0
Your Καλαθι
Καπιταλιστικός ρεαλισμός
Υπάρχει άραγε εναλλακτική;
Έκπτωση
30%
30%
Περιγραφή
Είναι ευκολότερο να φανταστούμε το τέλος του κόσμου, παρά το τέλος του καπιταλισμού. Από το 1989 και έπειτα, ο καπιταλισμός έχει επιτυχημένα αυτοπαρουσιαστεί ως το μόνο ρεαλιστικό πολιτικοοικονομικό σύστημα – μια κατάσταση την οποία η τραπεζική κρίση του 2008 ενίσχυσε αντί να υπονομεύσει. Το βιβλίο αναλύει την ανάπτυξη και τα κύρια στοιχεία αυτού του καπιταλιστικού ρεαλισμού ως ένα βιωμένο ιδεολογικό πλαίσιο. Χρησιμοποιώντας παραδείγματα από την πολιτική, το σινεμά, τη λογοτεχνία, την εργασία και την εκπαίδευση, υποστηρίζει πως αυτός ο καπιταλιστικός ρεαλισμός που χρωματίζει κάθε πλευρά της σύγχρονης εμπειρίας, είναι οτιδήποτε άλλο παρά ρεαλιστικός, και διερωτάται για το πώς ο καπιταλισμός μπορεί να αμφισβητηθεί μέσα από τις αντιφάσεις του.
«Τη δεκαετία του ’80, όταν ο Τζέιμσον άρχισε να προωθεί τη θέση του για τον μεταμοντερνισμό, υπήρχαν ακόμα πολιτικές εναλλακτικές στον καπιταλισμό, τουλάχιστον κατ’ όνομα. Αυτό που έχουμε να αντιμετωπίσουμε σήμερα, ωστόσο, είναι μια πολύ βαθύτερη, πολύ πιο διαβρωτική αίσθηση εξάντλησης, πολιτισμικής και πολιτικής στειρότητας. Στη δεκαετία του ’80, ο «Πραγματικά Υπαρκτός Σοσιαλισμός» επέμενε ακόμα, αν και βρισκόταν στην τελική φάση κατάρρευσής του. Στη Βρετανία, οι διαχωριστικές γραμμές του ταξικού ανταγωνισμού αποκαλύφθηκαν εξολοκλήρου σε περιστατικά όπως η απεργία των μεταλλωρύχων του 1984-85. Η ήττα των μεταλλωρύχων ήταν μια σημαντική στιγμή στην ανάπτυξη του καπιταλιστικού ρεαλισμού, σημαντική τόσο στη συμβολική του διάσταση όσο και στα πρακτικά αποτελέσματα. Το κλείσιμο των στοών στηρίχθηκε ακριβώς πάνω στο επιχείρημα ότι το να διατηρηθούν ανοιχτές δεν ήταν «οικονομικά ρεαλιστικό», και στους μεταλλωρύχους δόθηκε ο ρόλος των τελευταίων ηθοποιών σε ένα καταδικασμένο προλεταριακό ρομάντζο. Η δεκαετία του ’80 ήταν η περίοδος που ο καπιταλιστικός ρεαλισμός υποστηρίχθηκε και εγκαθιδρύθηκε, όταν το δόγμα της Μάργκαρετ Θάτσερ ότι «δεν υπάρχει εναλλακτική» –πιο περιληπτικό σλόγκαν για τον καπιταλιστικό ρεαλισμό δεν θα μπορούσε να φανταστεί κανείς– έγινε μια σκληρά αυτοεκπληρούμενη προφητεία.
[…]
Η μακρά, σκοτεινή νύχτα του τέλους της ιστορίας πρέπει να γίνει αντιληπτή ως μια γιγάντια ευκαιρία. Η καταπιεστική διάβρωση των μέσων του καπιταλιστικού ρεαλισμού που ακόμα ακτινοβολεί εναλλακτικές πολιτικές και οικονομικές δυνατότητες μπορεί να είχε ένα δυσανάλογα μεγάλο αποτέλεσμα. Το μικρότερο γεγονός μπορεί να ανοίξει μια τρύπα στην γκρίζα κουρτίνα της αντίδρασης που έχει σημαδέψει τους ορίζοντες των δυνατοτήτων υπό τον καπιταλιστικό ρεαλισμό. Από μία κατάσταση στην οποία τίποτα δεν μπορεί να συμβεί, ξαφνικά τα πάντα είναι και πάλι πιθανά.»
«Ας μη μακρυγορούμε – το επιβλητικά ευανάγνωστο βιβλίο του Fisher είναι απλούστατα η καλύτερη διάγνωση της δυσμενούς κατάστασης στην οποία έχουμε περιέλθει! Αξιοποιώντας παραδείγματα από την καθημερινή ζωή και την ποπ κουλτούρα, αλλά χωρίς να θυσιάζει τίποτα από τη θεωρητική του αυστηρότητα, [o Fisher] ζωγραφίζει ένα αμείλικτο πορτραίτο της ιδεολογικής μας μιζέριας.»
– Σλάβοϊ Ζίζεκ
«Τη δεκαετία του ’80, όταν ο Τζέιμσον άρχισε να προωθεί τη θέση του για τον μεταμοντερνισμό, υπήρχαν ακόμα πολιτικές εναλλακτικές στον καπιταλισμό, τουλάχιστον κατ’ όνομα. Αυτό που έχουμε να αντιμετωπίσουμε σήμερα, ωστόσο, είναι μια πολύ βαθύτερη, πολύ πιο διαβρωτική αίσθηση εξάντλησης, πολιτισμικής και πολιτικής στειρότητας. Στη δεκαετία του ’80, ο «Πραγματικά Υπαρκτός Σοσιαλισμός» επέμενε ακόμα, αν και βρισκόταν στην τελική φάση κατάρρευσής του. Στη Βρετανία, οι διαχωριστικές γραμμές του ταξικού ανταγωνισμού αποκαλύφθηκαν εξολοκλήρου σε περιστατικά όπως η απεργία των μεταλλωρύχων του 1984-85. Η ήττα των μεταλλωρύχων ήταν μια σημαντική στιγμή στην ανάπτυξη του καπιταλιστικού ρεαλισμού, σημαντική τόσο στη συμβολική του διάσταση όσο και στα πρακτικά αποτελέσματα. Το κλείσιμο των στοών στηρίχθηκε ακριβώς πάνω στο επιχείρημα ότι το να διατηρηθούν ανοιχτές δεν ήταν «οικονομικά ρεαλιστικό», και στους μεταλλωρύχους δόθηκε ο ρόλος των τελευταίων ηθοποιών σε ένα καταδικασμένο προλεταριακό ρομάντζο. Η δεκαετία του ’80 ήταν η περίοδος που ο καπιταλιστικός ρεαλισμός υποστηρίχθηκε και εγκαθιδρύθηκε, όταν το δόγμα της Μάργκαρετ Θάτσερ ότι «δεν υπάρχει εναλλακτική» –πιο περιληπτικό σλόγκαν για τον καπιταλιστικό ρεαλισμό δεν θα μπορούσε να φανταστεί κανείς– έγινε μια σκληρά αυτοεκπληρούμενη προφητεία.
[…]
Η μακρά, σκοτεινή νύχτα του τέλους της ιστορίας πρέπει να γίνει αντιληπτή ως μια γιγάντια ευκαιρία. Η καταπιεστική διάβρωση των μέσων του καπιταλιστικού ρεαλισμού που ακόμα ακτινοβολεί εναλλακτικές πολιτικές και οικονομικές δυνατότητες μπορεί να είχε ένα δυσανάλογα μεγάλο αποτέλεσμα. Το μικρότερο γεγονός μπορεί να ανοίξει μια τρύπα στην γκρίζα κουρτίνα της αντίδρασης που έχει σημαδέψει τους ορίζοντες των δυνατοτήτων υπό τον καπιταλιστικό ρεαλισμό. Από μία κατάσταση στην οποία τίποτα δεν μπορεί να συμβεί, ξαφνικά τα πάντα είναι και πάλι πιθανά.»
«Ας μη μακρυγορούμε – το επιβλητικά ευανάγνωστο βιβλίο του Fisher είναι απλούστατα η καλύτερη διάγνωση της δυσμενούς κατάστασης στην οποία έχουμε περιέλθει! Αξιοποιώντας παραδείγματα από την καθημερινή ζωή και την ποπ κουλτούρα, αλλά χωρίς να θυσιάζει τίποτα από τη θεωρητική του αυστηρότητα, [o Fisher] ζωγραφίζει ένα αμείλικτο πορτραίτο της ιδεολογικής μας μιζέριας.»
– Σλάβοϊ Ζίζεκ
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις