0
Your Καλαθι
Παγκοσμιοποίηση, αριστερά και περιεκτική δημοκρατία
Περιγραφή
Η συζήτηση πάνω στο κρισιμότερο θέμα της εποχής μας, την παγκοσμιοποίηση, χαρακτηρίζεται από μια απερίγραπτη σύγχυση τόσο όσον αφορά τις θεμελιώδεις έννοιες όσο και την αποτίμηση της σημασίας της. Μερικοί την καλωσορίζουν ως ένα ακόμα βήμα στην εξελικτική (αλλά και μυθική) διαδικασία «Προόδου». Άλλοι την αρνούνται στρουθοκαμηλικά ως «χίμαιρα» που ήδη σβήνει ή τη βλέπουν ως μια συνωμοσία του κεφαλαίου η οποία, μέσω των διεθνών οργανισμών που ελέγχει, επέβαλε κάποιο «μοντέλο» παγκοσμιοποίησης.
Στο βιβλίο αυτό ο συγγραφέας δείχνει το αβάσιμο των προσεγγίσεων αυτών και προσπαθεί να αναπτύξει μια «συστημική» προσέγγιση η οποία εξετάζει την παγκοσμιοποίηση ως αποτέλεσμα της αλληλεπίδρασης αντικειμενικών διαδικασιών (που τέθηκαν σε κίνηση με την εγκαθίδρυση της οικονομίας της αγοράς δυο αιώνες πριν) και «υποκειμενικών» συνθηκών (που καθορίζονται από το αποτέλεσμα της κοινωνικής πάλης ανάμεσα στις κυρίαρχες και τις εξουσιαζόμενες κοινωνικές ομάδες). Με αυτή την έννοια η παγκοσμιοποίηση στη σημερινή οικονομία της αγοράς μόνο νεοφιλελεύθερη μπορεί να είναι, εφόσον νεοφιλελευθερισμός και παγκοσμιοποίηση είναι αλληλένδετα φαινόμενα που αποτελούν απλώς τις όψεις του ίδιου νομίσματος, δηλαδή, της δυναμικής της οικονομίας της αγοράς.
Μια τέτοια θεώρηση της παγκοσμιοποίησης συνεπάγεται ότι αντίστοιχα συστημικός πρέπει να είναι και ο χαρακτήρας του κινήματος εναντίον της, με βασική επιδίωξη μια εναλλακτική παγκοσμιοποίηση που θα θεμελιώνεται στην ισοκατανομή της πολιτικής και οικονομικής δύναμης μεταξύ όλων των πολιτών και στην επανενσωμάτωση του Ανθρώπου στη Φύση, δηλαδή στην Περιεκτική Δημοκρατία.
ΚΡΙΤΙΚΗ
Το βιβλίο του Τάκη Φωτόπουλου Παγκοσμιοποίηση, Αριστερά και Περιεκτική Δημοκρατία (Ελληνικά Γράμματα) είναι στην πραγματικότητα νέο μόνο ως προς την «παγκοσμιοποίηση» και την «Αριστερά». Το «απίθανα δυνατό» όραμα της «περιεκτικής δημοκρατίας» που θα πρέπει να χαρακτηρίζει σήμερα, σύμφωνα με τον συγγραφέα, την Αριστερά απέναντι στην παγκοσμιοποίηση το έχει παρουσιάσει και αναλύσει σε προηγούμενο ομότιτλο βιβλίο του (βλ. «Το Βήμα», Βιβλία, 16.1.2000). Ωστόσο, μέσα από τη δομική και ιστορική ανάλυση της παγκοσμιοποίησης και τον ρόλο της Αριστεράς σήμερα απέναντι σε αυτήν, «επαληθεύεται» η αναγκαιότητα του προτάγματος της «περιεκτικής δημοκρατίας». Υπενθυμίζουμε ότι η περιεκτική δημοκρατία είναι το πρόταγμα για μια εκ θεμελίων «επανασυγκρότηση του κόσμου», για μια άμεση οικονομική, κοινωνική και οικολογική δημοκρατία, που βασίζεται στην ισοκατανομή της πολιτικής και οικονομικής εξουσίας, η οποία δεν είναι δυνατή στο ισχύον πλαίσιο της (διεθνοποιημένης σήμερα) οικονομίας της αγοράς, της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας και των συνακόλουθων ιεραρχικών δομών.
Το νέο βιβλίο του Τ. Φωτόπουλου, το οποίο χωρίζεται σε τέσσερα μέρη, δεν είναι ένα ακόμη βιβλίο για τα καλά ή (και) τα κακά της παγκοσμιοποίησης. Η τελευταία αναλύεται και ερμηνεύεται εδώ συστημικά, με βάση δηλαδή τα δομικά (ενδογενή) και ιστορικά χαρακτηριστικά του υπάρχοντος οικονομικοπολιτικού συστήματος και αποκαθαίρεται από διάφορους μύθους και ιδεοληψίες. Ετσι και η εις βάθος εξονυχιστική και παραδειγματική εξέταση από τον συγγραφέα όλων των ως σήμερα θεωρητικών προσεγγίσεων τις διακρίνει με παιδαγωγική καθαρότητα και αίροντας τη σχετική σύγχυση, σε συστημικές (νεοφιλελεύθερη, σοσιαλφιλελεύθερη), οι οποίες δεν θεωρούν το φαινόμενο αντιστρέψιμο στο υπάρχον οικονομικό και πολιτικό πλαίσιο, μη συστημικές (της λεγόμενης ρεφορμιστικής Αριστεράς), οι οποίες θεωρούν το φαινόμενο αντιστρέψιμο στο παραπάνω πλαίσιο ως αποτέλεσμα εξωγενών παραγόντων, και τέλος, ενδιάμεσες (νεορθόδοξες) μαρξιστικές προσεγγίσεις, ήτοι της υπερεθνικής καπιταλιστικής τάξης (Sklair) και της «αυτοκρατορίας» (Hardt και Negri), μια οικοφεμινιστική και μια αναρχοσυνδικαλιστική. Αντίστοιχα, η δική του προσέγγιση της περιεκτικής δημοκρατίας είναι μια συστημική προσέγγιση. Ετσι, κατά την ανάλυση αυτής της τελευταίας προσέγγισης, η παγκοσμιοποίηση δεν είναι ούτε χίμαιρα ούτε ιδεολόγημα ούτε φενάκη ούτε μύθος ούτε «συνωμοσία». Είναι το οικονομικό σκέλος της κρίσης της οικονομίας της αγοράς και εντάσσεται στη δυναμική την οποία αυτή αναπτύσσει. Ο Φωτόπουλος θεωρεί ορθά ότι η οικονομική παγκοσμιοποίηση (ακριβέστερα η διεθνοποιημένη οικονομία της αγοράς) έχει συστημικό χαρακτήρα και εδράζεται στο DNA θα λέγαμε της οικονομίας του τρίπτυχου: αγορά-«ανάπτυξη»-«πρόοδος». Η σημερινή διεθνοποίηση των αγορών αποτελεί ένα ποσοτικά και ποιοτικά νέο φαινόμενο που δεν έχει σχέση με την πρώτη, κατά τον συγγραφέα, απόπειρα διεθνοποίησης στα μέσα και τέλη του 19ου αιώνα (φιλελεύθερη μορφή της νεωτερικότητας). Τα κύρια χαρακτηριστικά της είναι το άνοιγμα και η απελευθέρωση των αγορών κεφαλαίου και εμπορευμάτων αλλά και η ελαστικοποίηση των αγορών εργασίας. Το φαινόμενο συνεπώς εγγράφεται στη δυναμική διαδικασία αγοραιοποίησης που άρχισε πριν από διακόσια περίπου χρόνια και διακόπηκε από την άνοδο του κρατισμού (σοσιαλδημοκρατικού και σοβιετικού - κρατικιστική μορφή νεωτερικότητας), και το οποίο όμως εμπεριέχει νέα στοιχεία, όπως η ανάπτυξη των πολυεθνικών επιχειρήσεων και η γενίκευση και καθολίκευση της (άλλοτε μόνο οικονομικής) παγκοσμιοποίησης. Πρόκειται συνεπώς για μια δομική αλλαγή, για ένα συστημικό φαινόμενο το οποίο συνεπάγεται δύο (λογικές) πολιτικές παραδοχές: Πρώτον, καμία δυνατότητα (κρατικής) ρυθμιστικοελεγκτικής αλλαγής δεν είναι δυνατή στο σημερινό οικονομικό και θεσμικό πλαίσιο και, ως εκ τούτου, οι σημερινές κυβερνήσεις πράγματι δεν έχουν άλλο δρόμο, μια και η παγκοσμιοποίηση σήμερα μόνο νεοφιλελεύθερη μπορεί να είναι.
Συνεπώς οι κλασικές μορφές πολιτικής δράσης της Αριστεράς δεν μπορούν να είναι λυσιτελείς. Ακόμη και η ενδυνάμωση της κοινωνίας των πολιτών και οι διάφορες υπαρκτές μορφές κοινωνικής (εναλλακτικής ή τρίτης) οικονομίας σε ένα τέτοιο πλαίσιο είναι, κατά τον Φωτόπουλο, ουτοπική και ανιστορική και για τούτο μάταιη. Δεύτερον, αντίστοιχα, μόνο ένα αντισυστημικό μαζικό παγκόσμιο κίνημα μπορεί να εναντιωθεί αποτελεσματικά στη νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση και να συστήσει μια διέξοδο εγκαταλείποντας την αγορά, στη βάση όμως, κατά τον συγγραφέα, ενός ριζικά νέου και επανασχεδιασμένου ολοκληρωμένου πολιτικού προγράμματος και ενός νέου θεσμικού πλαισίου, αυτού της περιεκτικής δημοκρατίας. Τα συλλογικά υποκείμενα της ανατροπής θα αποτελούν οι άνεργοι, οι απασχολήσιμοι, οι άστεγοι, οι μετανάστες, οι πολιτιστικά καταπιεσμένοι κ.ά. Ο κύριος όμως «πυροδοτητής» της ανατροπής θα είναι, όπως υποστήριζε και ο Καστοριάδης, η συνειδητοποίηση.
Ετσι, τελικά, για τον Φωτόπουλο το γνωστό ιστορικό δίλημμα επικαιροποιείται σε «(περιεκτική) δημοκρατία ή βαρβαρότητα». Το βιβλίο του Τ. Φωτόπουλου επαναφέρει την οικονομία στην πρώτη και αληθινή της διάσταση, αυτήν της ιστορικής επιστήμης (Bourdieu), και συνδυάζει το πολιτικό δοκίμιο με την επιστημονική μελέτη.
Τάκης Νικολόπουλος (τακτικός καθηγητής)
ΤΟ ΒΗΜΑ , 02-06-2002
ΚΡΙΤΙΚΗ
Σήμερα, που η Αριστερά έχει περιέλθει σε μια περίεργη κατάσταση αφωνίας και η διαχείριση της υφιστάμενης οικονομίας της αγοράς μοιάζει να είναι ο μόνος δυνατός ορίζοντας για δυνάμεις που έως πρότινος αυτοσυστήνονταν ως «εναλλακτικές», η ανάλυση της νέας παγκόσμιας οικονομικοπολιτικής πραγματικότητας γίνεται έργο αποφασιστικής σημασίας, όλο και πιο επείγον για όσους έχουν ανάγκη να επεξεργαστούν αληθινά εναλλακτικές προοοπτικές και στρατηγικές ανακοπής της καλπάζουσας βαρβαρότητας. Παρ' όλο που ένα δίχτυ αδιαφάνειας φαίνεται να σκεπάζει τις διαδικασίες που κυβερνούν έναν μονοπολικό και στρατιωτικοπολιτικά ιεραρχημένο κόσμο, ραγδαία ενοποιούμενο από την επέκταση της αγοραιοποίησης και από τις νέες επικοινωνιακές τεχνολογίες, υπάρχουν παρ' όλ' αυτά στις μέρες μας λίγες ελπιδοφόρες αναλύσεις, που επιτρέπουν να ρίξουμε μια δέσμη φωτός στο πυκνό και αδιαπέραστο σκοτάδι. Αυτή τη στιγμή που μιλάμε δεν έχει ακόμη κοπάσει η εντύπωση που άφησε το μεγάλο βιβλίο με τίτλο Αυτοκρατορία1 των Antonio Negri και Michael Hardt, εντύπωση που οδήγησε στο -μάλλον απερίσκεπτο- δημοσιογραφικό χαρακτηρισμό του ως «το νέο κομμουνιστικό μανιφέστο», αλλά υπάρχουν και άλλες ανάλογης εμβέλειας αναλύσεις στο ριζοσπαστικό χώρο, που όσο κι αν εμφανίζεται αυτή τη στιγμή συρρικνωμένος δεν έχει πάψει να είναι με πολλούς τρόπους παρών. Το έργο, για παράδειγμα, του Τάκη Φωτόπουλου, καθηγητή των Οικονομικών μέχρι πρότινος στο Πανεπιστήμιο του Β. Λονδίνου, όπου ζει από το 1966, και διευθυντή εδώ και μία δεκαετία περίπου της διεθνούς επιθεώρησης κοινωνικής οικολογίας Democracy and Nature.
Προερχόμενος από τη ριζοσπαστική διεθνιστική Αριστερά της δεκαετίας του '60, ο Τάκης Φωτόπουλος έχει αναδειχθεί εδώ και αρκετά χρόνια σε έναν από τους διεισδυτικότερους οικονομικούς αναλυτές του σύγχρονου κόσμου, ο οποίος επιμένει ωστόσο να εντάσσει τις επιμέρους αναλύσεις του σε ένα ευρύτερο πολιτικό πρόγραμμα αυτονομίας και αυτοδιαχείρισης της ανθρώπινης εργασίας -που προϋποθέτει βεβαίως την απελευθέρωση της τελευταίας, καθώς και ολόκληρης της φύσης, από την αιχμαλωσία τους στην κεφαλαιοκρατική οικονομία της ανάπτυξης, στην ανταγωνιστική συσσώρευση πλούτου και ισχύος και στη διαδικασία της εμπορευματοποίησης, που έκανε δυνατή στο νεότερο κόσμο αυτή την απεριόριστα καταστροφική μορφή των κοινωνικών σχέσεων. Το πολιτικό του πρόγραμμα, στο οποίο εδώ και λίγα χρόνια έχει δώσει το όνομα «περιεκτική δημοκρατία», είναι γνωστό από προηγούμενα θεμελιώδη έργα του που ήδη κυκλοφορούν στα ελληνικά.
Σε τούτη την τελευταία ογκώδη μελέτη του προσπαθεί να αξιοποιήσει τις προηγούμενες θεωρητικές επεξεργασίες του ως εργαλείο ανάλυσης της παρούσας οικονομικοπολιτικής συγκυρίας και κυρίως του φαινομένου στο οποίο όλοι σήμερα αναφέρονται ως «παγκοσμιοποίηση».
Σε μια παρουσίαση όπως αυτή δεν είναι δυνατό να παρακολουθήσουμε όλο το μήκος των αναλύσεών του σε ένα φάσμα θεμάτων που κυμαίνονται από τους οικονομικούς και πολιτικούς όρους της παγκοσμιοποίησης ώς την κριτική της «ρεφορμιστικής» Αριστεράς και την εκτίμηση των δυνατοτήτων ενός κινήματος αντιπαγκοσμιοποίησης, από την παρακμή της αντιπροσωπευτικής «δημοκρατίας» και το ρόλο των ΜΜΕ μέχρι τις οικονομικές συνέπειες των νέων διεθνών ανισοτήτων και τη θέση της Ελλάδας στη νέα διαμορφούμενη παγκόσμια τάξη πραγμάτων· εκείνο που μπορούμε, ωστόσο, είναι να αποσαφηνίσουμε ορισμένους βασικούς όρους της σκέψης του, που επιτρέπουν σε όποιον ενδιαφέρεται να ανασυγκροτήσει για λογαριασμό του την όλη ανάλυση. Και πρώτα πρώτα, ο ίδιος ο όρος «παγκοσμιοποίηση» απαιτεί μία διπλή διευκρίνιση: πρώτον, είναι μία έννοια που έχει ταυτόχρονα πεδία εφαρμογής στην οικονομία (νεοφιλελευθερισμός και επεκτεινόμενη αγοραιοποίηση), στην πολιτική (παρακμή του εθνικού κράτους και διεθνείς δομές κυριαρχίας), στην τεχνολογική σφαίρα (νέες τηλεπικοινωνιακές τεχνολογίες και πληροφορική επανάσταση), στην κοινωνική και την πολιτισμική σφαίρα (ομοιογενοποίηση του τρόπου ζωής βασιζόμενη σε μια καταναλωτική κουλτούρα στο σημερινό «παγκόσμιο χωριό»), μεταξύ των οποίων, ωστόσο, η οικονομία έχει δεσπόζουσα θέση, επειδή ακριβώς είναι ο τομέας που, έχοντας από νωρίς αυτονομηθεί στο νεωτερικό κόσμο, υπαγορεύει τις εξελίξεις σε όλους τους άλλους τομείς της ανθρώπινης ζωής· δεύτερον, αν ο όρος «παγκοσμιοποίηση» σημαίνει ακριβώς μια παγκόσμια οικονομία χωρίς σύνορα, όπου η ίδια η παραγωγή έχει διεθνοποιηθεί, με την έννοια ότι οι μεγάλες επιχειρήσεις έχουν γίνει α-κρατικά σώματα, που εμπλέκονται σε έναν ενιαίο εσωτερικό καταμερισμό της εργασίας, ο οποίος καλύπτει πολλές χώρες, τότε εμφανώς η διαδικασία δεν έχει ακόμα ολοκληρωθεί, αφού οι αγορές έχουν μεν διεθνοποιηθεί, με την έννοια των ανοιχτών συνόρων για την ελεύθερη διακίνηση κεφαλαίου και εμπορευμάτων, όμως τα έθνη-κράτη εξακολουθούν να υπάρχουν και να μοιράζονται την εξουσία με τις πολυεθνικές επιχειρήσεις, περιοριζόμενα σε ρόλο ρυθμιστή του πλαισίου για την αποτελεσματική λειτουργία της αγοράς. Ακριβέστερα, λοιπόν, ο Φωτόπουλος ονομάζει «διεθνοποίηση» την παρούσα φάση της κεφαλαιοκρατικής οικονομίας, με δεσπόζοντα χαρακτηριστικά, πρώτον, τις ανοικτές αγορές κεφαλαίου και εμπορευμάτων, δεύτερον, τις ελαστικές αγορές εργασίας.
Ενα κρίσιμο στοιχείο στην ανάλυση του Τ. Φωτόπουλου είναι αυτό που αποκαλεί συστηματικό χαρακτήρα της παραπάνω διαδικασίας -που σημαίνει ότι αυτή είναι αναγκαία και αναπότρεπτη συνέπεια των αντικειμενικών, εσωτερικών ροπών της οικονομίας της αγοράς, αφού από τη γέννησή του αυτό το μοντέλο, πριν από τρεις περίπου αιώνες στην Ευρώπη, τείνει προς την αλόγιστη ανάπτυξη, που συνυποθέτει απεριόριστη συγκέντρωση κεφαλαίου και ισχύος, χωρίς καμία αναστολή μέχρι τον ολοσχερή αφανισμό του κοινωνικού και του γήινου βιοσυστήματος που το στηρίζει. Αυτό είναι το κριτήριο που του επιτρέπει να οριοθετήσει ως «ρεφορμιστικές» όλες τις αναλύσεις που αποδίδουν το πρόβλημα σε συγκυριακές αιτίες («αντιδραστικές» πολιτικές, «απορρύθμιση» των αγορών κ.ο.κ.), και, κατά συνέπεια, πιστεύουν ότι είναι δυνατή μια ρυθμιστική παρέμβαση οιουδήποτε τύπου χωρίς την καθολική άρση του μοντέλου της αγοράς. Αυτό του επιτρέπει να διαφοροποιηθεί και από αναλύσεις τύπου Καστοριάδη ή Μπουρντιέ, οι οποίοι, κατά τη γνώμη του, υπερτονίζουν τον υποκειμενικό-φαντασιακό παράγοντα και υποτιμούν τον εξαναγκαστικό χαρακτήρα που διέπει το σύστημα της αγοράς άπαξ και αυτό εγκαθιδρυθεί όπως -το επαναλαμβάνουμε- μπόρεσε να συμβεί για μοναδική φορά στην ανθρώπινη ιστορία με τον πολιτισμό της νεότερης Ευρώπης. Γίνεται εμφανής, λοιπόν, η συγγένεια της οπτικής του μ' εκείνη του Karl Polanyi, που ήταν ο πρώτος ο οποίος έθεσε με αυτόν τον οξύ τρόπο το ζήτημα και, στην πραγματικότητα, αυτό είναι που του επιτρέπει να αποστασιοποιηθεί και από ένα κατάλοιπο μαρξιστικής αισιοδοξίας που διαφαίνεται στις αναλύσεις των Negri και Hardt, οι οποίοι, παρά το ριζοσπαστισμό της ανάλυσής τους, διαβλέπουν ακόμη έναν «θετικό» χαρακτήρα στην όλη διαδικασία, με την έννοια ότι ανοίγει το δρόμο για μιαν άλλη, «εναλλακτική» παγκοσμιοποίηση.
Η περιγραφική ακρίβεια των αναλύσεων του Φωτόπουλου είναι εντυπωσιακή και όποιος δεν είναι τυφλωμένος από τις ποικίλες ιδεολογικές σειρήνες μπορεί να τις προσυπογράψει ώς την τελευταία τους λεπτομέρεια.
Εκεί που είναι δύσκολο κάποιος να τον ακολουθήσει είναι στη βούλησή του να συναγάγει απ' αυτές ένα στρατηγικό πρόγραμμα με ευκρινώς χαραγμένες διαχωριστικές γραμμές και διακεκριμένα στάδια δράσης. Οσον αφορά το πρώτο, πρέπει να θυμόσαστε ότι ο «ρεφορμισμός» είναι κυρίως κατηγορία της συνείδησης, όχι της πράξης: ρεφορμιστής δεν είναι όποιος δρα με οποιονδήποτε μεσοπρόθεσμο τακτικό στόχο, αλλά όποιος δεν έχει την ικανότητα να εντάξει αυτή του τη δράση σε μια μακροπρόθεσμη ριζική προοπτική αλλαγής. Οσον αφορά το δεύτερο είναι αναγκαίο να παραδεχθούμε, πιστεύω, ότι κανείς δεν έχει σήμερα το κλειδί της αποτελεσματικής δράσης και ότι το πιο κρίσιμο επανασταστικό γνώρισμα είναι, ακριβώς, η αποφασισμένη ανάληψη της αβεβαιότητας.
ΦΩΤΗΣ ΤΕΡΖΑΚΗΣ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 19/07/2002
Κριτικές
14/06/2009, 11:41
14/06/2009, 11:39