0
Your Καλαθι
Μια αγάπη σαν Κέρκυρα
Έκπτωση
30%
30%
Περιγραφή
Ήθελε κι εκείνος να του γράψει η Ελενά βιβλίο Love in Corfu, της είχε πει και την έπεισε. Εγώ θα του έδινα πιο ποιητικό τίτλο, Μια αγάπη σαν Κέρκυρα, δηλαδή μια αγάπη ανθρώπινη, σαν τη δική της, που ήρθε στην Κέρκυρα για να φροτνίσει κάποιον που καλά καλά δεν γνώριζε, μια αγάπη σαν ηλιόλουστο ελληνικό νησί, μια αγάπη ζεστή και τρυφερή σαν τα πρόσκαιρα καλοκαιρινά πάθη της νεανικής ηλικίας.
Πόσο εύκολη είναι η ζωή και πόσο δύσκολος ο θάνατος, ή μήπως πόσο δύσκολη είναι η ζωή και πόσο εύκολος ο θάνατος; Πόσο επώδυνη είναι η καθημερινότητα και πόσο επικίνδυνη η ανταπόκριση στις απαιτήσεις του εγώ, των φίλων και των εραστών; Η Ελενά, ο Χάρης και ο Τάκης μπλέκονται στα γρανάζια μιας ιστορίας που δεν θα αφήσει κανέναν αλώβητο. Εάν οι έρωτες ήταν νησιά, τα ηφαιστειογενή θα είχαν τη μεγαλύτερη πέραση...
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου
ΚΡΙΤΙΚΗ
διφορούμενος τίτλος της νουβέλας παραπέμπει σε καλοκαίρι, σε ειδυλλιακά τοπία, σε διακοπές και έρωτες προσωρινούς, αλλά το «Μια αγάπη σαν Κέρκυρα» υπαινίσσεται επίσης και μια αγάπη προστατευτική σαν νησί, σαν όαση και καταφύγιο. Ομως, στο συγκεκριμένο ελληνικό νησί, το οποίο είναι γνωστό για τα τουριστικά του αξιοθέατα, το τοπίο και τις παραλίες του, υπάρχει και ένα ψυχιατρείο, χώρος όπου και τοποθετείται μεγάλο μέρος της αφήγησης και ο οποίος προσφέρεται για μια διαφορετική, όχι και τόσο «τουριστική», περιήγηση.
Η κ. Εξαρχοπούλου έπειτα από τη συγγραφή δύο μυθιστορημάτων και μιας ποιητικής συλλογής, και έχοντας πειραματιστεί με διάφορες αφηγηματικές τεχνικές, στην παρούσα νουβέλα είναι σε θέση να αξιοποιήσει τη θητεία της στον πεζό λόγο και να μας δώσει την ιστορία μέσα από έναν απαιτητικό πολυπρισματικό τρόπο εξιστόρησης, επιστρατεύοντας τις εναλλασσόμενες αφηγήσεις τριών διαφορετικών φωνών. Ξεπερνώντας, επινοητικά, τις δυσκολίες που ενέχει ένα τέτοιο εγχείρημα, κατορθώνει να αποδώσει το θέμα της και την ασαφή και διφορούμενη προσωπικότητα της κεντρικής ηρωίδας της, παρέχοντας τρεις διαφορετικές αλλά, εν πολλοίς, συμπληρωματικές, εκδοχές της. Η ιστορία μάς δίνεται μέσα από δύο πρωτοπρόσωπες αφηγήσεις αντρών και ένα εμβόλιμο κεφάλαιο, όπου η κεντρική ηρωίδα δίνει τη δική της εκδοχή, παρέχοντας σταδιακά τις απαραίτητες πληροφορίες που δικαιολογούν την έκβαση και την αποσαφήνιση των «συσκοτισμένων περιοχών», ώστε να βοηθηθεί ο αναγνώστης στη σύνθεση του παζλ που παρουσιάζεται ευθύς εξαρχής: μια μάλλον «αδικαιολόγητη» αυτοκτονία. Η γραφή διαθέτει πυρετική αμεσότητα, η συγγραφέας περνάει από την περιγραφή του εξωτερικού περίγυρου στις εσωτερικές αντιδράσεις και τις μύχιες σκέψεις των χαρακτήρων, δίνοντας ταυτόχρονα πληροφορίες για το παρελθόν τους και αφήνοντας υπαινιγμούς για μιαν άλλη υπόγεια αλήθεια, πίσω από αυτά που λένε και κάνουν.
Μια μακάβρια αρχή
Στο πρώτο κεφάλαιο, στο οποίο υιοθετούνται τεχνικές αστυνομικής πλοκής, μέσα από την πρωτοπρόσωπη αφήγηση του Τάκη μαθαίνουμε πως βρίσκεται στην Γκρενόμπλ για να παραλάβει τη σορό της παιδικής του φίλης Ελενά ή Ελένης η οποία, χωρίς προφανείς αιτίες, αφαίρεσε η ίδια τη ζωή της. Εκεί έρχεται σε επαφή και με κάποια άλλα πρόσωπα που σχετίζονταν μαζί της και διανυκτερεύει στο σπίτι της. Τα διάφορα μικροαντικείμενα του ξυπνούν αναμνήσεις οι οποίες μας παρέχουν και κάποιες σκόρπιες πληροφορίες για τις συνήθειες και τις προτιμήσεις της γυναίκας που «αναίτια» αναχώρησε από τη ζωή.
Στη συνέχεια παρακολουθούμε «πρωθύστερα» στιγμιότυπα της ζωής της Ελενά μέσα από τις περιγραφές των «φίλων» της που τη γνώριζαν. Ιδιαίτερα στο κεφάλαιο το οποίο εξελίσσεται στην Κέρκυρα και περιγράφεται η επίσκεψή της στο ψυχιατρείο του νησιού, όπου και πήγε να δει κάποιον γνωστό της, τον Χάρη ή Χ, ο οποίος νοσηλεύεται εκεί έπειτα από κάποια νευρική κρίση που έχει υποστεί, μας δίνονται οι πλέον κολακευτικές πτυχές τού χαρακτήρα της. Η σχέση τους δεν είναι ιδιαίτερα στενή γι' αυτό κι ο ασθενής εκπλήσσεται από την παρουσία της γυναίκας, η οποία ανέβαλε το προγραμματισμένο της ταξίδι στην Ιρλανδία για να του συμπαρασταθεί. Από αυτόν μαθαίνουμε την ηλικία της, τη δουλειά της -είναι τριάντα πέντε χρόνων και γράφει «άρθρα οικολογικής χροιάς» για περιοδικά- και για το γιο της Νικολά, ο οποίος μένει με τον πατέρα του και τη δεύτερη σύζυγό του στη Γαλλία. Η ανιδιοτελής προσφορά της και το ενδιαφέρον που εκδηλώνει για τον ευάλωτο άντρα που νοσηλεύεται, το γεγονός δηλαδή πως έκανε αυτό που δεν έκαναν ούτε οι κοντινοί του, προκαλεί στον Χάρη έκπληξη, θαυμασμό αλλά και σεβασμό, που δεν φαίνεται να διαθέτει για πολλές εκπροσώπους του φύλου της: «Η γυναικεία παρουσία δεν είναι αναγκαστικά εκμαυλιστική, μπορεί να είναι και ναματηφόρα», λέει αργότερα, όταν ανακαλεί το γεγονός.
Το παζλ του προσώπου της
Η μυθιστορηματική Ελενά είναι μια γυναίκα κατασκευασμένη από θραύσματα αφηγήσεων τρίτων, διαστρεβλωμένων γεγονότων, επινοημένων καταστάσεων και «αντιμεταθέσεων». Το πρόσωπό της μας δίνεται μέσα από αποσπασματικούς διαλόγους, ξένες αλλοιωμένες μνήμες αλλά και τις δικές της επινοημένες πραγματικότητες. Ο τρόπος που αντιδρά διαφέρει από αυτό που οι περισσότεροι θεωρούν ως μια τυπικά θηλυκή συμπεριφορά: η Ελενά είναι απρόβλεπτη λόγω του τρόπου που αγαπάει. Δεν είναι κτητική αλλά είναι τρυφερή, δεν είναι επιθετική αλλά είναι επίμονη σε αυτά που η ίδια θεωρεί σημαντικά, είναι παρούσα χωρίς να είναι καταπιεστική. Γυναίκα, για πολλούς άντρες, «ιδανική», η γυναίκα φίλη, η οποία διαθέτει ό,τι δεν διαθέτει η ερωμένη: την ανοχή και την αποδοχή. Την αντιμετωπίζουν ως ίση και καθώς ο ερωτισμός της δεν είναι διεκδικητικός, τη θεωρούν ακίνδυνη. Και είναι ακίνδυνη γιατί παρουσιάζεται αυτάρκης και δεν ζητάει τίποτα από τους άντρες που συναναστρέφεται κι εκείνοι με τη σειρά τους δεν νιώθουν να απειλούνται. Ομως, όπως αποδεικνύεται, λίγο πριν από το τέλος, αυτό είναι και το πρόβλημα. Αν η συγκεκριμένη γυναίκα τολμούσε να είναι ειλικρινής, κυρίως με τον εαυτό της, και ήταν πιο διεκδικητική, ίσως ο παιδικός της φίλος Τάκης να μη χρειαζόταν να πάει στη Γκρενόμπλ για να παραλάβει τη σορό της, ίσως να την επισκεπτόταν γι' άλλους λόγους, καθώς διαφαίνεται πως μεταξύ τους υπήρχε μια χρόνια ερωτική εκκρεμότητα.
Στη δική της αφήγηση μας παρουσιάζεται μια προσωπικότητα αρκετά διαφορετική από αυτήν που περιγράφουν οι άντρες φίλοι της, μια γυναίκα παγιδευμένη ανάμεσα στις επιθυμίες της και στη δυνατότητα της εκπλήρωσής τους, παγιδευμένη ανάμεσα σε σχέσεις με «άχαρο σεξ χωρίς αγάπη» και στη νοσταλγία, μια γυναίκα που ζει, εν πολλοίς, σε έναν επινοημένο κόσμο, για την ύπαρξη του οποίου πείθεται και η ίδια και τον χρησιμοποιεί ως ασπίδα απέναντι στην πραγματικότητα. Στον κόσμο αυτόν καταφεύγει για να παρηγορηθεί και για να δικαιολογήσει τις επιλογές της ή τις όποιες αποτυχίες της.
Τελειώνοντας την ανάγνωση της νουβέλας, μένουμε με την αίσθηση πως κανείς δεν γνωρίζει απόλυτα την πραγματικότητα του άλλου: Ολοι πιστεύουν όποια μυθεύματα και εικασίες τούς προσφερθούν χωρίς να μπουν στον κόπο να ενδιαφερθούν περισσότερο ακόμα και για ανθρώπους που γνωρίζουν μια ολόκληρη ζωή, κρατώντας μονάχα όσα «δένουν» με την παγιωμένη εικόνα που έχουν ήδη σχηματίσει για τον άλλο. Η Ελενά ή Ελένη κατοικεί στο δικό της κόσμο και, ύστερα από χρόνια παραποίησης της πραγματικότητας, γίνεται ειδικός στο να τον πασάρει πειστικά στους άλλους, οι οποίοι δεν μπαίνουν ποτέ στον κόπο να ελέγξουν την αλήθεια.
Στο δικό της μονόλογο, επίσης, αποκαλύπτεται πως πρόκειται για μια γυναίκα μοναχική, η οποία έχει ηθελημένα διαστρεβλώσει τα γεγονότα προκειμένου να εξασφαλίσει μια θέση στη γενικευμένη εξωτερική ρευστότητα. Ο λόγος της σε σημεία γίνεται παραληρηματικός, πληροφορίες και πρόσωπα μπερδεύονται και αντιλαμβανόμαστε πως η επιφανειακή ισορροπία για την οποία τη σέβονται και την εκτιμούν οφείλεται στο σχολαστικά δομημένο προσωπείο της, που είναι και ο δικός της τρόπος αντιμετώπισης της μάστιγας της εποχής: της αποξένωσης και της αλλοτρίωσης.
Οι άνθρωποι δεν είναι νησιά, όπως λέει ο Ντον, και η Εξαρχοπούλου στο «Μια αγάπη σαν Κέρκυρα» μοιάζει να παρουσιάζει το πρόβλημα που προκύπτει όταν ο καθένας καταλήγει να ζει στο δικό του ιδιωτικό νησί, βασιλιάς και μοναδικός έποικος του δικού του προτεκτοράτου -υποτελής και θύμα του εαυτού του.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΑΝΤΟΓΛΟΥ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 05/05/2006
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις