0
Your Καλαθι
Η παντιέρα των μαγεμένων
Περιγραφή
Στο μυθιστόρημα Η παντιέρα των μαγεμένων αποτυπώνεται ο δίαυλος επικοινωνίας της Πελοποννήσου με την Ευρώπη και τα μηνύματα των καιρών από τη Δύση στα χρόνια της σταφίδας. Με επίκεντρο μια οικογένεια της Μεσσηνίας, τους Στασινούς, που έρχονται αντιμέτωποι με την παλιά νοοτροπία του τόπου, νωπογραφείται ένας κόσμος γεμάτος σφρίγος και δίψα για ζωή, χωρίς ρωγμές μέσα του. Βιβλίο ποιητικό και ερωτικό, ειρωνικό και κάποτε σαρκαστικό και τρυφερό μαζί, με γλώσσα υπαινικτικών αποχρώσεων και άρωμα εποχής, είναι μια συνάντηση του αναγνώστη με ονειροπόλους που τους ήθελε η πράξη.
ΚΡΙΤΙΚΗ
Δίπλα στα ιστορικά μυθιστορήματα πληθαίνουν και τα μυθιστορήματα εποχής, άλλωστε τα όρια είναι ρευστά, ανάλογα με την έμφαση που δίνει ο συγγραφέας στα ιστορικά συμβάντα ή στην ιδιαίτερη ατμόσφαιρα ενός τόπου σε παλαιότερους χρόνους. Ολο και συχνότερα τελευταία οι πρόγονοι και ο βίος τους εμπνέουν μυθιστορίες στηριγμένες σε ντοκουμέντα, γνήσια ή και επινοημένα. Σε σχέση με τη δεκαετία του '90 και την πρώτη μυθιστορηματική έκρηξη παρατηρείται μια στροφή. Τότε επίδοξοι συγγραφείς παρεκινούντο από τις μοναδικές εμπειρίες που πίστευαν πως τους είχε προσφέρει η ζωή, σήμερα η παρότρυνση έρχεται από τις υποτιθέμενες συγκλονιστικές ιστορίες που κάποτε τους αφηγήθηκαν. Ανεξάρτητα αν τελικά το μυθιστόρημα δεν καθορίζεται ούτε από τις συναρπαστικές ή μη εμπειρίες ούτε από τη γοητεία των προγόνων αλλά από τους τρόπους της γραφής.
Μυθιστόρημα εποχής αφιερωμένο στους προγόνους του, το πρόσφατο βιβλίο του Αιμ. Δημόπουλου εμπνέεται από μια ντόπια μάγισσα και δη Πελοποννήσια, μια «μαυρομάτα Κίρκη», τη σταφίδα, κάποτε «ευλογία του τόπου που έγινε κατάρα». Και όμως «της άξιζε καλύτερη τύχη», καθώς παρατηρεί με θλίψη προλογίζοντας τα Πριμαρόλιά της η Αθηνά Κακούρη. Από την Αχαΐα και το πρώτο εξαγωγικό λιμάνι της σταφίδας, την Πάτρα, όπου διαδραματίζεται το μυθιστόρημα της Αθηνάς Κακούρη, ο Μεσσήνιος Αιμ. Δημόπουλος μας μεταφέρει στην Πύλο, την πρωτεύουσα Καλαμάτα αλλά και τις κωμοπόλεις Φιλιατρά και Γαργαλιάνους και τα σταφιδοχώρια της περιοχής, ενώ πάντα αναμένονται σταφιδικές μυθιστορίες από την Ηλεία με πρωταγωνιστές τον Πύργο και το Κατάκωλο.
Στο μυθιστόρημα του Αιμ. Δημόπουλου ξεδιπλώνεται η ιστορία μιας οικογένειας σταφιδοπαραγωγών και σταφιδεμπόρων. Παρελαύνουν τρεις γενιές Στασινών, από τα μέσα του 19ου αιώνα ως τις πρώτες δεκαετίες του 20ού, δεμένες με την άνοδο και την πτώση της σταφίδας. Ο πρώτος Στασινός, με σπουδές στην Εσπερία και λαμπρό μέλλον ως ναυτικός πράκτορας στη Μασσαλία, τα εγκατέλειψε όλα για να φέρει στους αμμότοπους της Πύλου τη σταφίδα. Εισήγαγε νέους τρόπους καλλιέργειας, έχτισε σταφιδεργοστάσιο και μονοπώλησε το εμπόριο με τους Γάλλους. Ο γιος του, κι αυτός σπουδαγμένος στο Παρίσι, αφοσιώθηκε στη σταφίδα. Βγήκε και βουλευτής για να υπερασπιστεί το δίκιο της. Δεν κατόρθωσε να φέρει τον σιδηρόδρομο ως την Πύλο, έφτιαξε όμως εργοστάσιο φωτιστικού οινοπνεύματος στην Καλαμάτα. Τέλος, ο εγγονός έτυχε στα δύσκολα χρόνια για τη σταφίδα και χάθηκε μαζί της. Οσο για τις θυγατέρες της οικογένειας, και αυτές προσηλωμένες στη σταφίδα, με τους γάμους τους απλώνουν την οικογενειακή νωπογραφία εντός της τοπικής, νεοσύστατης τότε, τάξης των εμπόρων και βιομηχάνων. Παρεμπιπτόντως, αυτοί οι νεόκοποι αστοί των πελοποννησιακών πόλεων που μιμούνταν τους παριζιάνικους τρόπους ένδυσης και διαβίωσης αλλά κρατούσαν τα ντόπια χούγια τους δεν στερούνται ενδιαφέροντος, αν αναλογιστούμε πως μετακομίζοντας στην πρωτεύουσα χρωμάτισαν την αθηναϊκή αστική τάξη.
Σε παρόμοιες αφηγήσεις η απόσταση μυθοπλασίας και πραγματικότητας μένει ζητούμενο, καθώς φανταστικά και υπαρκτά πρόσωπα ανακατώνονται. Δίπλα στους πρωταγωνιστές του σταφιδικού ζητήματος που γράφτηκαν στις δέλτους της ιστορίας, οι κομπάρσοι που άφησαν τα ίχνη τους στην τοπική ιστορία ή και μόνο στην οικογενειακή σάγκα. Ευτυχούν όσοι τόποι έτυχε να έχουν αφοσιωμένους ιστοριοδίφες, που ερεύνησαν και κατέγραψαν τη νεότερη ιστορία τους σε λεξικά ή και περιοδικές εκδόσεις χρονικών. Αυτή είναι η περίπτωση της Πάτρας, ενώ άλλες πελοποννησιακές πόλεις υστερούν. Πολλά γνωρίζουμε για την ιστορία της Πύλου, ελάχιστα όμως για την Πύλο στο δεύτερο ήμισυ του 19ου αιώνα, και αυτή χάρη και στη σταφίδα, ένα «Παρισάκι». Ο Αιμ. Δημόπουλος δεν παραγεμίζει το μυθιστόρημά του με ιστορικά συμβάντα, μόνο το δράμα της «μαυρομάτας μάγισσας» ανιστορεί μέσα από τη δράση των ηρώων του. Περισσότερη, μάλιστα, έκταση καταλαμβάνουν οι βεγγέρες και τα ερωτικά παιχνίδια, με αποτέλεσμα, σε ορισμένα κεφάλαια, οι ροζ αποχρώσεις να απειλούν τη μυθιστορηματική ισορροπία. Ευτυχώς που οι πελοποννήσιοι επιχειρηματίες ήταν άνθρωποι πρακτικοί. Ελάχιστα ρομαντικοί, μαζί με τις παριζιάνικες μόδες, έφερναν στην οικογενειακή εστία και γαλλίδες συζύγους, κάποτε και τους καρπούς των παράνομων σχέσεών τους.
Ανατρέποντας τη συνήθη φορά των πραγμάτων σε αυτό το βιβλίο, ο μυθιστοριογράφος δείχνει να προσφέρει υλικό στον ιστορικό του τόπου, καθώς ιχνηλατεί σταφιδέμπορους, αλευροβιομήχανους, καπνεργοστασιάρχες και τραπεζίτες. Ανάμεσα σε άλλες οικογένειες και οι αλευροβιομήχανοι Κωνσταντόπουλοι, όπου ο αναγνώστης, στις τρεις χαρισματικές θυγατέρες τους, θα αναγνωρίσει την Κατίνα Παξινού, τη ζωγράφο Βαρβάρα Κωνσταντοπούλου και την ποιήτρια Μαρία Ράλλη.
Γι' αυτό το μυθιστόρημά του ο συγγραφέας επιλέγει έναν αφηγηματικό τρόπο όχι και τόσο συνήθη, τουλάχιστον σε αμιγή μορφή, τον ελεύθερο πλάγιο λόγο. Δηλαδή ένα ομοιόμορφο τρίτο πρόσωπο, συνεχώς ταλαντούμενο μεταξύ του υποκειμένου του λόγου και αυτού περί ου ο λόγος, ενώ ο χρόνος μένει σταθερά παρωχημένος. Αυτός ο τρόπος διήγησης προσφέρει μια παραμυθική επίφαση, καθώς συσφίγγει τον αφηγητή με τους ήρωες. Επιπροσθέτως, η παρατακτική σύνταξη και η εκτεταμένη χρήση του σωρευτικού πρώτου πληθυντικού προσώπου στις περιγραφές διευκολύνουν το πέρασμα από τον οικογενειακό μικρόκοσμο στον κοινωνικό περίγυρο ή και τον μακρόκοσμο της πολιτικής.
Υψίστης σημασίας κάποτε η σταφίδα, και αυτό δηλώνεται και από τον πλούτο των λέξεων που δένονταν μαζί της. Το μυθιστόρημα τις περισυλλέγει, λίγο προτού εξαφανιστούν οριστικά. Η γλώσσα της σταφίδας συμβάλλει και αυτή σε μια αφήγηση με ελεγειακούς τόνους που αρέσουν σε νοσταλγούς, Πελοποννήσιους και μη.
ΜΑΡΗ ΘΕΟΔΟΣΟΠΟΥΛΟΥ
ΤΟ ΒΗΜΑ , 08-09-2002
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις