0
Your Καλαθι
Η Ελλάδα και το μέλλον ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΜΕΝΟ
Πραγματισμός και ψευδαισθήσεις
Έκπτωση
78%
78%
Περιγραφή
Ένα βιβλίο σε σύγκρουση με πολλούς μύθους που ζήσαμε και σε αναζήτηση ενός στίγματος πορείας στο νέο τοπίο που βρισκόμαστε. Ένα βιβλίο που κινείται και αναζητά απαντήσεις γύρω από τέσσερις έννοιες: Πολιτική-Ελλάδα-Σοσιαλισμός-Μέλλον.
Το νόημα του βιβλίου: Πως και γιατί μια σύγχρονη κοινωνία πρέπει να διαχειριστεί πολιτικά τις συνεχείς και γρήγορες αλλαγές και τις αβεβαιότητες που αναδεικνύονται, και ιδιαίτερα τις επιλογές σήμερα που καθορίζουν το μέλλον. Πώς να λειτουργήσουμε ως κοινωνία, ώστε τα επόμενα χρόνια να είναι αποτέλεσμα επιλογών και όχι αντικειμενικών καταναγκασμών. Ποιους μύθους να παραμερίσουμε και πώς να δούμε την πραγματικότητα της πολιτικής, της οικονομίας, της κοινωνικής πολιτικής και των κρίσιμων προβλημάτων με τα οποία βρισκόμαστε αντιμέτωποι σε ένα κόσμο που μπορεί να μην τον ορίζουμε εμείς, αλλά μέσα στον οποίο μπορούμε να καθορίσουμε την πορεία μας. Η ανάγκη να ξεφύγουμε από το ναρκισσισμό ενός ουτοπικού βολονταρισμού που κυριαρχεί σε περιφρόνηση της νοημοσύνης μας και η μετάβαση σε ένα πραγματιστικό ουτοπισμό.
ΚΡΙΤΙΚΗ
Λίγες ημέρες μετά την κυκλοφορία του βιβλίου τού Κώστα Σημίτη κυκλοφόρησε το βιβλίο του Τάσου Γιαννίτση, στενού συνεργάτη του πρώην πρωθυπουργού και υπουργού Εργασίας, αναπληρωτή υπουργού Εξωτερικών και υπουργού Εξωτερικών κατά την τετραετία 2000-2004. Ο καθηγητής στο Οικονομικό Τμήμα του Πανεπιστημίου Αθηνών Τάσος Γιαννίτσης, συγγραφέας πολλών βιβλίων, δοκιμίων και άρθρων, κυρίως, οικονομικού και ευρύτερου κοινωνιολογικού περιεχομένου, έρχεται με αυτό το έργο να αποδείξει κάτι που πολλοί αμφισβητούν. Αποδεικνύει πως η επιστημονική επάρκεια, η πνευματική επαγρύπνηση και διεισδυτικότητα αλλά και η πολιτική ανησυχία, υπό προϋποθέσεις, μπορούν να αποτελούν συνδαιτυμόνες της άμεσης πολιτικής εμπειρίας και πρακτικής.
Αυτό το βιβλίο είναι στραμμένο προς το μέλλον με πολιτικό τρόπο, δηλαδή ένα μέλλον που δεν είναι προϊόν παρθενογένεσης αλλά απόσταγμα της προηγηθείσας εμπειρίας, με τις θετικές και αρνητικές της πλευρές. Ο Γιαννίτσης δεν ενδιαφέρεται γενικώς για το μέλλον, αλλά για το μέλλον από την οπτική γωνία της Αριστεράς και του σοσιαλισμού. Η Αριστερά του βερμπαλισμού και των ρητορικών ξεσπασμάτων τον ενδιαφέρει στο βαθμό που αποτελεί εμπόδιο για την ανάπτυξη της Αριστεράς των αλλαγών και των μεταρρυθμίσεων. Η Αριστερά στο ρόλο του Σίσυφου οδηγεί σε συστημικά αδιέξοδα και σε απελπισία τους πολίτες που προσβλέπουν σ' αυτήν ως παράγοντα αλληλεγγύης, υπερασπιστή του συλλογικού αγαθού και δύναμη μετασχηματισμού της πραγματικότητας. Αυτή η Αριστερά κάποτε, ως σύγχρονος Προμηθέας, ενέπνεε πίστη για αλλαγές που θα οδηγούσαν σε έναν καλύτερο κόσμο, σήμερα όμως δεν εμπνέει γιατί ή συμβιβάζεται με το πραγματικό ή σκιαμαχεί. Ο Γιαννίτσης αγωνιά για μια Αριστερά που θα σέβεται τα γεγονότα και τον αντικειμενικό κόσμο, γιατί σκοπός της είναι η δημοκρατική και μόνο αλλαγή του κόσμου. Δεν τον ελκύει αυτή η Αριστερά που πιστεύει πως αν τα γεγονότα δεν συμφωνούν με τις ιδέες της τότε τόσο το χειρότερο για τα γεγονότα.
Η Αριστερά της μεταρρύθμισης και του σεβασμού των δημοκρατικών κατακτήσεων υποχρεούται να γνωρίζει τον κόσμο που θέλει να αλλάξει. Τίποτα δεν πρέπει να είναι τόσο ξένο στον αριστερό λόγο όσο η περιφρόνηση της γνώσης του κόσμου. Ο Γιαννίτσης με αυτό το βιβλίο μάς καλεί να γνωρίσουμε τον κόσμο που θέλουμε να αλλάξουμε, γιατί ο μόνος κόσμος που αλλάζει είναι ο γνωστός κόσμος.
Με δόσεις αυτοκριτικής
Ο πρώην υπουργός και άμεσος μέτοχος στις εξελίξεις της περιόδου διακυβέρνησης της χώρας από τον Κώστα Σημίτη, με ισχυρή δόση αυτοκριτικής, υποστηρίζει πως στην Ελλάδα για πολλαπλούς λόγους αποδυναμώθηκαν οι αξίες του συλλογικού στοιχείου και της κοινωνικής αλληλεγγύης. Η γνώση και οι ιδέες δεν είναι το όπλο των καθηγητών, μα όσων θλίβονται από τη φθορά του λόγου και της πολιτικής πρακτικής της Αριστεράς αλλά και από τη φθορά τής σοσιαλιστικής συνείδησης και ιδεολογίας.
Αυτήν τη γνώση και συνείδηση κυνηγάει από την αρχή του βιβλίου του ο συγγραφέας. Ξεκινάει από το όλο που αποτελεί ο κόσμος της παγκοσμιοποίησης, ο οποίος συμπυκνώνει τεράστιες ανισότητες, αλλαγές των διεθνών ισορροπιών, οικονομικές κρίσεις και έξαρση της τρομοκρατίας, αλλά ταυτοχρόνως αποτελεί δυναμικό πεδίο αλλαγών, ενίσχυσης της αλληλεξάρτησης και δημιουργίας προϋποθέσεων ευημερίας. Αυτός ο κόσμος που έχει ως κοινό παρονομαστή την ανασφάλεια, αποτελεί πεδίο πολιτικών αλλαγών και όχι αποτέλεσμα της ειμαρμένης των οικονομικών επιλογών. Οι οικονομικές επιλογές είναι και αυτές πολιτικές επιλογές. Η ίδια η παγκοσμιοποίηση δεν είναι μόνο οικονομικό φαινόμενο. Αντιθέτως αποτελεί μια διαδικασία ολικής διαφοροποίησης και μετασχηματισμού του καπιταλιστικού συστήματος. Η δαιμονοποίηση του φαινομένου λειτουργεί ως άλλοθι «πολιτικής μοιρολατρίας».
Ο περιγραφικός και αφαιρετικός κόσμος της παγκοσμιοποίησης ανοίγει τον επιστημονικό δρόμο για τον εμπλουτισμό των αφαιρέσεων με το υλικό τής συγκεκριμένης ανάλυσης της συγκεκριμένης ελληνικής πραγματικότητας. Ο συγγραφέας παρακολουθεί τρεις μεγάλους κύκλους, τη μεταπολίτευση των ετών από το 1974 έως το 1981, τη σοσιαλιστική περίοδο από το 1981 έως το 1990 και την ισορρόπηση μέσα από διαφοροποιημένες φάσεις που καταλήγει στην περίοδο του εκσυγχρονισμού 1996-2004. Αυτοί οι κύκλοι χωρίζονται σε περιόδους. Τρεις κυρίως περίοδοι 1981-89, 1990-93 και 1996-2004 τίθενται στο μικροσκόπιο της συγκριτικής ανάλυσης των ρυθμών μεταβολής των βασικών οικονομικών μεγεθών στην Ελλάδα. Για να περιγράψει το ελληνικό παραγωγικό και κοινωνικο-πολιτικό σύστημα στηρίζεται σε στοιχεία ως επί το πλείστον διεθνών οργανισμών, όπου καταγράφονται οι βασικές συνιστώσες της απασχόλησης, της ανεργίας, του ρόλου της μεγέθυνσης του δημόσιου τομέα, της κίνησης των μισθών και των πραγματικών αμοιβών, της παραγωγικότητας, των κοινωνικών δαπανών κ.λπ.
