Αεροπλάστ

Έκπτωση
40%
Τιμή Εκδότη: 24.15
14.49
Τιμή Πρωτοπορίας
+
428377
Εκδόσεις: Εστία
Σελίδες:392
Επιμελητής:ΠΟΝΤΙΚΑΚΗ ΡΟΥΜΠΙΝΗ
Ημερομηνία Έκδοσης:20/10/2015
ISBN:9789600516494
Διαθεσιμότητα στα βιβλιοπωλεία μας
Αθήνα:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες
Θεσσαλονίκη:
Περιορισμένη διαθεσιμότητα
Πάτρα:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες

Περιγραφή

Τον Μάρτιο του 2014 η Αντιγόνη, ο Ικερ, η Μέλανι και ο Κάι είναι στο τρένο για το Πορ' Μπόου, το ανεμοδαρμένο παραθαλάσσιο χωριό της Καταλονίας όπου πέθανε ο Βάλτερ Μπένγιαμιν το 1940, επιχειρώντας να ξεφύγει από τον φασισμό αλλά χωρίς να πιστεύει ότι μπορεί. Δεν είναι σίγουροι για το πώς πείστηκαν γι' αυτό το ταξίδι, ούτε σε τι αποσκοπεί. Όμως, όπως λένε, η ιστορία θα δείξει.

Όπως ο Μπένγιαμιν, οι πέντε πρωταγωνιστές του "Αεροπλάστ" αισθάνονται έκπτωτοι της μελαγχολικής ευρωπαϊκής κοινωνίας. Οι ιστορίες τους συνθέτουν μιαν αγωνιώδη περιπλάνηση σε τοπία της ηπείρου που εκτείνονται από το Ελσίνκι, την Αθήνα και τη Βαρκελώνη μέχρι μιαν εναλλακτική κοινότητα στο μαγικό βουνό Μονσερράτ και το εξερευνητικό πλοίο Πραγματικότητα, όμως κυρίως μέχρι τον βυθό των μεταξύ τους σχέσεων. Οι αφηγήσεις τους αλληλοσυμπληρώνονται, αποτυπώνοντας μια καθημερινότητα ορίων αλλά και οριακών αναθεωρήσεων: η Αντιγόνη, που αρνείται τον ρόλο της μητέρας εγκαταλείποντας το παιδί της, γίνεται η καταλυτική παρουσία στις ζωές των ανθρώπων που συναντά - ζωές όπου οι προσωπικές επιλογές συνδέονται με άλλους κύκλους αρνήσεων και εναντιώσεων σε μια προδιαγεγραμμένη πορεία.

Άραγε, όσοι λαμβάνουν μία απόφαση βρίσκονται σε καλύτερη μοίρα απ' όσους αρνούνται να λάβουν; Είναι δυνατόν ν' αλλάξεις χωρίς να καταστρέψεις - ιδίως όσους αγαπάς; Και όσο για τα υπέροχα παραμύθια των παιδικών σου χρόνων, γίνονται επικίνδυνα όταν έρθει η στιγμή να τα πάρεις στα σοβαρά; Μέσα από μια διεύρυνση της συνθήκης εκτάκτου ανάγκης που πια περιλαμβάνει την επιθυμία να επιβιώσεις, να ερωτευτείς, να δημιουργήσεις, ως και ν' αλλάξεις τον κόσμο, το Αεροπλάστ είναι ό,τι απομένει όταν ο κόσμος σου έρχεται αντιμέτωπος με όλα αυτά.

Κριτικές

«Η ζωή είναι ένα αχανές, ανοιχτό, σύνθετο πράγμα που περιλαμβάνει από ηλιοβασιλέματα, εργοστάσια, βρισιές, χάδια ώς τον Ντελέζ και τους Τiqqun», λέει η Αντζελα Δημητρακάκη. «Ας μη φέρνουμε λοιπόν ούτε την αλήθεια της λογοτεχνίας ούτε της ζωής στα μέτρα μας, που λέει κι η παροιμία. Ας μεγαλώσουμε καλύτερα τα μέτρα μας».

Εχουν μεσολαβήσει δύο δεκαετίες σχεδόν και τέσσερα μυθιστορήματα -καθώς και μία συλλογή διηγημάτων- από την «Ανταρκτική» του 1997 ώς το νέο βιβλίο μυθοπλασίας της Αντζελας Δημητρακάκη που φέρει τον περίεργο τίτλο «ΑΕΡΟΠΛΑΣΤ» (Εστία). Στο μεταξύ, το όνομά της έχει βρεθεί σε πολλά εξώφυλλα αγγλόφωνων (κυρίως) βιβλίων, που συγκεντρώνουν απόσταγμα από το πλούσιο ερευνητικό της έργο, με έμφαση στην πολιτική διάσταση και την παρεμβατικότητα της σύγχρονης τέχνης. Το λογοτεχνικό της έργο πάντως γράφεται αποκλειστικά, όπως δηλώνει η ίδια, στη μητρική της γλώσσα, παρόλο που συχνά οι χαρακτήρες είναι ξένοι, κάτοικοι κι αυτοί -όπως η ίδια- ενός «ευρωπαϊκού καθαρτηρίου» που μοιάζει να απομακρύνεται όλο και περισσότερο από το όραμα μιας ιδεατής ενωμένης Ευρώπης. Με τη συγγραφέα -που ζει «κι εδώ κι εκεί» αλλά κυρίως εδώ τον τελευταίο καιρό λόγω εκπαιδευτικής άδειας- βρεθήκαμε για μια κουβέντα περί διαβίωσης σε συνθήκες «εκτάκτου ανάγκης» (ιστορικής, οικονομικής, συναισθηματικής) με αφορμή το νέο της μυθιστόρημα.

– Πέρασαν σχεδόν έξι χρόνια από το προηγούμενο μυθιστόρημα. Είναι συμπτωματικό το γεγονός ότι πρόκειται ακριβώς για τα χρόνια της «ελληνικής κρίσης»;

– Η εντατική παραγωγή στη λογοτεχνία, όπως και σε άλλους χώρους, σπάνια είναι πηγαία και αυθεντική, οφείλεται συνήθως στην ανάγκη για εισόδημα, ειδικά αν βιοπορίζεται κανείς αποκλειστικά από εκεί. Στην περίπτωσή μου υπάρχει ένας μισθός από το Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου που μου επιτρέπει να μη βιάζομαι, γενικά. Οσον αφορά πάντως το «ΑΕΡΟΠΛΑΣΤ», η εξαετία ήταν ο απαραίτητος χρόνος. Το «Μέσα σ’ ένα κορίτσι σαν εσένα» βγήκε το φθινόπωρο του 2009 και μέσα σε μερικούς μήνες υπήρξαν οι ραγδαίες εξελίξεις που γνωρίζουμε, η σύγχρονη κρίσιμη ιστορική στιγμή για την Ελλάδα, η εποχή του ΔΝΤ. Και, περιέργως ή όχι, η προσωπική μου ζωή έγινε επίσης ένας πόλεμος εν καιρώ ειρήνης. Θυμάμαι ότι μια κοινή φίλη μας μου είχε πει «θα σου βγούνε όλα στο γράψιμο, σαν εμετός». Και δεν ήθελα να κάνω εμετό γράφοντας, σε κατάσταση σύγχυσης και πανικού. Εγραψα όταν συμφιλιώθηκα με την ιδέα της ζωής ως κατάστασης εκτάκτου ανάγκης, η οποία διευρυνόταν συνεχώς, περιλαμβάνοντας όλο και περισσότερα πράγματα.

– Πώς συμφιλιώνεται κανείς με την ιδέα της «ζωής ως κατάστασης εκτάκτου ανάγκης»;

– Αποδέχεσαι τη μονιμότητα του κινδύνου, της επιφυλακής, αλλά και τη μονιμότητα της αντίδρασής σου σε αυτά. Ξεκίνησα το «ΑΕΡΟΠΛΑΣΤ» όταν αποσύνδεσα τη ζωή μου από την έννοια της «κρίσης», που υπονοεί κάτι επικίνδυνο αλλά παροδικό. Στο «ΑΕΡΟΠΛΑΣΤ» υπάρχει το βασικό ερώτημα του πώς παραμένεις όρθιος ή έστω γονατιστός στον κυκλώνα. Οι αντιδράσεις ποικίλουν. Εμένα μ’ ενδιέφερε κυρίως πώς ξεπερνάς την παθητική αποδοχή. Τα δεδομένα της ζωής σου αφαιρούνται μεν σαν κομμάτια σκηνικού, αλλά η αντίδρασή σου μπορεί να είναι μια πολύ επαναστατική συμμετοχή στην καταστροφή. Θα το καταστρέψεις εσύ το σκηνικό, με τα χέρια σου, θα βρεθείς σε άλλο έργο...

– Στα προηγούμενα βιβλία κυριαρχεί ένα πάνθεον ηρωίδων που ακροβατούν στην κόψη ακραίων περιστάσεων ― ατομικών, κοινωνικών, ιστορικών. Ισχύει το ίδιο υποθέτω και στο καινούργιο...

– Το μυθιστόρημα ξεκινά με την ιστορία της Αντιγόνης, η οποία είναι συγγραφέας, ζει στο Ελσίνκι και παίρνει μια απόφαση που συνιστά μέγιστο κοινωνικό ταμπού: αφήνει το εξάχρονο παιδί της, εξαφανίζεται από τη ζωή του, το παιδί θα μεγαλώσει με τον πατέρα του. Αλλά είναι μόνο η πρώτη από τους πέντε συνολικά αφηγητές και ήρωες του βιβλίου, οι οποίοι ζουν τις δικές τους ζωές με τα δικά τους τεράστια διλήμματα. Η άρνηση της Αντιγόνης εμφανίζεται πρώτη γιατί ήθελα να ξεκινήσω πηδώντας στο παγωμένο νερό, από το σοκ να υποφέρω γράφοντας. Μου ήταν εξαιρετικά δύσκολο να γράψω για μια τέτοιου τύπου άρνηση, για ένα τέτοιο «diritto di fuga» (δικαίωμα φυγής), παρόλο που έχω διαβάσει τα εκπληκτικά κείμενα του ιταλικού φεμινισμού. Οταν έφτιαχνα τον διάλογο όπου η μητέρα λέει στον γιο της τι σκοπεύει να κάνει, ήμουν δυστυχής. Το λέω με κάθε ειλικρίνεια. Θα μπορούσα να είχα γράψει ένα βιβλίο αποκλειστικά και μόνο για το θέμα αυτό, της ανατρεπτικής άρνησης, όμως τελικά με ενδιέφερε πώς ο χαρακτήρας που πλάθεται μέσα από μια τέτοια κολοσσιαία απόφαση επιδρά στους ανθρώπους που συναντά. Οπότε έχουμε ένα βιβλίο που ξεκινά με όλες τις συγκρούσεις και τις αντιφάσεις που συνοδεύουν μια μεγάλη απόφαση. Συνήθως η απόφαση δεν είναι η έναρξη αλλά το τέλος ενός μυθιστορήματος. Είπα να το αναποδογυρίσω αυτό και να δω τι θα γίνει.

– Πώς συνδέεται η περίπτωση του Βάλτερ Μπένγιαμιν, ενός διάσημου στοχαστή του 20ού αιώνα με τραγική κατάληξη, με τις υπερβάσεις που επιχειρούν οι χαρακτήρες του βιβλίου;

– Βρίσκομαι ακόμη σε κατάσταση συναισθηματικού σοκ από τη δύναμη αντίστασης που συνάντησα σε ανθρώπους τα τελευταία χρόνια και από τον ρόλο που παίζει ο έρωτας, η αγάπη, στην κατοχύρωση αυτής της αντίστασης. Ωστόσο, δεν έχω γράψει ένα θετικό βιβλίο αλλά ένα για τη «δυνατότητα». Ο Βάλτερ Μπένγιαμιν, καταλυτική αναφορά για τους ήρωες του βιβλίου, είναι έντονα παρών. Ομως όχι οι ιδέες του, όσο ο έρωτάς του για την Ασια Λάτσις, τη Λεττονή ηθοποιό και σκηνοθέτιδα που τον οδήγησε στη Μόσχα της δεκαετίας του ’20 και στον κομμουνισμό. Το ζευγάρι των σύγχρονων διανοούμενων στο βιβλίο ταυτίζεται με αυτό το παρελθόν, με τον Μπένγιαμιν ως άνεργο διανοούμενο, με την ένδεια, με την ελπίδα φυγής και την κατάληξή της.

– Εχουν διατυπωθεί κάποιες ενστάσεις με αφορμή τα προηγούμενα βιβλία, σχετικά με την έντονη αποτύπωση σύγχρονων θεωρητικών δογμάτων «ακαδημαϊκής αντίληψης» στην πλοκή.

– Αυτό είναι ένα αστείο θέμα, μια επαρχιώτικη νοοτροπία περί «αυθεντικότητας», που όταν υπερισχύει, κρατάει την ελληνική λογοτεχνία μακριά από τα σύγχρονα ρεύματα, σχεδόν δέσμια του φολκλόρ. Ελπίζω όμως ότι δεν ενστερνίζονται σοβαροί κριτικοί αυτή τη θέση, θέτοντας όρια στο πού μπορεί να φτάσει η λογοτεχνία, με όσους και όποιους πειραματισμούς απαιτεί το κάθε έργο ώστε να ολοκληρωθεί ο δημιουργικός κύκλος. Ο κάθε συγγραφέας αντλεί από τη ζωή. Και η ζωή είναι ένα αχανές, ανοιχτό, σύνθετο πράγμα που περιλαμβάνει από ηλιοβασιλέματα, εργοστάσια, βρισιές, χάδια ώς τον Ντελέζ και τους Τiqqun. Ας μη φέρνουμε λοιπόν ούτε την αλήθεια της λογοτεχνίας ούτε της ζωής στα μέτρα μας, που λέει κι η παροιμία· θα ήταν θλιβερό. Ας μεγαλώσουμε καλύτερα τα μέτρα μας.

– Υπάρχουν έργα σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας που θα ξεχώριζες;

– Η αίσθησή μου είναι ότι κυκλοφορούν πολύ ενδιαφέροντα βιβλία σε διαφορετικά είδη λογοτεχνικής αφήγησης. Τα πιο αγαπημένα μου σύγχρονα βιβλία εξακολουθούν να είναι, χρόνια μετά, το «Οσες φορές αντέξεις» της Αμάντας Μιχαλοπούλου και «Το εργοστάσιο των μολυβιών» της Σώτης Τριανταφύλλου.

– Ο τίτλος: Γιατί «ΑΕΡΟΠΛΑΣΤ»;

– Ωραία λέξη, ε; Φέρνει στον νου το πλάσιμο του αέρα: τη δημιουργία από κάτι που μοιάζει κενό αλλά δεν είναι. Και τα «λόγια του αέρα», δηλαδή το ψέμα (ένα απ’ τα μεγάλα θέματα του βιβλίου είναι αν το ψέμα είναι απαραίτητο για τον ανθρώπινο πολιτισμό), το «Οσα παίρνει ο άνεμος», ένα απ’ τα αγαπημένα μου βιβλία ― έδωσα μάλιστα στη Μέλανι του «ΑΕΡΟΠΛΑΣΤ» το όνομα της γυναίκας που μισούσε η Σκάρλετ Ο’ Χάρα αλλά τελικά έφτασε να θαυμάζει… Ενα βράδυ λοιπόν ήμουν σε μια μηχανή με έναν φίλο μου, διασχίζοντας εκείνη την εγκαταλελειμμένη περιοχή στην Αθήνα με τους Τσιγγάνους και τα θέατρα, και μας κυνηγούσαν σκυλιά, και μάλλον ούρλιαζα, και το μόνο που θυμάμαι είναι οι ταμπέλες που γράφανε ΑΕΡΟΠΛΑΣΤ να διαδέχονται με ιλιγγιώδη ταχύτητα η μια μετά την άλλη. Η λέξη μού ήταν άγνωστη και άρα δεν μπορούσα να τη δω συμβολικά. Εμαθα τελικά ότι αεροπλάστ είναι το υλικό στο οποίο τυλίγουμε κάτι εύθραυστο για να μη σπάσει κατά τη μεταφορά του από ένα σημείο σ’ ένα άλλο. Ποιος μπορεί να αντισταθεί σε ένα τέτοιο νόημα; Ολοι έχουμε κάτι που θέλουμε να διασώσουμε.

Συνθήκη φόβου στην Ευρώπη

– Η ιδέα μιας ανεκτικής, προοδευτικής, φιλόξενης Ευρώπης, με την οποία μεγαλώσαμε, μπορεί να διασωθεί;

– Οι άνθρωποι στην Ευρώπη σήμερα ζουν στη συνθήκη του φόβου. Σαν να διασχίζουν τα Πυρηναία, όπως ο Μπένγιαμιν, αμφιβάλλοντας ότι θα σωθούν. Προσπαθείς να σωθείς χωρίς να πιστεύεις ότι θα σωθείς. Τραγικό. Εμαθα πόσοι τρόποι υπάρχουν να ερωτευτείς, πόσοι τρόποι υπάρχουν να ζητήσεις βοήθεια, πόσοι τρόποι να θυματοποιηθείς ή να επαναστατήσεις. Δεν έχουμε καταθέσει τα όπλα. Οπως ανέφερα και πριν, ισχύει για μένα κάτι που διάβασα πρόσφατα στο ιδρυτικό μανιφέστο του περιοδικού Salvage που ξεκινάει τώρα από μια παρέα αριστερών λογοτεχνών και καλλιτεχνών στη Βρετανία: «Δεν είμαστε σε απόγνωση, αλλά διατηρούμε μια περιέργεια για την απόγνωση».

Η Καθημερινή, ΒΙΒΛΙΟ 17.05.2015

Φίλοι γιατί δεν έχουν τίποτα να κάνουν

Υπάρχουν δύο, ορατά διά γυμνού οφθαλμού, χαρακτηριστικά στη γραφή της Αντζελας Δημητρακάκη: πρώτον η αφηγηματική της ευχέρεια και δεύτερον το γεγονός ότι δεν αρκείται σε αυτήν. Υποβάλλοντας διαρκώς τις ιστορίες της στη βάσανο των μορφικών πειραματισμών και της θεωρητικής αναζήτησης, οδηγείται σε μια λογοτεχνία όπου η αφήγηση δεν συνιστά αυτοσκοπό: αντίθετα, η πραγμάτωσή της αναβάλλεται διαρκώς, μέχρι τα αφηγούμενα να αποκτήσουν όλες εκείνες τις σημασίες, συχνά αντιφατικές μεταξύ τους, που επιλέγει (ή επιτρέπει) η συγγραφέας.

Ετσι, κάθε ιστορία της Δημητρακάκη αποτελεί ταυτόχρονα και έναν προβληματισμό για το τι συνιστά ιστορία: τι συνιστά γεγονός, κίνητρο, πρόθεση και πράξη των ηρώων. Στο πλαίσιο αυτό, το υπό έκδοση μυθιστόρημα της πεζογράφου, που με τον τίτλο «Αεροπλάστ» κυκλοφορεί σε λίγο καιρό από τις εκδόσεις Εστία, προβάλλει ως αντιπροσωπευτικό δείγμα της πεζογραφίας της, καθώς βάζει στο θεματικό του επίκεντρο αυτούς ακριβώς τους προβληματισμούς.

Η αφήγηση του βιβλίου μοιράζεται σε πέντε πρωταγωνιστές – αν και όχι ακριβοδίκαια: εξέχουσα θέση, τόσο σε έκταση όσο και σε βαρύτητα, καταλαμβάνει η πρώτη αφηγήτρια, η Αντιγόνη, μια Ελληνίδα συγγραφέας της οποίας η εργογραφία παρουσιάζει προφανείς ομοιότητες με το έργο της ίδιας της Δημητρακάκη.

Αφού εγκαταλείπει τον γάμο και το παιδί της στο Ελσίνκι, επιστρέφει στην Ελλάδα για να αφομοιώσει, να αναλύσει και να ερμηνεύσει την ίδια της την απόφαση – οι προφανείς ερμηνείες αποκλείονται, μια και η Αντιγόνη δεν μοιάζει να απορρίπτει απλώς τον «ρόλο» της μητέρας, αλλά, κατά βάση, όλους τους ρόλους: άρα και τον ρόλο της γυναίκας που απορρίπτει τον ρόλο της μητέρας.

Eπειτα από ένα διάστημα που περνάει στην Ελλάδα, επιλέγει να φύγει για τη Βαρκελώνη για να συγκατοικήσει με έναν άγνωστό της Ισπανό – από το σημείο αυτό η αφήγηση αποκτά φυγόκεντρη δυναμική, καθώς παρακολουθούμε την εξέλιξή της μέσα από την οπτική γωνία τεσσάρων διαφορετικών ηρώων-αφηγητών. Για την ακρίβεια, δεν παρακολουθούμε τόσο την εξέλιξη μιας ιστορίας όσο τον τρόπο με τον οποίον η ζωή αυτών των ατόμων εφάπτεται με τη ζωή της Αντιγόνης – και αν υποθέσουμε πως η Αντιγόνη παραμένει κατά κάποιον τρόπο η συγγραφέας ολόκληρου του βιβλίου, τον τρόπο με τον οποίον η συγγραφέας χάνεται-διαλύεται μέσα στο ίδιο της το βιβλίο.

Σε τεχνικό επίπεδο, η Δημητρακάκη διακρίνει αποτελεσματικά τις αφηγηματικές φωνές, καταφέρνοντας όμως ταυτόχρονα να αναδείξει τον κοινό τους κώδικα, αυτό που σε τελική ανάλυση και οι ίδιοι οι ήρωες, παρά τη διαφορετική τους προέλευση, μοιράζονται: τη βαθιά αμηχανία τους μπροστά στη ζωή, την ουσιαστική αδυναμία τους να βρουν έναν έγκυρο τρόπο να υπάρχουν και να αλληλεπιδρούν με το περιβάλλον τους. Η αμηχανία αυτή παίρνει διαφορετικές μορφές –παραίτηση, απόγνωση, συναισθηματική ακαμψία–, παρουσιάζεται όμως πάντα αποδραματοποιημένη, αφού πρωτίστως συνιστά αντικείμενο παρατήρησης και αυτοπαρατήρησης.

Η ενδοσκόπηση των ηρώων, όπως και αλλού στη Δημητρακάκη, παρότι κατά τόπους γίνεται αυτάρεσκη, δεν αποτελεί ποτέ αυτιστικό σύμπτωμα: αντίθετα χρησιμεύει ως εργαλείο ανάγνωσης μιας κοινωνικής πραγματικότητας. Η «νοσηρότητα» των ηρώων δεν προσάπτεται στους ίδιους ως αποκλειστικά προσωπική τους υπόθεση, αλλά συνδέεται με τα χαρακτηριστικά μιας συγκεκριμένης εποχής.

Πράγματι, οι ήρωες της Δημητρακάκη είναι απόλυτα δεμένοι με την εποχή τους: την εποχή της κατάρρευσης των ψευδαισθήσεων της παγκοσμιοποίησης, την εποχή κατά την οποία η μικροαστική θεοποίηση της μόρφωσης διαψεύδεται πανηγυρικά, την εποχή κατά την οποία το ερώτημα τι πρέπει να κάνουμε αντικαθίσταται από το ερώτημα αν είναι δυνατόν να κάνει κανείς οτιδήποτε.

Ως λάιτ μοτίφ του μυθιστορήματος λειτουργεί η ζωή, και κυρίως ο θάνατος και το έργο του Βάλτερ Μπένγιαμιν, του εμβληματικού διανοούμενου του Μεσοπολέμου: μιας εποχής που φαίνεται να παρουσιάζει πολλαπλές συγγένειες με τη δική μας στα μάτια των ηρώων της Δημητρακάκη.

Καθένας από τους αφηγητές του βιβλίου μοιάζει να συνδιαλέγεται με πτυχές της ζωής και του έργου του Γερμανού φιλοσόφου, ενώ και η κορύφωση του μυθιστορήματος λαμβάνει χώρα στο Πορ’ Μπόου, στο μέρος όπου, κατά την επικρατέστερη εκδοχή, αυτοκτόνησε.

Οι σχέσεις μεταξύ των ηρώων, αν και περνούν από διάφορες φάσεις, μοιάζουν να έχουν ως δεσπόζουσα έκφραση τη φιλία – όπως αυτή, σε κάποιο σημείο του βιβλίου, ορίζεται: ως εκφυλισμός άλλων, ουσιαστικότερων σχέσεων, ως το είδος της σχέσης με την οποία συνδέονται άνθρωποι που δεν έχουν πια τίποτα να κάνουν μαζί και που κάθονται απλώς και συζητούν περί ανέμων και υδάτων – εν προκειμένω για το τι σημαίνει να κάνει κανείς κάτι.

Ολόκληρο το μυθιστόρημα της Δημητρακάκη μοιάζει με μια τέτοια συζήτηση – που εμπλέκει όμως βαθιά τον αναγνώστη.

Το «Αεροπλάστ» είναι το πρώτο βιβλίο που η συγγραφέας έγραψε μέσα στην «κρίση» – δεν είναι φυσικά ένα βιβλίο για την κρίση, είναι όμως ένα βιβλίο που διαδραματίζεται μέσα σε αυτήν. Πέρα από την επιβεβαίωση της ξεχωριστής στόφας μυθιστοριογράφου που διαθέτει, η συγγραφέας μοιάζει εδώ να ιχνηλατεί και έναν δρόμο για τη λογοτεχνία μέσα στην κρίση.

Αντίθετα με την τάση για απλοποίηση και επιστροφή σε δήθεν αυθεντικότερα αρχέτυπα, που με διαφορετικούς βαθμούς επιτυχίας έχει επιχειρηθεί από μερίδα πεζογράφων, η συγγραφέας, στην προσπάθειά της να κινηθεί μέσα στο κρισιακό περιβάλλον, δεν διανοείται ούτε στιγμή να αφήσει το νήμα της προηγούμενης πεζογραφίας της ή να παραιτηθεί από την περιπλοκότητα των ηρώων της και των προβληματισμών της.

Ακόμα κι αν μια τέτοια χειρονομία δεν συγκαταλέγεται στις προθέσεις της, η κατεύθυνση που μοιάζει να προτείνει η Δημητρακάκη για την ελληνική λογοτεχνία μέσα στην κρίση είναι απλή: όχι πίσω – μπροστά.

Εφημερίδα των συντακτών, 18/10/2015
Γράψτε μια κριτική
ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Δωρεάν αποστολή σε όλη την Ελλάδα με αγορές > 30€

ΒΙΒΛΙΑ ΧΕΡΙ ΜΕ ΧΕΡΙ

Γιατί τα βιβλία πρέπει να είναι φτηνά!

ΕΩΣ 6 ΑΤΟΚΕΣ ΔΟΣΕΙΣ

Μέχρι 6 άτοκες δόσεις με την πιστωτική σας κάρτα!