0
Your Καλαθι
Οι δρόμοι του δολοφόνου
Μυθιστόρημα
Έκπτωση
30%
30%
Περιγραφή
Ο Μάρτιν Πλάνκετ, ιδιοφυές και ατσάλινο πνεύμα, σκοτεινή και ανηλεής ψυχή, είναι προϊόν της εποχής του. Με τις εγκληματικές του τάσεις σφυρηλατημένες μέσα στην υστερία του Λος Άντζελες μετά τις σφαγές του Τσάρλς Μάνσον, φτάνει στο Σαν Φρανσίσκο και παραδίδεται στα άγρια και φρικαλέα ένστικτά του, ανακαλύπτοντας την αληθινή κλίση του ως τέλειου φονιά. Έτσι ξεκινέι τη δεκαετή αιματοβαμένη διαδρομή του, σκορπίζοντας τον τρόμο και τον θάνατο, μέσα από μια εξαντλητική εξωτερική περιπλάνηση και μια εξίσου εφιαλτική εσωτερική διερεύνηση στο σατανικό εγώ του. Ο Τύπος θα του δώσει πολλά ονόματα. Το πραγματικό του όνομα όμως είναι Θάνατος. Και ο κόσμος γύρω του είναι απλώς ο καθρέφτης του. Ένα αριστουργηματικό μυθιστόρημα που είναι ταυτόχρονα και ένα διαυγές πορτρέτο των σίριαλ-κίλερ από τον μεγαλύτερο Αμερικανό συγγραφέα αστυνομικών ιστοριών της εποχής μας.
ΚΡΙΤΙΚΗ
Ο Τζέιμς Ελρόι (Λος Άντζελες, 1948), ο σημαντικότερος σύγχρονος αμερικανός συγγραφέας αστυνομικών μυθιστορημάτων, ο οποίος έχει επηρεαστεί από το στυλ του Ντάσιελ Χάμετ, του Ρέιμοντ Τσάντλερ και του Τζέιμς Κέιν, έγινε γνωστός στο ελληνικό κοινό με την αριστουργηματική Μαύρη ντάλια και στη συνέχεια με τα επόμενα βιβλία της τετραλογίας του Λος Άντζελες (Το μεγάλο πουθενά, Λος Αντζελες εμπιστευτικό και Λευκή τζαζ), όλα από τις εκδόσεις Αγρα. Σε αυτά οι ήρωές του - αφηγητές ή όχι - είναι αστυνομικοί που εμπλέκονται σε αιματηρά παιχνίδια επικράτησης και εξουσίας και αποτελούν μαζί με τους κακοποιούς της πόλης, της γενέτειράς του, τον κόσμο του Κακού. «Εισαγγελείς, μπάτσοι, κομμουνιστές, συνοδοιπόροι και διεστραμμένοι δολοφόνοι, που κρύβουν σπλάχνα σε ψυγείο, σ' έναν τρελό χορό», σύμφωνα με τον μεταφραστή του Ανδρέα Αποστολίδη, είναι εκείνοι που συναπαρτίζουν την αμερικανική κοινωνία μιας συγκεκριμένης εποχής και η δράση τους ανατινάζει την αφέλεια και τον εφησυχασμό.
Ο σκοτεινός, ζοφερός κόσμος του Ελρόι που παρουσιάζεται στα βιβλία του είναι υπαρκτός, τον έχει βιώσει από τα μέσα, πρώτα με την άγρια δολοφονία της μητέρας του και στη συνέχεια με τη δική του περιπλάνηση στους δρόμους της νύχτας και του Κακού: έζησε σαν αλήτης, άστεγος, ηδονοβλεψίας, κλέφτης γυναικείων εσωρούχων και διαρρήκτης, βυθίστηκε στο αλκοόλ και στα ναρκωτικά, διάβαζε βιβλία και φαντασιωνόταν, άκουγε φωνές, μπήκε στη φυλακή και σε νοσοκομείο για αποτοξίνωση. Το μυθιστόρημα Οι δρόμοι του δολοφόνου (1986) είναι η ιστορία ενός κατ' εξακολούθηση δολοφόνου, ο οποίος έχει όλα τα γνωρίσματα του ίδιου του συγγραφέα, άρα είναι αναγνωρίσιμος, δεδομένου ότι αυτά παρατηρούνται και στους ήρωες της τετραλογίας. Ο δολοφόνος, που από τις εφημερίδες αποκαλείται «σεξοφονιάς», ονομάζεται Μάρτιν Μάικλ Πλάνκετ και συλλαμβάνεται ως ύποπτος διάπραξης σεξουαλικών εγκλημάτων. Από τις περιβόητες φυλακές Σινγκ-Σινγκ, όπου κλείνεται, γράφει την ιστορία της ζωής του, είτε επειδή «αισθάνεται πολύ μετανιωμένος για τις πράξεις του και επιθυμεί να εξιλεωθεί» είτε εξαιτίας της επιθυμίας του για δόξα. Ομολογεί πως σκότωνε κοπέλες, ζευγάρια και μοναχικούς άνδρες, ότι ταύτιζε τον εαυτό του με τον Σκοτεινό Σαΐνη, ήρωα κόμικς, ότι πέρασε τη ζωή του «παίρνοντας μάτι και κλέβοντας» και ότι συνδέθηκε ερωτικά μ' έναν αστυνομικό, επίσης σίριαλ κίλερ.
Αυτοί οι δύο κατ' εξακολούθηση δολοφόνοι, των οποίων οι δρόμοι συγκλίνουν, συνδέονται με τη χρεοκοπία που αποκαλούν συνήθως «ευτυχισμένη οικογενειακή ζωή» - διαβάζουμε -, και μάλιστα με τη διάλυση της οικογένειας που οφείλεται πρωτίστως στη φτώχεια. Ο σίριαλ κίλερ, ωστόσο, σύμφωνα με τη μελέτη-ημερολόγιο του επιθεωρητή του FBI Τόμας Ντάζενμπερι, του ανθρώπου που έχει αναλάβει την υπόθεση των δολοφονιών, γεννιέται από ανεξακρίβωτες αιτίες. Η δράση του υποκινείται από ψυχολογικά κίνητρα, μάλλον αδιαφανή, ενώ πίσω από αυτόν και τα βιώματα της παιδικής του ηλικίας κρύβεται το Κακό το οποίο αντιμάχεται το Καλό. Οπως όλοι οι συγγραφείς, έτσι και ο Ελρόι διακατέχεται από εμμονές, που συναντώνται σε κάθε έργο του. Τα δύσκολα παιδικά και εφηβικά του χρόνια, ο χωρισμός και στη συνέχεια οι θάνατοι των γονέων του, τα βίτσια του περνάνε στα βιβλία που έχει γράψει. Εμφανίζεται, κυρίως, το μοτίβο της εκφυλισμένης οικογένειας, ένα από τα κλειδιά που συναντώνται στο αμερικανικό αστυνομικό ανάγνωσμα, αυτό που έχει αποκληθεί «σκληρό», «μαύρο» ή «hard-boiled», το γραμμένο από τους μεγάλους μετρ του είδους, τον Χάμετ, τον Τσάντλερ, τον Ρος Μακντόναλντ. Στο παρόν μυθιστόρημα ο ήρωας με τη λανθάνουσα ομοφυλοφιλία μισεί τη μητέρα του που παίρνει βαρβιτουρικά και τον πατέρα του που πίνει. Ο Ελρόι, ο συγγραφέας που επιχειρεί να μετατρέψει τις ατομικές ψυχώσεις σε συλλογικές, έχει εξομολογηθεί πως μόλις εγκατέλειψε το ποτό και τα ναρκωτικά αποφάσισε να γράψει «ένα αυτοβιογραφικό έπος χωρίς προηγούμενο» - έτσι προέκυψε η τετραλογία.
Στο Οι δρόμοι του δολοφόνου, όπως στην τετραλογία, εκτός από τους δύο ήρωες πρωταγωνιστεί το Λος Αντζελες, μια πόλη σκοτεινή, «χωνευτήρι βίαιων ψευδαισθήσεων και παραλογισμών», για την οποία οι τουριστικοί οδηγοί δίνουν μια παραπλανητική εικόνα παρουσιάζοντάς την ως «κράμα ηλιόλουστων παραλιών, φοινικόδεντρων και κινηματογραφικής βιομηχανίας». Κατά τον συγγραφέα, για να γνωρίσεις καλά αυτή την πόλη πρέπει να προέρχεσαι από τις φτωχογειτονιές της που δεν περιλαμβάνονται στους τουριστικούς οδηγούς. Τελικά, δεν είναι βέβαιο πως ο δολοφόνος-αφηγητής, που κατατρύχεται από εφιάλτες και από τη ροπή του να κλέβει και να παίρνει μάτι, έχει μετανοήσει για τα εγκλήματά του, ούτε ότι επιθυμεί να εξιλεωθεί. Πάντως, ολοκληρώνοντας την ούτως ειπείν απολογία του βρίσκεται μπροστά σε ένα υπαρξιακό πρόβλημα που συνδέεται με την κάθαρση και την τιμωρία.
Ο ίδιος ο Ελρόι στην πολύ ενδιαφέρουσα συνέντευξη που παραχώρησε στα «Βιβλία» (11 Ιανουαρίου 2002), αφού δηλώνει την πίστη του στον Θεό και την αντίθεσή του στα ηθικά παραπτώματα, εκφράζει την πεποίθηση ότι η τιμωρία είναι αναγκαία ως σύστημα απονομής δικαιοσύνης. Ωστόσο η ίδια αυτή συνέντευξη προκαλεί αισθήματα απογοήτευσης στους θαυμαστές του, αφού ομολογεί (;) ότι δεν έχει διαβάσει το Εγκλημα και τιμωρία του Ντοστογέφσκι, δεν έχει διαβάσει ποτέ αρχαία ελληνική τραγωδία και δεν του αρέσει ο Τσάντλερ - ακόμη και οι τίτλοι Η μαύρη ντάλια και Το μεγάλο πουθενά παραπέμπουν στην Μπλε ντάλια (σενάριο) και στον Μεγάλο ύπνο του τελευταίου -, μολονότι σε κάποιο του κείμενο δηλώνει ότι ο «πατέρας» του Φίλιπ Μάρλοου «ήταν ένας αληθινός δημιουργός με εντελώς αυθεντικό στυλ που οι τεμπέληδες συγγραφείς τον αντέγραφαν με επιτυχία επί χρόνια». Σε κάθε περίπτωση περιμένουμε υπομονετικά την έκδοση του βιβλίου του Εγκλήματα κατά συρροήν που έχει αναγγελθεί από την Αγρα.
Φίλιππος Φιλίππου (συγγραφέας), ΤΟ ΒΗΜΑ , 14-04-2002
ΚΡΙΤΙΚΗ
Το μυθιστόρημα αυτό του Ελρόι ξεκινάει με μια εξωτερική, αλλά σχετική με τη λογοτεχνία σύμβαση: ένας λογοτεχνικός ατζέντης προτείνει σ' έναν διάσημο ισοβίτη δολοφόνο να εκδώσει τη δολοφονική αυτοβιογραφία του· και τελειώνει με την ολοκλήρωση της σύμβασης· αυτά που θα διαβάσουμε είναι η, κυρίως, πρωτοπρόσωπη αφήγηση του δολοφόνου για όσα έπραξε στη δεκαετία του '70 και στις αρχές της δεκαετίας του '80 σε διάφορες Πολιτείες των ΗΠΑ.
Ενα παιδί μεγαλώνει στις φτωχογειτονιές του Λος Αντζελες υπό αντίξοες οικογενειακές συνθήκες. Το παιδί αυτό, αναπληρώνοντας τα ελλείμματά του κι επιδεικνύοντας την ιδιαιτερότητα της ψυχικής ζωής του, βλέπει ανύπαρκτες εικόνες και συνομιλεί με φανταστικά πρόσωπα. Από έφηβος τίθεται υπό αστυνομική επιτήρηση και σιγά σιγά αρχίζει να αναπτύσσει την εγκληματική δραστηριότητά του: σκοτώνει, χωρίς ορατό λόγο, γυναίκες ή ζευγάρια με τον πιο φρικτό τρόπο. Σταδιακά αποκαλύπτεται ότι ο βαθύτερος λόγος των εγκλημάτων του, πέρα από τη φυσική διεστραμμένη κλίση του προς το κακό, είναι τα παιδικά του τραύματα και η λανθάνουσα ώς τότε ομοφυλοφιλία του.
Ο Ελρόι γράφει μεν αστυνομικό μυθιστόρημα, αλλά το βάρος δεν πέφτει στην αστυνομική δομή και τα συναφή χαρακτηριστικά: στην ουσία πρόκειται -ας το πούμε παλιομοδίτικα- για «μια κατάδυση στα αβυσαλλέα ψυχικά βάθη» του δολοφόνου και, παράλληλα, για μια εν τοις πράγμασιν οντολογική μελέτη του Κακού. Και καθώς εξελίσσεται το μυθιστόρημα, ο Τ.Ε. μοιάζει να ενστερνίζεται την παλιά δυϊστική αντίληψη για το Καλό και το Κακό· με μία διαφορά: δεν τα εντάσσει σε μια θεολογικής υφής κοσμοθεωρία, αλλά τα θεωρεί δύο αυθύπαρκτες, σχεδόν αναίτιες, καταστάσεις της ύπαρξης, μ' έναν πόλεμο που μαίνεται αιώνες τώρα μεταξύ τους.
Στην πορεία, και μέσα από έναν λαβύρινθο ωμών δολοφονιών στην αμερικανική ενδοχώρα, ο Μάρτιν Πλάνκετ συνανά το πεπρωμένο του: έναν νεαρό αξιωματικό της αστυνομίας, ομοφυλόφιλο και, εξίσου με εκείνον, αιμοσταγή σίριαλ κίλερ: το υπαιτίως κακό συναντά το φαινομενικά καλό, και το δεύτερο γίνεται η μοίρα του: αυτός ήταν ο μόνος τρόπος να συλληφθεί ο ιδιοφυής φονιάς, αφού έδειξε μια ασυγχώρητη για τη δολοφονική του ευφυΐα αμέλεια: τον ερωτεύτηκε. Ετσι, σε μια γοητευτική αντιστροφή των πραγμάτων, το Κακό εμφανίζει το μοναδικό ρήγμα που μπορεί να δημιουργηθεί στη συμπαγή φύση του: την αγάπη.
Ο Τ.Ε. εκμεταλλεύεται το ψυχικό χαρακτηριστικό του πρωταγωνιστή του να βλέπει φανταστικές ιστορίες και να συνομιλεί με ανύπαρκτους συνομιλητές , για να διαπλέξει τη -σκληρή αμερικανική- πραγματικότητα με το όνειρο, σε μια νοσηρή, αλλά εξαιρετικά δραστική μίξη πραγματικότητας και φαντασίας· και δεδομένου ότι το μυθιστόρημα περιέχει και αρκετά αυτοβιογραφικά στοιχεία, δεν θα ήταν υπερβολικό να πει κανείς πως στους «Δρόμους» ο άνθρωπος μετατρέπεται στην παράστασή του, ο συγγραφέας μετουσιώνεται στο έργο του.
Οπως είπαμε παραπάνω, ο Ελρόι εκμεταλλεύεται ορισμένα από τα πιο γνωστά χαρακτηριστικά του αστυνομικού μυθιστορήματος, για να συνθέσει μια οντολογική μελέτη του Κακού. Ιδιότυπος ντετερμινιστής, έχει μια σχεδόν «γενετική» αντίληψη γι' αυτό. Στους «Δρόμους» το Καλό και το Κακό προβάλλουν ως κατηγορίες πέρα από την Ηθική, ως διαμορφωμένοι γενετικοί κώδικες, που τους μεταφέρει στην Ιστορία, χωρίς ορατό λόγο, μια κληρονομημένη συλλογική συνείδηση.
Οι «Δρόμοι του δολοφόνου», εκτός από ένα περίτεχνο μυθιστόρημα του Αμερικανού συγγραφέα -που μας δείχνει ότι υπάρχει μια ζώσα σύγχρονη αμερικανική λογοτεχνία πέρα από μπεστσελερίστες ιντερνετάδες και φληναφήματα χημικών γενεών-, είναι μια ανθρωποφαγική αλληγορία με φόντο ένα λεπτό διανοητικό παιχνίδι· και ταυτόχρονα, ένα απ' ευθείας, ταξίδι στον ανθρώπινο ζόφο.
Ικανοποιητική γενικά, όχι όμως χωρίς κάποια μικροπροβλήματα, η μετάφραση του Τάκη Αθανασόπουλου.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΞΕΝΑΡΙΟΣ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 28/06/2002
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις