0
Your Καλαθι
Η περί Θεού αυταπάτη ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΜΕΝΟ
Έκπτωση
49%
49%
Περιγραφή
Ο Richard Dawkins, κορυφαίος εξελικτικός βιολόγος και συγγραφέας πολλών κλασικών πλέον έργων επιστήμης και φιλοσοφίας, δήλωνε πάντοτε απερίφραστα ότι η πίστη στον Θεό είναι παραλογισμός που έχει προξενήσει πολλά κοινωνικά δεινά.
Στο παρόν βιβλίο ασκεί σφοδρή κριτική στην ιδέα του Θεού σε όλες τις μορφές της, από τον ιδεοληπτικό με το σεξ, ανάλγητο τύραννο της Παλαιάς Διαθήκης έως τον πιο ήπιο, αλλά επίσης παράλογο, Ουράνιο Ωρολογοποιό που προτιμούσαν μερικοί στοχαστές του Διαφωτισμού. Καταρρίπτει τα κύρια επιχειρήματα υπέρ της θρησκείας και καταδεικνύει ότι η ύπαρξη ενός ανώτερου όντος είναι απολύτως απίθανο ενδεχόμενο. Περιγράφει πώς η θρησκεία υποδαυλίζει τον πόλεμο, υποθάλπει τη μισαλλοδοξία και κακοποιεί το νου και την ψυχή των παιδιών.
Η "Περί Θεού αυταπάτη" είναι μια συναρπαστική πολεμική με απαστράπτοντα επιχειρήματα, απαραίτητο ανάγνωσμα για όλους όσοι ενδιαφέρονται για αυτό το συναισθηματικά φορτισμένο και πολύ σημαντικό ζήτημα.
Η τριάδα των «νέων Αθέων»
Ο Βρετανός βιολόγος, γενετιστής και καθηγητής στην Οξφόρδη Ρίτσαρντ Ντόκινς, από κοινού με δύο Αμερικανούς, τον συγγραφέα Σαμ Χάρις (το τελευταία του βιβλίο «Γράμμα σε ένα χριστιανικό έθνος» είναι μπεστ-σέλερ) και τον φιλόσοφο Ντάνιελ Ντένετ, συνθέτουν την αγγλοσαξονική τριάδα του αποκαλούμενου από τα ΜΜΕ κινήματος των «νέων Αθέων».
Το παρουσιαζόμενο βιβλίο του Ντόκινς έχει αντιμετωπισθεί ιδιαίτερα αρνητικά από πολλούς. Στον Ντόκινς αποδίδεται ένας βιολογικός αναγωγισμός και κυρίως μια φυγομαχία από τις απόψεις της φιλοσοφικά καταρτισμένης θεολογικής σκέψης. Πολλοί έχουν πέσει θύματα -μεταξύ αυτών και ο γράφων αυτές τις γραμμές- αυτής της πολεμικής, αλλά και της προκατάληψης που είχε γεννήσει το έργο του Ντόκινς «Το εγωιστικό γονίδιο». Διαβάζοντας όμως αυτό το έργο διαπιστώσαμε πως, παρά τους υπαρκτούς αναγωγισμούς και άλλες σοβαρές παραλείψεις, στις οποίες θα αναφερθούμε παρακάτω, αποτελεί έναν πολύτιμο συνοδοιπόρο της επιστήμης στη σύγκρουσή της κατά της υποβάθμισης της φύσης και του ανθρώπου. Υποβάθμιση που πολλές φορές ντύνεται με το σμόκιν της κριτικής στη δήθεν υπεραισιοδοξία του Διαφωτισμού (άλλος τεράστιος μύθος), για να παραστεί όχι σε μια κοσμική δεξίωση, αλλά στα καταγώγια του λαϊκισμού.
Θα μπορούσαμε να προσθέσουμε κι εμείς τη φωνή μας στην ανάγκη χρήσης λιγότερο πολεμικού ύφους στη σύγκρουση του αθεϊστικού προτάγματος με τη θρησκευτική πίστη. Θα ήμασταν σύμφωνοι πως ο βιολογικός αναγωγισμός δεν αρκεί να πείσει για τη μη ύπαρξη του Θεού, αν και η θεωρία της εξέλιξης είναι ένα πανίσχυρο όπλο σ' αυτόν τον αγώνα. Συμφωνούμε πως στην αντίληψή του Ντόκινς απουσιάζουν οι κοινωνικές συνιστώσες και η ιστορικότητα του φαινομένου της θρησκείας. Ενώ επίσης η αντίληψη του για τη θρησκεία, ως παραπροϊόν της ίδιας της φυσικής επιλογής και αναλογούντων σ' αυτήν ψυχολογικών προδιαθέσεων, περιορίζει τις αιτίες ανάπτυξης της θρησκευτικής πίστης.
Ο Ντόκινς αρνείται να συγκρουστεί με τις σοβαρές θεολογικές σχολές, ενώ παράλληλα δεν αναφέρεται ούτε στην ιστορία της αθεΐας (γι' αυτό το θέμα προτείνουμε το σημαντικό έργο του Ζορζ Μινουά «η Ιστορία της Αθεΐας», εκδόσεις «Νάρκισσος»). Αν ο στόχος του έργου είναι ο διάλογος με τη φιλοσοφία της θεολογίας, τότε αυτή η παράλειψη δημιουργεί σημαντικά προβλήματα. Αν όμως το κύριο μέτωπο στο οποίο στρέφει τα πυρά του ο συγγραφέας είναι η πίστη σ' έναν υπερφυσικό δημιουργό, τότε η σύγκρουση με την εκλεπτυσμένη θεολογική σκέψη μάλλον είναι περιττή. Γιατί, όπως σωστά παρατηρεί ο συγγραφέας, όλες οι εκδοχές της ύπαρξης του Θεού, από τις χοντροκομμένες κυριολεκτικές αναγνώσεις των ιερών βιβλίων μέχρι τις αναγνώσεις ενός Πασκάλ ή ενός Θωμά Ακκινάτη ή ακόμη και τις αναγνώσεις που απορρίπτουν έναν σκληρό, εκδικητικό Θεό της Κολάσεως και προσβλέπουν σ' έναν Θεό της αγάπης και της συγχώρεσης, όλες αυτές οι θεωρήσεις αποτελούν παραποτάμους που καταλήγουν στην ίδια θάλασσα. Στη θάλασσα του μεταφυσικού, το αλάτι της οποίας είναι η πίστη στην υπερφυσική δημιουργία του κόσμου.
Ο συγγραφέας επιχειρεί να καταρρίψει την ύπαρξη ενός δήθεν ευφυούς σχεδίου και ενός δημιουργού. Σ' αυτή τη μάχη προσέρχεται πολύ καλά εξοπλισμένος με τα όπλα της κατασυκοφαντημένης επιστήμης. Ο Ντόκινς επιχειρεί να μας εισάγει στον «μαγικό» κόσμο της επιστήμης, ο οποίος σε αντίθεση με τις θεολογικές βεβαιότητες (κεφάλαιο 3) στηρίζεται σε αποδείξεις και είναι έτοιμος, αν οι αποδείξεις του καταρριφθούν, να παραδεχτεί το λάθος του. Η επιστήμη δεν είναι φονταμενταλιστική, γιατί είναι πάντοτε πρόθυμη να εγκαταλείψει τα πιστεύω της, αν αυτά αποδειχτούν πως δεν συνάδουν με την αλήθεια των στοιχείων και των γεγονότων.
Ο συγγραφέας δεν μας καλεί να μη σεβόμαστε τη θρησκεία, όπως μια επιφανειακή ανάγνωση υποστηρίζει. Μας λέει όμως κάτι προφανές. Πως η θρησκεία, η πίστη στο υπερφυσικό, και οι απορρέουσες κοινωνικές συνέπειες δεν μπορεί να είναι στο απυρόβλητο (κεφάλαιο 1 και 2). Σεβασμός δεν σημαίνει απουσία κριτικής. Αυτονόητη αλήθεια, που πολλές φορές, στη φροντίδα μας να μη θίξουμε το θρησκευτικό πιστεύω του άλλου, την ξεχνάμε. Τότε όμως να καταργηθεί η κριτική για όλα, για τα πολιτικά, τα λογοτεχνικά ακόμη και τα ποδοσφαιρικά πιστεύω και να δημιουργήσουμε από τώρα, εδώ στη γη, την Κόλαση. Αλλωστε έχουν γίνει άπειρες τέτοιες απόπειρες.
Ο συγγραφέας αντιπαρατίθεται και σ' ένα άλλο αυτονόητο, πως δηλαδή για την ύπαρξη ή όχι του Θεού αρμόδια να απαντήσει είναι μόνον η Θεολογία, σε έσχατη δε ανάγκη η Φιλοσοφία. Η απουσία ή η παρουσία μιας δημιουργικής υπερδιάνοιας αποτελεί επιστημονικό ερώτημα και η απάντηση τοποθετείται στο φάσμα των πιθανοτήτων. Η θεωρία της εξέλιξης αποδεικνύει πως οι πιθανότητες μη ύπαρξης του Θεού είναι πολύ περισσότερες απ' αυτήν της ύπαρξής του. Αν συμβάλλουν και οι ανακαλύψεις στη Φυσική, όπως αυτές της Βιολογίας, τότε οι πιθανότητες θα αποδειχτούν πολύ περισσότερες. Εκείνο που απορρίπτει με βεβαιότητα, είναι ο αγνωστικισμός. Είναι βέβαιος πως ο κόσμος δημιουργήθηκε μέσα από τη διαδικασία της φυσικής επιλογής, η οποία αποτελεί τον «γερανό» της ανόδου από το απλό στο πολύπλοκο, και όχι τυχαία ή από ένα ευφυές σχέδιο ενός δημιουργού. Το ευφυές σχέδιο αδυνατεί να εξηγήσει τη δημιουργία του δημιουργού (κεφάλαιο 4).
Το πιο αδύνατο κεφάλαιο (5) είναι αυτό που αφορά τις ρίζες της θρησκείας, τις οποίες αναζητεί στη «δυσλειτουργία» του δαρβινικού νόμου της φυσικής επιλογής. Σφάλλει, κατά τη γνώμη μας, όταν ερμηνεύει την εμφάνιση της θρησκείας μόνο σε βιολογική και ατομική βάση, ως αποτέλεσμα της φυσικής επιλογής, η οποία οικοδομεί παιδικούς εγκεφάλους έτοιμους να αποδεχτούν ό,τι λένε οι γονείς. Αποκόπτει έτσι τη γένεση και διάδοση της θρησκείας από τις κοινωνικές και εξουσιαστικές της ρίζες. Από εκεί μέχρι του σημείου να τον κατατάσσουμε στους υποστηρικτές του νεοφιλεύθερου ατομικισμού η απόσταση είναι όση από την πίστη στις νεράιδες μέχρι την ανακάλυψη του νόμου της βαρύτητας.
Κάποιοι κατηγόρησαν τον Ντόκινς πως αναλώνεται πολύ στο να δείξει πως οι πιθανότητες ύπαρξης του Θεού είναι απίθανες, ενώ παραμελεί το πρόβλημα της πηγής του καλού. Μάλλον πρόκειται για παρανόηση αφού στα 6 και 7 κεφάλαια υποστηρίζει με σθένος πως δεν χρειαζόμαστε τον Θεό για να είμαστε ηθικοί. Η ηθική είναι, πρώτον, απόρροια των βιολογικών αναγκών του ανθρώπου και δεύτερον, η ηθική πηγάζει από τον άνθρωπο και μόνον απ' αυτόν και όχι από κάποιες εξωανθρώπινες επιταγές. Το πρώτο σκέλος αυτής της θέσης, που φτάνει να θεωρεί την αλτρουιστική συμπεριφορά μια επιθυμητή μεν, αλλά δαρβινική δυσλειτουργία δε, είναι μονομερές και αμφιλεγόμενο. Το δεύτερο, όμως, που διακρίνει τις ρίζες της ηθικότητας στον ίδιο τον άνθρωπο, αποτελεί το ευαγγέλιο του ανθρωπισμού.
Οσον αφορά τη θέση του Ντόκινς περί διαρκούς προόδου της ηθικής και της ανθρωπότητας, αυτή η θέση αποτελεί τον πυρήνα του Διαφωτιστικού προτάγματος στον αγώνα του κατά του σκοταδισμού, αφού ο τελευταίος ανακαλύπτει σε κάθε βήμα της ανθρωπότητας ένα βήμα προς τον όλεθρο.
Στα τελευταία τρία κεφάλαια η επιστήμη υποχωρεί για χάρη της λυρικότητας. Ο συγγραφέας βλέπει στο θρησκευτικό πάθος τη ρίζα όλων των συγκρούσεων. Είναι σίγουρο πως όλες οι συγκρούσεις δεν καθοδηγούνται από το θρησκευτικό μίσος για τον άλλο, από την άλλη όμως, είναι σίγουρο πως η θρησκεία χρησιμοποιείται για τη νομιμοποίηση των ισχυροτέρων και τη διαιώνιση της κοινωνικής αδικίας. Ας μην ξεχνάμε τον ρόλο θλιβερών περιπτώσεων, όπως το φαινόμενο της μητέρας Τερέζας, όπου η φτώχεια εμφανίζεται ως τιμωρία για την ανθρώπινη αμαρτία και όχι ως κοινωνικό φαινόμενο.
Οι παρατηρήσεις του για την αδικία που οι μεγάλοι κάνουν στα παιδιά τους, επιβάλλοντας σ' αυτά τα δικά τους θρησκευτικά πιστεύω, και η ποιητική επίκληση της έμπνευσης και της παρηγοριάς που μπορεί να προσφέρει η επιστήμη έναντι του θανάτου, κλείνει αυτό το πολύπλευρο και πολύσημο έργο.
Αυτό το βιβλίο έχει κενά. Σε καμία όμως περίπτωση δεν αποτελεί ένα κοινότοπο έργο, όπως η «Πραγματεία περί Αθεολογίας» (εκδόσεις «Εξάντας») του Μισέλ Ονφρέ. Αντιθέτως, αποτελεί ένα πολύτιμο εργαλείο στα χέρια όσων αγωνιούν για τα διαρκώς αυξανόμενα φαινόμενα πνευματικού και ηθικού σκοταδισμού, τα οποία επιδιώκουν να αναστρέψουν την πρόοδο και την ανθρώπινη αυτοτέλεια.
Αν χρειάζεται σεβασμό η θρησκεία, μήπως χρειάζεται και ο ανάλογος σεβασμός προς την αθεΐα, την επιστήμη, τον ορθολογισμό και την πίστη στην ανθρώπινη αυταξία ως τμήμα της μητέρας φύσης: Σε τελική ανάλυση, ο μόνος ικανός για την αθανασία είναι ο θνητός άνθρωπος. Αυτός που κατανοεί πως ο σκοπός της ζωής του είναι να γνωρίζει, να αγωνίζεται και να πεθαίνει. Τέτοιον άνθρωπο καμία θρησκεία δεν είναι σε θέση να παράγει.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΙΑΚΑΝΤΑΡΗΣ, Βιβλιοθήκη, 28/9/2007
Στο παρόν βιβλίο ασκεί σφοδρή κριτική στην ιδέα του Θεού σε όλες τις μορφές της, από τον ιδεοληπτικό με το σεξ, ανάλγητο τύραννο της Παλαιάς Διαθήκης έως τον πιο ήπιο, αλλά επίσης παράλογο, Ουράνιο Ωρολογοποιό που προτιμούσαν μερικοί στοχαστές του Διαφωτισμού. Καταρρίπτει τα κύρια επιχειρήματα υπέρ της θρησκείας και καταδεικνύει ότι η ύπαρξη ενός ανώτερου όντος είναι απολύτως απίθανο ενδεχόμενο. Περιγράφει πώς η θρησκεία υποδαυλίζει τον πόλεμο, υποθάλπει τη μισαλλοδοξία και κακοποιεί το νου και την ψυχή των παιδιών.
Η "Περί Θεού αυταπάτη" είναι μια συναρπαστική πολεμική με απαστράπτοντα επιχειρήματα, απαραίτητο ανάγνωσμα για όλους όσοι ενδιαφέρονται για αυτό το συναισθηματικά φορτισμένο και πολύ σημαντικό ζήτημα.
Η τριάδα των «νέων Αθέων»
Ο Βρετανός βιολόγος, γενετιστής και καθηγητής στην Οξφόρδη Ρίτσαρντ Ντόκινς, από κοινού με δύο Αμερικανούς, τον συγγραφέα Σαμ Χάρις (το τελευταία του βιβλίο «Γράμμα σε ένα χριστιανικό έθνος» είναι μπεστ-σέλερ) και τον φιλόσοφο Ντάνιελ Ντένετ, συνθέτουν την αγγλοσαξονική τριάδα του αποκαλούμενου από τα ΜΜΕ κινήματος των «νέων Αθέων».
Το παρουσιαζόμενο βιβλίο του Ντόκινς έχει αντιμετωπισθεί ιδιαίτερα αρνητικά από πολλούς. Στον Ντόκινς αποδίδεται ένας βιολογικός αναγωγισμός και κυρίως μια φυγομαχία από τις απόψεις της φιλοσοφικά καταρτισμένης θεολογικής σκέψης. Πολλοί έχουν πέσει θύματα -μεταξύ αυτών και ο γράφων αυτές τις γραμμές- αυτής της πολεμικής, αλλά και της προκατάληψης που είχε γεννήσει το έργο του Ντόκινς «Το εγωιστικό γονίδιο». Διαβάζοντας όμως αυτό το έργο διαπιστώσαμε πως, παρά τους υπαρκτούς αναγωγισμούς και άλλες σοβαρές παραλείψεις, στις οποίες θα αναφερθούμε παρακάτω, αποτελεί έναν πολύτιμο συνοδοιπόρο της επιστήμης στη σύγκρουσή της κατά της υποβάθμισης της φύσης και του ανθρώπου. Υποβάθμιση που πολλές φορές ντύνεται με το σμόκιν της κριτικής στη δήθεν υπεραισιοδοξία του Διαφωτισμού (άλλος τεράστιος μύθος), για να παραστεί όχι σε μια κοσμική δεξίωση, αλλά στα καταγώγια του λαϊκισμού.
Θα μπορούσαμε να προσθέσουμε κι εμείς τη φωνή μας στην ανάγκη χρήσης λιγότερο πολεμικού ύφους στη σύγκρουση του αθεϊστικού προτάγματος με τη θρησκευτική πίστη. Θα ήμασταν σύμφωνοι πως ο βιολογικός αναγωγισμός δεν αρκεί να πείσει για τη μη ύπαρξη του Θεού, αν και η θεωρία της εξέλιξης είναι ένα πανίσχυρο όπλο σ' αυτόν τον αγώνα. Συμφωνούμε πως στην αντίληψή του Ντόκινς απουσιάζουν οι κοινωνικές συνιστώσες και η ιστορικότητα του φαινομένου της θρησκείας. Ενώ επίσης η αντίληψη του για τη θρησκεία, ως παραπροϊόν της ίδιας της φυσικής επιλογής και αναλογούντων σ' αυτήν ψυχολογικών προδιαθέσεων, περιορίζει τις αιτίες ανάπτυξης της θρησκευτικής πίστης.
Ο Ντόκινς αρνείται να συγκρουστεί με τις σοβαρές θεολογικές σχολές, ενώ παράλληλα δεν αναφέρεται ούτε στην ιστορία της αθεΐας (γι' αυτό το θέμα προτείνουμε το σημαντικό έργο του Ζορζ Μινουά «η Ιστορία της Αθεΐας», εκδόσεις «Νάρκισσος»). Αν ο στόχος του έργου είναι ο διάλογος με τη φιλοσοφία της θεολογίας, τότε αυτή η παράλειψη δημιουργεί σημαντικά προβλήματα. Αν όμως το κύριο μέτωπο στο οποίο στρέφει τα πυρά του ο συγγραφέας είναι η πίστη σ' έναν υπερφυσικό δημιουργό, τότε η σύγκρουση με την εκλεπτυσμένη θεολογική σκέψη μάλλον είναι περιττή. Γιατί, όπως σωστά παρατηρεί ο συγγραφέας, όλες οι εκδοχές της ύπαρξης του Θεού, από τις χοντροκομμένες κυριολεκτικές αναγνώσεις των ιερών βιβλίων μέχρι τις αναγνώσεις ενός Πασκάλ ή ενός Θωμά Ακκινάτη ή ακόμη και τις αναγνώσεις που απορρίπτουν έναν σκληρό, εκδικητικό Θεό της Κολάσεως και προσβλέπουν σ' έναν Θεό της αγάπης και της συγχώρεσης, όλες αυτές οι θεωρήσεις αποτελούν παραποτάμους που καταλήγουν στην ίδια θάλασσα. Στη θάλασσα του μεταφυσικού, το αλάτι της οποίας είναι η πίστη στην υπερφυσική δημιουργία του κόσμου.
Ο συγγραφέας επιχειρεί να καταρρίψει την ύπαρξη ενός δήθεν ευφυούς σχεδίου και ενός δημιουργού. Σ' αυτή τη μάχη προσέρχεται πολύ καλά εξοπλισμένος με τα όπλα της κατασυκοφαντημένης επιστήμης. Ο Ντόκινς επιχειρεί να μας εισάγει στον «μαγικό» κόσμο της επιστήμης, ο οποίος σε αντίθεση με τις θεολογικές βεβαιότητες (κεφάλαιο 3) στηρίζεται σε αποδείξεις και είναι έτοιμος, αν οι αποδείξεις του καταρριφθούν, να παραδεχτεί το λάθος του. Η επιστήμη δεν είναι φονταμενταλιστική, γιατί είναι πάντοτε πρόθυμη να εγκαταλείψει τα πιστεύω της, αν αυτά αποδειχτούν πως δεν συνάδουν με την αλήθεια των στοιχείων και των γεγονότων.
Ο συγγραφέας δεν μας καλεί να μη σεβόμαστε τη θρησκεία, όπως μια επιφανειακή ανάγνωση υποστηρίζει. Μας λέει όμως κάτι προφανές. Πως η θρησκεία, η πίστη στο υπερφυσικό, και οι απορρέουσες κοινωνικές συνέπειες δεν μπορεί να είναι στο απυρόβλητο (κεφάλαιο 1 και 2). Σεβασμός δεν σημαίνει απουσία κριτικής. Αυτονόητη αλήθεια, που πολλές φορές, στη φροντίδα μας να μη θίξουμε το θρησκευτικό πιστεύω του άλλου, την ξεχνάμε. Τότε όμως να καταργηθεί η κριτική για όλα, για τα πολιτικά, τα λογοτεχνικά ακόμη και τα ποδοσφαιρικά πιστεύω και να δημιουργήσουμε από τώρα, εδώ στη γη, την Κόλαση. Αλλωστε έχουν γίνει άπειρες τέτοιες απόπειρες.
Ο συγγραφέας αντιπαρατίθεται και σ' ένα άλλο αυτονόητο, πως δηλαδή για την ύπαρξη ή όχι του Θεού αρμόδια να απαντήσει είναι μόνον η Θεολογία, σε έσχατη δε ανάγκη η Φιλοσοφία. Η απουσία ή η παρουσία μιας δημιουργικής υπερδιάνοιας αποτελεί επιστημονικό ερώτημα και η απάντηση τοποθετείται στο φάσμα των πιθανοτήτων. Η θεωρία της εξέλιξης αποδεικνύει πως οι πιθανότητες μη ύπαρξης του Θεού είναι πολύ περισσότερες απ' αυτήν της ύπαρξής του. Αν συμβάλλουν και οι ανακαλύψεις στη Φυσική, όπως αυτές της Βιολογίας, τότε οι πιθανότητες θα αποδειχτούν πολύ περισσότερες. Εκείνο που απορρίπτει με βεβαιότητα, είναι ο αγνωστικισμός. Είναι βέβαιος πως ο κόσμος δημιουργήθηκε μέσα από τη διαδικασία της φυσικής επιλογής, η οποία αποτελεί τον «γερανό» της ανόδου από το απλό στο πολύπλοκο, και όχι τυχαία ή από ένα ευφυές σχέδιο ενός δημιουργού. Το ευφυές σχέδιο αδυνατεί να εξηγήσει τη δημιουργία του δημιουργού (κεφάλαιο 4).
Το πιο αδύνατο κεφάλαιο (5) είναι αυτό που αφορά τις ρίζες της θρησκείας, τις οποίες αναζητεί στη «δυσλειτουργία» του δαρβινικού νόμου της φυσικής επιλογής. Σφάλλει, κατά τη γνώμη μας, όταν ερμηνεύει την εμφάνιση της θρησκείας μόνο σε βιολογική και ατομική βάση, ως αποτέλεσμα της φυσικής επιλογής, η οποία οικοδομεί παιδικούς εγκεφάλους έτοιμους να αποδεχτούν ό,τι λένε οι γονείς. Αποκόπτει έτσι τη γένεση και διάδοση της θρησκείας από τις κοινωνικές και εξουσιαστικές της ρίζες. Από εκεί μέχρι του σημείου να τον κατατάσσουμε στους υποστηρικτές του νεοφιλεύθερου ατομικισμού η απόσταση είναι όση από την πίστη στις νεράιδες μέχρι την ανακάλυψη του νόμου της βαρύτητας.
Κάποιοι κατηγόρησαν τον Ντόκινς πως αναλώνεται πολύ στο να δείξει πως οι πιθανότητες ύπαρξης του Θεού είναι απίθανες, ενώ παραμελεί το πρόβλημα της πηγής του καλού. Μάλλον πρόκειται για παρανόηση αφού στα 6 και 7 κεφάλαια υποστηρίζει με σθένος πως δεν χρειαζόμαστε τον Θεό για να είμαστε ηθικοί. Η ηθική είναι, πρώτον, απόρροια των βιολογικών αναγκών του ανθρώπου και δεύτερον, η ηθική πηγάζει από τον άνθρωπο και μόνον απ' αυτόν και όχι από κάποιες εξωανθρώπινες επιταγές. Το πρώτο σκέλος αυτής της θέσης, που φτάνει να θεωρεί την αλτρουιστική συμπεριφορά μια επιθυμητή μεν, αλλά δαρβινική δυσλειτουργία δε, είναι μονομερές και αμφιλεγόμενο. Το δεύτερο, όμως, που διακρίνει τις ρίζες της ηθικότητας στον ίδιο τον άνθρωπο, αποτελεί το ευαγγέλιο του ανθρωπισμού.
Οσον αφορά τη θέση του Ντόκινς περί διαρκούς προόδου της ηθικής και της ανθρωπότητας, αυτή η θέση αποτελεί τον πυρήνα του Διαφωτιστικού προτάγματος στον αγώνα του κατά του σκοταδισμού, αφού ο τελευταίος ανακαλύπτει σε κάθε βήμα της ανθρωπότητας ένα βήμα προς τον όλεθρο.
Στα τελευταία τρία κεφάλαια η επιστήμη υποχωρεί για χάρη της λυρικότητας. Ο συγγραφέας βλέπει στο θρησκευτικό πάθος τη ρίζα όλων των συγκρούσεων. Είναι σίγουρο πως όλες οι συγκρούσεις δεν καθοδηγούνται από το θρησκευτικό μίσος για τον άλλο, από την άλλη όμως, είναι σίγουρο πως η θρησκεία χρησιμοποιείται για τη νομιμοποίηση των ισχυροτέρων και τη διαιώνιση της κοινωνικής αδικίας. Ας μην ξεχνάμε τον ρόλο θλιβερών περιπτώσεων, όπως το φαινόμενο της μητέρας Τερέζας, όπου η φτώχεια εμφανίζεται ως τιμωρία για την ανθρώπινη αμαρτία και όχι ως κοινωνικό φαινόμενο.
Οι παρατηρήσεις του για την αδικία που οι μεγάλοι κάνουν στα παιδιά τους, επιβάλλοντας σ' αυτά τα δικά τους θρησκευτικά πιστεύω, και η ποιητική επίκληση της έμπνευσης και της παρηγοριάς που μπορεί να προσφέρει η επιστήμη έναντι του θανάτου, κλείνει αυτό το πολύπλευρο και πολύσημο έργο.
Αυτό το βιβλίο έχει κενά. Σε καμία όμως περίπτωση δεν αποτελεί ένα κοινότοπο έργο, όπως η «Πραγματεία περί Αθεολογίας» (εκδόσεις «Εξάντας») του Μισέλ Ονφρέ. Αντιθέτως, αποτελεί ένα πολύτιμο εργαλείο στα χέρια όσων αγωνιούν για τα διαρκώς αυξανόμενα φαινόμενα πνευματικού και ηθικού σκοταδισμού, τα οποία επιδιώκουν να αναστρέψουν την πρόοδο και την ανθρώπινη αυτοτέλεια.
Αν χρειάζεται σεβασμό η θρησκεία, μήπως χρειάζεται και ο ανάλογος σεβασμός προς την αθεΐα, την επιστήμη, τον ορθολογισμό και την πίστη στην ανθρώπινη αυταξία ως τμήμα της μητέρας φύσης: Σε τελική ανάλυση, ο μόνος ικανός για την αθανασία είναι ο θνητός άνθρωπος. Αυτός που κατανοεί πως ο σκοπός της ζωής του είναι να γνωρίζει, να αγωνίζεται και να πεθαίνει. Τέτοιον άνθρωπο καμία θρησκεία δεν είναι σε θέση να παράγει.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΙΑΚΑΝΤΑΡΗΣ, Βιβλιοθήκη, 28/9/2007
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις