0
Your Καλαθι
Γιατί δε μιλάς για μένα; ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΜΕΝΟ
Έκπτωση
42%
42%
Περιγραφή
Από μικρό παιδί στα λεωφορεία και τα τρόλεϊ παρατηρούσα πάντα τα κορίτσια, τις γυναίκες. Κάρφωνα τα μάτια μου πάνω τους κι απομυζούσα την εικόνα τους, τα χαμόγελα, τις νευρικές κινήσεις των χεριών, τις πιέτες που χόρευαν στις φούστες. Ήταν τόσο πολλές, τόσο όμορφες, τόσο χρωματιστές, που λυπόμουνα τους άντρες τους έτσι που κάθονταν βουβοί κι αφηρημένοι από πάνω τους, κρεμασμένοι από τις χειρολαβές, θαμμένοι κάτω από το γκρίζο και το μπλε των κοστουμιών τους. Τους άφηνα όμως γρήγορα.
Το αίνιγμά τους θα το έλυνα αργότερα. Ξαναγυρνούσα σ' εκείνες. Μιλούσαν. Κάθονταν πάντα δυο δυο και μιλούσαν. Εγώ πάλι σώπαινα.
Πλησίαζα, στεκόμουν δίπλα κι έστηνα αυτί στα μουλωχτά, λες και το 'ξερα πως κάποτε θα επιχειρούσα να μιλήσω εξ ονόματός των... Να τες λοιπόν οι ιστορίες σας, Κατερίνα, Χριστίνα, Ειρήνη.
Μεγάλωσα και κράτησα την υπόσχεση που ποτέ δε σας έδωσα. Τις έγραψα.
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου
ΚΡΙΤΙΚΗ
Τι θέλουν τα κορίτσια, σε όποια ηλικία κι αν τα συναντήσουμε; Τι ζητούν από τη συναισθηματική και την ερωτική τους ζωή και με ποιον τρόπο προσπαθούν να το πετύχουν; Και τι ακριβώς σημαίνει επιτυχία; Συμβιβασμός με μια δυσάρεστη και απωθητική πραγματικότητα, που κόβει τα φτερά και ματαιώνει τις ελπίδες ή επιμονή στο ανέφικτο και εγκλωβισμός στη μοναξιά και στην απόσταση από τις καθημερινές έγνοιες των άλλων; Κι αν τα κορίτσια έχουν ψυχή που υπαγορεύει τολμηρές αποφάσεις, αποφάσεις που οδηγούν μοιραία στο δύσκολο δρόμο, τότε ποιο είναι το βάρος της εμπειρίας που αποκομίζουν με την πάροδο του χρόνου και πώς το ζυγίζουν κοιτάζοντας τον κόσμο από τη σκοπιά των ώριμων χρόνων τους; Κι αν, πάλι, βρίσκονται σε τρυφερή ηλικία και νιώθουν ήδη πως οι επιλογές και η όλη προπαρασκευή τους δεν υπόσχονται ένα στρωμένο με ροδοπέταλα μέλλον, τότε πώς πρέπει να αντιμετωπίσουν και να χειριστούν το παρόν τους; Αυτά είναι ορισμένα από τα βασικά ερωτήματα γύρω από τα οποία επανέρχονται συνεχώς τα διηγήματα της Λένας Διβάνη: διηγήματα τα οποία κυκλοφόρησαν σε μια πρώτη μορφή το 1995 και βλέπουν τώρα ξανά το φως της δημοσιότητας διορθωμένα και συμπληρωμένα, ενόσω έχουν πλέον μεσολαβήσει και τρία ομόλογης θεματικής μυθιστορήματα («Οι γυναίκες της ζωής της», 1997, «Εργαζόμενο αγόρι», 2000, και «Ενικός αριθμός», 2002).
Γλωσσική και αφηγηματική άνεση
Τοποθετημένα στο χώρο των προσωπικών σχέσεων, μια περιοχή στην οποία όλο και συχνότερα στρέφει το ενδιαφέρον της κατά τη διάρκεια των είκοσι τελευταίων ετών η ελληνική πεζογραφία, τα διηγήματα της Διβάνη κερδίζουν αμέσως την προσοχή μας με δύο τουλάχιστον στοιχεία. Το ένα είναι η εδραία αφηγηματική τους άνεση, το άλλο η ολοφάνερη γλωσσική τους επιδεξιότητα. Το πρώτο στοιχείο δημιουργεί από τις πρώτες κιόλας αράδες μιαν έντονη αναγνωστική προσδοκία για την τύχη των ηρώων και την έκβαση των καταστάσεων τις οποίες βιώνουν, το δεύτερο φέρνει γρήγορα στην επιφάνεια, χάρη στον εξαιρετικά φυσικό και συνάμα πειστικό του τρόπο, μια σειρά από πολύ σύγχρονα ακούσματα του καθημερινού μας περίγυρου. Με τέτοιου τύπου οπλισμό, η Διβάνη χειρίζεται ισορροπημένα τον ψυχισμό των προσώπων της και μας βάζει με σωστούς ρυθμούς στο κλίμα του βίου τους. Κεντρικό της θέμα, καθώς το σημείωνα και προεισαγωγικά, η ταυτότητα της γυναίκας σε όλες τις ηλικίες και τις φάσεις της ζωής, συνδεδεμένη με ένα μόνιμο άγχος για τη διασφάλιση μιας εσωτερικής αρμονίας και τάξης. Η γκάμα της Διβάνη ξεκινάει από τους τραυματικούς δεσμούς με τους γονείς και την οικογένεια («Το σημάδι του θανάτου») και την προχωρημένη αίσθηση απομόνωσης ή αποτυχίας των γηρατειών («Καφές με τη Σαμάνθα», «Τα μάγια»), για να φτάσει ώς την ξαφνική συνειδητοποίηση της ερωτικής στέρησης («Κάθε ξημέρωμα ήμουν εκεί») ή τις εκ των προτέρων χαμένες και καταδικασμένες ερωτικές μονομαχίες («Ταξίδι στα σκοτάδια της καρδιάς») και να καταλήξει στις ποικιλότροπες διαψεύσεις της εφηβείας και της πρώιμης νιότης («Κορίτσια για φίλημα», «Μετρίου αναστήματος, κανονικού βάρους»).
Η Διβάνη μοιράζει τις ηρωίδες της ανάμεσα στο χαμηλότονο ή το σιωπηλό και ανεκδήλωτο δράμα, που αποφεύγει ως εξ ορισμού τα σπουδαία λόγια και τα σπαραξικάρδια ξεσπάσματα, και την ατμόσφαιρα παρωδίας ή φάρσας, που διαβρώνει βαθμιαία την αξιοπιστία και την ακεραιότητα των πραγμάτων, για να τα παραδώσει στο τέλος σε μια μελαγχολική (αν όχι και ελαφρώς απεγνωσμένη) χλεύη. Οσο η συγγραφέας μένει στο πρώτο σκέλος, οι γραμμές της είναι μεν προσεκτικά και δίχως καμία διάθεση υπερβολής τραβηγμένες, αλλά το αποτέλεσμα μοιάζει κάπως ισχνό και άνευρο: υποταγμένο σε μιαν έστω και συγκρατημένη αισθηματολογία, χάνει κάπου στα μισά του δρόμου τη δυναμική του. Το δυνατό χαρτί τής Διβάνη θα το βρούμε, χωρίς την παραμικρή αμφιβολία, στο δεύτερο σκέλος: στην εξωστρέφεια των νεανικών της χαρακτήρων και στο κατά τόπους ειρωνικό τους στραμπούλισμα, από το οποίο συχνά δεν λείπει κι ένας λεπτός, αλλά παραλυτικός, σαρκασμός.
Νευρικές, ανυπόμονες, γεμάτες ορμές που δεν έχουν προλάβει να κατασταλάξουν, πρόθυμες να αφεθούν στον πιο έξαλλο ενθουσιασμό, αλλά κι έτοιμες να πέσουν στην πιο μαύρη απελπισία, οι νεανικές γυναικείες υπάρξεις τής Διβάνη σχηματίζουν ένα σύνολο από πολύ ζωντανά αφηγηματικά πρόσωπα: πρόσωπα τα οποία μπορούμε σχεδόν να αγγίξουμε, ακούγοντάς τα να μιλούν δυνατά δίπλα μας ή παρακολουθώντας τα να κινούνται ανυπόμονα μπροστά μας. Τα ίδια, ωστόσο, πρόσωπα αποτελούν κι έναν πεντακάθαρο καθρέφτη της καθημερινής πραγματικότητας, από την οποία και αντλούν όλα τα ζωτικά χαρακτηριστικά της στάσης και της συμπεριφοράς τους. Κι η συγγραφέας φροντίζει εδώ να σατιρίσει ή και να σαρκάσει τις ηρωίδες της, να μπει βαθιά στο πετσί των προβλημάτων και των αδυναμιών τους, όχι, όμως, και να τις μετατρέψει σε θύματα μιας ολοκληρωτικής διάλυσης -σε ανυπεράσπιστους στόχους ενός μηχανικού κυνισμού. Η ειρωνεία της είναι, αντιθέτως, μια αποστασιοποιημένη μέθοδος προκειμένου να κατανοήσει καλύτερα την ψυχοσύνθεση των προσώπων της και να φωτίσει με όσο το δυνατόν ευκρινέστερα χρώματα τις αιτίες της κακοδαιμονίας και των παραπατημάτων τους.
Οπως κι αν ζυγίσουμε ή αν κρίνουμε τελικά τα διηγήματα της Διβάνη, ένα συμπέρασμα μπορεί να βγει αβίαστα: ότι έχουν τη δυνατότητα να σχολιάζουν χωρίς σπουδαιοφάνεια και διδακτικές ή άλλου τύπου παραινέσεις μιαν αντιφατική, αμφίθυμη και κάθε άλλο παρά σίγουρη για τον εαυτό της εποχή: μιαν εποχή η οποία είναι λογικό να μεταδίδει τη ρευστότητά της και στη λογοτεχνία -στην προκειμένη περίπτωση με ευοίωνες οπωσδήποτε προοπτικές.
ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 14/05/2004
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις