Τα κορίτσια της πλατείας

Έκπτωση
40%
Τιμή Εκδότη: 15.28
9.17
Τιμή Πρωτοπορίας
+
278222
Συγγραφέας: Γαβαλά, Μαρία
Εκδόσεις: Πόλις
Σελίδες:354
Ημερομηνία Έκδοσης:01/02/2006
ISBN:9789604350964
Διαθεσιμότητα στα βιβλιοπωλεία μας
Αθήνα:
Περιορισμένη διαθεσιμότητα
Θεσσαλονίκη:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες
Πάτρα:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες

Περιγραφή


Ένας ιδιότυπος και πανούργος αστυνόμος, προκειμένου να πατάξει το κακό, χρησιμοποιεί διάφορα αθέμιτα ή περίεργα μέσα.
Μια αιθεροβάμων υπάλληλος του δημοσίου παρατά τη δουλειά της και περιφέρεται στην Αθήνα, σκιτσάροντας τα παράδοξα των δρόμων.
Ένας ηχολήπτης, που έχει μανία με τους αινιγματικούς ήχους, προσπαθεί να ξετρυπώσει την πηγή εκπομπής μιας μυστήριας γυναικείας κραυγής.
Μια πλανόδια χορεύτρια από τη νήσο Μαρτινίκα επιβιώνει στην πρωτεύουσα, ξαφρίζοντας πορτοφόλια αλλά και λύνοντας αστυνομικούς γρίφους.
Ένα παρανοϊκός εγκληματίας το σκάει από τις φυλακές Κορυδαλλού και κρύβεται σ' ένα ερείπιο νεοκλασικό, βυσσοδομώντας εναντίον πάντων.
Πέντε ήρωες που προσπαθούν να παίξουν επιτυχώς τους καθημερινούς ρόλους τους. όσοι δεν τα καταφέρνουν, αναγκάζονται να αλλάξουν ταυτότητες. Ποιος μπορεί όμως να πει με σιγουριά και σαφήνεια τι σημαίνει αυτή η αλλαγή;

Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου







ΚΡΙΤΙΚΗ



Αλαφροΐσκιωτοι είναι, ό,τι θέλουν κάνουν. Ο λόγος περί των προσώπων του νέου, έκτου κατά σειρά, μυθιστορήματος της Μαρίας Γαβαλά. Η σύνθεση του βιβλίου παραπέμπει εν μέρει σε προηγούμενα μυθιστορήματά της και ιδιαίτερα στο πρόσφατο «Ακραία καιρικά φαινόμενα» (2003), όπου οι νευρώσεις των κεντρικών χαρακτήρων ερεθίζονταν από την κακοδαιμονία του αθηναϊκού περιβάλλοντος. Οι τωρινοί πρωταγωνιστές της Γαβαλά, ενδεέστεροι από τους μεγαλοαστούς προκατόχους τους, μολονότι διάγουν βίους ευθυγραμμισμένους με την κανονικότητα, δεν αργούν να εκδηλώσουν συμπτώματα σφοδρής εσωτερικής κρίσης. Η κόπωσή τους από μύχιες αναπηρίες επιδεινώνεται τάχιστα σε οξυμένη δυσανεξία στα πάντα. Το σημείο αυτό συνιστά την αφετηρία των μυθοπλαστικών δρωμένων, παράλληλα όμως και των αδυναμιών ως προς το χειρισμό και τον έλεγχό τους. Οπως και στο παλαιότερο μυθιστόρημα, και εδώ οι χαρακτήρες φαντάζουν υπέρ το δέον εξωτικοί, συνεπώς ελάχιστα πειστικοί, ενώ συχνά οι καταστάσεις στις οποίες πρωταγωνιστούν επεκτείνονται σε εξωφρενικές απολήξεις. Το στοιχείο εκείνο που αιφνιδιάζει ευχάριστα στο παρόν βιβλίο είναι η περιγελαστική οπτική, από την οποία η συγγραφέας εποπτεύει τους ψυχικούς κραδασμούς και τις πράξεις των ηρώων της. Η εκζήτηση των ανιστορούμενων επεισοδίων, καθώς επίσης και η τραβηγμένη ιδιοτυπία των προσώπων προσφέρονται οπωσδήποτε για διακωμώδηση. Αν μάλιστα η συγγραφέας αποτολμούσε να κινηθεί αποκλειστικά προς αυτή την κατεύθυνση, το αποτέλεσμα θα έρεπε μεν προς τη φαρσοκωμωδία, αλλά θα ήταν μάλλον συνεπέστερο με το περιεχόμενο του βιβλίου. Ομως η σοβαρή αντιμετώπιση και η ελαφρά καταγγελία κατισχύουν των περιπαικτικών νύξεων, προκειμένου να αναπαρασταθεί ο τραγέλαφος της αστικής πραγματικότητας.



Περιπέτειες στο αθηναϊκό κέντρο



Το μυθιστόρημα χωρίζεται σε τρία μέρη. «Οι αλαφροΐσκιωτοι... και ο φονιάς», οι συγκολλημένοι τίτλοι των δύο πρώτων, ενώ το τρίτο και ισχνότερο μέρος τιτλοφορείται «Το ποίημα της πόλης». Στο βιβλίο παρακολουθούμε τις αλλεπάλληλες συμπτώσεις που καταλήγουν στη διασταύρωση πέντε κατοίκων της πρωτεύουσας, παραμονές των Ολυμπιακών Αγώνων. Μια νεαρή υπάλληλος, αλλοπαρμένη και γενικώς παρμένη, παραιτείται από τη δουλειά της και περιδιαβαίνει τις αθηναϊκές συνοικίες, σχεδιάζοντας τη λυτρωτική της αποδέσμευση από το χαλαρωμένο γάμο της και από οτιδήποτε άλλο νιώθει σαν θηλιά. Στις περιπλανήσεις της πέφτει πάνω σε μια κοπέλα από τη Μαρτινίκα, η οποία βιοπορίζεται είτε με μικροαπατεωνιές είτε χορεύοντας και παίζοντας μουσική. Η πρώην υπάλληλος ανακαλύπτει τη δεξιότητά της στις προσωπογραφίες και μαζί με την υπερατλαντική νησιώτισσα σχηματίζουν ένα περίεργο δίδυμο που σύντομα κεντρίζει την προσοχή ενός εξίσου διαταραγμένου, sui generis (όπως επαναλαμβάνεται εννιά φορές στο βιβλίο, προς εμπέδωση) αστυνόμου. Ο τελευταίος, ο οποίος ήδη αισθάνεται να συνθλίβεται από την ευθύνη της ασφάλειας κατά την Ολυμπιάδα, επιφορτίζεται με τη σύλληψη ενός επικίνδυνου δραπέτη από τον Κορυδαλλό. Στα κορίτσια της πλατείας βρίσκει δύο άξιες βοηθούς. Η ερασιτέχνης ζωγράφος όχι μόνο έχει συναπαντηθεί δις με τον εγκληματία, αλλά έχει προλάβει και να τον σκιτσάρει, ενώ η πλανόδια χορεύτρια αποδεικνύεται, πέρα από μάγισσα, και μαθηματική διάνοια, με ειδίκευση στην αποκρυπτογράφηση κωδικών. Στην πλατεία, μια περιοχή ακατονόμαστη και κατ' επανάληψη περιγεγραμμένη με τα μελανότερα χρώματα, βρίσκονται το άντρο του ελαφρώς σαλταρισμένου φονιά, το καταφύγιο ενός ζαβού ρακοσυλλέκτη και το παγκάκι όπου κατοικοεδρεύουν οι δύο φίλες, εκτελώντας τη μυστική τους αποστολή. Στο σκηνικό προστίθεται και ο σύζυγος της σκιτσογράφου, ένας δαιμόνιος ηχολήπτης με εξαιρετικά αναπτυγμένη την αίσθηση της ακοής, δεινός στις αναρριχήσεις και επίδοξος μικρομηκάς, ο οποίος πασχίζει να εντοπίσει την πηγή εκπομπής μιας γυναικείας κραυγής.


Τι ακριβώς κάνουν όλα αυτά τα πολυτάλαντα πρόσωπα; Απολύτως τίποτα. Βέβαια, μία οξυδερκέστερη απάντηση θα εστιαζόταν στην ανάγκη φυγής από πληκτικές συνήθειες και στην αναζήτηση του διαφυγόντος νοήματος της ζωής. Τα πρόσωπα του μυθιστορήματος όμως, επί της ουσίας, αδρανούν και η συγγραφέας αναλαμβάνει την ενδελεχή ανάλυση της ψυχικής τους δυσκινησίας. Οι συμπεριφορές τους, δηλαδή, περισσότερο δηλώνονται παρά υποδεικνύονται. Γι' αυτόν το λόγο δημιουργείται χάσμα μεταξύ των εύλογων συμπερασμάτων της συγγραφέα και των ίδιων των χαρακτήρων, οι οποίοι συμπεριφέρονται εντελώς ασυνάρτητα. Η αρχικά δειλή και άβουλη υπάλληλος μεταλλάσσεται μετά μεγίστης ανακούφισης σε χαμίνι, η επί ξύλου κρεμάμενη χορεύτρια παίρνει τα πάνω της και διεκδικεί αξιοπρεπέστερο κοινωνικό πρόσωπο, ο αστυνόμος, άτεγκτος και εκφοβιστικός στις πρώτες σελίδες, γίνεται ολοένα και πιο νωθρός στη συνέχεια, ονειροπολώντας τις μέρες της συνταξιοδότησης, ο στυγερός δολοφόνος παραλύει μπροστά στο μακιγιαρισμένο βλέμμα μιας πόρνης. Το μυθιστόρημα δυσκολεύεται πολύ να βρει το ρυθμό του. Η αφήγηση άλλοτε λιμνάζει σε εξαντλητικές περιγραφές του αθηναϊκού τοπίου, το οποίο, όπως σε όλα τα βιβλία της Γαβαλά, προβάλλει σαν ένα αποκαρδιωτικό, απέραντο εργοτάξιο με άσβεστο φάρο τον Παρθενώνα, και άλλοτε δολιχοδρομεί στα ενδότερα των πρωταγωνιστών. Τη μονοτονία της αφηγηματικής ροής διαταράσσουν σκηνές-πυροτεχνήματα απίστευτου παραλογισμού, οι οποίες ούτε εισάγονται με τη δέουσα προετοιμασία ούτε παρουσιάζουν κάποια εκμεταλλεύσιμη προοπτική. Εν ολίγοις, απουσιάζει η κατάλληλη δραματουργική οργάνωση που θα στήριζε τις παρεκτροπές των χαρακτήρων.



Εξωφρενικά μικροεπεισόδια



Οι άκρως ευφάνταστες σκηνές δεν αποσκοπούν στην επιτάχυνση της δράσης, αλλά αποτελούν μεμονωμένα επεισόδια, με σκιώδη αντίκτυπο στις εξελίξεις. Αναφέρω ορισμένα χαρακτηριστικά παραδείγματα: Στο γρουσούζικο κεφάλαιο του πρώτου μέρους, στο 13ο δηλαδή, ο ηχολήπτης δέχεται την απρόβλεπτη επίσκεψη της χορεύτριας, επίσκεψη που με συνοπτικές διαδικασίες αποκτά διαστάσεις απερίγραπτου οργίου. Αν και ξεκάρφωτη η έκβαση του δείπνου, κάποιες στιγμές γίνεται σπαρταριστή. Αλλού ο ίδιος ήρωας, που κατατρύχεται από τη δυσεξιχνίαστη φωνή, αρχίζει ξαφνικά να πιστεύει ότι ήχος τόσο διαπεραστικός δεν μπορεί παρά να απελευθερώνεται τη στιγμή του οργασμού, και ρίχνεται στον εντοπισμό της ηδονικής κραυγής. «Τι να την κάνεις ακριβώς, αγόρι μου;» τον εμπαίζει η συγγραφέας, αλλά παρ' όλα αυτά τον στέλνει στο τροχόσπιτο δύο καλλονών, οι οποίες τον περιποιούνται σεξουαλικά, δεν του προσφέρουν όμως ηχητική ικανοποίηση. Μάλλον υποκρύπτεται κάποιος δυσπρόσιτος συμβολισμός στην αποκάλυψη ότι η γυναίκα του είναι εκείνη που τελικά διαθέτει τόσο υψηλές νότες, όχι στο κρεβάτι πάντως. Οι σουρεαλιστικές πινελιές συμπληρώνονται από ένα ιπτάμενο κατασκεύασμα, ένα χαρτονένιο πουλί με κυβιστικές επιρροές, ένα πολύσημο σύμβολο αγγέλου, δαίμονα ή ρουφιάνου, μια εκκεντρική παραλλαγή του ολυμπιακού ζέπελιν. Η μεταμεσονύκτια ψυχανάλυση της κακοπαθημένης υπαλλήλου από τον σουρωμένο αστυνόμο, η εκ βαθέων εξομολόγηση της πλάνητος χορεύτριας σε νεογέννητα γατάκια, οι συνομιλίες του σαλεμένου αστέγου με τα σκουπίδια και η μετέπειτα μετενσάρκωσή του σε σουσουράδα, συγκροτούν συγκρατημένες εκφράσεις της γενικότερα εκτραχηλισμένης αλλοφροσύνης.


Μολονότι στο βιβλίο πλεονάζουν τα σεξουαλικά στιγμιότυπα, το έδαφος για την ερωτική συνεύρεση των δύο ηρωίδων έχει επιδέξια προλειανθεί. Οπως, επίσης, εύστοχος είναι ο χειρισμός του μυστηρίου γύρω από τη σύλληψη του δραπέτη και η σταδιακή του κλιμάκωση. Ομως η κοινότοπη παρωδία των μέσων μαζικής ενημέρωσης μάλλον περιττεύει, ενώ απογοητεύει η αποσιώπηση της τελικής φάσης των επιχειρήσεων, της παράτολμης, δηλαδή, συνάντησης του αστυνόμου με τον εγκληματία, η οποία εστέφθη με χάπι-εντ. Αδιαπραγμάτευτο κεκτημένο της συγγραφέα παραμένει η γλώσσα, νεανική, δροσερή και χιουμοριστική, όταν δεν παλινδρομεί αναποφάσιστη ανάμεσα σε γλωσσοπλαστικά ευφυολογήματα και στη λογοτεχνική ορθότητα του λυρισμού.


Η Γαβαλά στοχεύοντας στην καταγγελία ή, στις καλύτερες στιγμές, στην κριτική του αστικού τρόπου ζωής, εμμένει στη νευρασθενική ιδιοσυγκρασία των ηρώων της σε σημείο εκείνοι να φαντάζουν παντελώς φευγάτοι και προβληματικοί για τη συνέπεια των αφηγούμενων περιστατικών. Ευνόητο είναι πως τόσο απορυθμισμένοι ήρωες ούτε να πάνε πολύ μακριά μπορούν ούτε να φωτίσουν το πρόσωπό τους μέσω των πράξεών τους καταφέρνουν. Περιφέρονται ανερμάτιστοι στις παρυφές μιας αλόγιστα αναλυτικής αφήγησης, αδυνατώντας να σταθούν ακόμα και σαν καρικατούρες στην κωμωδία της καθημερινότητας. Η συγγραφέας συμπάσχει υπερβολικά μαζί τους για να τους εμπλέξει σε μια σάτιρα της σύγχρονης πραγματικότητας, αξιοποιώντας έτσι την υπερτονισμένη ανισορροπία τους. Η σάτιρα, βέβαια, απαιτεί μέτρο, μεθοδικότητα, κριτική ευθυβολία και αυστηρό ζύγισμα των καταστάσεων και ως προς αυτά ακριβώς υστερεί το μυθιστόρημα.



ΛΙΝΑ ΠΑΝΤΑΛΕΩΝ

ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 23/06/2006

Κριτικές

Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις

Γράψτε μια κριτική
ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Δωρεάν αποστολή σε όλη την Ελλάδα με αγορές > 30€

ΒΙΒΛΙΑ ΧΕΡΙ ΜΕ ΧΕΡΙ

Γιατί τα βιβλία πρέπει να είναι φτηνά!

ΕΩΣ 6 ΑΤΟΚΕΣ ΔΟΣΕΙΣ

Μέχρι 6 άτοκες δόσεις με την πιστωτική σας κάρτα!