Απ το ίδιο ποτήρι και άλλες ιστορίες ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΜΕΝΟ

Με 13 εικόνες του Χρόνη Μπότσογλου
Έκπτωση
75%
Τιμή Εκδότη: 12.78
3.20
Τιμή Πρωτοπορίας
+
410253
Συγγραφέας: Φάις, Μισέλ
Εκδόσεις: Καστανιώτης
Σελίδες:263
Εικονογράφος:ΜΠΟΤΣΟΓΛΟΥ ΧΡΟΝΗΣ
Ημερομηνία Έκδοσης:01/01/1999
ISBN:2229600325162

Περιγραφή


Δεκατρείς τρόποι να πεθάνουμε; Δεκατρείς τρόποι να μιλήσουμε για το θνήσκειν ή να το αποσιωπήσουμε; Μήπως δεκατρείς τρόποι να διαχειριστούμε το τελευταίο ιερό αίσθημα στην απορφανεμένη από τα μεγάλα ερείσματα ζωή μας; Ο συγγραφέας, επιλέγοντας άλλοτε τη φόρμα του διηγήματος κι άλλοτε του μινιμαλιστικού μυθιστορήματος, του αφηγήματος, του μονόλογου, του θεατρικού μονόπρακτου ή του ημερολογίου, μ' αυτά τα κείμενα προσπαθεί να συγχρωτιστεί με τα φαντάσματά του. Ευχής έργον θα ήταν ο αναγνώστης να νιώσει συγγενής με κάποια από αυτά τα πλάσματα της οργής, του πανικού, της αυτοτιμωρίας, της λαγνείας, της μελαγχολίας, της ειρωνείας, της μνήμης και της περιπλάνησης, ώστε να τα καλέσει να κάτσουν πλάι του, στο ίδιο τραπέζι - ευλογημένη η στιγμή που θα πιούνε «απ' το ίδιο ποτήρι».





ΚΡΙΤΙΚΗ



Πριν από 61 χρόνια ένας κριτικός της λογοτεχνίας, ολιγογράφος, ο Δημήτρης Νικολαρεΐζης, σε ένα δοκίμιο για το μυθιστόρημα των τότε νέων συγγραφέων επεσήμανε: «Τον εφιάλτη της μορφής τον έχουν ελάχιστοι». Παρατήρηση που ίσχυε σταθερά από τότε ως και πριν από καμιά δεκαετία, όταν άρχισαν ολοένα περισσότεροι νεότεροι να δείχνουν ιδιαίτερη φροντίδα για τη μορφή. Στη χορεία αυτών των συγγραφέων ανήκει ο Μ. Φάις και με τα δύο ως σήμερα πεζογραφικά βιβλία του: το μυθιστόρημα «Αυτοβιογραφία ενός βιβλίου», το 1994, και την πρόσφατη συλλογή πεζών, δημοσιευμένων (τα 11 από τα συνολικά 13) σε λογοτεχνικά έντυπα μέσα στην τελευταία τετραετία.

Αν στον χώρο του μυθιστορήματος όλοι οι πειραματισμοί έχουν δοκιμασθεί και ο αναγνώστης είναι προετοιμασμένος να δεχθεί από την απουσία πλοκής και ηρώων ως την ανάμειξη κάθε είδους γραπτού λόγου, το διήγημα, πιθανώς και γιατί δεν έχει αναλογικά καλλιεργηθεί σε τόσο μεγάλη έκταση, δεν παρουσιάζει την αντίστοιχη μορφική ποικιλία. Γι' αυτό και, εκ πρώτης όψεως, φαίνεται ότι ο Μ. Φάις συστεγάζει στο ίδιο βιβλίο 13 ετερόμορφα πεζά. Ανοίγοντας όμως τον ορισμό του διηγήματος, ώστε να συμπεριλάβει τις μοντέρνες και μεταμοντέρνες εκφάνσεις του, θα μπορούσαμε να μιλάμε για 13 διηγήματα με εντυπωτικό ύφος.

Τα παραβατικά ως προς τη μορφή διηγήματα είναι κατ' αρχήν δύο μακρείς μονόλογοι, όπου βαθμιαία αποκαλύπτεται η ταυτότητα του ομιλητή, ενώ το ακροατήριο προς το οποίο απευθύνεται παραμένει απροσδιόριστο, το πιθανότερο αποκύημα ταραγμένης φαντασίας. Προς έκπληξη του αναγνώστη, αυτός που μονολογεί, στο πρώτο, είναι το φάντασμα ενός νεκροθάφτη των Αθηνών που μακροημέρευσε στο επάγγελμα και, στο δεύτερο, ένας οικογενειάρχης που κατήντησε άστεγος και μάλλον «πειραγμένος». Εν θερμώ ξεμπρόστιασμα της μικροπρέπειας και του άδικου που κυριαρχούν μεταξύ των ζωντανών.

Την παραστατικότητα του προφορικού λόγου εκμεταλλεύεται και ένα πεζό με τη μορφή ατέρμονος διαλόγου, που θυμίζει τα «Φτερά μπεκάτσας» του Θ. Βαλτινού. Και εδώ ένα ανδρόγυνο καβγαδίζει χωρίς εμφανή αιτία. Μια τυχούσα αφορμή αρκεί για να εκστομισθούν για πολλοστή φορά τα παράπονα. Στον πυρήνα της ασυνεννοησίας τους, το ανικανοποίητο της ερωτικής συνεύρεσης. Τα δύο πρόσωπα μόλις που σκιαγραφούνται και η στιχομυθία τους δεν αποκτά θεατρική υπόσταση. Παραμένει μάλλον παρωδία διαλόγου, όπως είναι και το συνηθέστερο σε παρόμοιες μακροχρόνιες συμβιώσεις.

Σκηνές θεάτρου του παραλόγου υπάρχουν και στο διήγημα «Εμποδισμένη ζωή», με το οποίο ο Μ. Φάις επιλέγει να κλείσει το βιβλίο του. Με τη μορφή ημερολογιακών σημειώσεων κυμαινόμενης έκτασης ­ άλλες σύντομες, μόλις μία παράγραφος, κι άλλες, οι εκτενέστερες, μία-μιάμιση σελίδα ­ δίνονται στιγμιότυπα από την πανσπερμία της σημερινής Αθήνας. Ο συγγραφέας «πεζοπορεί» και παρατηρεί Αλβανούς, Ιρανούς ή Κούρδους, Ρωσοπόντιους και γυφτάκια. Αλλά και γηγενείς, από νεαρούς πανκ ως γέροντες και ρακοσυλλέκτες. Στην προσπάθειά του να είναι εξαντλητικός στην κάλυψη ενός νοσηρού φάσματος, ίσως και να υπερβάλλει. Σε κάθε περίπτωση, πρόκειται ως επί το πλείστον για πρόσωπα μισερά ή και παρίες που μοιάζουν να συγγενεύουν με τους ήρωες της διηγηματογραφίας του Σ. Δημητρίου, στον οποίο και αφιερώνεται το συγκεκριμένο πεζό.

Ωστόσο ίδιοι ήρωες επικρατούν και σε άλλα διηγήματα της συλλογής. Ο Μ. Φάις, όπως οι περισσότεροι νεότεροι συγγραφείς, ενδίδει στα ερεθίσματα της επικαιρότητας. Κάποτε μάλιστα παρασύρεται σε εξαιρετικά φιλόδοξες συλλήψεις, που επιδιώκουν να αγκαλιάσουν ανομοιογενείς καταστάσεις. Παρόμοια εγχειρήματα είναι ζητούμενο κατά πόσο μπορούν να ευτυχήσουν. Παράδειγμα, το «Χαλιμά, Δυσδαιμόνα, Μπουμπού». Το διήγημα παρακολουθεί την οπτική γωνία τριών διαδοχικών αφηγητών, της Χαλιμάς, της Δυσδαιμόνας και της Μπουμπούς, που δεν είναι παρά οι γάτες τριών γυναικών, μιας μουσουλμάνας, μιας Κολονακιώτισσας και μιας Σλαβομακεδόνισσας αντιστοίχως. Μέσα από τις ιστορίες τους ο συγγραφέας προσπαθεί να δώσει μια γεύση της θηριωδίας στη Βαλκανική Χερσόνησο, που ξεκινά από τον περασμένο αιώνα και εμπλέκει Γκρεκομάνους και Σερβοβόσνιους, ορθόδοξους και μουσουλμάνους.

Κυκλική αφήγηση υιοθετεί ο συγγραφέας και στο διήγημα «Τέσσερις ώμοι για τον Σάκη». Το φονικό του Σάκη του καφετζή μπαίνει ως συνδετικός κρίκος στις ιστορίες των τεσσάρων φίλων που θα σηκώσουν το φέρετρό του. Οι περιπέτειες του τόπου, από τον εμφύλιο και τη δικτατορία ως σήμερα, αντικατοπτρίζονται στις σημαδεμένες ζωές ενός πορνοστάρ, ενός νεκροθάφτη, του γιου κάποιου αριστερού «με περγαμηνές» και του Μάκη, που υπήρξε το προβληματικό παιδί καλής οικογενείας, ένας χαρακτήρας που έρχεται από το μυθιστόρημα του Μ. Φάις.

Στο μυθιστόρημα διαγραφόταν μια αφηγηματική καμπύλη από τον μακρόκοσμο της θρακικής πόλης στον μικρόκοσμο μιας οικογένειας. Στοιχεία για την πόλη της Κομοτηνής, συγκεντρωμένα από τη δημοσιογραφία και τη χρονογραφία, παρατίθενται δίπλα σε από καρδιάς εξομολογήσεις. Μία από αυτές είναι και η διήγηση, σαν παραμιλητό, που ξεγυμνώνει τον ψυχισμό του Μάκη. Μερικά από τα πρόσφατα διηγήματα έχουν τη μορφή παρόμοιων αφηγήσεων, ίδια φορτισμένων. Θέμα τους, οι ενδοοικογενειακές συγκρούσεις, που γεννούν κάθε λογής συμπλέγματα, ως και ψυχοπάθειες. Αυτό το πνιγηρό κέλυφος της οικογένειας αγωνιά να εκλογικεύσει ο αφηγητής. Η αγχωμένη διήγησή του χάνει το τέμπο της μόνο όταν κάποτε πέφτει σε τόνους διδακτισμού.

Δύο διηγήματα διαχωρίζονται καθώς μοιάζουν μάλλον με νουβέλες που ζητούν να απλωθούν σε μυθιστόρημα. Αυτά τα πεζά, κατά τη γνώμη μας, αποκτούν πρόσθετο ενδιαφέρον γιατί αντλούν από την ελληνοεβραϊκή παράδοση, ελάχιστα παρούσα στην καθ' ημάς λογοτεχνία. Το εντελέστερο από τα δύο, «Θεία Κλάρα, η ξεκαρδισμένη», κινείται σε δύο επίπεδα: την κυρίως διήγηση κάποιου σαν τον Μάκη και τα εμβόλιμα αποσπάσματα ημερολογίου με εφηβικές φαντασιώσεις. Σπαρταριστή ηρωίδα, η πληθωρική θεία Κλάρα, μοναδική επιζήσασα των διωγμών από μια ολόκληρη οικογένεια.

Ιδιαίτερη αναφορά αναλογεί στο ομότιτλο με τη συλλογή διήγημα, το οποίο κατ' εξοχήν αναδεικνύει τα χαρακτηριστικά της γραφής. Κατ' αρχήν, τον ευρηματικό τρόπο αφήγησης, ο οποίος εντείνει την αναμονή, αν και σε ορισμένα διηγήματα δυσχεραίνει την πρόσληψη. Τη συμπαράταξη σε ένα πεζό περισσοτέρων της μιας ιστοριών. Ακόμη, την περιγραφή των προσώπων με εμφατικές παρομοιώσεις, που συμβάλλουν καθοριστικά στην απόδοση μισερών και υποχόνδριων ηρώων. Τέλος, ένα χαρακτηριστικό που μάλλον ξενίζει είναι το λεκτικό άνοιγμα ανάμεσα στη γλώσσα του αφηγητή και των ηρώων.

Ένας διανοούμενος ο αφηγητής που προσπαθεί με επισημάνσεις και ψυχαναλυτικές παρατηρήσεις να συλλάβει τις ακραίες συναισθηματικές καταστάσεις των ηρώων. Πίσω από αυτόν διακρίνεται ο συγγραφέας, ο οποίος και αντιμετωπίζει με συμπάθεια τους κάθε είδους περιθωριακούς και με ιδιαίτερη αδυναμία, ως και μεροληψία, τους βαλκάνιους μετανάστες. Ένα παράδειγμα για το πόσο καθοριστικό είναι το πρόσωπο του αφηγητή δίνει το διήγημα «Απ' το ίδιο ποτήρι», που θεματικά συγγενεύει με το «Γλύκα στο στόμα» της πρόσφατης συλλογής του Σ. Δημητρίου. Και στα δύο μια χαροκαμένη γυναίκα φροντίζει έναν τάφο, ωστόσο, χάρη στον αφηγητή, το λογοτεχνικό αποτέλεσμα καταλήγει ολότελα διαφορετικό. Το θέμα όμως των επιδράσεων ανάμεσα στους νεότερους συγγραφείς δεν εξαντλείται με σκόρπιες παρατηρήσεις. Άλλωστε, πηγαίνοντας ακόμη μακρύτερα, θα είχε ενδιαφέρον να διερευνούσαμε τις πιθανές σχέσεις, ενσυνείδητες ή μη, με τους συγγραφείς που πρωτοεισήγαγαν μισερούς και περιθωριακούς ήρωες στο πεδίο της νεοελληνικής διηγηματογραφίας, ξεκινώντας από τους Παπαδιαμάντη, Βιζυηνό, Χατζόπουλο και Βουτυρά.

Ο Μ. Φάις, επεκτείνοντας την αισθητική της σειράς «Κείμενα και εικόνες» που έχει πρόσφατα δημιουργήσει, καλεί έναν ζωγράφο να συνδράμει εικαστικά τις ιστορίες του. Και αυτή τη φορά, όπως και στη συλλογή με τα «Χαϊκού» πριν από πέντε χρόνια, πρόκειται για τον Χρόνη Μπότσογλου, ο οποίος και εικονογραφεί τα πεζά αφαιρετικά και με σκούρα χρώματα, αποδίδοντας με τον δικό του τρόπο τη θανατόφιλη ουσία τους.

ΜΑΡΗ ΘΕΟΔΟΣΟΠΟΥΛΟΥ, ΤΟ ΒΗΜΑ, 24-10-1999

Κριτικές

Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις

Γράψτε μια κριτική
ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Δωρεάν αποστολή σε όλη την Ελλάδα με αγορές > 30€

ΒΙΒΛΙΑ ΧΕΡΙ ΜΕ ΧΕΡΙ

Γιατί τα βιβλία πρέπει να είναι φτηνά!

ΕΩΣ 6 ΑΤΟΚΕΣ ΔΟΣΕΙΣ

Μέχρι 6 άτοκες δόσεις με την πιστωτική σας κάρτα!