0
Your Καλαθι
Ιστορία της Ελληνικής Αρχιτεκτονικής 20ός αιώνας
Έκπτωση
35%
35%
Περιγραφή
Το βιβλίο αυτό προτείνει μια νέα, κριτική ανάγνωση της αρχιτεκτονικής του 20ού αιώνα στην Ελλάδα. Καταγράφει μεθοδικά πρωταγωνιστές, γεγονότα και αρχιτεκτονικά επιτεύγματα στο πλαίσιο μιας οργανικής ιστοριογραφικής σύνθεσης που επιδιώκει να αναδείξει διαχρονικές αξίες και πρότυπα αναφοράς για τον σημερινό σχεδιαστικό προβληματισμό. Η επιλογή της εικονογράφησης αποτελεί μια παράλληλη κριτική αφήγηση ενώ το «Επίμετρο: Αρχιτεκτονική ελλαδογραφία» περιλαμβάνει θεωρήσεις μιας γενικότερης φαινομενολογίας της σημερινής ελληνικής κοινωνίας σε σχέση με την πειθαρχία της Αρχιτεκτονικής.
ΚΡΙΤΙΚΗ
H ιστοριογραφία της ελληνικής αρχιτεκτονικής υπήρξε ως πρόσφατα ιδιαίτερα περιορισμένη. Σε έναν χώρο όπου βασικό βιβλίο αναφοράς εξακολουθεί να είναι η Νεοελληνική αρχιτεκτονική του Δημήτρη Φιλιππίδη (1984), την τελευταία τετραετία ήλθαν να προστεθούν τέσσερα έργα που αντιμετωπίζουν το ίδιο αντικείμενο από διαφορετική σκοπιά: H Μοντέρνα Αρχιτεκτονική στην Ελλάδα του Φιλιππίδη (2001), τα Δοκίμια για τη Νέα Ελληνική Αρχιτεκτονική της Ελένης Φεσσά-Εμμανουήλ (2001), ο κατάλογος Ελλάδα: H αρχιτεκτονική του 20ού αιώνα σε επιμέλεια των Σάββα Κονταράτου και Wilfried Wang (2000) και πρόσφατα η Ιστορία της Ελληνικής Αρχιτεκτονικής: 20ός αιώνας του Αντρέα Γιακουμακάτου (2003). Οφείλεται άραγε αυτή η ανάπτυξη του θεωρητικού λόγου στην ανάγκη απολογισμού που προκάλεσε η αλλαγή του αιώνα ή μήπως η ελληνική αρχιτεκτονική αποτελεί πλέον πρόσφορο έδαφος για τους κριτικούς και ιστορικούς της αρχιτεκτονικής;
Το νέο βιβλίο του Αντρέα Γιακουμακάτου μπορεί να προσεγγιστεί με δύο διαφορετικούς τρόπους. Πρόκειται για μία συνοπτική ιστορία της ελληνικής αρχιτεκτονικής του 20ού αιώνα, με ιδιαίτερα πλούσια εικονογράφηση, η οποία θα φανεί ιδιαίτερα χρήσιμη στους σπουδαστές αρχιτεκτονικής αλλά και σε όποιον άλλον ενδιαφέρεται για μια πρώτη επαφή με το αντικείμενο. Ταυτόχρονα όμως πρόκειται για μια κριτική ανάγνωση της αρχιτεκτονικής του 20ού αιώνα στην Ελλάδα, μια «οργανική ιστοριογραφική σύνθεση», όπως σημειώνεται στο εξώφυλλο του βιβλίου, «που επιδιώκει να αναδείξει διαχρονικές αξίες και πρότυπα αναφοράς για τον σημερινό σχεδιαστικό προβληματισμό». Ο βασικός λοιπόν στόχος του συγγραφέα δεν είναι η συμβολή στην τεκμηρίωση της ιστορίας αλλά η ουσιαστική συνεισφορά στην αντιμετώπιση της «ευδιάκριτης πολιτισμικής υστέρησης» που χαρακτηρίζει την αρχιτεκτονική στην Ελλάδα σήμερα.
Το βιβλίο ξεκινάει με την επισκόπηση των εκλεκτικιστικών και συντηρητικών τάσεων των προπολεμικών χρόνων για να περάσει σύντομα στο σημαντικό κεφάλαιο της δεκαετίας του 1930. Ο Γιακουμακάτος καταγράφει μεθοδικά τους πρωταγωνιστές, τα γεγονότα και τα έργα της περιόδου. Αναφέρεται στην προσέγγιση της αυτόχθονης παράδοσης και επικεντρώνει το ενδιαφέρον του στη διάδοση των αρχών του μοντέρνου κινήματος στην Ελλάδα. Προσδίδει την απαιτούμενη έμφαση στη διδακτική ιστορία των νέων αρχιτεκτόνων της εποχής, οι οποίοι αξιοποίησαν την πρόσκαιρη υποστήριξη της πολιτείας ώστε να υλοποιήσουν έναν εντυπωσιακό αριθμό αξιόλογων κτιρίων εκπαίδευσης και να συγχρονιστούν με τη διεθνή αρχιτεκτονική πρωτοπορία.
Συνέχειες και ασυνέχειες
Το βιβλίο εξετάζει τις συνέχειες και ασυνέχειες που σημάδεψαν την περίοδο από τη δικτατορία του Μεταξά ως την ανοικοδόμηση, διερευνώντας τόσο την εξαφάνιση πολλών από τους πρωταγωνιστές του Μεσοπολέμου όσο και τους παράγοντες που οδήγησαν στη γόνιμη περίοδο της δεκαετίας του 1960. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η αναφορά του Γιακουμακάτου σε δύο ζητήματα που αφορούν τους πρωταγωνιστές της εποχής και το περιβάλλον στο οποίο έδρασαν: τα πανελλήνια αρχιτεκτονικά συνέδρια της περιόδου 1961-1966, τα οποία έδωσαν το στίγμα της θέσης του αρχιτέκτονα στην κοινωνία, αλλά και η υιοθέτηση της μεθόδου της αντιπαροχής ως βασικού εργαλείου οικοδόμησης των ελληνικών πόλεων.
Το τελευταίο κεφάλαιο του βιβλίου αφορά την περίοδο από τη μεταπολίτευση ως και τις ημέρες μας. H συγκεκριμένη περίοδος προκαλεί συχνά δυσκολίες στην προσέγγισή της. Ορισμένες από τις επιλογές του συγγραφέα μπορεί εδώ να αμφισβητηθούν καθώς αποτελούν αντικείμενο ανοιχτών ακόμη συζητήσεων. Οι περισσότεροι πρωταγωνιστές είναι ακόμη παρόντες, τα γεγονότα σε εξέλιξη και τα έργα συχνά κατώτερα των περιστάσεων. Είναι όμως η περιορισμένη χρονική απόσταση που δυσχεραίνει τους ψύχραιμους απολογισμούς; Ή μήπως η συγκεκριμένη περίοδος περιλαμβάνει τόσο κρίσιμες μεταβολές ώστε να καθίσταται αναγκαία μια διαφορετική προσέγγιση;
H παραγωγή έργου
Ορισμένες απαντήσεις μάς δίνει τελικά ο ίδιος ο Γιακουμακάτος στο Επίμετρο με τίτλο «Αρχιτεκτονική Ελλαδογραφία» που συμπληρώνει το βιβλίο. Θα σταθώ σε δύο βασικές επισημάνσεις του συγγραφέα:
H πρώτη αφορά τη διάκριση ανάμεσα στη συζήτηση για το πραγματοποιημένο έργο και τις συνθήκες παραγωγής του. H αρχιτεκτονική κριτική δεν είναι πλέον δυνατόν να αγνοεί τις δυσχέρειες που αντιμετωπίζει η παραγωγή έργου στην Ελλάδα. H απενεργοποίηση του θεσμού των αρχιτεκτονικών διαγωνισμών, που σωστά επισημαίνεται, σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως συντεχνιακό πρόβλημα των αρχιτεκτόνων, οφειλόμενο στην εγγενή παραβατικότητα της ελληνικής κοινωνίας. H παρακμή ενός πολύτιμου θεσμού αποτελεί ουσιώδες πολιτισμικό πρόβλημα της κοινωνίας, για το οποίο θα πρέπει κάποια στιγμή να αναζητηθούν ευθύνες τόσο στην πλευρά της πολιτικής εξουσίας όσο και στους ίδιους τους αρχιτέκτονες.
H συμφιλίωση μεταξύ αρχιτεκτόνων και κοινωνίας στην οποία αναφέρεται ο συγγραφέας προϋποθέτει την επισήμανση προτύπων αναφοράς στη σχέση των αρχιτεκτόνων με την πολιτεία. Στην κατεύθυνση αυτή αξίζουν σίγουρα της προσοχής μας πέρα από τα ίδια τα έργα και οι διαδικασίες παραγωγής τόσο των σχολικών κτιρίων της δεκαετίας του 1930 όσο και των πολυάριθμων δημόσιων κτιρίων της περιόδου 1955-1967.
H δεύτερη επισήμανση του Γιακουμακάτου αφορά την ανάγκη συστηματικής διερεύνησης της αστικής κουλτούρας των ελληνικών πόλεων. H ανανέωση του σχεδιαστικού ήθους των νεότερων ελλήνων αρχιτεκτόνων «δεν προέρχεται πλέον από το παρελθόν αλλά από τα συγκεκριμένα και σκληρά δεδομένα του σημερινού κτιστού περιβάλλοντος». Αν λάβουμε ως πρότυπο αναφοράς την οντολογική προσέγγιση του Αρη Κωνσταντινίδη, αποδεχόμενοι την ηθική ως χωρικό αίτημα, και στη θέση του φυσικού τοπίου και της ανώνυμης λαϊκής αρχιτεκτονικής αποδεχθούμε το αστικό τοπίο και την πολυκατοικία, τότε πιθανώς να έχουμε μια νέα βάση εκκίνησης. Χωρίς προγραμματική επαναθεμελίωση της ελληνικής πόλης δεν μπορεί να υπάρξει σύγχρονη ελληνική αρχιτεκτονική.
Πάνος Δραγώνας (αρχιτέκτων, καθηγητής Αρχιτεκτονικής)
ΤΟ ΒΗΜΑ, 21-03-2004
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις