Η φλέβα του λαιμού

Διηγήματα
Έκπτωση
30%
Τιμή Εκδότη: 9.90
6.93
Τιμή Πρωτοπορίας
Υπάρχει και μεταχειρισμένο με €4.00
+
42663
Συγγραφέας: Δημητρίου, Σωτήρης
Εκδόσεις: Πατάκης
Σελίδες:128
Ημερομηνία Έκδοσης:01/11/1999
ISBN:9789606007750
Διαθεσιμότητα στα βιβλιοπωλεία μας
Αθήνα:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες
Θεσσαλονίκη:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες
Πάτρα:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες

Περιγραφή

Πήγα να χτυπήσω την πόρτα και βλέπω απο κάτι περάσματα του φράχτη την εξής σκηνή. Ένα στενότατο σιδερένιο κρεβάτι και πάνω του ένα αγκαλιασμένο ηλικιωμένο ζευγάρι με όλα του τα ρούχα. Αυτή ήταν μια παχουλή γυναίκα κι αυτός ξερακιανός , βραχύσωμος. Είχε τσιουλώσει στην αγκαλιά της και κοιμόταν μακαρίως. Είπα να τους ξυπνήσω αλλά δεν το έκανα. Προς τι. Καλύτερα που δεν τους ξύπνησα, γιατι μου αρέσει να σκέφτομαι ότι δεν απογράφησαν. Και μου αρέσει επίσης να σκεφτομαι ότι ποτέ έκτοτε δεν ξαγκαλιάστηκαν. Μετράω '81-'98, δεκαεφτά χρόνια αγκαλιασμένοι μακριά απο σούρτα φέρτα κι απο μπαρμπάδες.





ΚΡΙΤΙΚΗ



Εξαιρετική περίπτωση μεταξύ των νεότερων πεζογράφων θεωρείται από πολλούς στον χώρο της λογοτεχνίας αλλά και από σημαντική μερίδα του Τύπου ο Σωτήρης Δημητρίου. Η τρίτη συλλογή διηγημάτων του, 11 χρόνια μετά το «Ντιάλιθ' ιμ, Χριστάκη», την πρώτη συλλογή, και πέντε από το μυθιστόρημα «Ν' ακούω καλά τ' όνομά σου», προσφέρεται για μια συζήτηση της περίπτωσης ως ιδιάζουσας ή και ως εξαίρετης.

Δεκαοκτώ διηγήματα, τα οποία έχουν αρχίσει να δημοσιεύονται από το 1991. Δηλαδή, πλάθονται, το πιθανότερο, με παραλλαγές και διαδοχικές γραφές, χωρίς ο συγγραφέας να επείγεται, στη διάρκεια ολόκληρης της δεκαετίας. Διακινδυνεύοντας στο επικίνδυνο πεδίο της ψυχολογίας ενός λογοτέχνη, δεν θα αποκλείαμε ο Σ. Δημητρίου να καθυστερεί και ενώπιον της ευθύνης που δημιουργεί μια εξαιρετική αποδοχή. Ισως να είναι εν μέρει και επακόλουθο αυτής της μακράς επώασης τα «ανοίγματα» που παρατηρούνται σε σύγκριση με τα 30 διηγήματα των δύο προηγουμένων συλλογών. «Ανοίγματα» και θεματικά και μορφικά, που όμως γίνονται με σύνεση, ώστε το σύνολο να εμφανίζεται πιστό εις εαυτόν.

Για πρώτη φορά σε συλλογή του Σ. Δημητρίου ο αφηγητής ­ ένα alter ego του συγγραφέα ­ αποκτά αυτοτέλεια και καθίσταται το βασικό πρόσωπο ορισμένων ιστοριών. Ενας αφηγητής που, όπως και οι περισσότεροι ήρωες των διηγημάτων, έχει ρίζες στα χωριά της Μουργκάνας αλλά βρέθηκε εκών άκων μεταφυτευμένος στην Αθήνα, όπου και παραμένει σαν αποκομμένος. Σε όσα διηγήματα ανιστορούν επιστροφές στον γενέθλιο τόπο εναλλάσσεται η νοσταλγία με την αναίρεσή της μπροστά στην καινούργια τάξη πραγμάτων στις παραμεθόριες περιοχές. Παρατηρητής ο οποίος και καταγράφει σύμφωνα με τη δική του οπτική γωνία όσα συμβαίνουν, χωρίς ουσιαστικά να αναμειγνύεται, κάπως άβουλος, μάλλον συμπονετικός. Στα έξι διηγήματα που αυτός καθορίζει δημιουργεί έναν φυσιολογικό αντίποδα στο παθολογικό, που είναι το κυρίως θέμα των παλαιότερων διηγημάτων αλλά και το κέντρο βάρους της πρόσφατης συλλογής.

Οπως μάλιστα αυτές οι ιστορίες παρατάσσονται εναλλάξ με τα λοιπά διηγήματα, δημιουργείται η εντύπωση ότι τελικά παθολογικό και φυσιολογικό δεν είναι παρά πιθανές εκδοχές ευαίσθητων ψυχισμών. Ιδίως όταν ο αφηγητής ηθελημένα αποκλίνει από τα αποδεκτά κοινωνικά πρότυπα και φαίνεται να εντάσσεται σχεδόν στο περιθώριο δίπλα στους προβληματικούς ήρωές του.

Ιδιάζουσα σχετικά με την πρόσφατη νεοελληνική πεζογραφία είναι η θεματική περιοχή στην οποία από μιας αρχής εντρυφά ο Σ. Δημητρίου. Τύποι απόκληροι και λοξοί ζωντάνευαν παλαιότερα στις σελίδες του Δημοσθένη Βουτυρά, του Πέτρου Πικρού και μετέπειτα του Μάριου Χάκκα. Στη νεότερη πεζογραφία το κενό καλύπτει ο Σ. Δημητρίου, στην αρχή εντυπωσιασμένος από ακραίες παθολογικές καταστάσεις, διαμορφωμένες εκ γενετής. Στα πρόσφατα διηγήματα ο συγγραφέας έλκεται περισσότερο από τις διαταραχές που δημιουργούν και επιτείνουν οι οικογενειακές συνθήκες και το κοινωνικό περιβάλλον.

Παρόμοιοι χαρακτήρες ανθίστανται και δεν αποδίδονται εύκολα, ιδίως στην περιορισμένη έκταση ενός διηγήματος. Η ολοκλήρωσή τους είναι εξ ορισμού ο άθλος της μορφής. Ο Σ. Δημητρίου απέδωσε αυτούς τους ανθρώπινους τύπους παρακολουθώντας τη δική τους πλάγια οπτική. Αργότερα εφάρμοσε και διαφορετικές στρατηγικές αφήγησης, μάλλον όμως καμία άλλη δεν στάθηκε αντίστοιχα πρόσφορη. Τα αρτιότερα διηγήματά του διεισδύουν σε ένα χαρακτήρα αντιπαραθέτοντας την εσωτερική εικόνα με την εξωτερική προοπτική ενός ανώνυμου περίγυρου. Υιοθετούν επιγραμματικά περάσματα και θυμόσοφα αποφθέγματα που τις περισσότερες φορές επιστρατεύονται και για το ξεκίνημα ή το κλείσιμο του διηγήματος. Οι διάλογοι περιορίζονται σε στιχομυθίες σπαρμένες μέσα στην αφήγηση, η οποία άλλοτε περιγράφει με κοφτές εντυπωτικές φράσεις και άλλοτε προσφεύγει στο ξετύλιγμα της παρατακτικής σύνταξης.

Κατά την εκτίμησή μας, ένα από τα καλύτερα πρόσφατα διηγήματα είναι το «Ως κόρην οφθαλμού», αδημοσίευτο αλλά μάλλον κυοφορούμενο επί σειρά ετών, γραμμένο με τον συνήθη αφηγηματικό τρόπο του Σ. Δημητρίου. Από το συναίσθημα του έκθετου στον ελάχιστο ψόγο που μοιάζει να γρατσουνάει απευθείας την ψυχή, χαρακτηριστικό όλων των ευαίσθητων, ο συγγραφέας προχωρεί στο πλέγμα της σεξουαλικής ανεπάρκειας. Ο χαρακτήρας του ήρωα οικοδομείται προσεκτικά, όπως προστίθενται πινελιές που διαγράφουν παρανοϊκές αιχμές, για να καταλήξει στον ρακένδυτο βαρεμένο, έναν από αυτούς που προσπερνάμε καθημερινά στους δρόμους της Αθήνας.

Ωστόσο σε άλλα διηγήματα παραπλήσιοι ήρωες φαίνεται να μην ολοκληρώνονται, πιθανώς και γιατί λείπουν εκείνες οι νύξεις που συνθέτουν ένα ορισμένο βάθος πεδίου, προετοιμάζοντας για το νοσηρό του χαρακτήρα. Ετσι ένα διήγημα όπως «Οι κούκλες» μένει πλησιέστερα στα τρομερά και παράδοξα του δελτίου ειδήσεων. Αλλοτε πάλι, εξαιτίας ενός πειραματισμού στην αφήγηση, το διήγημα χάνει τη δραστικότητά του. Οπως συμβαίνει στο «Δεν είναι τίποτα, θα περάσει», στο οποίο ο συγγραφέας σκιαγραφεί τον ασφυκτικό εναγκαλισμό του γιου από την ανάπηρη μητέρα του. Ιδια αρρωστημένη κατάσταση με το διήγημα «Με νύχια και με δόντια» της προηγούμενης συλλογής «Ενα παιδί απ' τη Θεσσαλονίκη». Εδώ όμως η ανάμειξη του αφηγητή και το αισιόδοξο επιμύθιο διδακτικής χροιάς μετριάζουν την ένταση.

Σε κάθε περίπτωση παρεμφερή «στρογγυλέματα» ή και φροντίδες ιδεολογικής φύσεως, όπως το οικολογικού περιεχομένου τελευταίο διήγημα του βιβλίου, μένουν ευτυχώς εμβόλιμα και περιορισμένα. Ακόμη και όταν στις ιστορίες εμπλέκονται αλβανοί φυγάδες, καθώς το χωριό του αφηγητή βρίσκεται στη γραμμή των συνόρων, ή φιλοξενούμενα παιδιά από τη Σερβία που έρχονται στην Ηγουμενίτσα, ο Σ. Δημητρίου, σε αντίθεση με άλλους συνομηλίκους του συγγραφείς, δεν εκπίπτει σε κοινωνιολογίζουσες παρατηρήσεις αλλά διασώζεται χάρη στο γνήσια ποιητικό ύφος της γλώσσας. Αλλωστε σε όλα τα διηγήματα οι σποραδικές αναφορές στα δεινά του τόπου, στο '22 και στον Εμφύλιο ή στην αλλοτινή κατάσταση στις σοσιαλιστικές χώρες μόλις που υπαινίσσονται τα αίτια για διαλυμένα νοικοκυριά και τραυματισμένους ψυχισμούς.

Τα μορφικά «ανοίγματα» συμβάλλουν στην εντύπωση ότι η καινούργια συλλογή είναι περισσότερο ανισοβαρής. Ωστόσο, ακόμη και τα ασθενέστερα διηγήματα υπερέχουν σε σχέση με τα παλαιότερα ως προς τη γλώσσα που ο Σ. Δημητρίου δείχνει να λειαίνει μετ' επιμονής. Ηπειρωτικό ιδιόλεκτο, λόγια στοιχεία και ιδιωματικοί τρόποι έκφρασης δένουν αποφεύγοντας ορισμένες γλωσσικές ακρότητες που υπάρχουν στα πρώτα διηγήματα. Στο ξεκίνημα, σε εκείνη την πρώτη και μοναδική ποιητική συλλογή του 1985, «Ψηλαφήσεις», ο Σ. Δημητρίου εμφανίζεται μακράν του λυρισμού, τα ποιήματα προοιωνίζονται τον κατοπινό πεζογράφο. Με την πάροδο όμως του χρόνου η γλώσσα, ιδίως στις περιγραφές της ηπειρωτικής γης, αποκτά λυρικούς τόνους, που στις προηγούμενες συλλογές λείπουν ακόμη και όταν το θέμα προσφέρεται.

Και στην πρόσφατη συλλογή διηγημάτων ο καμβάς στον οποίο κατ' εξοχήν «κεντάει» ο Σ. Δημητρίου είναι η απόκλιση· το νοσηρό κεντρωμένο στον ερωτικό ομφαλό του. Σε αντίθεση όμως με τα παλαιότερα, τα καινούργια διηγήματα απλώνονται στο ερωτικό φάσμα. Στις ιστορίες που πρωταγωνιστεί ο αφηγητής υπάρχει η ερωτική έλξη για κάποιες ποθητές γυναίκες, αν και πάντα συνοδεύεται από τάσεις φυγής. Σε άλλα διηγήματα σκιρτά ο ακραίος αισθησιασμός μιας ομοφυλόφιλης επαφής ή ακόμη η άγρια σεξουαλική επιθυμία που δημιουργεί το απαγορευμένο της αιμομεικτικής αλλά και κάθε λαθραίας σχέσης. Ακόμη και στα βιαιότερα διηγήματα παρεμβαίνει η ερωτική διέγερση. Οσο για τις νύξεις τρυφερότητας μένουν απροσδόκητες όσο και καθοριστικές της εντύπωσης.

Με όσα ακροθιγώς σχολιάσαμε η τρίτη συλλογή φαίνεται να συμφωνεί με το προηγούμενο έργο ως προς το εξαιρετικό της περίπτωσης του Σ. Δημητρίου. Και το θεματικό τόξο παραμένει σε μια ιδιάζουσα περιοχή και ο συγγραφέας επιβεβαιώνει ότι είναι ένας γερός διηγηματογράφος.



Μάρη Θεοδοσοπούλου

ΤΟ ΒΗΜΑ, 31-01-1999

Κριτικές

Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις

Γράψτε μια κριτική
ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Δωρεάν αποστολή σε όλη την Ελλάδα με αγορές > 30€

ΒΙΒΛΙΑ ΧΕΡΙ ΜΕ ΧΕΡΙ

Γιατί τα βιβλία πρέπει να είναι φτηνά!

ΕΩΣ 6 ΑΤΟΚΕΣ ΔΟΣΕΙΣ

Μέχρι 6 άτοκες δόσεις με την πιστωτική σας κάρτα!