0
Your Καλαθι
Έντεκα ποιήματα
Περιγραφή
ΚΡΙΤΙΚΗ
Ο Eluard Eugene (Emile Paul Grindel, 1895-1952) είναι πολύ γνωστός και αγαπητός στην Ελλάδα, στο ρόδο του λογικού του, όπως την ονόμασε στο έργο που εμπνεύστηκε όταν επισκέφθηκε τον Γράμμο το 1949 (και εκδόθηκε για πρώτη φορά πέρυσι στα ελληνικά, σε μετάφραση Ε. Αντωνιάδη, από τα Ελληνικά Γράμματα). Γνωστός και μαζί άγνωστος, όπως πολλοί μείζονες ξένοι ποιητές, τους οποίους συχνά αγαπούμε μέσα από τον μύθο τους και όχι τα εν πολλοίς αμετάφραστα ποιήματά τους. Κάθε νέα απόπειρα απόδοσης της ποίησής του στα ελληνικά είναι επομένως ευπρόσδεκτη. Πολύ περισσότερο όταν αυτουργός είναι ένας ποιητής όπως ο Χριστόφορος Λιοντάκης, που με περισσή ευαισθησία μετέφερε ατόφια την αίσθηση των έντεκα ποιημάτων με τα οποία καταπιάστηκε.
Προσβεβλημένος από φυματίωση στα δεκαέξι του, μεγαλωμένος πριν την ώρα του μέσα στον πόλεμο που γέννησε τον ντανταϊσμό και τον σουρεαλισμό, ο Ελυάρ γνωρίζει την Γκαλά το 1913 και την ίδια χρονιά δημοσιεύει τα Πρώτα ποιήματά του. Φιλειρηνιστής και εξεγερμένος θα γνωρίσει το 1919 τον Μπρετόν και τον Αραγκόν και θα συμμετάσχει μαζί τους στο κίνημα του Τζαρά, προτού ιδρύσουν όλοι μαζί τον σουρεαλισμό. Μέσα στο γενικότερο κλίμα συμφυρμού των τεχνών και αλληλεπίδρασης των καλλιτεχνών, η γνωριμία του με τους πρωτοπόρους της μοντέρνας ζωγραφικής, όπως ο Μαξ Ερνστ, ο Πικάσο, ο Νταλί, θα σημαδέψει την ποίησή του και το βλέμμα του, τον τρόπο με τον οποίο βλέπει τον κόσμο. Αργότερα θα τσακωθεί με τον Μπρετόν, που τον μέμφεται για την υπερβολική προσκόλλησή του στην ποίηση, θα προσχωρήσει στο κομμουνιστικό κόμμα, θα συμμετάσχει στην Αντίσταση και θα στηρίξει τον υπαρκτό σοσιαλισμό, χωρίς όμως να απομακρυνθεί ποτέ από τις θεμελιακές του επιλογές, την ποίηση, τον έρωτα και τον άνθρωπο.
Από την εποχή που, έφηβος, επηρεαζόταν από το κίνημα των Αρκός, Ντυαμέλ και Βιλντράκ για την έκφραση της συλλογικότητας (unanimisme) και τον κοινωνικό λυρισμό του Γουόλτ Γουίτμαν ως την πολύ γόνιμη σουρεαλιστική και την τελευταία, σοσιαλιστική του περίοδο ο Ελυάρ περιέγραψε τη σχέση του ανθρώπου με τον κόσμο ως ένα ερωτικό σφιχταγκάλιασμα, αναδεικνύοντας τις αντιστοιχίες της καρδιάς και της ύλης, ύμνησε έναν έρωτα καθολικό, για τη γυναίκα, που δίνει νόημα στο προσωπικό του σύμπαν, τον άνθρωπο, την ανθρωπότητα. Και γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο ο Ελυάρ υπήρξε ο πλέον αυθεντικός στρατευμένος ποιητής, διότι συνέχισε σε ένα οικείο μονοπάτι, στρατεύτηκε δηλαδή στην Ιστορία και στην πολιτική διά μέσου της ποίησης.
Η ποίησή του, ρέουσα, διαυγής, πλήρης εικόνων, προσιδιάζει στο όνειρο, το καθρεφτίζει ή αναπαράγει τα χρώματα και τις σκιές του και τις εφιαλτικές του παραμορφωτικές γραμμές ακόμη , δεν έχει θέμα· κυριαρχούν μόνο η αίσθηση και το αίσθημα: «Σου το 'πα για τα σύννεφα / Σου το 'πα για το δέντρο το θαλασσινό / Για όλα τα κύματα για τα πουλιά στις φυλλωσιές / Για το φλοίσβο στα βότσαλα / Για τα γνώριμα χέρια / Για το βλέμμα που γίνεται πρόσωπο ή τοπίο / Και ο ύπνος του δίνει το ουράνιο χρώμα του / Για όλη τη νύχτα που ήπιαμε / Για τα κιγκλιδώματα στους δρόμους / Για το ανοιχτό παράθυρο για ένα ακάλυπτο μέτωπο / Σου το 'πα για τους λογισμούς σου για τα λόγια σου / Όλα τα χάδια και όλη η πίστη ολοζώντανα» («Στην αρχή»). Ύμνος στην ένωση και στην ενότητα, στην καθολικότητα που κατακερματισμένη επιστρέφει στην αρχική της μορφή μέσα από τον έρωτα, εικόνες ενός κόσμου που φτιάχνεται συνεχώς από την αρχή και κερδίζει ξανά και ξανά τη συνοχή του.
Τα έντεκα ποιήματα, που προορίζονταν αρχικά για το CD Η Νένα Βενετσάνου τραγουδάει Θεοδωράκη, ανήκουν σε διαφορετικές συλλογές και διαφορετικές χρονικές περιόδους του έργου του Ελυάρ. Το πρώτο ποίημα, «Στην αρχή», ανήκει στη συλλογή Έρωτας ποίηση (L' amour la poesie), η οποία είναι αφιερωμένη στον πρώτο μεγάλο του έρωτα, τη Ρωσίδα Γκαλά (Ελένα Ντιακόνοβα). Η συλλογή δημοσιεύεται το 1929, τη χρονιά δηλαδή που θα γνωρίσει τη Μαρί Μπεντζ, τη Νυς δηλαδή, τη δεύτερη αγαπημένη του. Ακολουθούν επτά ποιήματα από τις Μεσίτριες του 1939, που θα περιληφθούν το 1940 στο Ανοιχτό βιβλίο Ι, όταν ο Ελυάρ έχει απομακρυνθεί πλέον από τους σουρεαλιστές, ενώ το τομίδιο κλείνει με τρία ποιήματα από την Πρωτεύουσα της οδύνης (Capitale de la douleur), μιας από τις πρώιμες (1926) και ομορφότερες συλλογές του ποιητή, στην οποία σκόπευε αρχικά να δώσει τον τίτλο Η τέχνη του δυστυχείν (L' art d' etre malheureux). Έτσι, παρά τον ενδεικτικό τους χαρακτήρα, τα έντεκα αυτά ποιήματα συνθέτουν μια καθολική τρόπον τινά εικόνα του ποιητή, αφενός επειδή τόσο ο σουρεαλισμός όσο και η πολιτική του στράτευση δίνουν το παρών και αφετέρου επειδή η εμπνευσμένη μετάφραση αποδίδει εξαιρετικά τον ιδιότυπο λυρισμό τους. Ο Οδυσσέας Ελύτης, ο οποίος τυχαία έπεσε πάνω στη συλλογή Ερωτας ποίηση το 1929, στο βιβλιοπωλείο Κάουφμαν, και μαγεύτηκε από τη δύναμη των εικόνων του ποιητή, αποτίει με το κείμενό του, που παρατίθεται ως επίμετρο, φόρο τιμής στον ομότεχνό του, καθοδηγώντας παράλληλα τον αναγνώστη σε μια δημιουργική ανάγνωση της εικονοποιίας του. Μια μινιατούρα αξιώσεων.
Τιτίκα Δημητρούλια, ΤΟ ΒΗΜΑ , 23-12-2001
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις