Τους τα λέει ο Θεός

Έκπτωση
30%
Τιμή Εκδότη: 13.24
9.27
Τιμή Πρωτοπορίας
Υπάρχει και μεταχειρισμένο με €3.40
+
144781
Συγγραφέας: Δημητρίου, Σωτήρης
Εκδόσεις: Μεταίχμιο
Σελίδες:166
Ημερομηνία Έκδοσης:01/11/2002
ISBN:9789603754589
Διαθεσιμότητα στα βιβλιοπωλεία μας
Αθήνα:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες
Θεσσαλονίκη:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες
Πάτρα:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες

Περιγραφή


Το γυφτόπουλο έπαιζε με σκέρτσο και κάπου κάπου, εκεί που έπρεπε, βάραγε δυνατά, ντουμ, ντουμ, ντουμ, ξεχώρισε το ντέφι.
Άλλες φορές πάλι πήγαινε γρήγορα μπροστά από τους άλλους και αυτοί έτρεχαν, και άλλες καθυστερούσε και πήγαινε το τραγούδι σε βαρύ πωγώνι. Του 'ριχναν αγριεμένες ματιές, αυτό έκανε τον αδιάφορο, μόνο ο ακορντεονίστας το κοιτούσε με χαμόγελο και το σκούνταγε στην πλάτη. Στο τέλος τους κάνει ένα γερό μπέρδεμα, έλεγες βαράει στο γάμο του καραγκιόζη, αλλά πώς το 'πλασε, πώς το πήγε, βρέθηκαν σε λιγάκι όλοι μαζί σε μια δεμένη μουσική που αγάλλιασε τις καρδιές.
«Γεια σας καμάρια» τους φώναξε ο Σιολής.

Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου







ΚΡΙΤΙΚΗ



Το καινούριο βιβλίο του Σωτήρη Δημητρίου, με τον ευρηματικό τίτλο «Τους τα λέει ο Θεός», μας παραπέμπει αμέσως στο προ δεκαετίας, δικαίως πολυσυζητημένο, μυθιστόρημά του «Ν' ακούω καλά το όνομά σου». Ο αφηγηματικός χρόνος έχει εκεί ως αφετηρία του το 1944, όταν μία ομάδα γυναικών περνάει τα βουνά της βόρειας Ηπείρου, αναζητώντας τροφή στο Αργυρόκαστρο, οπότε και η μια από τις δύο αδελφές που συμμετέχουν στην ομάδα αποκλείεται στην Αλβανία, για να υποστεί μία απίστευτα τυραννισμένη ζωή υπό το καθεστώς του Εμβέρ Χότζα, και καταλήγει στις αρχές του '90, όταν ο εγγονός της εγκαθίσταται στην Αθήνα, για να χάσει οσονούπω κάθε ανθρωπιά και υπόληψη. Δέσμιος μιας καθολικής οικονομικής, κοινωνικής και υπαρξιακής απόγνωσης, ο άλλος είναι στο «Ν' ακούω καλά τ' όνομά σου» ντόπιος και συνάμα ξένος (η ελληνικής καταγωγής γιαγιά στην Αλβανία, ο αλβανικής καταγωγής εγγονός στην Ελλάδα). Το εγώ ως ετερότητα και η ετερότητα ως εγώ τείνουν να οδηγηθούν εν προκειμένω σε μία αξεδιάλυτη, αναπόφευκτη και μοιραία σύμπλεξη. Στο «Τους τα λέει ο Θεός» η σύμπλεξη αυτή έχει επέλθει πλήρως. Ηπειρώτες και Βορειοηπειρώτες μάστορες συναντιούνται σε μια ερημική βουνοπλαγιά της Ηπείρου, όπου ένας μετανάστης χτίζει το σπίτι του. Κι εκεί πιάνουν να ανταλλάσσουν ιστορίες που, μολονότι πολύ διαφορετικές μεταξύ τους, δεν παύουν να δείχνουν το κοινό πικρό ριζικό τους: την καταδίκη των πρωταγωνιστών τους σ' έναν βασανισμένο, γεμάτο σκληρά παθήματα και αθεράπευτες κακώσεις βίο.



Οδυνηρή περιπλάνηση



Το κυριότερο, νομίζω, χαρακτηριστικό του βιβλίου του Δημητρίου είναι ακριβώς αυτό: η οδυνηρή όσο και αδιέξοδη περιπλάνηση των ανώνυμων, καθημερινών ηρώων του σε δύο τόπους οικείους και συνάμα αλλότριους (στην Ελλάδα και την Αλβανία), όπου η λαχτάρα τους να ζήσουν και να δημιουργήσουν μεταμορφώνεται βαθμιαία σε παντελή αδυναμία και αποτυχία να εξασφαλίσουν έστω και τα χρειώδη. Αλλοι δραπετεύουν κάτω από τα μάτια των οργάνων της Σιγκουρίμι για να αντιμετωπίσουν τις παγίδες της ελληνικής μεθορίου, άλλοι ρίχνονται στα αλβανικά μπουντρούμια για να δουν το φως της ημέρας ύστερα από μία τριακονταετία κι άλλοι αναγκάζονται να εγκαταλείψουν όπως όπως τους συντρόφους τους την ώρα της διαφυγής, για να το φέρουν κατόπιν βάρος στη συνείδησή τους εφ' όρου ζωής.

Οι ιστορίες που αραδιάζουν ακατάπαυστα οι ήρωες του Δημητρίου δεν ακολουθούν ενιαία γραμμή: ξεκινούν από τη μέση ή από το τέλος, διακόπτονται από τις παρεμβολές τρίτων, μπλέκονται η μία με την άλλη ή προσφέρονται ως βάση γι' άλλες, καινούριες αφηγήσεις, που αναμειγνύουν και πάλι τα πάθη, κρατώντας ασίγαστη σε όλο το μήκος της δράσης τη φωτιά τους. Οσο για τα πρόσωπα αυτών των ιστοριών, θα ήταν σφάλμα, νομίζω, να ψάξουμε να βρούμε τα ατομικά χαρακτηριστικά τους. Ολοι όσοι εμφανίζονται στην αφηγηματική σκηνή του Δημητρίου αποτελούν αναπόσπαστο μέρος μιας συλλογικά εμποδισμένης μοίρας, οργανικά στοιχεία μιας διπλής ταυτότητας, που διαλύεται κάθε τόσο, για να συμμαζέψει, όμως, γρήγορα από την αρχή τα κομμάτια της και να συνεχίσει κατ' αυτόν τον τρόπο εις το διηνεκές. Και σε μια τέτοια πορεία οι πρωταγωνιστές δεν ανταλλάσσουν πια ιστορίες, αλλά τις καυτές, πυρακτωμένες ανάσες τους, σ' ένα κείμενο που αναπαριστά ιδανικά τον προφορικό λόγο και τις καθαρώς φυσικές προϋποθέσεις υπό τις οποίες λειτουργεί και εκδηλώνεται.



Γλώσσα και κοινότητα



Ο λόγος στο βιβλίο του Δημητρίου τρέφεται εξ ολοκλήρου από το βορειοηπειρωτικό ιδίωμα, στο οποίο προνομιακά στηρίζεται και το «Ν' ακούω καλά το όνομά σου». Εδώ, όμως, ανακύπτει μία απορία. Στο «Ν' ακούω καλά το όνομά σου» η βορειοηπειρωτική κοινότητα παραμένει ακόμη άτμητη και αρραγής. Στο χρόνο στον οποίο εκτυλίσσεται το «Τους τα λέει ο Θεός» έχουν μεσολαβήσει κοινωνικές ζυμώσεις και προσμείξεις μίας και πλέον δεκαετίας. Πώς είναι δυνατόν να παραμένει το ιδίωμα περίκλειστο και αναλλοίωτο, στραμμένο τόσο έντονα και τόσο επίμονα στον εαυτό του; Μήπως προκαλεί αυτό μια αίσθηση παραποίησης της πραγματικότητας και αναληθοφάνειας; Το αποκλείω κατηγορηματικά. Οι άνθρωποι που συγκεντρώνονται στην ερημική βουνοπλαγιά της Ηπείρου, για να βάλουν ο καθένας το λιθαράκι του στο χτίσιμο του σπιτιού του μετανάστη, έχουν, όπως το ξέρουμε κιόλας καλά, αλληλέγγυες εμπειρίες συντριπτικού βάρους. Και το βάρος αυτό, σε συνάρτηση με τη συναφή καταγωγή των ομιλητών, μπορεί κάλλιστα, όχι μόνο να ενεργοποιήσει το ιδίωμα, αλλά και να του προσδώσει μία εξαιρετικά υψηλή εσωτερική ορμή και θέρμη. Ο Δημητρίου, άλλωστε, έχει φροντίσει να αποκαθάρει τη γλώσσα του από κάθε φτιασίδι και άχρηστο φόρτωμα, μετατρέποντας την προφορικότητα του κειμένου του σε δραματικά αποσταγμένη έκφραση, που ενεργεί τα μάλα ακόμη και με τις σιωπές της. Και σπανίζει οπωσδήποτε στις μέρες μας τέτοιου τύπου σχέση συγγραφέα με το γλωσσικό υλικό του: υλικό σφυρηλατημένο μέχρι και τον τελευταίο πόντο, σ' ένα οικοδόμημα στη σκαλωσιά και στα θεμέλια του οποίου δεν χρειάζεται να μετακινηθεί το παραμικρό.

Υστερα από όλα αυτά αναρωτιέμαι γιατί ο Δημητρίου πιέζεται να χαρακτηρίσει το βιβλίο του μυθιστόρημα. Νουβέλα, ενδεχομένως. Εκτεταμένη αφήγηση, πιθανόν. Μυθιστόρημα, όμως; Γιατί; Σ' ένα μεγάλο βάθος χρόνου, όπου, ωστόσο, οι τομές είναι μικρές και δεν απομακρύνονται από το στιγμιότυπο (ο πραγματικός αφηγηματικός χρόνος του βιβλίου είναι η διάρκεια της συνάντησης των μαστόρων και όχι η χρονική αναγωγή των περιπετειών τους), και σε μια σύνθεση, όπου όλες οι φωνές συντονίζονται εν κατακλείδι (και σοφά) σε μία, τι περιθώρια υπάρχουν για να υιοθετήσουμε το χαρακτηρισμό του μυθιστορήματος; Νομίζω, κανένα. Και δεν είναι οπωσδήποτε ευχάριστο τόσο προχωρημένα και απαιτητικά βιβλία όπως το «Τους τα λέει ο Θεός» να υποκύπτουν στη λογική της αγοράς και να μπαίνουν κάτω από ετικέτες οι οποίες μαγαρίζουν απροκάλυπτα ένα κεφαλαιώδες λογοτεχνικό είδος για να υποσχεθούν μόνο πρόσκαιρη φήμη και μεγάλες πωλήσεις. Αλλος είναι, έτσι κι αλλιώς, ο δρόμος του έργου τέχνης.



ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 17/01/2003

Κριτικές

Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις

Γράψτε μια κριτική
ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Δωρεάν αποστολή σε όλη την Ελλάδα με αγορές > 30€

ΒΙΒΛΙΑ ΧΕΡΙ ΜΕ ΧΕΡΙ

Γιατί τα βιβλία πρέπει να είναι φτηνά!

ΕΩΣ 6 ΑΤΟΚΕΣ ΔΟΣΕΙΣ

Μέχρι 6 άτοκες δόσεις με την πιστωτική σας κάρτα!