0
Your Καλαθι
Τα μαύρα λουστρίνια ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΜΕΝΟ
Έκπτωση
78%
78%
Περιγραφή
Το έμαθα πια, έπειτα από τριάντα χρόνια δοκιμασίας, ότι θα γράφω και θα ξαναγράφω, κάθε φορά αλλιώς, το ίδιο βιβλίο. Ότι θα πεθάνω με την ίδια έμμονη ιδέα: τη δυνατότητα ή όχι του ανθρώπου να αποτυπώνει με αυτοεπίγνωση και εντιμότητα τις εκπτώσεις του στη διαδρομή από το είναι που δικαιούται στο έχειν που διεκδικεί. Έμαθα επίσης και το άλλο: μυθιστοριογράφος δεν είναι μόνο ο παραμυθάς διασκεδαστής των αναγνωστών του, ούτε μόνο ο διανοητής στην τρύπα του, ούτε μόνο ο λεπτουργός στο εργαστήρι του, αλλά αυτός, κυρίως αυτός, που αντιστέκεται στον εφησυχασμό, αναζητώντας την πεμπτουσία της ζωής κάτω από το γεγονός και πίσω από την εικόνα. Ο αληθινός μυθιστοριογράφος, όποια και αν είναι η βιοθεωρία του, όποια και αν είναι η σχέση του με τη γραφή, αναμετριέται καθημερινά με την εκτός εξουσίας γλώσσα του, με τη συναίσθησή του της συλλογικής ευθύνης και με την απόφασή του να υπάρξει συνειδητά, παρατηρητής και παρατηρούμενος, πομπός και δέκτης της δυναμικής και των αντιφάσεων της εποχής του.
Μ.Δ.
Λεπτομέρειες μιας γυναίκας που εξομολογείται; Θραύσματα μιας συγγραφέως που διακριτικά τέμνει τις τεχνικές και τα βιώματά της;
Η Μ. Δούκα, φορώντας τα μαύρα λουστρίνια της μνήμης και της γραφής, στροβιλίζεται μπροστά στον καθρέφτη του εαυτού, της Ιστορίας, των ηρώων της, της λευκής σελίδας;
ΚΡΙΤΙΚΗ
Η σειρά «Η κουζίνα του συγγραφέα», την οποία διευθύνει ο Μισέλ Φάις στις εκδόσεις «Πατάκη», έχει αποδειχθεί χρυσοφόρος φλέβα. Λογική της σειράς είναι να κάνει τον συγγραφέα να εκφραστεί σχετικά με τον τρόπο της δουλειάς του, να ανοίξει, αν μπορώ να το πω έτσι, τις πόρτες του εργαστηρίου του και να δείξει τι ακριβώς βρίσκεται εκεί μέσα, με ποια εργαλεία δουλεύει, αλλά και τι σόι υλικά χρησιμοποιεί. Για να πετύχει, όμως, κάτι τέτοιο ο συγγραφέας δεν μπορεί παρά, σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό, να αυτοβιογραφηθεί. Διότι πώς θα αποκαλύψει τους δεσμούς του με το γράψιμο και τη μυθοπλασία αν δεν τα συσχετίσει με τις συνθήκες τής ζωής οι οποίες τον παρότρυναν να στραφεί στη λογοτεχνία; Τη σειρά άνοιξε πριν από έναν περίπου χρόνο ο Γιάννης Ξανθούλης, για να πάρει αμέσως μετά τη σκυτάλη ο Αλέξης Πανσέληνος. Αμφότεροι μάς έδωσαν πολύ ζωηρά και ζουμερά κείμενα, μιλώντας για τα παιδικά και τα νεανικά τους χρόνια, για τις ενδοοικογενειακές τους σχέσεις και για τους φίλους τους, αλλά και για τα πρώτα ή για τα κατοπινά τους διαβάσματα, που διαμόρφωσαν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο τις προτιμήσεις και τις επιλογές τους.
Μακρά περιήγηση
Με τα «Μαύρα λουστρίνια» η Μάρω Δούκα αποφασίζει να μας περιηγήσει τόσο στους τόπους της παιδικής της ηλικίας, τα Χανιά της δεκαετίας του '50, με τα σημάδια και τα χαρακτηριστικά μιας εποχής η οποία έχει περάσει ανεπιστρεπτί, όσο και στους χώρους της νιότης ή της ωριμότητάς της: τη σκοτεινή Αθήνα της χούντας, του Πολυτεχνείου και των διώξεων, αλλά και τη ράθυμη μέσα στην ευημερία και την ασφάλειά της Αθήνα της μεταπολίτευσης. Από όσο είμαι σε θέση να καταλάβω, η Δούκα αυτοβιογραφείται, αλλά μόνον ως συγγραφέας. Θέλω να πω πως όσες πτυχές της πολιτείας της κι αν ανεβάζει στην επιφάνεια (από την περίοδο του σχολείου στην Κρήτη, την είσοδο στο πανεπιστήμιο και την αντίσταση στη δικτατορία μέχρι τον έρωτα, το γάμο και τη γέννηση του παιδιού της), τις προβάλλει πάντα στο πλαίσιο της συγγραφικής της πείρας. Από το μακρύ ταξίδι το οποίο συνδέει τα μικράτα της με τα σημερινά μας χρόνια, η Δούκα κρατάει μόνο ό,τι πιστεύει πως την έπλασε και την έχτισε ως συγγραφέα. Και πρώτες, βεβαίως, εδώ έρχονται (πώς θα μπορούσε να γίνει αλλιώς;) οι αναγνώσεις της: από Παλαμά, Δροσίνη, Πορφύρα, Λαπαθιώτη και Γρυπάρη μέχρι Καβάφη, Σεφέρη, Ρίτσο, Ελύτη, Παπαδίτσα, Σαχτούρη, Αλεξάνδρου και Πατρίκιο. Και από Βιζυηνό, Ζήση Σκάρο, Λουντέμη, Κοτζιά και Φραγκιά μέχρι Σαρτρ, Προυστ, Ιψεν, Στρίντμπεργκ, Γουλφ, Εσσε, Αραγκόν, Χάμσουν, Ζενέ, Πίντερ και Πέτερ Βάις.
Τι είναι, όμως, όλα αυτά; Αγάπες και επιρροές ή επιδράσεις; Οχι ακριβώς. Είναι οι φρενήρεις ρυθμοί με τους οποίους νιώθει υποχρεωμένος ένας συγγραφέας να τρέξει αν επιζητεί όχι απλώς να ενημερωθεί, αλλά και να ζυμωθεί και εντέλει να αναμετρηθεί με το λογοτεχνικό γίγνεσθαι. Και είναι πλέον ή βέβαιον πως χωρίς την αναγνωστική προεργασία, ο ίδιος δεν θα τα καταφέρει ποτέ να σχηματίσει και να στρώσει τη δική του, εντελώς ατομική και ξεχωριστή φωνή. Μέρος, ωστόσο, της συγγραφικής ζωής τής Δούκα είναι και η Αριστερά: όχι ως ένταξη και ως στράτευση, αλλά, αντίθετα, ως άσκηση του βλέμματος και ως ουσιαστική κοινωνική εμπειρία. Αν τα δημόσια γεγονότα διαμορφώνουν την ατομική μας τύχη, όπως τόσο καίρια το έχει διατυπώσει ο Ερικ Χομπσμπάουμ, τότε η Δούκα δικαίως αισθάνεται πως εκείνο που έχει πρυτανεύσει στις σχέσεις της με την Αριστερά δεν είναι άλλο από την έντονη επιθυμία της να συλλάβει κάτι από την κίνηση του κόσμου και τους κανόνες που συγκροτούν μια κοινωνία.
Στο κέντρο, παρ' όλα αυτά, μιας αυτοβιογραφίας τέτοιου τύπου δεν μπορεί παρά να βρίσκονται τα έργα του συγγραφέα. Η Δούκα μιλάει για τις πρώτες συλλογές διηγημάτων της («Η πηγάδα. Κάτι άνθρωποι, Πού 'ναι τα φτερά;», 1974 και «Καρρέ φιξ», 1976), που έρχονται από τα νιάτα και την εφηβεία της, και προχωρεί με τα μυθιστορήματά της («Η αρχαία σκουριά», 1979, «Η πλωτή πόλη», 1983, «Οι λεύκες ασάλευτες», 1987, «Εις τον πάτο της εικόνας», 1990, «Ενας σκούφος από πορφύρα», 1995, «Ουράνια Μηχανική», 1999, και «Αθώοι και φταίχτες», 2004), που ξεκινούν από τα καυτά πάθη της πολιτικής, περνούν στα ζητήματα της γυναικείας ταυτότητας και καταλήγουν άλλοτε στην πολιτική επικαιρότητα και άλλοτε στο ιστορικό παρελθόν προκειμένου να αναδείξουν το ίδιο πάντα πράγμα: τις βαθύτερες δομές του συλλογικού μας περίγυρου.
Κριτικός ρεαλισμός
Κρατώ με ιδιαίτερο ενδιαφέρον την παρατήρηση της Δούκα πως η γραφή της αρδεύει την περιοχή του κριτικού ρεαλισμού -είναι μια πολύ εύστοχη υπόδειξη, που ταιριάζει γάντι με τη σταθερά διακηρυγμένη σε όλο το μήκος του βιβλίου πεποίθησή της πως δουλειά της λογοτεχνίας είναι να δημιουργήσει μίαν επινοημένη πραγματικότητα, μια πραγματικότητα η οποία σε δεδομένη ώρα αποδεικνύεται ισχυρότερη από την πραγματικότητα των αρχικών επιδιώξεων του συγγραφέα, καθώς και ολοφάνερα υποκειμενική και μεροληπτική· με μια μεροληψία, εντούτοις, και μιαν υποκειμενικότητα οι οποίες είναι σε θέση να φωτίσουν ένα πολύ μεγάλο κομμάτι της αλήθειας. Ενδιαφέρον έχει και η ηθική στάση που απαιτεί από το συγγραφέα η Δούκα: απόσταση από την αγορά και την τύρβη, τεταμένο ους στις αυστηρές παρατηρήσεις της κριτικής, άρνηση της εθελοτυφλίας και του εφησυχασμού, όπως και συνεχής έλεγχος πεπραγμένων. Και μαζί, βέβαια, διαρκής αγώνας για τη συγκρότηση της μυθοπλασίας, την κατάκτηση των αφηγηματικών μηχανισμών και τη σκηνοθεσία της γλώσσας.
Η αφήγηση της Δούκα τα έχει όλα: ποιητικά χρώματα στις γεωγραφικές διαδρομές της, πολιτικό στοχασμό και ιστορική σκέψη, καθώς μπορεί και κινείται επί τη βάσει όχι μονάδων αλλά περίπλοκων και πολύτροπων σχημάτων, μυθιστορηματική ατμόσφαιρα, αφού ολόκληρα κομμάτια ζωής παρουσιάζονται σαν νήματα τραβηγμένα από ένα πολύ μεγαλύτερο σύνολο, δοκιμιακές διαφυγές (τα σχόλια για τα λογοτεχνικά κείμενα του παρελθόντος) και, το κυριότερο, κλίμα εργαστηρίου, που δείχνει πως ο συγγραφέας οφείλει όχι μόνο να τεστάρει συνεχώς τον εαυτό του, αλλά και να κερδίζει με οδυνηρούς, και κάθε άλλο παρά εγγυημένους εκ των προτέρων, κόπους το έργο του.
ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 02/12/2005
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις