0
Your Καλαθι
Τα χρόνια με τη Λάουρα Δίας
Περιγραφή
Η Λάουρα Δίας είναι ένα πρόσωπο οικείο, αυτόπτης μάρτυρας των εθνικών και των διεθνών συμβάντων, και μεσ' από την ιστορία της ο Κάρλος Φουέντες καταγράφει τη μνήμη του μεξικάνικου εικοστού αιώνα, βασίζοντας την αφήγησή του σε πρόσωπα και γεγονότα που διαμόρφωσαν το πορτρέτο του σύγχρονου Μεξικού.
Τα Χρόνια με τη Λάουρα Δίας είναι ένα συγκλονιστικό ταξίδι στην προσωπική ζωή μιας γυναίκας, στα πάθη, τις περιπέτειες, τις προκαταλήψεις, τους θυελλώδεις έρωτες, τη χαρά και τον πόνο που την οδήγησαν στην κατάκτηση της ελευθερίας της και στη δημιουργική έκφραση. Είναι ένα μεγάλο οικογενειακό χρονικό και ταυτόχρονα μια πληθωρική τοιχογραφία του Μεξικού.
ΚΡΙΤΙΚΗ
Η ιστορική μνήμη, η μεξικανική ταυτότητα, η εξορία και η σχέση του ατομικού με το συλλογικό πεπρωμένο είναι τα θέματα που κυριαρχούν στα μυθιστορήματα του Κάρλος Φουέντες, θέματα στα οποία επανέρχεται κι εδώ, επιχειρώντας όμως κάτι ακόμα τολμηρότερο: να αφηγηθεί τη σύγχρονη ιστορία του Μεξικού μέσα από την ταραχώδη ζωή μιας γυναίκας. Η φωνή της εκφράζει ταυτόχρονα τα πάθη και τις ιδιαιτερότητες του φύλου της, όμως, έπειτα από μια σειρά συγκρούσεων, υπερβαίνει το ρόλο που προόριζε γι' αυτήν η Ιστορία, παρακάμπτοντας το ίδιο της το πεπρωμένο.
Στο πολυσέλιδο αυτό μυθιστόρημα εκθέτει την Ιστορία του Μεξικού, τον εικοστό αιώνα, τη «Μεξικάνικη Κόλαση» σύμφωνα με τον Σαντιάγκο, έναν χαρακτήρα το όνομα του οποίου εμφανίζεται συνεχώς στο οικογενειακό δέντρο της ηρωίδας. Στο καινοτομικό πλάνο του Φουέντες διαφαίνεται η απόπειρά του να καταδείξει τα επαναλαμβανόμενα μοτίβα της Ιστορίας: οι χαρακτήρες, οι ιδέες, τα επεισόδια υπηρετούν το στόχο του, συχνά θέτοντας σε δοκιμασία τη λογοτεχνικότητα του έργου, καθώς όλοι παλεύουν να ορίσουν τη θέση τους στη σαρωτική επέλαση του πεπρωμένου και της Ιστορίας. Το μυθιστόρημα κατακλύζεται από ρητορικές ερωτήσεις, συναισθηματικά φορτισμένους μονολόγους, διαλόγους, όπου εκτίθενται οι ιδεολογικές αντιθέσεις των ηρώων, οι οποίοι συχνά εμφανίζονται πως ενδιαφέρονται περισσότερο και επιχειρηματολογούν για την πολιτική, τον ισπανικό εμφύλιο, τη δικτατορία του Φράνκο, την ευρωπαϊκή σύρραξη, τα εγκλήματα του Χίτλερ και του Στάλιν, παρά για την ιδιωτική τους ζωή. Οι γυναίκες βέβαια λειτουργούν κυρίως στο ατομικό επίπεδο και θυσιάζονται για να προωθηθεί η Ιστορία, βρίσκουν όμως τη δύναμη να επιβιώσουν από τη σαρωτική βία της εποχής τους και να διατηρήσουν τη μνήμη των νεκρών.
Ο Φουέντες αντλεί μερικώς τις πληροφορίες του (όπως μαθαίνουμε από τις ευχαριστίες στο τέλος του βιβλίου) από την οικογενειακή παράδοση και από τις αφηγήσεις της γιαγιάς του: «οι καλύτεροι μυθιστοριογράφοι είναι οι γιαγιάδες μας», δηλώνει και βάζει τον τέταρτο Σαντιάγκο να μας εισαγάγει στο βιβλίο, έναν φωτογράφο που κάνει ένα ρεπορτάζ για τις τοιχογραφίες του Ντιτρόιτ, με στόχο να φωτογραφήσει την παρακμή της βιομηχανικής πόλης ως επιτάφιο του εικοστού αιώνα.
Σε μια τοιχογραφία του Μεξικανού ζωγράφου Ντιέγο Ριβιέρα, στον οποίο είχε ανατεθεί να διακοσμήσει τους τοίχους του Ινστιτούτου Καλών Τέχνων το 1932, ύστερα από παραγγελία του Χένρι Φορντ (τοιχογραφία για την οποία κατηγορήθηκε από κομμουνιστές και καπιταλιστές) υπάρχουν δύο εργάτριες με αντρικά ρούχα.
Η μία είναι η ζωγράφος Φρίντα Κάλο, σύζυγος του Ντιέγο, που περιγράφεται ως ανεξάρτητη γυναικεία προσωπικότητα, και στο πρόσωπο της δεύτερης διακρίνει την προγιαγιά του, τη Λάουρα Δίας. Η γυναίκα με τα αετίσια χαρακτηριστικά, τα μελαγχολικά χρυσαφένια μάτια με τους μαύρους κύκλους, τα λεπτά αισθησιακά χείλη είναι η γιαγιά του πατέρα του, που δολοφονήθηκε το 1968, και η όψη της του δημιουργεί μια «ιερή ταραχή», που τον οδηγεί στην ανασύνθεση της ζωής τής νεκρής.
Η «αναδρομή» αρχίζει το 1870 με μια εντυπωσιακή σκηνή, όπου η γιαγιά της Λάουρας, η Κόσιμα Κέλσεν πηγαίνει στην πόλη του Μεξικού να αγοράσει έπιπλα για το σπίτι της στη Βερακρούς και στο γυρισμό ληστές σταματούν την άμαξά της. Οταν ο αρχιληστής απαιτεί τη βέρα της, η γυναίκα προτιμάει να της κόψει τα δάχτυλα παρά να την παραδώσει. Η θρυλική γιαγιά σημαδεύει τις ζωές των γυναικών που ακολουθούν και οι οποίες με θάρρος και αποφασιστικότητα υπομένουν το πεπρωμένο τους. Δύο ανύπαντρες θείες της Λάουρας, για παράδειγμα, αφοσιώνονται στην τέχνη, η μία στη μουσική και η άλλη στην ποίηση και όταν γερνάνε, αποφασίζουν να τελειώσουν τη ζωή τους μέσα στην έρημο και, αρνούμενες την παρακμή, «κάνουν με το θάνατο τέχνη». Η Λάουρα, εγγονή ιδιοκτήτη φυτείας καφέ και κόρη τραπεζίτη, που χρηματοδοτεί την επιχείρηση του πεθερού του, περνάει μέσα από όλες τις αναταραχές και τις συρράξεις του εικοστού αιώνα. Καθώς οι δομές και οι τάξεις σείονται, το ίδιο συμβαίνει και με την πολιτική. Η μακροχρόνια δικτατορία του Πορφίριο Δίας τερματίζεται, όχι όμως πριν από το θάνατο του λατρεμένου ετεροθαλούς αδελφού της Σαντιάγκο, μια ηρωική μορφή που πυροβολείται, γιατί είναι οπαδός του δημοκράτη Πορφίριο Μαντέρο. Αυτός είναι ο πρώτος της σειράς των Σαντιάγκο που περνούν από τη ζωή της Λάουρας, τα «παιδιά του κεραυνού» -θύματα και ήρωες της μεξικανικής ιστορίας. Αργότερα, η οικογενειακή περιουσία χάνεται και η μητέρα της νοικιάζει δωμάτια, σε ένα από τα οποία φιλοξενείται μια επαναστάτρια, την οποία η Λάουρα ποτέ δεν συναντάει, παράλειψη που θα την κατατρέχει στην υπόλοιπη ζωή της.
Στην εποχή των μεγάλων κοινωνικών ανακατατάξεων η Λάουρα δεν παραμένει αμέτοχη, παντρεύεται τον Φρανσίσκο Λοπέζ Γκριν, ηγέτη των εργατών και οπαδό της μεξικανικής επανάστασης του 1922, έναν άνθρωπο του οποίου το παρελθόν αγνοεί. Επειτα από μερικά χρόνια γάμου τον εγκαταλείπει, γιατί μαθαίνει πως πρόδωσε μια μοναχή, την Γκλόρια Σοριάνο που φιλοξενούσαν στο σπίτι τους, και αναχωρεί από την πόλη του Μεξικού για την Αμερική με το ζωγράφο Ντιέγο και τη Φρίντα Κάλο.
Κάποια χρόνια αργότερα θα επιστρέψει στο σύζυγό της και στους δύο γιους της, επιστροφή που συμπίπτει με την έναρξη ενός μεγάλου έρωτα με έναν εξόριστο από τη δικτατορία του Φράνκο, τον Χορχέ Μάουρα, Ισπανό κομμουνιστή, μέσα από τον οποίο μας δίνεται όλο το χρονικό του ισπανικού εμφυλίου, καθώς και η σύγκρουση και η φθορά των ιδεολογιών. Εκείνος όμως έχει τα δικά του ραντεβού με την Ιστορία και φεύγει από το Μεξικό για να διασώσει μια Εβραία από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης των ναζί. Μία δεκαετία αργότερα η Λάουρα τον συναντάει σε ένα ισπανικό μοναστήρι, όπου και θα τελειώσει τη ζωή του.
Στο δεύτερο μέρος του βιβλίου, ύστερα από μια σειρά απογοητεύσεων, βρίσκεται ακόμα κοντά στο κέντρο της δράσης, αλλά ποτέ αρκετά ανεξάρτητη, ώστε να ρυθμίσει η ίδια τη ζωή της. Πάντα προσκολλημένη σε χαρισματικές αντρικές προσωπικότητες, αψηφά τις δικές της φιλοδοξίες για να συμπαρασταθεί σε εκείνους που αγαπάει και τη χρειάζονται, ενώ οι εσωτερικές της κρίσεις μάς δίνονται με τη μορφή συναισθηματικά φορτισμένων μονολόγων.
Επειτα από πλήθος αφανισμών, θανάτων, απωλειών, έρχεται η στιγμή να δώσει προτεραιότητα στις δικές της επιταγές και διεκδικήσεις. Στα 60 της σταματάει πλέον να βιώνει και να προσλαμβάνει τον κόσμο μέσα από τους άντρες. Παίρνει τη φωτογραφική της μηχανή και ξεχύνεται στον κόσμο, φωτογραφίζοντας ασταμάτητα καθημερινές και άγνωστες πλευρές της χώρας της και σε δύο χρόνια αποκτά διεθνή φήμη για το κοινωνικό περιεχόμενο των φωτογραφιών της.
Ο Φουέντες έχει δοκιμαστεί σε όλα τα είδη του λόγου και με όλους τους τρόπους γραφής, από το ρεαλισμό και το μαγικό ρεαλισμό, στη ροή της συνείδησης και στο δοκίμιο. Στα «Χρόνια...» επιστρατεύει όλους τους τρόπους για να συστεγάσει τις θεωρίες του για τη ζωή, τον έρωτα και να αποδώσει μυθιστορηματικά το χρονικό της χώρας του και το θέμα της μεξικανικής ταυτότητας, στο οποίο έχει σταθεί τόσο στις «Μακρινές συγγένειες» όσο και στο «Θάνατο του Αρτέμιο Κρουζ», (ο ήρωας του οποίου περνάει βιαστικά και από τις σελίδες του παρόντος μυθιστορήματος). Ομως τελικά δεν αποφεύγει στο τολμηρό εγχείρημά του να επιτρέπει στις ιδέες να διαμορφώνουν τους χαρακτήρες του, προκειμένου να επιτευχθεί ο άθλος της διήγησης όλων των ιστορικών στιγμών που σημάδεψαν την ιστορία της χώρας του.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΑΝΤΟΓΛΟΥ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 22/02/2002
ΚΡΙΤΙΚΗ
Ο Κάρλος Φουέντες αγαπάει την κοινωνική τοιχογραφία. Ηδη από το πρώτο του μυθιστόρημα La region mαs transparente (Η διαυγέστερη περιοχή), 1958, ο Φουέντες κατοχυρώνεται ως μέγας «τοιχογράφος» της μεξικανικής γραμματείας. Και ήταν μόλις το πρώτο του, γραμμένο με θαυμαστή οικονομία εκφραστικών μέσων, όπου ανατέμνονται με ενάργεια η μετεπαναστατική μεξικανική κοινωνία και τα νέα αστικά κοινωνικά στρώματα, σε αυστηρή παραλληλία με την ιστορία της χώρας στο πρώτο μισό του 20ού αιώνα. Στα Χρόνια με τη Λάουρα Δίας η τοιχογραφία επεκτείνεται ως τις ημέρες μας, αγκαλιάζοντας ολόκληρο τον αιώνα. Συμπληρώνεται έτσι ο κύκλος που άνοιξε με τη Διαυγέστερη περιοχή. Στον ίδιο κύκλο εντάσσεται και Ο θάνατος του Αρτέμιο Κρους, 1962 (στα ελληνικά σε μετάφραση της Εφης Γιαννοπούλου, εκδόσεις Αγρα, 1999), με πρωταγωνίστρια τη Μεξικανική Επανάσταση (1910-1917), ενώ γίνεται εμφανέστερη η αναζήτηση της μεξικανικής ταυτότητας απ' ό,τι στη Διαυγέστερη περιοχή.
Ο συγγραφέας Φουέντες παρουσιάζει την εξής αντινομία: από τη μια είναι ο πιο μοντέρνος και ο πιο κοσμοπολίτης μεταξύ των ομοτέχνων συμπατριωτών του και από την άλλη κανείς τους δεν έσκυψε με τη δική του αφοσίωση στην ενδελεχή μελέτη της ταυτότητας του Μεξικανού. Το 1950 ο Οκτάβιο Πας έπραξε το ίδιο με το εντυπωσιακό του δοκίμιο Ο Λαβύρινθος της Μοναξιάς (στα ελληνικά σε μετάφραση της Ντιάνας Μπόμπολου το κείμενο και του Βίκτωρα Ιβάνοβιτς το επίμετρο, εκδόσεις Αλεξάνδρεια, 1995), αλλά ο Φουέντες αναζητεί με επίταση τις αναρίθμητες πτυχές της μεξικανικότητας στο σύνολο του πολυσχιδούς έργου του. Ενδιαφέρεται κυρίως για το σήμερα. Για την ερμηνεία του ανατρέχει στο χτες. Εμπέδωσε από νεαρή ηλικία το δίδαγμα του δασκάλου του Αλφόνσο Ρέγες, «πατριάρχη» των μεξικανικών γραμμάτων (1889-1959), ουμανιστή και ελληνιστή: «Δεν υπάρχει δημιουργία δίχως την παράδοση. Η παράδοση της διανόησης του κόσμου τούτου μας ανήκει δικαιωματικά. Η μεξικανική λογοτεχνία είναι σπουδαία γιατί είναι λογοτεχνία και όχι γιατί είναι μεξικανική». Η λογοτεχνία του Φουέντες είναι μεξικανοκεντρική θεματολογικά αλλά «κοσμοπολίτικη» και οικουμενική ως προς το βεληνεκές. Ετσι και αλλιώς «σπουδαία». Μας το αποδεικνύει και πάλι με το τελευταίο του μυθιστόρημα.
Ο ίδιος μάς το λέει στο τέλος του βιβλίου: «Οι καλύτεροι μυθιστοριογράφοι είναι οι γιαγιάδες μας» και σε εκείνες χρωστάει ο συγγραφέας τις πρώτες μνήμες της πατρίδας του προτού τη γνωρίσει (γόνος διπλωμάτη, γεννήθηκε και πέρασε τα παιδικά του χρόνια μακριά από το Μεξικό).
Το βιβλίο αρχίζει και τελειώνει με τη φωτογράφιση δύο τοιχογραφιών στις ΗΠΑ: Του Ντιέγο Ριβέρα στο Ντιτρόιτ στην αρχή και του Νταβίντ Αλφάρο Σικέιρος στο Λος Αντζελες στο τέλος. Ανατρεπτικές και οι δύο, βγάζουν με θράσος τη γλώσσα στην όποια εξουσία. Φωτογράφος ο δισεγγονός της Λάουρα Δίας. Στην πρώτη, μια λεπτομέρεια: στριμωγμένη σε μια γωνιά, δίπλα στην αμφιλεγόμενη γυναίκα του Φρίντα Κάλο, ο Ριβέρα απαθανάτισε τη Λάουρα Δίας. Ανάμεσα στις δύο φωτογραφίσεις η πορεία της. Μια τρίτη τοιχογραφία, μεταξύ των αληθινών. Τοιχογραφία μιας χώρας, μιας κοινωνίας σε μετεξέλιξη, υπό τα όμματα της ιστορικής στιγμής, ντόπιας και παγκόσμιας, μέσα από τα περιπετειώδη βιώματα μιας γυναίκας από τις απαρχές του αιώνα ως το κλείσιμό του.
Από μια φυτεία στη Βερακρούς και από εκεί στην Πόλη του Μεξικού, η Λάουρα, εγγονή γερμανών μεταναστών, παντρεύεται συνδικαλιστή αριστερό ηγέτη, αποκτά δύο αγόρια, εγκαταλείπει την οικογένεια γιατί προδίδονται τα ιδανικά της, ερωτεύεται, χάνεται σε αβύσσους πάθους, επιστρέφει ύστερα από χρόνια στην οικογενειακή εστία για να ανακαλύψει τα παιδιά της, τον ευαίσθητο καλλιτέχνη και τον αδίστακτο νεόπλουτο. Να θάψει τον άντρα της, ξεζουμισμένο από την εξουσία της νέας άρχουσας τάξης του μονοκομματικού καθεστώτος. Στις περιδιαβάσεις της είχε συναπαντηθεί με την αφρόκρεμα της μεξικανικής διανόησης και τέχνης και την Ιστορία του αιώνα: τον Εμφύλιο της Ισπανίας, τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, τον Μακαρθισμό.
Μια γυναίκα ελεύθερη; «απελεύθερη» μάλλον. Κατατρύχεται από την αναζήτηση της σωτηρίας της ψυχής της, στοιχειώνεται από την ουτοπία της επανάστασης που δεν έστερξε, την καλλιτεχνική δημιουργία στα όρια της τρέλας, την εξέγερση που καταπνίγηκε στα αιματηρά γεγονότα του Τλατελόλκο (τον Οκτώβριο του 1968, το «Πολυτεχνείο» του Μεξικού). Μετουσιώνει τα βιώματά της σε καλλιτεχνική δημιουργία μέσα από την τέχνη του καιρού μας, τη φωτογραφία: η ιστορία και η καταγραφή της στο σελιλόιντ. Παραδίδει την κάμερα και το σήμερα στο μέλλον, στα νιάτα, στον δισεγγονό της.
Νιώθει κανείς ότι με τη Λάουρα Δίας ο Φουέντες κλείνει τους λογαριασμούς του με την πρόσφατη ιστορία της χώρας του. Με αυτή τη μυθιστορηματική βιογραφία που επιδέχεται πολλαπλές και επάλληλες αναγνώσεις.
Σε ρυθμό θαλάσσιου θαρρείς κυματισμού, ο μέγας μάστορας μας προσφέρει ένα συναρπαστικό ανάγνωσμα που διαβάζεται απνευστί. Εντυπωσιάζει ιδιαίτερα η ικανότητά του να εντρυφεί στη γυναικεία ψυχοσύνθεση και να την ανασυνθέτει σε πρότυπο μυθιστορηματικό τύπο.
Ο Φουέντες είναι πολυγραφότατος. Από το 1954 ως σήμερα μας έχει δώσει 34 μεγάλα και μικρά μυθιστορήματα, νουβέλες, διηγήματα. Διαρθρωμένα συνήθως σε κύκλους. Θεατρικά έργα, δοκίμια, κινηματογραφικά σενάρια. Πλούσια αρθρογραφία και λογοτεχνική κριτική. Μόνο το πεδίο της ποίησης παραχώρησε στον φίλο του Οκτάβιο Πας. Υστερα από τον θάνατο του τελευταίου, το 1998, ο Κάρλος Φουέντες, ο μεγαλύτερος ζων μεξικανός συγγραφέας, πολυβραβευμένος με τις μεγαλύτερες λογοτεχνικές διακρίσεις παγκοσμίως, περιμένει στη σειρά για το Νομπέλ Λογοτεχνίας όποτε ξαναδοθεί σε ισπανόφωνο συγγραφέα.
Στα ελληνικά κυκλοφορούν επίσης, από τις εκδόσεις Ωκεανίδα: Ο Γερο-γκρίνγκο, 1987 (μετάφραση Κλαίτη Σωτηριάδου), εξαντλημένο, Η εκστρατεία, 1993 (μετάφραση Γιάννης Σπανδωνής), Ντιάνα, η μοναχική κυνηγός, 1995 (μετάφραση Κλαίτη Σωτηριάδου). Από τις εκδόσεις Θεμέλιο: Αύρα και Τα γενέθλια, 1997, καθώς και Μακρινές συγγένειες, 1998 (μετάφραση Χριστίνα Κόμη-Καλλινίκου). Από τις εκδόσεις Αγρα: Καμένο νερό, 1995 (μετάφραση Αχιλλέας Κυριακίδης).
Αμαλία Ρούβαλη (κοινωνιολόγος και μεταφράστρια)
ΤΟ ΒΗΜΑ , 31-03-2002
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις