0
Your Καλαθι
Ένας δαίμονας στην πόρτα
Έκπτωση
40%
40%
Περιγραφή
Στο Μπιλμπάο, στη Χώρα των Βάσκων, ένας σαραντάχρονος ισπανός δημοσιογράφος ξυπνά στην κόλαση... Όμηρος της βασκικής αυτονομιστικής οργάνωσης ΕΤΑ, συνειδητοποιεί ότι βρίσκεται κλεισμένος σ' ένα υπόγειο δύο μέτρα επί τρία, υπό το φως μιας άσβεστης λάμπας. Ο κουκουλοφόρος δεσμοφύλακάς του -δαίμονας ανάλογος αυτών της χριστιανικής του κατήχησης κατά τα μαθητικά του χρόνια- ανοίγει καθημερινά ένα μικρό παράθυρο στην ξύλινη πόρτα της φυλακής για να του δώσει ένα δίσκο με την αναγκαία για την επιβίωσή του τροφή.
Ο Χοσέ Μανουέλ Φαχάρδο, δημοσιογράφος ο ίδιος και παλαιός κάτοικος της Χώρας των Βάσκων, μοιράζει την αφήγησή του στα δύο: από τη μια παρακολουθεί τον όμηρο και περιγράφει τις αντιδράσεις, την αγωνία, τους φόβους, τη σωματική κατάπτωση και την απελπισία του, και από την άλλη, με όχημα τη μνήμη, εξερευνά την ανδρική σεξουαλικότητα, τον έρωτα, την προδοσία, τις τύψεις, τις σχέσεις με το άλλο φύλο. Αναζητώντας εναγωνίως απαντήσεις στα ερωτήματα που τον βασανίζουν, η ανάμνηση ενός παλιού του φίλου και πρώην ιδρυτικού στελέχους της ΕΤΑ έρχεται να φωτίσει την εφιαλτική και ασυνάρτητη δομή και δράση της βασκικής -και όχι μόνο- τρομοκρατίας.
Ένα μυθιστόρημα ιδιαίτερης έντασης, που αναλύει την έννοια της κόλασης: της κόλασης του μίσους, της στέρησης της ελευθερίας, αλλά και των ασίγαστων επιθυμιών του ανθρώπου.
ΚΡΙΤΙΚΗ
Σε ένα πρώτο επίπεδο το παρόν μυθιστόρημα του γνώριμού μας Ισπανού πεζογράφου Χοσέ Μανουέλ Φαχάρδο (1957) συνιστά μια καταγγελία της βίας, της ανελευθερίας, της τρομοκρατικής επιβολής των ιδεολογικών εμμονών μας πάνω στους άλλους.
Αυτή η προβληματική του κειμένου είναι ξεκάθαρη, δεδηλωμένη και διαπερνά ολόκληρο τον κορμό του. Ταυτόχρονα, όμως, νιώθεις ότι έχεις να κάνεις με μία μελέτη, θα 'λεγα, αυτού που υπαινίσσεται τόσο εύστοχα το μότο των γραμμών που διαβάζετε: δηλαδή με ένα σχόλιο πάνω στην υπόρρητη, ανομολόγητη, αόριστη, μα υπάρχουσα ενοχή μας απέναντι στο καθετί. Και τούτο συμβαίνει χωρίς να έχουμε τις συνειδήσεις μας βεβαρημένες με το προπατορικό αμάρτημα, όπως ο Καθολικός Φαχάρδο. Πιο αποδομητικά και ανάλαφρα δεν το έχει πει ο Γούντι Αλεν; «Οι περισσότεροι νιώθουν ένοχοι για συγκεκριμένες πράξεις τους. Εγώ νιώθω ένοχος χωρίς να ξέρω γιατί...»
Ο Φαχάρδο εξάλλου σημειώνει απερίφραστα κάπου στην αρχή του έργου του για τον πρωτοπρόσωπο αφηγητή/ήρωά του, που έχει συλληφθεί από τους Βάσκους αυτονομιστές(;) και κρατείται όμηρος σε ένα υπόγειο κελί: «...Δεν ήταν μόνον ο φόβος του θανάτου και ο τρόμος μιας ομηρίας της οποίας την πιθανή διάρκεια δεν τολμούσα ούτε καν να φανταστώ, δεν ήταν μόνον η μοναξιά και η νοσταλγία των αγαπημένων προσώπων, δεν ήταν μόνον η μπόχα, η ταπείνωση και η δυσωδία ούτε η πεποίθηση πως ξαφνικά βρέθηκα στην εποχή των σπηλαίων, που την έκαναν να μοιάζει βγαλμένη από γοτθική ιστορία τρόμου. Δεν ήταν ούτε καν η αυθαίρετη τύχη που μου επεφύλασσαν οι δεσμώτες μου. Ούτε η απαγωγή ούτε η βία ούτε η απελπισία. Η τελευταία άβυσσος, αυτή που με τραβούσε με μια κακοήθη περιέργεια, ήταν το πέλαγος της ενοχής που με τα χρόνια γιγαντωνόταν μέσα μου...»
Ο ήρωας της ιστορίας, ένας δημοσιογράφος και μεταφραστής του Πολ Οστερ που ζει στη χώρα των Βάσκων και είναι εναντίον των πρακτικών της εθνικιστικής ΕΤΑ, απάγεται από την οργάνωση -μάλλον- και κλείνεται σε έναν υπόγειο τάφο/φυλακή (ο Φαχάρδο αποφεύγει ευθέως να δηλώσει την ταυτότητα των δραστών, για να κάνει πιο καθολικό το σχόλιό του, παρ' ότι όλα δηλώνουν το στίγμα τους). Ενας κουκουλοφόρος δεσμοφύλακας του φέρνει φαγητό και τον παρακολουθεί στην αρχή αθέατος, καθώς ο δεσμώτης κρατάει ημερολόγιο για τους προσωπικούς του «δαίμονες» ή αναπολεί τα περασμένα βηματίζοντας στο στενό του χώρο. Λίγο αργότερα ο δεσμοφύλακας αρχίζει κάποιο διάλογο με τον κρατούμενο, ενδιαφέρεται για τα ημερολόγιά του, παίζει μαζί του σκάκι. Βαθμιαία δημιουργείται μια συγκρουσιακή και μαζί ερωτική, ώς ένα σημείο, σχέση μεταξύ των δύο προσώπων, που πολύ θυμίζει τη χιλιοδιατυπωμένη, γνωστότατη επαφή του βασανιστή με το θύμα του. Αν και η αφήγηση επιφυλάσσει στο τέλος μιαν ανατροπή σχετικά με το πρόσωπο του δεσμοφύλακα, χωρίς, όμως, τούτο να σημαίνει ότι επέρχεται μ' αυτήν κάποια ουσιαστική, δραματουργική έκπληξη. Αλλες είναι οι παράμετροι, νομίζω, που βαραίνουν στην επισήμανση του βαθύτερου δράματος.
Η σύλληψη και ο εγκλεισμός είναι η απαρχή αυτού του ημικαφκικού, εσωτερικού δαιδάλου, ο οποίος δίνει την ευκαιρία στον κρατούμενο να διαλογισθεί πάνω στην ατομική του μοίρα, συνεκτιμώντας καθετί επιβαρυντικό για τον εαυτό του, στοιχειοθετημένο από τα ίδια του τα χέρια. Το στοίχημα, με λίγα λόγια, του Φαχάρδο είναι η κατάδειξη των προσωπικών λογαριασμών του ήρωά του με την ηθική σε ένα κρίσιμο σημείο της ύπαρξής του, ανεξάρτητα από την ποιότητα των κρατούντων. Ισως, μάλιστα, οι «ανθρωποφύλακές» του (όπως έχει ονομάσει και ο δικός μας Περικλής Κοροβέσης τους δικούς του δεσμοφύλακες σε ένα από τα καλύτερα κείμενα που έχουν γραφεί τα τελευταία τριάντα τόσα χρόνια για τον εξευτελισμό του ανθρωπίνου σώματος από τα βασανιστήρια) είναι ένα είδος αναγκαίου, να μην πω τολμηρά σωτήριου, καταλύτη όσον αφορά την αυτογνωσία του.
Ο κρατούμενος σε αυτόν τον προθάλαμο του τέλους καταγράφει τις αναμνήσεις του: τόσο εκείνες που σχετίζονται με την εγκύκλια κακοπαιδεία του εν μέσω έξαλλα ιδεόληπτων δασκάλων/κληρικών, αποφασισμένων να βλέπουν σε κάθε εκδήλωση του σώματος μορφές του Σατανά, όσο και εκείνες τις πιο ώριμες, ερωτικές κυρίως, πλην βεβαρημένες από τις τύψεις για την ανεπάρκειά του να υπηρετήσει συγκεκριμένες σχέσεις.
Η πρώτη κατηγορία συνιστά μάλλον μιαν αλληγορία πάνω στον παράγοντα τρομοκρατική βία, που έρχονται να την εμπλουτίσουν και με άλλες συνιστώσες δύο βιβλία-εγκόλπια του κρατούμενου: το γνωστό μυθιστόρημα του Πολ Οστερ «Λεβιάθαν» για τη μοναχικότητα της τρομοκρατικής πράξης, δίπλα στο κλασικό του Μάρκες για μιαν άλλη πιο ...μαγική μοναξιά. Τα συγκεκριμένα μοτίβα δένουν περίεργα με το όλο σκηνικό, με αυτή δηλαδή την ώσμωση ανάμεσα σε δεσμώτη και φύλακες, παρά τη σπουδή, ενίοτε, του συγγραφέα να σχολιάσει και να καταδικάσει με πολιτική γλώσσα τις τακτικές των κρατούντων.
Οχι ότι ο Φαχάρδο αμφιβάλλει, ας το τονίσω, για την αθλιότητα της τρομοκρατίας και των βασανισμών. Μόνον που, χρειάζεται να το ξεκαθαρίσουμε, ο αισθητικός του στόχος βρίσκεται σε αυτή τη δαντική δοκιμασία, όπως την ονομάζει, χαρακτηρίζοντας και τα κεφάλαια του κειμένου του αναλόγως. Οπότε μέσα από αυτήν τη μεταφορά, η οποία λανθάνει, παίζονται τα πάντα, δηλαδή όσα του επιφυλάσσει ο έσχατος απολογισμός του, μπροστά σε αυτήν την Κρίση... Η ακτινογραφία του μέσα από αυτό το τεστ δεν είναι καθόλου ενθαρρυντική, άρα έχει λόγους μετά την απελευθέρωση και τη νέα του, τακτοποιημένη, οικογενειακή ζωή, να ανησυχεί με τους θορύβους της νύχτας και τις εφιαλτικές του ονειρεύσεις.
Τα πρόσωπα του ιδιωτικού του άλμπουμ που πρόδωσε, περνούν σκιές σε ένα μόνιμα ταραγμένο βάθος, ενώ οι άλλοι, οι πιο ορατοί Δαίμονες άθελά τους κρατούν μέσα του μια θέση το ίδιο τυραννική με τη συνείδησή του. Ετσι, ισοζυγίζεται το συλλογικό με το προσωπικό με σταθμά όλως διόλου σκοτεινά, ας καταλήγει η αφήγηση σε ένα στιλ ανιαρά διδακτικό, να καταφέρεται εναντίον των επώνυμων, εξωτερικών δαιμόνων...
Η γραφή του Φαχάρδο δεν καινοτομεί, κάποτε μάλιστα γίνεται αφόρητα πεζή και σχηματική, ανακυκλώνοντας κοινοτοπίες. Αλλά μπορεί σε ένα «ολιστικό» πλαίσιο ιδωμένη να λειτουργήσει με αποχρώσεις και επιγεύσεις, με προσανατολισμούς που προσπάθησα να αναλύσω.
Θα ακουστεί πλεοναστικά, αλλά να το (ξανα)πούμε: το κείμενο είναι μια έμμεση πραγματεία πάνω στη χαμένη αθωότητα ή μάλλον στην απουσία αυτής της ιδιότητας. Τι ωραία που παρουσίαζε ο Χίτσκοκ στις περισσότερες ταινίες του αυτό το θέμα... Κατά τον ίδιο τρόπο ο ήρωας του Φαχάρδο βλέπει το έδαφος ξαφνικά να υποχωρεί κάτω από τα πόδια του, στέλνοντας περίπατο, αν όχι την αμεριμνησία του, τουλάχιστον την έλλειψη καλής περιφρούρησης από τους κάθε λογής Δαίμονες, οι οποίοι μπορεί να του μοιάζουν κιόλας σε βαθμό διπλής ταυτότητας (ποιος μίλησε για σωσίες;)
Η Αγγελική Βασιλάκου σε άπταιστα ελληνικά μετέφερε το ενοχικό αυτό κείμενο.
ΤΑΣΟΣ ΓΟΥΔΕΛΗΣ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 18/08/2006
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις