0
Your Καλαθι
Αιρετικές διαδρομές ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΜΕΝΟ
Ο ελληνικός τροτσκισμός και ο Β' παγκόσμιος πόλεμος
Έκπτωση
67%
67%
Περιγραφή
Πρόλογος: Πιέρ Μπρουέ
Η ιστορία του ελληνικού τροτσκισμού είναι μέρος της ιστορίας της αποτυχημένης συγκρότησης μιας διεθνιστικής επαναστατικής εργατικής συνείδησης στην Ελλάδα. Μη μπορώντας να αποδεχτούν την πραγματικότητα, συνέχισαν απομονωμένοι και κυνηγημένοι από όλους, και κυρίως από τους πρώην συντρόφους τους.
Η γοητεία του τροτσκισμού είναι η καθαρή αρνητικότητα· η ριζοσπαστική διαφορά του. Είναι ακόμα, η κατηγορηματική άρνηση του εθνισμού σε μια περίοδο εθνικής κατοχής και η χιλιαστική του σχεδόν προσδοκία της επαναστατικής ουτοπίας. Ποιά είναι η θέση αυτών των ανθρώπων για έναν πόλεμο ο οποίος διεξαγόταν από τη μια μεριά για την απόκτηση «ζωτικού χώρου» και από την άλλη για την υπεράσπιση της «πάτριας γης» και της δημοκρατίας (σε πρώτο επίπεδο τουλάχιστον);
ΚΡΙΤΙΚΗ
Στο βιβλίο των Στεφάν Κουρτουά, Νικολά Βερτ κ.ά. Η μαύρη βίβλος του κομμουνισμού (εκδόσεις Εστία), στο κεφάλαιο «Η Κομιντέρν εν δράσει», υπάρχει ένα υποκεφάλαιο με τίτλο «Το κυνήγι των τροτσκιστών», όπου οι συγγραφείς αναφέρονται και στις διώξεις των εν Ελλάδι τροτσκιστών από το ΚΚΕ και την ΟΠΛΑ. Μάλιστα δίνεται και η πληροφορία ότι «ο στρατηγός του ΕΛΑΣ Αρης Βελουχιώτης» διέταξε την εκτέλεση είκοσι περίπου τροτσκιστών «που ήταν ηγετικά στελέχη». Η συγκεκριμένη μαύρη βίβλος, μολονότι έχει πολλές χρήσιμες πληροφορίες που αφορούν το κομμουνιστικό κίνημα ανά τον κόσμο, σε ό,τι αφορά την Ελλάδα περιέχει αρκετές ανακρίβειες. Στη μελέτη Αιρετικές διαδρομές - Ο ελληνικός τροτσκισμός και ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος του Μάριου Εμμανουηλίδη (Θεσσαλονίκη, 1968), ο οποίος εκπόνησε τη μεταπτυχιακή του εργασία στο Τμήμα Νεότερης και Σύγχρονης Ελληνικής και Ευρωπαϊκής Ιστορίας, διαβάζουμε ακριβώς το αντίθετο: ότι σε συζητήσεις του με καπετάνιους της Πελοποννήσου ο Βελουχιώτης τους απείλησε ότι «αν πειράξουν μια τρίχα απ' το κεφάλι των τροτσκιστών θα τους εκτελέσει».
Σύμφωνα με την εισαγωγή του Πιερ Μπρουέ (γεν. 1926), επίτιμου καθηγητή του Πανεπιστημίου Pierre Mendes της Γκρενόμπλ, ερευνητή της ιστορίας του παγκόσμιου τροτσκιστικού κινήματος, το παρόν βιβλίο είναι σημαντικό επειδή διηγείται για πρώτη φορά την ιστορία των τροτσκιστών «μιας χώρας που παρουσιάζει εξαιρετική ομοιότητα με την ιστορία των τροτσκιστών στη Σοβιετική Ενωση». «Στον κατάλογο των επιτυχιών και του ηρωισμού και στο μαρτυρολόγιο των διώξεων οι Ελληνες έρχονται στη δεύτερη θέση μετά από εκείνους της ΕΣΣΔ» τονίζει ο γάλλος ιστορικός.
Το βιβλίο αποτελείται από τρία κεφάλαια. Το πρώτο αναφέρεται στους ανθρώπους, στις οργανώσεις, στα θύματα των κατοχικών δυνάμεων και στην αντιπαλότητα ανάμεσα στο ΚΚΕ και στους τροτσκιστές. Το δεύτερο μιλάει για τον πόλεμο και την πολιτική, τη Σοβιετική Ενωση και την επανάσταση. Το τρίτο αφορά τη συμμετοχή των τροτσκιστών στον Ελληνοϊταλικό πόλεμο, την Κατοχή και την Αντίσταση, ενώ στα έξι παραρτήματα γίνεται λόγος για την πληθώρα των οργανώσεων και τα ονόματα των μελών τους. Αξίζει να σημειωθεί ότι σημαντικές προσωπικότητες της ελληνικής διανόησης στελέχωσαν αυτές τις οργανώσεις: Βάσος Βαρίκας, Κορνήλιος Καστοριάδης, Μανόλης Λαμπρίδης, Δημήτρης Λιβιεράτος, Παντελής Πουλιόπουλος, Μιχάλης Ράπτης (Πάμπλο), Αγις Στίνας. Αλλά και ο Νικόλαος Καλαμάρης ή Κάλας, ο οποίος δεν αναφέρεται.
ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΦΙΛΙΠΠΟΥ
ΤΟ ΒΗΜΑ , 07-04-2002
ΚΡΙΤΙΚΗ
Ο τρόπος που μέχρι προσφάτως γραφόταν η ιστορία της Αντίστασης και του Εμφυλίου στην Ελλάδα αντανακλούσε μάλλον χονδροειδώς τις αξιώσεις ισχύος των αντίπαλων μερών: ηρωικές αφηγήσεις και από τις δύο μεριές, πλειοδοσία σε αρρενωπές αρετές και πατριωτικές αξίες, απόπειρες νομιμοποίησης μέσω της προσφυγής σε καθαγιασμένα ιδεώδη -παρ' ότι τα τελευταία μπορούσαν να ερμηνεύονται λίγο διαφορετικά από τις ανταγωνιζόμενες παρατάξεις· και μέσ' από τούτη τη δομική ομοιότητα των αφηγήσεων μπορούσε εύκολα να διαβάσει κανείς τη βαθύτερη συγγένεια του χαρακτήρα και των επιδιώξεων τόσο των «νικητών» όσο και των «νικημένων». Σήμερα, που το διεθνές πλαίσιο στο οποίο διαδραματίζονται τέτοιοι ανταγωνισμοί έχει αλλάξει ριζικά, που η συμφιλίωση της λεγόμενης αριστεράς με τους κατ' όνομα αντιπάλους της είναι άλλωστε από καιρό γεγονός, πολύ πριν από την τύποις διάλυση του ψυχροπολεμικού συστήματος, ένας νέος τύπος ιστορίας αρχίζει να γράφεται: «ψυχρός», «εργαστηριακός», απαλλαγμένος από συγκινησιακές φορτίσεις και αμόλυντος από αξιακές κρίσεις και προθέσεις καταγγελίας, έτοιμος να νομιμοποιήσει ό,τι συνέβη και όπως ακριβώς συνέβη, αφού, στο κάτω κάτω, δεν ήταν παρά η αναπόδραστη συνέπεια «δομικών» νόμων και αντικειμενικών συσχετισμών δυνάμεων. Ολοι είχαν το ποσοστό του δίκιου τους και κανένας το ατομικό μερίδιο της ευθύνης -σαν να λέμε, ένα ιστοριογραφικό ισοδύναμο του «ιστορικού συμβιβασμού».
Υπολείπεται ίσως μια τελευταία εκδοχή: η ανυποχώρηση καταγγελία προς κάθε πλευρά, η απόδοση ενός απαράγραπτου μεριδίου ευθύνης σε όλους τους πρωταγωνιστές αυτού του πρόσφατου ιστορικού δράματος, όπου για μια στιγμή τρεμόπαιξε -και χάθηκε ίσως οριστικά- μία ελάχιστη σπίθα ελπίδας ότι μπορεί να δοθεί ένα τέλος στη βαρβαρότητα στην οποία βουλιάζει ο τεχνολογικοποιημένος κεφαλαιοκρατικός κόσμος. Υπήρξε μια μικρή ομάδα ανθρώπων -αναρχικοί, συμβουλιακοί κομμουνιστές και τροτσκιστές- σκορπισμένοι στα τέσσερα σημεία της Ευρώπης, που όσες άλλες επαναστατικές αυταπάτες κι αν τους αποδώσει κανείς τουλάχιστον δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι δεν είδαν από πολύ νωρίς, εκεί που οι άλλοι στρατεύονταν με τυφλότητα ένθεν και ένθεν ενάντια στα ίδια τους τα συμφέροντα, με ποιους όρους παιζόταν ακριβώς το παιχνίδι. Η ιστορία αυτού του «άλλου» επαναστατικού κινήματος, που εν πολλοίς εξοντώθηκε από τα ίδια τα αποσπάσματα των σταλινικών εκτελεστών, μένει ακόμα να γραφεί στις λεπτομέρειές της -και μια ελάχιστη συμβολή προς αυτή την κατεύθυνση, σε ό,τι αφορά τουλάχιστον την Ελλάδα, είναι η σύντομη μελέτη του Μάριου Εμμανουηλίδη.
Το πρώτο πράγμα που πρέπει να θυμόμαστε σε σχέση με το τροτσκιστικό ρεύμα στην Ελλάδα -όπως και στην υπόλοιπη Ευρώπη- είναι ότι πρόκειται για ένα φαινόμενο που στην πραγματικότητα δεν συνδέεται παρά μόνο εν μέρει με τις προσωπικές περιπέτειες του Τρότσκι και με την πολιτική της Δ' Διεθνούς· οι περισσότεροι εκπρόσωποί του άλλωστε, φυλακισμένοι ήδη με την έναρξη του πολέμου και αποκομμένοι εν πολλοίς από τις διεθνείς εξελίξεις, βρέθηκαν στην ανάγκη να στηριχτούν στις δικές τους αναλύσεις και αν κάτι δεν χαρακτηρίζει αυτό το χώρο είναι η συνοχή και η ομοιογένεια. Για να καταλάβουμε τη σημασία του φαινομένου πρέπει να δούμε καθαρά την ιστορική πορεία του αριστερού κινήματος και των οργανώσεών του στον εικοστό αιώνα, μια ιστορία που ξεκίνησε ήδη το 1917, όταν ο σοσιαλισμός από ουτοπία, επαναστατικό όραμα και κοινωνική διεκδίκηση άρχισε να μεταβάλλεται σταδιακά σε κρατική ιδεολογία. Η εμπειρία του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου σηματοδότησε μιαν αλματική εξέλιξη σε αυτή την πορεία: η στρατηγική των λαϊκών μετώπων, η υποκατάσταση μιας επιπόλαιης ρητορικής του αντιφασισμού και της εθνικής ανεξαρτησίας στη θέση της αυστηρής ταξικής ανάλυσης, η ενεργός συμμετοχή στην αντίσταση και η εξάρτηση από την ιμπεριαλιστική πολιτική της ΕΣΣΔ, όχι μόνο επαναπροσδιόρισαν ριζικά τη σχέση της αριστεράς με το «έθνος», αλλά και δυνάμει μιας τέτοιας μετακίνησης από το πολιτικό περιθώριο στο πολιτικό προσκήνιο ανέδειξαν την αριστερά σε ηγεμονική δύναμη «συνδιαχείρισης» σε πολλές χώρες της Ευρώπης. Ενα μικρό ποσοστό αγωνιστών στρατευμένων στους κόλπους της ήταν αναπόφευκτο ν' αρνηθεί να ακολουθήσει αυτή την πορεία: από εκείνους που συνέχιζαν να βλέπουν την ΕΣΣΔ ως «εκφυλισμένο εργατικό κράτος» και πίστευαν ακόμα σε έναν φραξιονιστικό αγώνα μέσα στα ίδια τα κομμουνιστικά κόμματα, έως αυτούς που είχαν τη διορατικότητα να διαβλέψουν στο κεϊνσιανό μοντέλο αναδιοργάνωσης του καπιταλισμού, στο εθνικοσοσιαλιστικό σύστημα και στο στρατιωτικοποιημένο σταλινικό κράτος τρεις παραλλαγές του αυτού μοντέλου κυριαρχίας που αναδυόταν στο διεθνές πεδίο, δεν έχασαν την επίγνωση ότι ο μόνος πραγματικός πόλεμος ήταν εκείνος που σοβούσε ανάμεσα στην παγκόσμια εργατική τάξη και τους ιδιοκτήτες των παραγωγικών μέσων πέραν των εθνικών συνόρων (και των ιδεολογικών περικαλυμμάτων), κατά συνέπεια ο «εθνικός» πόλεμος έπρεπε να μετατραπεί σε παγκόσμια επανάσταση -και ο μόνος τρόπος γι' αυτό ήταν να ηττηθούν όλοι οι εθνικοί στρατοί (περιλαμβανομένων των στρατιωτικών αποσπασμάτων του σταλινισμού).
Οι Ελληνες τροτσκιστές ήταν κυριολεκτικά «μια χούφτα άνθρωποι»· σύμφωνα μ' έναν χονδρικό υπολογισμό του συγγραφέα, δεν πρέπει να ξεπέρασαν τους 250. Οταν παρεμπιπτόντως ο Μπαρτζώτας, μέλος του Πολιτικού Γραφείου της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ, καυχιόταν ότι είχε σκοτώσει «πάνω από 800 τροτσκιστές», καταλαβαίνει κανείς ότι βάφτιζε «τροτσκιστή» κάθε διαφωνούντα με την κομματική γραμμή. Ωστόσο, είναι εντυπωσιακό το πώς τόσο λίγοι άνθρωποι κατόρθωσαν να δημιουργήσουν μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα, από το Μεσοπόλεμο μέχρι τα τέλη του Πολέμου, τουλάχιστον δέκα οργανώσεις (με δεκαέξι διαφορετικούς τίτλους), να εκδώσουν έναν μεγάλο αριθμό εντύπων και εφημερίδων και να παράξουν μια σωρεία πολιτικοοικονομικών αναλύσεων, που μερικές απ' αυτές ακόμα και σήμερα εντυπωσιάζουν με το βάθος και την πρώιμη διορατικότητά τους. Το να παρακολουθήσει κανείς τις οργανωτικές μεταπλάσεις αυτού του χώρου σημαίνει να ξετυλίξει ένα εξαιρετικά μπερδεμένο κουβάρι -και μέρος της αξίας του βιβλίου του Μ. Εμμανουηλίδη είναι ακριβώς το ότι προσφέρει έναν γνώμονα σε μια τέτοια προσπάθεια, ενώ ταυτόχρονα ανασυνθέτει με ακρίβεια τα προγράμματα και τις αρχές τους. Εν πάση περιπτώσει, και αν εξαιρέσει κανείς τους Αρχειομαρξιστές, που κατά το μεγαλύτερο μέρος τους εκκαθαρίστηκαν από τους εκτελεστές της ΟΠΛΑ και οι εναπομείναντες συμμάχησαν με τον εθνικό στρατό, οι σημαντικότεροι πυρήνες στάθηκαν τουλάχιστον δύο: η ΕΟΚΔΕ, με ηγέτη τον Παντελή Πουλιόπουλο, και η ΚΔΕΕ, με κεντρική φυσιογνωμία τον Αγι Στίνα. Παραδοσιακότεροι τροτσκιστές οι πρώτοι, περισσότεροι «αποκλίνοντες» οι δεύτεροι, κατανόησαν εξίσου τον πόλεμο ως «ιμπεριαλιστικό μοίρασμα του κόσμου» και αρνήθηκαν σθεναρά τη συμμετοχή σε οποιοδήποτε από τα αντιμαχόμενα μπλοκ· η ομάδα του Στίνα, εξάλλου, έγινε το έδαφος εξαιρετικά γόνιμων ιδεολογικών προβληματισμών και ζυμώσεων (που σε πολλές απολήξεις τους ξεφεύγουν από το φάσμα τής εν λόγω μελέτης -αυτή είναι όμως μια ιστορία που κανείς ακόμα δεν έχει διηγηθεί). Τελευταία ενδιαφέρουσα παρατήρηση είναι ότι όλοι αυτοί οι άνθρωποι προέρχονταν στην πλειονότητά τους από ελευθέρια χειρωνακτικά επαγγέλματα και κατά δεύτερο λόγο από μικροαστικά διανοούμενα στρώματα, όχι φυσικά από την αγροτική τάξη με τον εγγενή συντηρητισμό της, ούτε όμως από το βιομηχανικό προλεταριάτο, του οποίου η μαζική προσχώρηση στα ιεραρχικά και στρατιωτικά πειθαρχημένα σταλινικά κόμματα είναι -πιστεύω- από τις ισχυρότερες ενδείξεις της ολοκληρωτικής δομής που έχει την ικανότητα να ενσταλάζει το σύγχρονο εργοστάσιο.
ΦΩΤΗΣ ΤΕΡΖΑΚΗΣ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 20/09/2002
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις