευτική εικόνα του Αρχείου». Ωστόσο δεν διευκρινίζεται αν αυτή η εικόνα αντιστοιχεί στις μετακινήσεις του Σεφέρη και στις διαφορετικές χρονικές περιόδους της ζωής του ή στα φωτογραφικά θέματα και στον αριθμό των λήψεων. Η παράταξη των φωτογραφιών παρακολουθεί το άνυσμα του χρόνου. Γεγονός που υπογραμμίζεται από τις οκτώ παρέμβλητες φωτογραφίες του ίδιου του Σεφέρη και ως οδοδείκτες του αμείλικτου βιολογικού χρόνου. Οπότε, τελικά, το δείγμα φαίνεται αντιπροσωπευτικό των διαφορετικών τόπων όπου βρέθηκε ο Σεφέρης. Η επιλογή νομίζουμε ότι αδικεί ορισμένα ταξίδια, κατάφορτα εντυπώσεων, που απέδωσαν μεγάλο πλούτο φωτογραφικών αποτυπώσεων. Ένα από αυτά, το τριήμερο στα πετροκομμένα μοναστήρια της Καππαδοκίας που απουσιάζει εντελώς. Επίσης παρόμοια επιλογή αδυνατεί να φανερώσει τις εμμονές του Σεφέρη, που ο αναγνώστης των ημερολογίων του ψυχανεμίζεται. Μία από αυτές, τα αγάλματα. «Μια δευτέρα παρουσία σωμάτων που σου έδινε μια παλαβή χαρά» γράφει στις 4 Ιουνίου 1946, όταν τυχαίνει να επισκεφθεί το Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών, τις μέρες που ο Καρούζος και οι βοηθοί του ξεθάβουν, από την κατοχική νάρκη, τα αρχαία γλυπτά.
Όταν ο Σεφέρης αρχίζει, ερασιτέχνης βέβαια, να κάνει τις πρώτες λήψεις, η φωτογραφία αναζητούσε όρια και αρχές ως νέα μορφή τέχνης, μια και δεν είχε ακόμη αποτινάξει το βαρύ φορτίο της εικαστικής κληρονομιάς. Νεαρός τότε ο Σεφέρης, αν και κυκλοφορούσε στις μητροπόλεις των φωτογραφικών αναζητήσεων, δεν θέλησε να θέσει καλλιτεχνικά αιτήματα, πιθανώς και γιατί ήταν άλλες οι σειρήνες που τον ξελόγιαζαν, διασκεδάζοντας τις ανησυχίες του. Θα τον λέγαμε λοιπόν φωτογράφο του ενστίκτου. Αλλωστε ο ίδιος είναι αμφίβολο αν ποτέ ονειρεύτηκε φωτογραφική έκθεση. Ένας αφοσιωμένος ερασιτέχνης «με καλό μάτι». Θα ήταν λάθος οι φωτογραφίες του να αξιολογηθούν με αυστηρά καλλιτεχνικά κριτήρια, αν και δεν εκπίπτουν στο συμβατικό καθρέφτισμα ούτε στην καλλιτεχνίζουσα απεικόνιση, όπως συμβαίνει κατά κανόνα με τους σημερινούς ερασιτέχνες. Οι φωτογραφίες του δείχνουν έμπνευση στην επιλογή του θέματος, άψογο καδράρισμα και καλλιτεχνική ευαισθησία. Μπορεί η φωτογραφία να θεωρείται το τελειότερο, ως σήμερα, μέσο πιστής καταγραφής και ταυτόχρονα παγίωσης του ορατού γύρω μας κόσμου, ωστόσο ο ερεθισμός και η φόρτιση του υποκειμένου ως προς το τι αποσπά από όσα παρελαύνουν ραγδαία στο οπτικό του πεδίο και απαθανατίζει παραμένουν καθοριστικά. Ιδίως στην εποχή του Σεφέρη, όταν ακόμη η τεχνολογία της φωτογραφίας δεν πρόσφερε στον οποιονδήποτε πάσης φύσεως αυτοματισμούς και ο φωτογράφος ήταν πιο ενεργός. Επομένως μπορούμε να μιλάμε για σεφερικό βλέμμα.
Μνημόνιο ζωής οι φωτογραφίες για τον Σεφέρη. Ενδεικτικά και τα τετράδια στα οποία επικολλούσε τα κοντάκτ τυπώματα και τα υπομνημάτιζε με τη βοήθεια της Μαρώς, που στάθηκε ο άοκνος συνταξιδιώτης. Κοντά τριάντα χρόνια από τη λήψη της τελευταίας φωτογραφίας, το Αρχείο, από ιδιωτικό αποθησαύρισμα, βρίσκεται εξ ολοκλήρου στα χέρια των μελετητών. Οπότε μάλλον ήρθε ο καιρός για μια λεπτομερή καταγραφή, όπως αυτή που ξεκίνησε ο Ε. Χ. Κάσδαγλης, για τις κυπριακές φωτογραφίες, στον πρόλογο του πρώτου λευκώματος. Πόσες λήψεις στο άλφα σύντομο ή στο βήτα μακροχρόνιο ταξίδι, πόσες στην τάδε ολιγοήμερη εκδρομή ή στη δείνα υπηρεσιακή αποστολή. Και στη συνέχεια η ταξινόμηση σε κατηγορίες· τόποι, ανθρωποκεντρικά θέματα. Και αυτές, με τη σειρά τους, σε υποκατηγορίες· αρχαιότητες, θρησκευτικά μνημεία, τοπία, πόλεις, σκηνές καθημερινής ζωής, συντροφιές φίλων, προσωπογραφίες.
Παρά την ψυχρότητα των αριθμών, με παρόμοιες καταμετρήσεις και σχολιαστικά ψειρίσματα θα γνωρίσουμε καλύτερα «τον συνειδητό και έντιμο ταξιδιώτη», όπως αποκαλεί τον Σεφέρη στο κείμενό του ο Δ. Δασκαλόπουλος. Πώς το βλέμμα του ποιητή ψηλαφεί το φυσικό και κοινωνικό τοπίο. Πώς εκστασιάζεται από ένα αντικείμενο ή ένα ποθητό σώμα. Μετά θα έρθει η παράλληλη εντρύφηση σε φωτογραφίες και παραστατικές περιγραφές των ημερολογίων. Και ύστερα ίσως προκύψουν συμπεράσματα της μορφής «πολλές φωτογραφίες μοιάζει να έχουν βγει ατόφιες μέσα από τον κόσμο της ποίησής του» ή, και τούμπαλιν, αυτή η φωτογραφία έδωσε εκείνον τον στίχο. Κατά τον Δ. Καψάλη, ο Γιώργος Σεφέρης όχι μόνο το έργο αλλά και ο άνθρωπος είναι ίσως η πιο θεληματική και η πιο επιτυχημένη λογοτεχνική κατασκευή που διαθέτουμε στη νεοελληνική γραμματεία. Αχαρη η λέξη κατασκευή, ωστόσο ας τη δανειστούμε. Κατά τη γνώμη μας και ο φωτογράφος Σεφέρης, όπως μας εμφανίζεται, είναι, ως έναν βαθμό, μια κατασκευή του λευκώματος, που, στην προσπάθειά του να είναι αντιπροσωπευτικό, διέσπασε αναγκαστικά τις ενότητες, ισοκατένειμε τις φωτογραφίες σε τόπους και ανθρωποκεντρικά θέματα, προτίμησε τις μακρινές από τις κοντινές λήψεις και απώλεσε τις παραλλαγές στη γωνία λήψης ή στον φωτισμό, στοιχεία που προδίδουν διαθέσεις και ιδεοληψίες. Αυτή η κατασκευή δείχνει έναν φωτογράφο που περισυλλέγει εικόνες με ησυχία και περίσκεψη. Τελικά, έναν φωτογράφο περισσότερο συντηρητικό και λιγότερο εμπνευσμένο από όσο πιστεύουμε ότι υπήρξε ο Σεφέρης. Ασφαλώς μεμψιμοιρίες. Για έναν τόμο που στεγάζει μικρό μόνο δείγμα των φωτογραφιών, μόλις το 5% του Αρχείου, μπορεί και να μην υπήρχε διαφορετική επιλογή. Αλλωστε πρόκειται για μια πρώτη προσέγγιση στο Αρχείο. Ελπίζουμε ότι θα ακολουθήσουν και άλλα θεματικά λευκώματα.
ΜΑΡΗ ΘΕΟΔΟΣΟΠΟΥΛΟΥ, ΤΟ ΒΗΜΑ, 17-12-2000
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις