0
Your Καλαθι
Το σύνταγμα και ο θούριος του Ρήγα ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΜΕΝΟ
Το αρχικό και το τελικό κείμενο
Έκπτωση
22%
22%
Περιγραφή
ΘΟΥΡΙΟΣ
Ήτοι Ορμητικός Πατριωτικός Ύμνος πρώτος εις τον ήχον
ΜΙΑ ΠΡΟΣΤΑΓΗ, ΜΕΓΑΛΗ.
Ώς πότε παλικάρια να ζούμεν στα στενά,
Μονάχοι σα λιοντάρια, σταις ράχαις στα βουνά ;
Σπηλαίς να κατοικούμεν, να βλέπωμεν κλαδιά,
Να φεύγωμ' απ' τον Κόσμον, για την πικρή σκλαβιά.
να χάνωμεν αδέλφια, Πατρίδα και γονείς,
τους φίλους, τα παιδιά μας κι όλους τους συγγενείς ;
Καλλιό 'ναι μιας ώρας ελεύθερη ζωή,
παρά σαράντα χρόνοι σκλαβιά και φυλακή !
Τι σ' ωφελεί αν ζήσης και είσαι στη σκλαβιά ;
Στοχάσου πως σε ψένουν καθ' ώραν στη φωτιά.
Βεζύρης, Δραγουμάνος, Αφέντης κι αν σταθής,
ο Τύραννος αδίκως σε κάμει να χαθής·
δουλεύεις όλ' ημέρα σε ό,τι κι αν σοι πη,
κι αυτός πασχίζει πάλιν το αίμα σου να πιη.
Ο Σούτζος κι ο Μουρούζης, Πετράκης, Σκαναβής,
Γκίκας και Μαυρογένης, καθρέπτης είν' να ιδής.
Ανδρείοι καπετάνοι, παπάδες, λαϊκοί,
σκοτώθηκαν, κι αγάδες, με άδικον σπαθί·
κι αμέτρητ' άλλοι τόσοι, και Τούρκοι και Ρωμιοί,
ζωήν και πλούτον χάνουν, χωρίς καμμιά 'φορμή.
Ελάτε μ' έναν ζήλον σε τούτον τον καιρόν,
να κάμωμεν τον όρκον επάνω στον Σταυρόν·
συμβούλους προκομένους, με πατριωτισμόν,
να βάλωμεν, εις όλα να δίδουν ορισμόν·
οι Νόμοι νάν' ο πρώτος και μόνος οδηγός,
και της πατρίδος ένας να γένη αρχηγός·
γιατί κ' η αναρχία ομοιάζει την σκλαβιά·
να ζούμε σα θηρία, είν' πλιο σκληρή φωτιά.
Και τότε, με τα χέρια ψηλά στον ουρανόν,
ας πούμ' απ' την καρδιά μας ετούτα στον Θεόν:
Εδώ σηκώνονται οι Πατριώται ορθοί, και, υψώνοντες
τας χείρας προς τον ουρανόν, κάμνουν τον Όρκον:
«Ω Βασιλεύ του Κόσμου, ορκίζομαι σε Σε,
στην γνώμην των Τυράννων να μην ελθώ ποτέ !
Μήτε να τους δουλεύσω, μήτε να πλανηθώ
εις τα ταξίματά τους, για να παραδοθώ.
Εν όσω ζω στον κόσμον, ο μόνος μου σκοπός,
για να τους αφανίσω, θε νά 'ναι σταθερός.
Πιστός εις την Πατρίδα, συντρίβω τον ζυγόν,
αχώριστος για νά 'μαι υπό τον στρατηγόν.
Κι αν παραβώ τον όρκον, ν' αστράψ' ο Ουρανός
και να με κατακάψη, να γένω σαν καπνός !»
Σ' Ανατολή και Δύσι και Νότον και Βοριά
για την Πατρίδα όλοι νά 'χωμεν μια καρδιά·
στην πίστιν του καθένας ελεύθερος να ζη,
στην δόξαν του πολέμου να τρέξωμεν μαζί.
Βουλγάροι κι Αρβανίτες, Αρμένοι και Ρωμιοί,
αράπηδες και άσπροι, με μια κοινή ορμή,
για την Ελευθερίαν να ζώσωμεν σπαθί,
πως είμασθ' αντρειωμένοι, παντού να ξακουσθή.
Όσ' απ' την Τυραννίαν πήγαν στην ξενιτειά,
στον τόπον του καθένας ας έλθη τώρα πια·
και όσοι του πολέμου την τέχνην αγροικούν,
εδώ ας τρέξουν όλοι, Τυράννους να νικούν·
η Ρούμελη τους κράζει μ' αγκάλες ανοιχτές,
τους δίδει βιο και τόπον, αξίες και τιμές.
'Ως πότ' οφφικιάλος σε ξένους βασιλείς;
Έλα να γίνης στύλος δικής σου της φυλής.
Κάλλιο για την Πατρίδα κανένας να χαθή,
ή να κρεμάση φούντα για ξένον στο σπαθί.
Και όσοι προσκυνήσουν, δεν είναι πλιο εχθροί·
αδέλφια μας θα γένουν, ας είναι κ' εθνικοί.
Μα όσοι θα τολμήσουν αντίκρυ να σταθούν,
εκείνοι, και δικοί μας αν είναι, ας χαθούν.
Σουλιώτες και Μανιάτες, λιοντάρια ξακουστά,
ώς πότε στες σπηλιές σας κοιμάσθε σφαλιστά ;
Μαυροβουνιού καπλάνια, Ολύμπου σταυραετοί
κι' Αγράφων τα ξεφτέρια, γενήτε μια ψυχή.
Ανδρείοι Μακεδόνες, ορμήσετε για μια
και αίμα των Τυράννων ρουφήστε σα θεριά
.
Του Σάβα και Δουνάβου αδέλφια χριστιανοί,
με τ' άρματα στο χέρι καθένας ας φανή·
το αίμα σας ας βράση με δίκαιον θυμόν·
μικροί, μεγάλ' ομώστε Τυράννου τον χαμόν.
Λεβέντες αντρειωμένοι Μαυροθαλασσινοί,
ο βάρβαρος ώς πότε θε να σας τυραννή;
Μη καρτερήτε πλέον, ανίκητοι Λαζοί,
χωθήτε στο μπογάζι μ' εμάς και σεις μαζί.
Δελφίνια της θαλάσσης αζδέρια των νησιών,
σαν αστραπή χυθήτε, κτυπάτε τον εχθρόν.
Της Κρήτης και της Νύδρας θαλασσινά πουλιά,
καιρός είν' της πατρίδος, ν' ακούστε τη λαλιά.
Κι όσ' είστε στην αρμάδα, σαν άξια παιδιά,
οι Νόμοι σας προστάζουν να βάλετε φωτιά.
Με μας κ' εσείς, Μαλτέζοι, γενήτ' ένα κορμί·
κατά της Τυραννίας ριχθήτε με ορμή.
Σας κράζει η Ελλάδα, σας θέλει, σας πονεί,
ζητά την συνδρομήν σας με μητρικήν φωνή.
Τι στέκεις, Πασβαντζόγλου, τόσον εκστατικός ;
Τινάξου στο Μπαλκάνι, φώλιασε σαν αϊτός·
τους μπούφους και κοράκους καθόλου μη ψηφάς
·
με τον ραγιά ενώσου, αν θέλης να νικάς.
Σιλίστρα και Μπραΐλα, Σμαήλι και Κιλί,
Μπενδέρι και Χοτίνι εσένα προσκαλεί·
στρατεύματά σου στείλε κ' εκείνα προσκυνούν,
γιατί στην Τυραννίαν να ζήσουν δεν μπορούν.
Γκιουρτζή, πλια μη κοιμάσαι, σηκώσου με ορμήν·
τον Μπρούσια να μοιάσης έχεις την αφορμήν.
Και συ, που στο Χαλέπι ελεύθερα φρονείς,
πασιά, καιρόν μη χάνης, στον κάμπον να φανής·
με τα στρατεύματά σου ευθύς να σηκωθής,
στης Πόλης τα φερμάνια ποτέ να μη δοθής.
Του Μισιριού ασλάνια, για πρώτη σας δουλειά,
δικόν σας ένα μπέη κάμετε βασιλιά·
χαράτζι της Αιγύπτου στην Πόλ' ας μη φανή,
για να ψοφήσ' ο λύκος, οπού σας τυραννεί.
Με μια καρδίαν όλοι, μια γνώμην, μια ψυχή,
κτυπάτε του τυράννου την ρίζαν, να χαθή!
Ν' ανάψωμεν μια φλόγα σε όλην την Τουρκιά,
να τρέξ' από την Μπόσνα και ώς την Αραπιά!
Ψηλά στα μπαϊράκια σηκώστε τον Σταυρόν
και σαν αστροπελέκι κτυπάτε τον εχθρόν!
Ποτέ μη στοχασθήτε πως είναι δυνατός·
καρδιοκτυπά και τρέμει σαν τον λαγό κι αυτός.
Τρακόσιοι Γκιρζιαλήδες τον έκαμαν να διη
πως δεν μπορεί με τόπια μπροστά τους να εβγή.
Λοιπόν, γιατί αργείτε; τι στέκεσθε νεκροί;
Ξυπνήσατε, μην είσθε ενάντιοι κ' εχθροί.
Πως οι προπάτορές μας ωρμούσαν σαν θεριά,
για την Ελευθερίαν πηδούσαν στη φωτιά,
έτζι κ' ημείς, αδέλφια, ν' αρπάξωμεν για μια
τ' άρματα, και να βγούμεν απ' την πικρή σκλαβιά!
Να σφάξωμεν τους λύκους, που τον ζυγόν βαστούν
και Χριστιανούς και Τούρκους σκληρά τους τυραννούν·
στεριάς και του πελάγου να λάμψη ο Σταυρός,
κ' εις την δικαιοσύνην να σκύψη ο εχθρός·
ο κόσμος να γλυτώση απ' αύτην την πληγή
κ' ελεύθεροι να ζώμεν, αδέλφια εις την Γη!
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις