0
Your Καλαθι
Θα καπνίζω
Περιγραφή
ΚΡΙΤΙΚΗ
Πολλά από τα ποιήματα της Ελευθερίου, σε αυτή την πέμπτη συλλογή της - προ εικοσαετίας είχε εκδώσει και ένα βιβλίο με παιδικές ιστορίες με τίτλο «Οταν μιλώ με τα παιχνίδια μου» - θυμίζουν χαϊκού (χωρίς ωστόσο τα περισσότερα να έχουν τα ακριβή μορφικά χαρακτηριστικά αυτού του είδους). Για παράδειγμα: Κοίταζα τη θάλασσα / Και με ηρεμούσαν / Τα βουνά. Ή: Σ' εκείνο το σπίτι / Ωραία που ακουγόταν / H βροχή. Κι ακόμη: Τόσος αέρας / Κι εσύ / Χωρίς ανάσα. Αλλα πάλι αφήνονται να εξελιχθούν ελεύθερα, σαν εκμυστηρεύσεις πολύ προσωπικές και χαλαρές, όπως συμβαίνει με εκείνο που έχει δανείσει τον πρώτο του στίχο ως τίτλο στη συλλογή: Θα καπνίζω / Στα διαλείμματα του σινεμά / Στους δρόμους και σε διαδρόμους / Σε τουαλέτες και σε σκάλες / Ακόμα σ' εκκλησίες / Θ' ανάβω «κόντρα στον αέρα» / Μου το 'χες πει / Θα καπνίζω πάντα / Μέχρι τις τελευταίες μου ανάσες / Οπως εσύ. Δεν θα μπορούσε να πει κανείς με βεβαιότητα ποια από τα δύο είναι τα πιο πετυχημένα. Αυτό που θα μπορούσαμε να πούμε με βεβαιότητα είναι ότι όλα σχεδόν τα ποιήματα της συλλογής δημιουργούν μια ατμόσφαιρα ξεχωριστή, μέσα από εικόνες που σαρκώνουν δεξιοτεχνικά το όραμα μιας «συλλογικής» ζωής. Εικόνες που με τον δικό τους τρόπο μάς καλούν να συμμετάσχουμε στη ζωή των άλλων.
Εικόνες μιας ξεθωριασμένης παιδικής ηλικίας (Το παιδικό τραύμα / Από τσέρκι - στη θάλασσα / Αρχισε ξαφνικά να αιμορραγεί...), μια καθημερινότητα στα όρια του παρωχημένου (Τα κλαρίνα κατέβηκαν στους δρόμους / Μαζί με τους ζουρνάδες και τα ντέφια / Κλαίνε στα πεζοδρόμια / Και στα λεωφορεία), στιγμές του βίου, θα 'λεγε κανείς, σημαδιακές (Δεν το κατάλαβα / Ετσι ήρεμα χύθηκε / Το κόκκινο κρασί απ' το ποτήρι μου), μια προσέγγιση - τρυφερή βεβαίως - κάποιων μορφών που δεν άντεξαν το πολύ βάρος της ζωής και «μαραζώνουν» αβοήθητες και τραγικές (Οι ποιητές όταν δε γράφουν μαραζώνουν / Ορκίζονται στον εαυτό τους / Πως η αιτία είναι άλλη / Κάποια ασθένεια του σώματος που έρχεται / Ισως οι έρωτες που έσβησαν / Βάζουνε τάξη στην κάμαρά τους / Παλιά κλειδιά και αποδείξεις / Τίποτε δεν ανοίγουν ετούτα τα κλειδιά / Κι οι αποδείξεις δεν παραγράφουνε κανένα χρέος / Διπλώνουνε τα ρούχα τους / Οπως οι ιερείς τα άμφια / Περπατούν αργά προσεχτικά / Σαν ηλικιωμένοι τουρίστες / Τάξη τάξη / Δεν πιάνουν πια χαρτί / Το άσπρο τους τρομάζει). Κλείνοντας το βιβλίο της Ελευθερίου, μας μένει αυτή ακριβώς η τρυφερότητα για τις ατέλειες του ανθρώπου, αυτή η τρυφερότητα για τα πάθη του και το σκληρό του πεπρωμένο που όλοι μας μοιραζόμαστε.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΟΥΛΙΑΡΑΚΗΣ
ΤΟ ΒΗΜΑ, 21-11-2004
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις