0
Your Καλαθι
Η 1002η νύχτα
Έκπτωση
30%
30%
Περιγραφή
Τι συνέβη στη Χαλιμά (ή Σεχραζάντ) αφού περάτωσε τις Χίλιες και μια νύχτες; Τρεις συγγραφείς επανέρχονται στον ανατολίτικο κύκλο των αραβικών παραμυθιών για να του δώσουν μια συνέχεια.
Τρία διηγήματα, το πρώτο γραμμένο από Γάλλο, το δεύτερο από Αμερικανό, το τρίτο από Ρουμάνο, διασταυρώνονται πάνω σε ένα κοινό ερώτημα: γίνεται να δώσουν μια συνέχεια στον υπέροχο κύκλο των ανατολίτικων διηγήσεως αφού η μυθική σουλτάνα φαίνεται να τα 'χει διηγηθεί πια όλα; Η αφήγηση μιας ακόμη ιστορίας είναι εφικτή; Και ποιάς ιστορίας;[...]
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου
ΚΡΙΤΙΚΗ
Οι χίλιες και μία νύχτες, αντιπροσωπευτικές του μυστηριώδους, σαγηνευτικού κόσμου της Ανατολής, περιβεβλημένες με φαντασία και όνειρο, δηλαδή άκρατο ανορθολογισμό, ασκούσαν πάντα ακατανίκητη, αμφίθυμη μάλλον έλξη στη Δύση, καθώς κάτω από τις πλουμιστές αφηγήσεις και το ένδυμα του φανταστικού, διακρινόταν ο επείγων τόνος του απροκάλυπτου ασιατικού δεσποτισμού: «μίλα ή πέθανε», «συνέχισε την αφηγηματική παραμυθία ή ξέχνα τη ζωή σου». Αυτό ακριβώς το κράμα της ελαστικής, παρατεταμένης, «εγκιβωτισμένης» (όπως την είπαν) αφήγησης που ξεκουκίζει σοφά ένα ένα τα περίτεχνα παραμύθια κάθε νύχτας, και της τεμαχισμένης ιστορίας που, κάτω από τον ανελέητο μπαλτά του σουλτάνου, ενδέχεται να είναι η μοιραία, η τελευταία για τη δεινή αφηγήτρια Σεχραζάντ, αυτό το άγριο παιχνίδι ζωής και θανάτου γοήτευσε ιδιαίτερα την κορεσμένη λογοτεχνικά Δύση και την έκανε να στραφεί με αυξημένο ενδιαφέρον στους κύκλους των ανατολικών, εξωτικών αφηγημάτων.
Τρεις απόπειρες
Στο παρόν καλαίσθητο τομίδιο παρακολουθούμε τις απόπειρες τριών νεότερων συγγραφέων να πάρουν τη σκυτάλη από τις αφηγήσεις της Σεχραζάντ και, μετά την ολοκλήρωση των χιλίων νυχτερινών παραμυθιών και τον θρίαμβο της ζωής επί του θανάτου στη χιλιοστή πρώτη νύχτα, να δώσουν ένα διαφορετικό τέλος στην επόμενη νύχτα, τη «Χιλιοστή δεύτερη» - δυτικό φινάλε σε μια μακραίωνη ανατολίτικη παράδοση. Πρώτος ο ευφάνταστος Θεόφιλος Γκωτιέ (1811-1872), συνεπής οπαδός της καλλιτεχνικής ραστώνης και του far niente, τη στιγμή όμως που αυτό αρχίζει να απειλείται από τον επιταχυνόμενο ρυθμό της δυτικής ξέφρενης παραγωγής με τους αμείλικτους νόμους του publish or perish, συνθέτει το 1842 τη «Χιλιοστή δεύτερη νύχτα», κείμενο προορισμένο για περιοδικό που θα το περιλάβει, ωστόσο, και σε μεταγενέστερες συλλογές του. Λίγο αργότερα (1845), και δίχως τεκμηριωμένη σχέση με την πρωτοβουλία του γάλλου ομοτέχνου του, ο Αμερικανός Εντγκαρ Αλαν Πόου (1809-1849) θα δημοσιεύσει τη «Χιλιοστή δεύτερη ιστορία της Σεχραζάντ» - θα περιληφθεί μεταθανατίως σε συλλογή του το 1850. Και εκατό περίπου χρόνια αργότερα (1937), ο παραγνωρισμένος σήμερα γαλλοθρεμμένος ρουμάνος συγγραφέας και κριτικός Νικολάε Νταβιντέσκου (1887-1954) δίνει μια δική του εκδοχή της «Χιλιοστής δεύτερης νύχτας», στην οποία αποτίει έμμεσα φόρο τιμής τόσο στον Γκωτιέ, τον οποίο θαυμάζει και μεταφράζει ήδη από το 1911, όσο και στον Πόου, τον οποίο γνωρίζει κυρίως διαμεσολαβημένο από τον Μποντλέρ. Σε τούτη την τρίτη λοιπόν περίπτωση μπορούμε να μιλάμε για ένα διακειμενικό αλωνάκι, από εκείνα που τόσο ερεθίζουν τους σύγχρονους συγκριτολόγους.
Αξίζει εδώ να σημειώσουμε ότι ο Γκωτιέ και ο Πόου αναφέρονται στις Χίλιες και μία νύχτες της Σεχραζάντ έτσι όπως τις έχει αποδώσει στα γαλλικά ο ανατολιστής Antoine Galland (1646-1715) στη 12τομη παρισινή έκδοση του 1704-1717. Ο Νταβιντέσκου, από την άλλη, παραπέμπει προφανώς στην πλέον αξιόπιστη και «αραβουργημένη» 15τομη μεταφραστική εκδοχή του Mardrus, δύο περίπου αιώνες αργότερα (1899-1906). «Κριτικό διήγημα», υποτιτλίζει τη δική του «Χιλιοστή δεύτερη νύχτα» ο Νταβιντέσκου, καθ' ότι μεταστρέφει αρκετά την αφηγηματική τροχιά της ιστορίας: εδώ εναλλάσσονται οι όροι αφηγητή - ακροατή, εφόσον η Σαχραζάντ διακόπτει για λίγο τον αφηγηματικό της οίστρο και ακούει από το στόμα της πεφιλημένης αδελφής της Ντονιαζάντ κάποια δημοφιλή δυτική ιστορία (στην ουσία και σχεδόν verbatim το Κοράκι του Πόου)· εν συνεχεία, η ίδια ξαναπιάνει το νήμα των δικών της αφηγήσεων, υπενθυμίζοντας στην αδελφή της κάποια από τα παραλειπόμενα των ιστοριών της, διορθώνοντας και συμπληρώνοντας, συσχετίζοντας και διαφορίζοντας τα όσα ακούει από την Ντονιαζάντ, λειτουργώντας δηλαδή όχι απλώς ως χαρισματική αφηγήτρια, αλλά και ως προικισμένη συγκριτολόγος· το κυριότερο όμως είναι ότι αίφνης παρεμβαίνει στο γυναικείο αφηγηματικό ντουέτο και ο ίδιος ο σουλτάνος, με απρόσμενες ακροάτριες τώρα τις δύο αδελφές. Τούτο το γαϊτανάκι της αφήγησης λειτουργεί μάλιστα θεραπευτικά, εφόσον αποκοιμίζει γλυκά τους τρεις πρωταγωνιστές και τους χαρίζει τον μακάριο και λυσίπονο ύπνο, παρεκκλίνοντας αισθητά από το άγριο τέλος των προηγούμενων εκδοχών (Γκωτιέ και Πόου), τον αποκεφαλισμό της τολμηρής σουλτάνας.
Αφηγηματική αλυσίδα
Και οι τρεις συγγραφείς επιστρέφουν στα παραμύθια της Σεχραζάντ με τη φιλοδοξία να σφραγίσουν την αφηγηματική αλυσίδα με τον δικό του τρόπο ο καθένας. Πρώτος ο Γκωτιέ ανατρέπει την αισιόδοξη απόληξη της χιλιοστής πρώτης νύχτας, σκηνοθετώντας την απεγνωσμένη άφιξη στο Παρίσι της Σεχραζάντ προς άγραν νέων ιστοριών από έναν επαγγελματία παραμυθά, μια που ο δικός της ερασιτεχνισμός, όσο αποτελεσματικός και αν αποδείχθηκε στη διάρκεια των χιλίων νυχτών, δεν είναι αρκετός για να ικανοποιήσει τη βουλιμική ακρόαση του σουλτάνου. Το κεφάλι της κινδυνεύει και, εν τέλει, η εκ δυσμών βοήθεια δεν θα μπορέσει να το σώσει. Θρυλείται ότι σε ημίτρελη κατάσταση η αδελφή της, Ντιναρζάντ (ή κάποια που νομίζει ότι είναι η άξια και πιστή αδελφή της Σεχραζάντ), τη μοιρολογεί στη Βαγδάτη: μέρος του θρήνου της θα μπορούσε να είναι και οι στίχοι της επιγραφής του κειμένου μας.
Ο Πόου στρίβει λίγο προς το ειρωνικότερο τη σχέση αφηγήτριας και ακροατή: ο σουλτάνος αποδεικνύεται όχι και τόσο πειθήνιος ή αμέτοχος παραλήπτης των όσων εξωφρενικών του αραδιάζει η φιλτάτη του σύζυγος. Κι εδώ το τέλος είναι μοιραίο για τη Σεχραζάντ· πληρώνει με τη ζωή της την αποκοτιά να επινοεί όλο και παραδοξότερες και ωστόσο αληθοφανείς ιστορίες, αλλά την παρηγορεί η σκέψη ότι, ενώ είχε ενδεχομένως τη δυνατότητα να πει τόσες και άλλες τόσες ιστορίες στον σουλτάνο, ο ουσιαστικά χαμένος είναι εκείνος που κόβει απότομα την ακροαματική διαδικασία και αποστερεί τον εαυτό του από την απόλαυση της αφηγηματικής συνέχειας.
Το κείμενο του Γκωτιέ, μεταφρασμένο από την Εφη Γιαννοπούλου, αναδημοσιεύεται από τον τόμο Αρρία Μαρκέλλα και άλλα φανταστικά διηγήματα, έκδ. Αγρα, 2001. Το κείμενο του Πόου μεταφράζει από τα αγγλικά ειδικά για τούτη την έκδοση ο Αρης Μπερλής και το κριτικό διήγημα του Νταβιντέσκου μεταφράζει από τα ρουμανικά η συγκριτολόγος Ευαγγελία Stead-Δασκαλοπούλου, που έχει το γενικό πρόσταγμα και στην οποία ανήκει το ευρηματικό εισαγωγικό μελέτημα «Η νέα Χαλιμά, η μηχανή της μυθοπλασίας και η σταυρωτή ανάγνωση», ανακοίνωσή της σε διεθνές συνέδριο συγκριτικής γραμματολογίας στη Γαλλία, τον Νοέμβριο του 2002.
Η παράδοση της Χαλιμάς
Για την ευχερέστερη παρακολούθηση των κειμένων από τον ημεδαπό αναγνώστη θα πρέπει να μνημονεύσουμε ότι Οι χίλιες και μία νύχτες αποδίδονται στην ελληνική μεταφραστική και οριενταλίστικη παράδοση ως Τα παραμύθια της Χαλιμάς, μεταφέροντας στα καθ' ημάς από τα ιταλικά το Αραβικόν Μυθολογικόν (Βενετία, 1757-1762, δίτομη έκδοση) και τη Νέα Χαλιμά (Βιέννη, 1791-1794, τετράτομη έκδοση). Ο φιλοπερίεργος αναγνώστης μπορεί τώρα να απολαύσει την εξελληνισθείσα Χαλιμά στην εξαιρετικά επιμελημένη 4τομη έκδοση του Γ. Κεχαγιόγλου (1. Τα Παραμύθια της Χαλιμάς. Αραβικόν Μυθολογικόν, τ. Α', Β', Ερμής, σειρά ΝΕΒ, 1988· 2. Τα Παραμύθια της Χαλιμάς. Αραβικόν Μυθολογικόν, τ. Γ' και Νέα Χαλιμά, τ. Α', Ερμής, ΝΕΒ, 1990· 3. Τα Παραμύθια της Χαλιμάς. Νέα Χαλιμά, τ. Β' και Γ', Ερμής, ΝΕΒ, 1991· και 4. Τα Παραμύθια της Χαλιμάς. Νέα Χαλιμά, τ. Δ', Εστία, ΝΕΒ, 1994). Να προσθέσουμε επίσης ότι από το 2005 κυκλοφορεί στην έγκυρη σειρά «La Pleiade» των εκδόσεων Gallimard ο πρώτος από τους τρεις συνολικά τόμους μιας νέας δόκιμης γαλλικής μετάφρασης των Νυχτών που μάλλον, μετά τις αποδόσεις των Galland και Mardrus, θα είναι επί μακρόν σημείο αναφοράς του εργώδους κειμένου στα γαλλικά γράμματα.
* Στον Γκωτιέ και στον Πόου οι δύο αδελφές αναφέρονται ως Σεχραζάντ και Ντιναρζάντ· στον Νταβιντέσκου, ως Σαχραζάντ και Ντονιαζάντ.
Λίζυ Τσιριμώκου (καθηγήτρια Γενικής και Συγκριτικής Γραμματολογίας)
Το ΒΗΜΑ, 03/09/2006
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις