0
Your Καλαθι
Επιβίωση των πυγολαμπίδων
Έκπτωση
20%
20%
Περιγραφή
Στη "Θεία Κωμωδία" ο Δάντης έχει περιγράψει τις κακές ψυχές των "δόλιων συμβούλων" και των διεφθαρμένων πολιτικών σαν μικροσκοπικά φώτα (lucciole) που σαλεύουν στον όγδοο κύκλο της
Κόλασης, πολύ μακριά από το μέγα και μοναδικό φως (luce) που καταυγάζει τον Παράδεισο. Η νεωτερική ιστορία φαίνεται πάντως να έχει αντιστρέψει το δαντικό σύμπαν: οι δόλιοι σύμβουλοι και οι διεφθαρμένοι πολιτικοί κυκλοφορούν θριαμβευτικά υπό τις δέσμες του μεγάλου φωτός (του τηλεοπτικού, λόγου χάριν), ενώ οι λαοί ανίσχυροι πλανιόνται στο σκοτάδι, όμοιoι με πυγολαμπίδες (lucciole). Ο συγγραφέας του ανά χείρας βιβλίου Ζωρζ Ντιντί-Υμπερμάν, φιλόσοφος και ιστορικός τέχνης, δεν διανοείται να αμφισβητήσει την πολιτισμική έκπτωση της εποχής μας αρνείται όμως να
προσυπογράψει τον ανέκκλητο χαρακτήρα της και, κυρίως, τη θεώρηση της σημερινής πραγματικότητας με όρους Αποκάλυψης. Οι πυγολαμπίδες, υποστηρίζει, έχουν απλώς εξαφανιστεί από το οπτικό πεδίο εκείνων, οι οποίοι δεν είναι πια στη σωστή θέση ώστε να τις δουν να εκπέμπουν τα φωτεινά σινιάλα τους. Και οι εικόνες -φτάνει να τις στοχαστούμε αυστηρά και ταπεινά, ως εικόνες-πυγολαμπίδες- ανοίγουν σίγουρα τον δρόμο για μια τέτοιας μορφής αντίσταση.
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
1. ΚΟΛΑΣΕΙΣ;
Μέγα φως (luce) παραδείσιο εναντίον μικροσκοπικών φώτων (lucciole) στον κολασμένο κύκλο των «δόλιων συμβούλων» (13). – Ο Δάντης αντεστραμμένος στα χρόνια του νεωτερικού πολέμου (16). -Το 1941, ένας νεαρός ανακαλύπτει στις πυγολαμπίδες τις λάμψεις της επιθυμίας και της αθωότητας (19). - Ένα πολιτικό ζήτημα: ο Πιέρ Πάολο Παζολίνι το 1975, ο νεοφασισμός και η εξαφάνιση των πυγολαμπίδων (27). – Ο λαός, η αντίσταση και η επιβίωσή του, κατεστραμμένα από τη νέα δικτατορία (33). – Η κόλαση πραγματοποιημένη; Η παζολινική αποκάλυψη αποδοκιμασμένη, δοκιμασμένη, επιδοκιμασμένη, υπερθεματισμένη σήμερα (41)
2.ΕΠΙΒΙΩΣΕΙΣ
Οι πυγολαμπίδες έχουν όλες εξαφανιστεί ή μήπως επιβιώνουν παρόλα αυτά; Η ποιητικο-οπτική εμπειρία της διάλειψης στον Ντενί Ρος: επανεμφάνιση, επανεξαφάνιση (47). Φώτα ελάσσονα: απεδαφικοποιημένα, πολιτικά, συλλογικά. Η πολιτική και σεξουαλική απόγνωση του Παζολίνι. Δεν υπάρχει ζώσα κοινότητα χωρίς φαινομενολογία της παρουσίασής της: η φωτεινή χειρονομία των πυγολαμπίδων (54). – Ο Βάλτερ Μπένγιαμιν και οι διαλεκτικές εικόνες. Κάθε μορφή εικονοποιητικής φαντασίας είναι μια μορφή πολιτικής πράξης. Πολιτική των επιβιώσεων: Άμπυ Βάρμπουργκ και Ερνέστο Ντε Μαρτίνο (61).
3. ΑΠΟΚΑΛΥΨΕΙΣ;
Διερευνώντας το σύγχρονο μέσω παραδειγμάτων και φιλοσοφική αρχαιολογία: Τζόρτζιο Αγκάμπεν και Παζολίνι (69). – Η «καταστροφή της εμπειρίας»: αποκάλυψη, πένθος της παιδικής ηλικίας. Μεταξύ καταστροφής και λύτρωσης (74). - Κριτική του αποκαλυπτικού τόνου από τον Ζακ Ντερριντά και του ανορθολογισμού της ανάστασης από τον Τέοντορ Αντόρνο (81). – Σε μια θεωρία των επιβιώσεων, δεν υπάρχει ούτε ριζική καταστροφή ούτε τελική λύτρωση. Εικόνα εναντίον ορίζοντα (86).
4. ΛΑΟΙ
Φώτα της εξουσίας εναντίον λάμψεων των αντι-εξουσιών: Καρλ Σμιτ εναντίον Μπένγιαμιν. Ο Αγκάμπεν πέρα από κάθε διαχωρισμό (92). – Ολοκληρωτισμός και δημοκρατία κατά Αγκάμπεν μέσω Σμιτ και Γκυ Ντεμπόρ: από την επευφημία στην κοινή γνώμη. Οι λαοί υποβιβασμένοι στην ενοποίηση και την αρνητικότητα (97). – Η φιλοσοφική αρχαιολογία απαιτεί, κατά τον Μπένγιαμιν, τη «ρυθμική» των κρούσεων και των αντι-κρούσεων, των επευφημιών και των επαναστάσεων (108).
5. ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΕΣ;
Εικόνα εναντίον ορίζοντα: η διαλεκτική λάμψη «διαπερνά τον ορίζοντα» κατά τρόπο διαλείποντα (115). – Δυνατότητες της εικόνας εναντίον οριζόντων χωρίς δυνατότητα. ΄Εκπτωση δεν σημαίνει εξαφάνιση. Κατιούσα πορεία, πρόσπτωση, αποκλίνουσες διαδρομές (119). – Το ανεκτίμητο εναντίον της υποτίμησης. Η αήθης χρονικότητα της επιθυμίας εναντίον του ανέκκλητου χρόνου της καταστροφής και της λύτρωσης. Κάνοντας τις λέξεις, τις εικόνες να εμφανιστούν (125).
6. ΕΙΚΟΝΕΣ
Κάνοντας τα όνειρα να εμφανιστούν: Σαρλότε Μπέραντ ή η γνώση-πυγολαμπίδα. Μαρτυρία και πρόβλεψη. Η αυθεντία του ετοιμοθάνατου (132). Αποσύρσεις στο σκοτάδι, λάμψεις. Ο Ζωρζ Μπατάιγ στον πόλεμο: ρωγμή, ερωτισμός, εσωτερική εμπειρία. Πολιτική διασαφήνιση και μη-γνώση (138). – Το μη-καταστρέψιμο, η κοινότητα που παραμένει: Μωρίς Μπλανσό. Ψήγματα ανθρωπιάς στο «χάσμα μεταξύ του παρελθόντος και του μέλλοντος»: η Χάννα Άρεντ και η «διαγώνια δύναμη» (146). – Φως των βασιλείων εναντίον λάμψεων των λαών. Οι εικόνες-πυγολαμπίδες της Λώρα Γουάντινγκτον. Οργανώνοντας τον πεσσιμισμό (153).
Διαβάστε απόσπασμα από το βιβλίο:
[...] 4. Λαοί
Αυτό που εξαφανίζεται, μέσα στο θηριώδες φως της εξουσίας, δεν είναι άλλο από την παραμικρή εικόνα ή αναλαμπή της αντι-εξουσίας. Ιδού γιατί ο εβραίος Βάλτερ Μπένγιαμιν βρίσκεται τοποθετημένος από τον Τζόρτζιο Αγκάμπεν στο ίδιο επίπεδο με τον ναζί Καρλ Σμιτ, και ιδού γιατί ο κομμουνιστής Παζολίνι βρίσκεται τοποθετημένος στο ίδιο επίπεδο με τον φασίστα ήρωα της ταινίας του Σαλό: «Ο Μπένγιαμιν είχε, υπό την έννοια αυτή, δίκιο όταν δήλωνε ότι δεν υπάρχει τίποτα πιο αναρχικό από την αστική τάξη πραγμάτων ? και ο αστεϊσμός που ο Παζολίνι έβαζε στο στόμα ενός από τους ιεράρχες της ταινίας του Σαλό ήταν απολύτως σοβαρός: “Η μόνη αυθεντική αναρχία είναι η αναρχία της εξουσίας”.» Ο Μπένγιαμιν, ως γνωστόν, χρησιμοποίησε για δικό του λογαριασμό ορισμένες έννοιες προερχόμενες από την Πολιτική θεολογία του Καρλ Σμιτ, και ιδίως την περίφημη «κατάσταση εξαίρεσης», της οποίας τη χρηστική αξία έχει επεκτείνει ο ίδιος ο Αγκάμπεν έως και στην ανάλυση των σύγχρονων κοινωνιών μας. Αλλά η χρήση της συγκεκριμένης έννοιας του Καρλ Σμιτ από τον Βάλτερ Μπένγιαμιν δεν είχε άλλο κίνητρο πέραν του να αντιστρέψει το περιεχόμενό της ? και αυτό, προκειμένου να υποκαταστήσει την παράδοση της εξουσίας –η οποία ριζοσπαστικοποιείται και «ολοποιείται» υποδειγματικά στη ναζιστική πολιτική, τη συνταγματική δομή της οποίας καθόρισε ο ίδιος ο Καρλ Σμιτ- με μια παράδοση των καταπιεσμένων η οποία χαρακτηρίζει, στην εποχή του, τον πάση θυσία αγώνα κατά του φασισμού: «Η παράδοση των καταπιεσμένων μάς διδάσκει, πως η “κατάσταση εξαίρεσης”, που ζούμε, αποτελεί τον κανόνα. Οφείλουμε να προσεγγίσουμε μια αντίληψη της ιστορίας, που να αντιστοιχεί στο παραπάνω. Θα αντιμετωπίσουμε τότε σαν καθήκον την προώθηση της πραγματικής κατάστασης εξαίρεσης ? και θα βελτιωθεί έτσι η θέση μας στον αγώνα κατά του φασισμού.»
Ο Αγκάμπεν, με τον δικό του τρόπο χρήσης του Καρλ Σμιτ, φαίνεται να βαδίζει στα ίχνη του Γιάκομπ Τάουμπες, τα ερμηνευτικά σχόλια του οποίου επεκτείνει τόσο στη μακρά διάρκεια των εσχατολογικών συλλήψεων όσο και στον ακριβέστερο σχολιασμό του αποστόλου Παύλου. Ο Τάουμπες είχε επιχειρήσει να αποσαφηνίσει την προσφυγή του στον Καρλ Σμιτ μέσω της έκφρασης –δάνειας από το λεξιλόγιο του Ηράκλειτου- gegenstrebige Fugung, «σύζευξη αντιρρόπων». Στιγματισμένος ως εβραίος και ως εχθρός από ένα ρεύμα σκέψης από το οποίο αντλούσε, ωστόσο, την προσωπική του θεωρητική ενέργεια, ο Τάουμπες διατύπωνε, αναφερόμενος στον Μάρτιν Χάιντεγκερ και τον Καρλ Σμιτ, μια διάγνωση μεγάλης διαύγειας: «Είναι άνθρωποι εμφορούμενοι από εμπάθεια […] αλλά οι οποίοι, με τον δαίμονα της εμπάθειας, διαβάζουν τις πηγές με καινούριο πνεύμα», χάρη στο οποίο ανακαλύπτουν καλύτερα από τον καθένα τον ορίζοντα καθεαυτόν όλης της δυτικής φιλοσοφίας της εξουσίας.
Αλλά, αρνούμενος να «κρίνει» αυτούς τους ίδιους που απεργάζονταν τον αποκλεισμό του ως ριζικού εχθρού, ο Τάουμπες απήλλασσε, νομίζω, τον εαυτό του από την υποχρέωση να καταλάβει τη ρωγμή, το σημείο εκκίνησης προς αποκλίνουσες κατευθύνσεις, που χωρίζουν, αποφασιστικά, μια έννοια διατυπωμένη με κάθε αυστηρότητα, με κάθε νομιμότητα –είτε πρόκειται για την «κυρίαρχη εξουσία» είτε για την «κατάσταση εξαίρεσης»-, από τις επιλογές με τις οποίες θα θελήσουμε να κατευθύνουμε την εφαρμογή της στην πράξη. Εξάλλου, αυτές οι επιλογές είναι και οι ίδιες κατευθυνόμενες από έναν ορίζοντα, και το όλο ζήτημα είναι να ξέρουμε τι θέλουμε να κάνουμε με μια έννοια, όποια και αν είναι αυτή, προς τα πού θέλουμε να την καταστήσουμε εργαλειακή. Μια από τις σπάνιες στιγμές όπου ο Τάουμπες δηλώνει καθαρά την επιλογή του, δηλαδή τη διαμαρτυρία του, τη θέση που παίρνει στη διένεξή του με τον Καρλ Σμιτ, είναι όταν γράφει: «Εννοώ να του αποδείξω ότι ο διαχωρισμός των εξουσιών σε κοσμική και πνευματική είναι απολύτως αναγκαίος, εάν αυτή η διαχωριστική γραμμή δεν χαραχτεί, σε λίγο δεν θα μπορούμε πια να αναπνεύσουμε. Αυτό είναι που ήθελα να τον κάνω να αποδεχτεί κόντρα στην ολοκληρωτική θεωρία που υποστήριζε.»
Η πρόσφατη συμβολή του Αγκάμπεν σε αυτή τη διένεξη συνίσταται, όχι στο να διεκδικήσει τον διαχωρισμό κόντρα στην ολοποίηση της εξουσίας, όπως κάνει εν προκειμένω ο Τάουμπες, αλλά στο να εξετάσει τον διαχωρισμό αυτόν έως τις πλέον ολοποιητικές μορφές της κυρίαρχης εξουσίας, στη «διάκριση μεταξύ Βασιλείου και Κυβέρνησης», λόγου χάριν, διάκριση μακρότατης διάρκειας την οποία, κατά τον Αγκάμπεν, ο Καρλ Σμίτ «επανεπεξεργάζεται με καινούρια προοπτική», τη στιγμή ακριβώς που στοχάζεται, το 1933, για λογαριασμό του Χίτλερ, πάνω στις σχέσεις μεταξύ «κράτους», «κινήματος» (του ναζιστικού κόμματος δηλαδή) και «λαού». Ο συγγραφέας του Homo sacer τοποθετείται λοιπόν, στη δική του θεωρία της κυρίαρχης εξουσίας, πέρα από κάθε διαχωρισμό και κάθε ολοποίηση: η δεύτερη θα είναι πάντα διηρημένη, και ο πρώτος πάντα ολοκληρωτικά, ριζικά ενεργός στη γενεαλογία της εξουσίας στη Δύση.
Και ακριβώς το παράδοξο μιας τέτοιας οικονομίας –λέξη κομβική σε ολόκληρη την ανάλυση του Αγκάμπεν- του επιτρέπει να ασπαστεί «σοβαρά» τον αστεϊσμό του βασανιστή του Σαλό: «Η μόνη αυθεντική αναρχία είναι η αναρχία της εξουσίας.» Αυτομάτως, δεν υπάρχει πλέον λόγος να κάνει διάκριση –ενώ ο Τάουμπες εξακολουθεί επίμονα να υπογραμμίζει τη σπουδαιότητά της- μεταξύ των «αποκαλυπτικών της επανάστασης», όπως ήταν ο Λέον Τρότσκι, ο Μπέρτολτ Μπρέχτ ή και ο ίδιος ο Βάλτερ Μπένγιαμιν, και των «αποκαλυπτικών της αντεπανάστασης», όπως ήταν ο Όσβαλντ Σπένγκλερ, ο Ερνστ Γιούνγκερ, ο Μάρτιν Χάιντεγκερ ή ο ίδιος ο Καρλ Σμίτ. Αυτό που ανακύπτει, μέσα από έναν τέτοιον ορίζοντα σκέψης, δεν είναι άλλο από τη δυνατότητα να κομίσει κανείς μια απάντηση ή μια ανταπάντηση στην οικονομία της εξουσίας που περιγράφεται με αυτόν τον τρόπο. Ο Αγκάμπεν γνωρίζει άριστα –κατ’ ακολουθίαν του Γκύ Ντεμπόρ, λόγου χάριν- ότι δεν υπάρχει βασίλειο και δόξα χωρίς καταστροφικές επιπτώσεις σκότους και καταπίεσης. Αλλά απαλλάσσει τον εαυτό του από την υποχρέωση να μιλήσει γι’ αυτό, το μόνο που μοιάζει πλέον να βλέπει είναι το εκτυφλωτικό φως του βασιλείου και της δόξας του. Τι απέγινε λοιπόν η «αυθεντική κατάσταση εξαίρεσης» που ακόμη ήλπιζε και ευχόταν ο Βάλτερ Μπένγιαμιν το 1940, στο πλαίσιο της προσωπικής του «πάλης κατά του φασισμού»; Μπορεί κανείς να επιχειρήσει μια γενεαλογία της εξουσίας χωρίς να αναπτύξει το αντίθεμα που συνιστά η «παράδοση των καταπιεσμένων»; Τι απέγιναν λοιπόν, σε μια τέτοια οικονομία, οι πυγολαμπίδες;
5. Καταστροφές;
Δεν διακρίνουμε διόλου τα ίδια πράγματα εάν διευρύνουμε την οπτική μας στον ορίζοντα που εκτείνεται, πελώριος και ακίνητος, πέρα από εμάς ? ή εάν ακονίσουμε το βλέμμα μας πάνω στην εικόνα που περνάει, μικροσκοπική και αεικίνητη, πολύ κοντά μας. Η εικόνα είναι lucciola των περαστκών διαλείψεων, ο ορίζοντας κολυμπάει στο luce των οριστικών καταστάσεων, χρόνοι σταματημένοι του ολοκληρωτισμού ή χρόνοι τετελεσμένοι της Μέλλουσας Κρίσης. Όταν βλέπουμε τον ορίζοντα, το πέραν, τότε δεν βλέπουμε τις εικόνες που έρχονται να μας αγγίξουν ανάλαφρα. Οι μικρές πυγολαμπίδες δίνουν μορφή και λάμψη στην εύθραυστη εγκοσμιότητά μας, οι «θηριώδεις προβολείς» του μεγάλου φωτός κατα-βροχθίζουν κάθε μορφή και κάθε λάμψη –κάθε διαφορά- μέσα στην υπερβατικότητα των έσχατων περάτων. Όταν αφιερώνουμε την αποκλειστική προσοχή μας στον ορίζοντα, τότε γινόμαστε ανίκανοι να κοιτάξουμε την παραμικρή εικόνα.
Σε στιγμές μεσσιανικής έξαρσης, και τότε μόνον, ίσως μπορεί κανείς να ονειρευτεί έναν ορίζοντα που θα συνέλεγε, θα καθιστούσε ορατές όλες τις εικόνες. Είναι αυτό που, σε σπάνιες περιπτώσεις, εμφανίζεται στον Βάλτερ Μπένγιαμιν όταν πρόκειται για μια εντελώς υποθετική ιστορία που έχει φτάσει σε αίσιο πέρας, όπου κάθε στιγμή –κάθε εικόνα- μπορεί να δει τον εαυτό της να κλητεύεται στην απόλυτη, παράδοξη διάρκεια της Μέλλουσας Κρίσης: «Ο χρονικογράφος που αφηγείται τα περιστατικά, χωρίς να κάνει διάκριση μεγάλων και μικρών, ενεργεί σύμφωνα με την αρχή, πως οτιδήποτε έχει συμβεί κάποτε, δεν μπορεί να θεωρηθεί χαμένο για την ιστορία. Αλλά μόνο η απολυτρωμένη ανθρωπότητα είναι βέβαια σε θέση να δεχτεί ολοκληρωτικά το παρελθόν της. Που σημαίνει: μόνο στην απολυτρωμένη ανθρωπότητα είναι δυνατόν να αποδοθεί κατά λέξη το παρελθόν της στην κάθε στιγμή του. Κάθε στιγμή, που έχει βιώσει, γίνεται μια citation a l’ordre du jour - που είναι ακριβώς η ημέρα της Κρίσης.»
Αλλά αυτή η «ημέρα» δεν μας έχει δοθεί. Ο δικός μας ο κλήρος είναι μόνον μια «νύχτα» που διασχίζεται, αλλού από τη γλυκιά λάμψη των πυγολαμπίδων, αλλού από τη σκληρή ακτίνα των προβολέων. Οι θέσεις για την έννοια της ιστορίας του Μπένγιαμιν διακόπτονται, όπως ξέρουμε, απότομα –με λέξεις που είναι, πιστεύουμε, οι τελευταίες του- πάνω στην εικόνα της μεσσιανικής «στενής πύλης» που κρύβεται μέσα σε «κάθε δευτερόλεπτο» πολιορκημένου από τη σκέψη χρόνου. Αυτό το σφιχτό καδράρισμα, αυτή η ελάχιστη χρονική διάρκεια προσδιορίζουν, νομίζω, την εικόνα καθεαυτήν: εικόνα που «γλιστρά φευγαλέα. […], ανεπανάληπτη εικόνα του παρελθόντος, η οποία απειλεί με εξαφάνιση μπροστά σε κάθε παρόν που δεν αναγνωρίζεται αναφορικά μ’ αυτήν.» Στη γαλλική εκδοχή του κειμένου του, ο Μπένγιαμιν γράφει ότι αυτός ο ορισμός της εικόνας «βασίζεται σε έναν στίχο του Δάντη» τον οποίον κανένας, από όσο γνωρίζω, δεν έχει ακόμη καταφέρει να ταυτίσει. Αλλά αυτή η ανάμνηση, έστω αόριστη, παραμένει για εμάς πολύτιμη: κάπου ανάμεσα στη Βεατρίκη του Δάντη και την «πρόσκαιρη ομορφιά» του Μπωντλαίρ, μεταμορφώνει την εικόνα σε περαστική κατεξοχήν.
Η εικόνα είναι λοιπόν η περαστική λάμψη που διαπερνάει, σαν κομήτης, την ακινησία κάθε ορίζοντα: «Η διαλεκτική εικόνα είναι μια πύρινη σφαίρα που διαπερνάει ολόκληρο τον ορίζοντα του παρελθόντος», γράφει ο Μπένγιαμιν στις χειρόγραφες σημειώσεις του -γνωστές ως «παραλειπόμενα και παραλλαγές των θέσεων για την έννοια της ιστορίας»-, πάντα στο συμφραζόμενο του στοχασμού του πάνω στην ιστορία και την πολιτική. Στον ιστορικό κόσμο που είναι ο δικός μας –μακριά, επομένως, από όλα τα έσχατα πέρατα και από όλες τις Μέλλουσες Κρίσεις-, στον κόσμο όπου «δεν έχει πάψει ο εχθρός να νικά» και όπου ο ορίζοντας μοιάζει συσκοτισμένος από το βασίλειο και τη δόξα του, ο πρώτος πολιτικός διαχειριστής διαμαρτυρίας, κρίσης, κριτικής ή χειραφέτησης, πρέπει να αποκαλείται εικόνα, υπό την έννοια του στοιχείου που αποδεικνύεται ικανό να διαπερνά τον ορίζοντα των ολοκληρωτικών κατασκευών. Αυτό είναι το νόημα ενός στοχασμού, κατά τη γνώμη μου κεφαλαιώδους, με τον οποίον ο Μπένγιαμιν σκιαγραφεί τον ρόλο των εικόνων ως τρόπου να «οργανώνουμε» -δηλαδή, επίσης, να αποσυναρμολογούμε, να αναλύουμε, να θέτουμε υπό αίρεση- τον ορίζοντα του έμφυτου πεσσιμισμού μας:
«Η οργάνωση του πεσσιμισμού έχει τη σημασία… της ανακάλυψης στον χώρο της πολιτικής δραστηριότητας… του χώρου της εικόνας. Η εξακρίβωση όμως αυτού του χώρου της εικόνας με την περισυλλογή δεν είναι πιά καθόλου δυνατή… Αυτός ο αναζητούμενος χώρος της εικόνας… είναι ο κόσμος της πολύπλευρης και ολοκληρωμένης επικαιρότητας (die Welt allseitiger und integraler Aktualitat).»
Η εικόνα: εμφάνιση μοναδική, πολύτιμη, έστω και στην ασημαντότητά της, κάτι που καίει, κάτι που πέφτει. Η «πύρινη σφαίρα» που επικαλείται ο Βάλτερ Μπένγιαμιν «διαπερνάει τον ορίζοντα» μόνο και μόνο για να πέσει προς το μέρος μας, να μας πετύχει. Σπανιότατα υψώνεται προς τον ασάλευτο ουρανό των αιώνιων ιδεών: κατά κανόνα κατεβαίνει, καταπίπτει, έρχεται με σπουδή και βυθίζεται στη γη μας, κάπου μπροστά ή πίσω από τον ορίζοντα. Σαν πυγολαμπίδα, εντέλει εξαφανίζεται από την όρασή μας και πηγαίνει σε έναν τόπο όπου ίσως θα τη διακρίνει κάποιος άλλος, αλλού, εκεί όπου η επιβίωσή της μπορεί να γίνεται ακόμη αισθητή. Εάν, σύμφωνα με την υπόθεση που επιχειρούμε να διατυπώσουμε κατ’ ακολουθίαν του Βάρμπουργκ και του Μπένγιαμιν, η εικόνα είναι ένας εγκόσμιος διαχειριστής επιβιώσεων -και, υπ’ αυτή την ιδιότητα, φορέας μιας πολιτικής δύναμης σχετικής με το παρελθόν μας καθώς και με την «ολοκληρωμένη επικαιρότητά» μας, άρα με το μέλλον μας-, τότε πρέπει να προσηλωθούμε στο να κατανοήσουμε καλύτερα την κίνηση πτώσης της προς το μέρος μας, αυτή την πτώση ή «έκπτωση/παρακμή», ή και κατάπτωση, που, όσο και αν το φοβήθηκε ο Παζολίνι το 1975, όσο και αν το σκέφτεται ο Αγκάμπεν σήμερα, δεν σημαίνει εξαφάνιση. [...]
Κόλασης, πολύ μακριά από το μέγα και μοναδικό φως (luce) που καταυγάζει τον Παράδεισο. Η νεωτερική ιστορία φαίνεται πάντως να έχει αντιστρέψει το δαντικό σύμπαν: οι δόλιοι σύμβουλοι και οι διεφθαρμένοι πολιτικοί κυκλοφορούν θριαμβευτικά υπό τις δέσμες του μεγάλου φωτός (του τηλεοπτικού, λόγου χάριν), ενώ οι λαοί ανίσχυροι πλανιόνται στο σκοτάδι, όμοιoι με πυγολαμπίδες (lucciole). Ο συγγραφέας του ανά χείρας βιβλίου Ζωρζ Ντιντί-Υμπερμάν, φιλόσοφος και ιστορικός τέχνης, δεν διανοείται να αμφισβητήσει την πολιτισμική έκπτωση της εποχής μας αρνείται όμως να
προσυπογράψει τον ανέκκλητο χαρακτήρα της και, κυρίως, τη θεώρηση της σημερινής πραγματικότητας με όρους Αποκάλυψης. Οι πυγολαμπίδες, υποστηρίζει, έχουν απλώς εξαφανιστεί από το οπτικό πεδίο εκείνων, οι οποίοι δεν είναι πια στη σωστή θέση ώστε να τις δουν να εκπέμπουν τα φωτεινά σινιάλα τους. Και οι εικόνες -φτάνει να τις στοχαστούμε αυστηρά και ταπεινά, ως εικόνες-πυγολαμπίδες- ανοίγουν σίγουρα τον δρόμο για μια τέτοιας μορφής αντίσταση.
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
1. ΚΟΛΑΣΕΙΣ;
Μέγα φως (luce) παραδείσιο εναντίον μικροσκοπικών φώτων (lucciole) στον κολασμένο κύκλο των «δόλιων συμβούλων» (13). – Ο Δάντης αντεστραμμένος στα χρόνια του νεωτερικού πολέμου (16). -Το 1941, ένας νεαρός ανακαλύπτει στις πυγολαμπίδες τις λάμψεις της επιθυμίας και της αθωότητας (19). - Ένα πολιτικό ζήτημα: ο Πιέρ Πάολο Παζολίνι το 1975, ο νεοφασισμός και η εξαφάνιση των πυγολαμπίδων (27). – Ο λαός, η αντίσταση και η επιβίωσή του, κατεστραμμένα από τη νέα δικτατορία (33). – Η κόλαση πραγματοποιημένη; Η παζολινική αποκάλυψη αποδοκιμασμένη, δοκιμασμένη, επιδοκιμασμένη, υπερθεματισμένη σήμερα (41)
2.ΕΠΙΒΙΩΣΕΙΣ
Οι πυγολαμπίδες έχουν όλες εξαφανιστεί ή μήπως επιβιώνουν παρόλα αυτά; Η ποιητικο-οπτική εμπειρία της διάλειψης στον Ντενί Ρος: επανεμφάνιση, επανεξαφάνιση (47). Φώτα ελάσσονα: απεδαφικοποιημένα, πολιτικά, συλλογικά. Η πολιτική και σεξουαλική απόγνωση του Παζολίνι. Δεν υπάρχει ζώσα κοινότητα χωρίς φαινομενολογία της παρουσίασής της: η φωτεινή χειρονομία των πυγολαμπίδων (54). – Ο Βάλτερ Μπένγιαμιν και οι διαλεκτικές εικόνες. Κάθε μορφή εικονοποιητικής φαντασίας είναι μια μορφή πολιτικής πράξης. Πολιτική των επιβιώσεων: Άμπυ Βάρμπουργκ και Ερνέστο Ντε Μαρτίνο (61).
3. ΑΠΟΚΑΛΥΨΕΙΣ;
Διερευνώντας το σύγχρονο μέσω παραδειγμάτων και φιλοσοφική αρχαιολογία: Τζόρτζιο Αγκάμπεν και Παζολίνι (69). – Η «καταστροφή της εμπειρίας»: αποκάλυψη, πένθος της παιδικής ηλικίας. Μεταξύ καταστροφής και λύτρωσης (74). - Κριτική του αποκαλυπτικού τόνου από τον Ζακ Ντερριντά και του ανορθολογισμού της ανάστασης από τον Τέοντορ Αντόρνο (81). – Σε μια θεωρία των επιβιώσεων, δεν υπάρχει ούτε ριζική καταστροφή ούτε τελική λύτρωση. Εικόνα εναντίον ορίζοντα (86).
4. ΛΑΟΙ
Φώτα της εξουσίας εναντίον λάμψεων των αντι-εξουσιών: Καρλ Σμιτ εναντίον Μπένγιαμιν. Ο Αγκάμπεν πέρα από κάθε διαχωρισμό (92). – Ολοκληρωτισμός και δημοκρατία κατά Αγκάμπεν μέσω Σμιτ και Γκυ Ντεμπόρ: από την επευφημία στην κοινή γνώμη. Οι λαοί υποβιβασμένοι στην ενοποίηση και την αρνητικότητα (97). – Η φιλοσοφική αρχαιολογία απαιτεί, κατά τον Μπένγιαμιν, τη «ρυθμική» των κρούσεων και των αντι-κρούσεων, των επευφημιών και των επαναστάσεων (108).
5. ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΕΣ;
Εικόνα εναντίον ορίζοντα: η διαλεκτική λάμψη «διαπερνά τον ορίζοντα» κατά τρόπο διαλείποντα (115). – Δυνατότητες της εικόνας εναντίον οριζόντων χωρίς δυνατότητα. ΄Εκπτωση δεν σημαίνει εξαφάνιση. Κατιούσα πορεία, πρόσπτωση, αποκλίνουσες διαδρομές (119). – Το ανεκτίμητο εναντίον της υποτίμησης. Η αήθης χρονικότητα της επιθυμίας εναντίον του ανέκκλητου χρόνου της καταστροφής και της λύτρωσης. Κάνοντας τις λέξεις, τις εικόνες να εμφανιστούν (125).
6. ΕΙΚΟΝΕΣ
Κάνοντας τα όνειρα να εμφανιστούν: Σαρλότε Μπέραντ ή η γνώση-πυγολαμπίδα. Μαρτυρία και πρόβλεψη. Η αυθεντία του ετοιμοθάνατου (132). Αποσύρσεις στο σκοτάδι, λάμψεις. Ο Ζωρζ Μπατάιγ στον πόλεμο: ρωγμή, ερωτισμός, εσωτερική εμπειρία. Πολιτική διασαφήνιση και μη-γνώση (138). – Το μη-καταστρέψιμο, η κοινότητα που παραμένει: Μωρίς Μπλανσό. Ψήγματα ανθρωπιάς στο «χάσμα μεταξύ του παρελθόντος και του μέλλοντος»: η Χάννα Άρεντ και η «διαγώνια δύναμη» (146). – Φως των βασιλείων εναντίον λάμψεων των λαών. Οι εικόνες-πυγολαμπίδες της Λώρα Γουάντινγκτον. Οργανώνοντας τον πεσσιμισμό (153).
Διαβάστε απόσπασμα από το βιβλίο:
[...] 4. Λαοί
Αυτό που εξαφανίζεται, μέσα στο θηριώδες φως της εξουσίας, δεν είναι άλλο από την παραμικρή εικόνα ή αναλαμπή της αντι-εξουσίας. Ιδού γιατί ο εβραίος Βάλτερ Μπένγιαμιν βρίσκεται τοποθετημένος από τον Τζόρτζιο Αγκάμπεν στο ίδιο επίπεδο με τον ναζί Καρλ Σμιτ, και ιδού γιατί ο κομμουνιστής Παζολίνι βρίσκεται τοποθετημένος στο ίδιο επίπεδο με τον φασίστα ήρωα της ταινίας του Σαλό: «Ο Μπένγιαμιν είχε, υπό την έννοια αυτή, δίκιο όταν δήλωνε ότι δεν υπάρχει τίποτα πιο αναρχικό από την αστική τάξη πραγμάτων ? και ο αστεϊσμός που ο Παζολίνι έβαζε στο στόμα ενός από τους ιεράρχες της ταινίας του Σαλό ήταν απολύτως σοβαρός: “Η μόνη αυθεντική αναρχία είναι η αναρχία της εξουσίας”.» Ο Μπένγιαμιν, ως γνωστόν, χρησιμοποίησε για δικό του λογαριασμό ορισμένες έννοιες προερχόμενες από την Πολιτική θεολογία του Καρλ Σμιτ, και ιδίως την περίφημη «κατάσταση εξαίρεσης», της οποίας τη χρηστική αξία έχει επεκτείνει ο ίδιος ο Αγκάμπεν έως και στην ανάλυση των σύγχρονων κοινωνιών μας. Αλλά η χρήση της συγκεκριμένης έννοιας του Καρλ Σμιτ από τον Βάλτερ Μπένγιαμιν δεν είχε άλλο κίνητρο πέραν του να αντιστρέψει το περιεχόμενό της ? και αυτό, προκειμένου να υποκαταστήσει την παράδοση της εξουσίας –η οποία ριζοσπαστικοποιείται και «ολοποιείται» υποδειγματικά στη ναζιστική πολιτική, τη συνταγματική δομή της οποίας καθόρισε ο ίδιος ο Καρλ Σμιτ- με μια παράδοση των καταπιεσμένων η οποία χαρακτηρίζει, στην εποχή του, τον πάση θυσία αγώνα κατά του φασισμού: «Η παράδοση των καταπιεσμένων μάς διδάσκει, πως η “κατάσταση εξαίρεσης”, που ζούμε, αποτελεί τον κανόνα. Οφείλουμε να προσεγγίσουμε μια αντίληψη της ιστορίας, που να αντιστοιχεί στο παραπάνω. Θα αντιμετωπίσουμε τότε σαν καθήκον την προώθηση της πραγματικής κατάστασης εξαίρεσης ? και θα βελτιωθεί έτσι η θέση μας στον αγώνα κατά του φασισμού.»
Ο Αγκάμπεν, με τον δικό του τρόπο χρήσης του Καρλ Σμιτ, φαίνεται να βαδίζει στα ίχνη του Γιάκομπ Τάουμπες, τα ερμηνευτικά σχόλια του οποίου επεκτείνει τόσο στη μακρά διάρκεια των εσχατολογικών συλλήψεων όσο και στον ακριβέστερο σχολιασμό του αποστόλου Παύλου. Ο Τάουμπες είχε επιχειρήσει να αποσαφηνίσει την προσφυγή του στον Καρλ Σμιτ μέσω της έκφρασης –δάνειας από το λεξιλόγιο του Ηράκλειτου- gegenstrebige Fugung, «σύζευξη αντιρρόπων». Στιγματισμένος ως εβραίος και ως εχθρός από ένα ρεύμα σκέψης από το οποίο αντλούσε, ωστόσο, την προσωπική του θεωρητική ενέργεια, ο Τάουμπες διατύπωνε, αναφερόμενος στον Μάρτιν Χάιντεγκερ και τον Καρλ Σμιτ, μια διάγνωση μεγάλης διαύγειας: «Είναι άνθρωποι εμφορούμενοι από εμπάθεια […] αλλά οι οποίοι, με τον δαίμονα της εμπάθειας, διαβάζουν τις πηγές με καινούριο πνεύμα», χάρη στο οποίο ανακαλύπτουν καλύτερα από τον καθένα τον ορίζοντα καθεαυτόν όλης της δυτικής φιλοσοφίας της εξουσίας.
Αλλά, αρνούμενος να «κρίνει» αυτούς τους ίδιους που απεργάζονταν τον αποκλεισμό του ως ριζικού εχθρού, ο Τάουμπες απήλλασσε, νομίζω, τον εαυτό του από την υποχρέωση να καταλάβει τη ρωγμή, το σημείο εκκίνησης προς αποκλίνουσες κατευθύνσεις, που χωρίζουν, αποφασιστικά, μια έννοια διατυπωμένη με κάθε αυστηρότητα, με κάθε νομιμότητα –είτε πρόκειται για την «κυρίαρχη εξουσία» είτε για την «κατάσταση εξαίρεσης»-, από τις επιλογές με τις οποίες θα θελήσουμε να κατευθύνουμε την εφαρμογή της στην πράξη. Εξάλλου, αυτές οι επιλογές είναι και οι ίδιες κατευθυνόμενες από έναν ορίζοντα, και το όλο ζήτημα είναι να ξέρουμε τι θέλουμε να κάνουμε με μια έννοια, όποια και αν είναι αυτή, προς τα πού θέλουμε να την καταστήσουμε εργαλειακή. Μια από τις σπάνιες στιγμές όπου ο Τάουμπες δηλώνει καθαρά την επιλογή του, δηλαδή τη διαμαρτυρία του, τη θέση που παίρνει στη διένεξή του με τον Καρλ Σμιτ, είναι όταν γράφει: «Εννοώ να του αποδείξω ότι ο διαχωρισμός των εξουσιών σε κοσμική και πνευματική είναι απολύτως αναγκαίος, εάν αυτή η διαχωριστική γραμμή δεν χαραχτεί, σε λίγο δεν θα μπορούμε πια να αναπνεύσουμε. Αυτό είναι που ήθελα να τον κάνω να αποδεχτεί κόντρα στην ολοκληρωτική θεωρία που υποστήριζε.»
Η πρόσφατη συμβολή του Αγκάμπεν σε αυτή τη διένεξη συνίσταται, όχι στο να διεκδικήσει τον διαχωρισμό κόντρα στην ολοποίηση της εξουσίας, όπως κάνει εν προκειμένω ο Τάουμπες, αλλά στο να εξετάσει τον διαχωρισμό αυτόν έως τις πλέον ολοποιητικές μορφές της κυρίαρχης εξουσίας, στη «διάκριση μεταξύ Βασιλείου και Κυβέρνησης», λόγου χάριν, διάκριση μακρότατης διάρκειας την οποία, κατά τον Αγκάμπεν, ο Καρλ Σμίτ «επανεπεξεργάζεται με καινούρια προοπτική», τη στιγμή ακριβώς που στοχάζεται, το 1933, για λογαριασμό του Χίτλερ, πάνω στις σχέσεις μεταξύ «κράτους», «κινήματος» (του ναζιστικού κόμματος δηλαδή) και «λαού». Ο συγγραφέας του Homo sacer τοποθετείται λοιπόν, στη δική του θεωρία της κυρίαρχης εξουσίας, πέρα από κάθε διαχωρισμό και κάθε ολοποίηση: η δεύτερη θα είναι πάντα διηρημένη, και ο πρώτος πάντα ολοκληρωτικά, ριζικά ενεργός στη γενεαλογία της εξουσίας στη Δύση.
Και ακριβώς το παράδοξο μιας τέτοιας οικονομίας –λέξη κομβική σε ολόκληρη την ανάλυση του Αγκάμπεν- του επιτρέπει να ασπαστεί «σοβαρά» τον αστεϊσμό του βασανιστή του Σαλό: «Η μόνη αυθεντική αναρχία είναι η αναρχία της εξουσίας.» Αυτομάτως, δεν υπάρχει πλέον λόγος να κάνει διάκριση –ενώ ο Τάουμπες εξακολουθεί επίμονα να υπογραμμίζει τη σπουδαιότητά της- μεταξύ των «αποκαλυπτικών της επανάστασης», όπως ήταν ο Λέον Τρότσκι, ο Μπέρτολτ Μπρέχτ ή και ο ίδιος ο Βάλτερ Μπένγιαμιν, και των «αποκαλυπτικών της αντεπανάστασης», όπως ήταν ο Όσβαλντ Σπένγκλερ, ο Ερνστ Γιούνγκερ, ο Μάρτιν Χάιντεγκερ ή ο ίδιος ο Καρλ Σμίτ. Αυτό που ανακύπτει, μέσα από έναν τέτοιον ορίζοντα σκέψης, δεν είναι άλλο από τη δυνατότητα να κομίσει κανείς μια απάντηση ή μια ανταπάντηση στην οικονομία της εξουσίας που περιγράφεται με αυτόν τον τρόπο. Ο Αγκάμπεν γνωρίζει άριστα –κατ’ ακολουθίαν του Γκύ Ντεμπόρ, λόγου χάριν- ότι δεν υπάρχει βασίλειο και δόξα χωρίς καταστροφικές επιπτώσεις σκότους και καταπίεσης. Αλλά απαλλάσσει τον εαυτό του από την υποχρέωση να μιλήσει γι’ αυτό, το μόνο που μοιάζει πλέον να βλέπει είναι το εκτυφλωτικό φως του βασιλείου και της δόξας του. Τι απέγινε λοιπόν η «αυθεντική κατάσταση εξαίρεσης» που ακόμη ήλπιζε και ευχόταν ο Βάλτερ Μπένγιαμιν το 1940, στο πλαίσιο της προσωπικής του «πάλης κατά του φασισμού»; Μπορεί κανείς να επιχειρήσει μια γενεαλογία της εξουσίας χωρίς να αναπτύξει το αντίθεμα που συνιστά η «παράδοση των καταπιεσμένων»; Τι απέγιναν λοιπόν, σε μια τέτοια οικονομία, οι πυγολαμπίδες;
5. Καταστροφές;
Δεν διακρίνουμε διόλου τα ίδια πράγματα εάν διευρύνουμε την οπτική μας στον ορίζοντα που εκτείνεται, πελώριος και ακίνητος, πέρα από εμάς ? ή εάν ακονίσουμε το βλέμμα μας πάνω στην εικόνα που περνάει, μικροσκοπική και αεικίνητη, πολύ κοντά μας. Η εικόνα είναι lucciola των περαστκών διαλείψεων, ο ορίζοντας κολυμπάει στο luce των οριστικών καταστάσεων, χρόνοι σταματημένοι του ολοκληρωτισμού ή χρόνοι τετελεσμένοι της Μέλλουσας Κρίσης. Όταν βλέπουμε τον ορίζοντα, το πέραν, τότε δεν βλέπουμε τις εικόνες που έρχονται να μας αγγίξουν ανάλαφρα. Οι μικρές πυγολαμπίδες δίνουν μορφή και λάμψη στην εύθραυστη εγκοσμιότητά μας, οι «θηριώδεις προβολείς» του μεγάλου φωτός κατα-βροχθίζουν κάθε μορφή και κάθε λάμψη –κάθε διαφορά- μέσα στην υπερβατικότητα των έσχατων περάτων. Όταν αφιερώνουμε την αποκλειστική προσοχή μας στον ορίζοντα, τότε γινόμαστε ανίκανοι να κοιτάξουμε την παραμικρή εικόνα.
Σε στιγμές μεσσιανικής έξαρσης, και τότε μόνον, ίσως μπορεί κανείς να ονειρευτεί έναν ορίζοντα που θα συνέλεγε, θα καθιστούσε ορατές όλες τις εικόνες. Είναι αυτό που, σε σπάνιες περιπτώσεις, εμφανίζεται στον Βάλτερ Μπένγιαμιν όταν πρόκειται για μια εντελώς υποθετική ιστορία που έχει φτάσει σε αίσιο πέρας, όπου κάθε στιγμή –κάθε εικόνα- μπορεί να δει τον εαυτό της να κλητεύεται στην απόλυτη, παράδοξη διάρκεια της Μέλλουσας Κρίσης: «Ο χρονικογράφος που αφηγείται τα περιστατικά, χωρίς να κάνει διάκριση μεγάλων και μικρών, ενεργεί σύμφωνα με την αρχή, πως οτιδήποτε έχει συμβεί κάποτε, δεν μπορεί να θεωρηθεί χαμένο για την ιστορία. Αλλά μόνο η απολυτρωμένη ανθρωπότητα είναι βέβαια σε θέση να δεχτεί ολοκληρωτικά το παρελθόν της. Που σημαίνει: μόνο στην απολυτρωμένη ανθρωπότητα είναι δυνατόν να αποδοθεί κατά λέξη το παρελθόν της στην κάθε στιγμή του. Κάθε στιγμή, που έχει βιώσει, γίνεται μια citation a l’ordre du jour - που είναι ακριβώς η ημέρα της Κρίσης.»
Αλλά αυτή η «ημέρα» δεν μας έχει δοθεί. Ο δικός μας ο κλήρος είναι μόνον μια «νύχτα» που διασχίζεται, αλλού από τη γλυκιά λάμψη των πυγολαμπίδων, αλλού από τη σκληρή ακτίνα των προβολέων. Οι θέσεις για την έννοια της ιστορίας του Μπένγιαμιν διακόπτονται, όπως ξέρουμε, απότομα –με λέξεις που είναι, πιστεύουμε, οι τελευταίες του- πάνω στην εικόνα της μεσσιανικής «στενής πύλης» που κρύβεται μέσα σε «κάθε δευτερόλεπτο» πολιορκημένου από τη σκέψη χρόνου. Αυτό το σφιχτό καδράρισμα, αυτή η ελάχιστη χρονική διάρκεια προσδιορίζουν, νομίζω, την εικόνα καθεαυτήν: εικόνα που «γλιστρά φευγαλέα. […], ανεπανάληπτη εικόνα του παρελθόντος, η οποία απειλεί με εξαφάνιση μπροστά σε κάθε παρόν που δεν αναγνωρίζεται αναφορικά μ’ αυτήν.» Στη γαλλική εκδοχή του κειμένου του, ο Μπένγιαμιν γράφει ότι αυτός ο ορισμός της εικόνας «βασίζεται σε έναν στίχο του Δάντη» τον οποίον κανένας, από όσο γνωρίζω, δεν έχει ακόμη καταφέρει να ταυτίσει. Αλλά αυτή η ανάμνηση, έστω αόριστη, παραμένει για εμάς πολύτιμη: κάπου ανάμεσα στη Βεατρίκη του Δάντη και την «πρόσκαιρη ομορφιά» του Μπωντλαίρ, μεταμορφώνει την εικόνα σε περαστική κατεξοχήν.
Η εικόνα είναι λοιπόν η περαστική λάμψη που διαπερνάει, σαν κομήτης, την ακινησία κάθε ορίζοντα: «Η διαλεκτική εικόνα είναι μια πύρινη σφαίρα που διαπερνάει ολόκληρο τον ορίζοντα του παρελθόντος», γράφει ο Μπένγιαμιν στις χειρόγραφες σημειώσεις του -γνωστές ως «παραλειπόμενα και παραλλαγές των θέσεων για την έννοια της ιστορίας»-, πάντα στο συμφραζόμενο του στοχασμού του πάνω στην ιστορία και την πολιτική. Στον ιστορικό κόσμο που είναι ο δικός μας –μακριά, επομένως, από όλα τα έσχατα πέρατα και από όλες τις Μέλλουσες Κρίσεις-, στον κόσμο όπου «δεν έχει πάψει ο εχθρός να νικά» και όπου ο ορίζοντας μοιάζει συσκοτισμένος από το βασίλειο και τη δόξα του, ο πρώτος πολιτικός διαχειριστής διαμαρτυρίας, κρίσης, κριτικής ή χειραφέτησης, πρέπει να αποκαλείται εικόνα, υπό την έννοια του στοιχείου που αποδεικνύεται ικανό να διαπερνά τον ορίζοντα των ολοκληρωτικών κατασκευών. Αυτό είναι το νόημα ενός στοχασμού, κατά τη γνώμη μου κεφαλαιώδους, με τον οποίον ο Μπένγιαμιν σκιαγραφεί τον ρόλο των εικόνων ως τρόπου να «οργανώνουμε» -δηλαδή, επίσης, να αποσυναρμολογούμε, να αναλύουμε, να θέτουμε υπό αίρεση- τον ορίζοντα του έμφυτου πεσσιμισμού μας:
«Η οργάνωση του πεσσιμισμού έχει τη σημασία… της ανακάλυψης στον χώρο της πολιτικής δραστηριότητας… του χώρου της εικόνας. Η εξακρίβωση όμως αυτού του χώρου της εικόνας με την περισυλλογή δεν είναι πιά καθόλου δυνατή… Αυτός ο αναζητούμενος χώρος της εικόνας… είναι ο κόσμος της πολύπλευρης και ολοκληρωμένης επικαιρότητας (die Welt allseitiger und integraler Aktualitat).»
Η εικόνα: εμφάνιση μοναδική, πολύτιμη, έστω και στην ασημαντότητά της, κάτι που καίει, κάτι που πέφτει. Η «πύρινη σφαίρα» που επικαλείται ο Βάλτερ Μπένγιαμιν «διαπερνάει τον ορίζοντα» μόνο και μόνο για να πέσει προς το μέρος μας, να μας πετύχει. Σπανιότατα υψώνεται προς τον ασάλευτο ουρανό των αιώνιων ιδεών: κατά κανόνα κατεβαίνει, καταπίπτει, έρχεται με σπουδή και βυθίζεται στη γη μας, κάπου μπροστά ή πίσω από τον ορίζοντα. Σαν πυγολαμπίδα, εντέλει εξαφανίζεται από την όρασή μας και πηγαίνει σε έναν τόπο όπου ίσως θα τη διακρίνει κάποιος άλλος, αλλού, εκεί όπου η επιβίωσή της μπορεί να γίνεται ακόμη αισθητή. Εάν, σύμφωνα με την υπόθεση που επιχειρούμε να διατυπώσουμε κατ’ ακολουθίαν του Βάρμπουργκ και του Μπένγιαμιν, η εικόνα είναι ένας εγκόσμιος διαχειριστής επιβιώσεων -και, υπ’ αυτή την ιδιότητα, φορέας μιας πολιτικής δύναμης σχετικής με το παρελθόν μας καθώς και με την «ολοκληρωμένη επικαιρότητά» μας, άρα με το μέλλον μας-, τότε πρέπει να προσηλωθούμε στο να κατανοήσουμε καλύτερα την κίνηση πτώσης της προς το μέρος μας, αυτή την πτώση ή «έκπτωση/παρακμή», ή και κατάπτωση, που, όσο και αν το φοβήθηκε ο Παζολίνι το 1975, όσο και αν το σκέφτεται ο Αγκάμπεν σήμερα, δεν σημαίνει εξαφάνιση. [...]
Κριτικές
10/06/2020, 10:41