Τα πορίσματα που μας παραδίδει είναι αδύνατον να συνοψιστούν σε μερικές γραμμές. Θα εστιάσουμε αναγκαστικά σε μερικά από αυτά. Ο συγγραφέας υποστηρίζει πως εξαιτίας των εγγενών δυσκαμψιών του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού δεν ολοκληρώθηκαν οι σαφείς και σε πολλά επιτυχημένες προσπάθειες της περιόδου 1996-2004 για τη δημιουργία ενός σύγχρονου κοινωνικού κράτους. Μερικές από αυτές τις δυσκαμψίες είναι η περιορισμένη συμμετοχή της μισθωτής εργασίας στην οικονομία, η κυριαρχία μικρών μονάδων με χαμηλή παραγωγικότητα και χαμηλές αμοιβές, η αδύναμη και κρατικίστικη επιχειρηματική τάξη, η εκτεταμένη παραοικονομία, οι αντιστάσεις στην αναδιάρθρωση της γεωργικής παραγωγής, οι αρνητικές δημογραφικές εξελίξεις και το ίδιο το πολιτικό σύστημα. Ενα σύστημα που ως ορίζοντα αναφοράς του έχει την εκλογική τετραετία και το πολιτικό κόστος, ένα σύστημα που απεχθάνεται τη συστηματική εργασία, τη συνέπεια, τη γνώση ενώ αρέσκεται να βαυκαλίζει τους πολίτες με το λαϊκισμό και την κολακεία του. Στην Ελλάδα το πιο σημαντικό έλλειμμα δεν είναι το οικονομικό αλλά το πολιτικό, «το έλλειμμα σε ικανότητες διαχείρισης των θεμάτων της χώρας». Εμείς, με αφορμή την κρίση για το ασφαλιστικό, θα προσθέταμε και τα χαρακτηριστικά της στρεψοδικίας, της κρυψίνοιας και της αδιαφορίας για τη γνώση.
Πάντως, σύμφωνα με το συγγραφέα, η κυριότερη πολιτική παρακαταθήκη της περιόδου διακυβέρνησης της χώρας από τον Σημίτη ήταν η κατανόηση πως δεν μπορεί να γίνεται λόγος για καμία σοβαρή μεταρρύθμιση αν αυτή δεν στηρίζεται στη συνεργασία του τρίπτυχου «πολιτικό σύστημα-επιχειρηματικό δυναμικό-κοινωνικό σύνολο». Το βιβλίο διαπνέεται επίσης από την αίσθηση πως κρίσιμη παράμετρος που συνέβαλε στη δημιουργία συγκεκριμένων αδιεξόδων σε αυτή την περίοδο ήταν η υποτίμηση της ιδεολογικής παραγωγής.
Ο Γιαννίτσης ταυτοχρόνως προειδοποιεί ότι η οικονομική πολιτική είναι το πεδίο στο οποίο κρίνεται η συνολική πολιτική πειστικότητα της Αριστεράς. Μια Αριστερά που στηρίζεται σε αδύναμες και ελλειμματικές οικονομικές πολιτικές παρασύρει προς τα κάτω τα σοσιαλιστικά οράματα, γιατί συνεχώς ανακυκλώνει και μεταφέρει τα οικονομικά βάρη στα χαμηλόμισθα κοινωνικά στρώματα. Πολιτικές αύξησης των δημόσιων ελλειμμάτων και του δημόσιου χρέους ευνοούν όσους έχουν τη δυνατότητα να δανειοδοτούν το κράτος και φυσικά αυτοί δεν είναι τα μεσαία και τα χαμηλόμισθα στρώματα. Ο επιστήμονας και πολιτικός άνδρας Γιαννίτσης απευθύνεται σε εκείνο το σημαντικό τμήμα του ΠΑΣΟΚ (που κατά τη γνώμη μας, με το λαϊκισμό, το βερμπαλισμό και την αλαζονεία του, αποτέλεσε το μεγαλύτερο αντίπαλο του εκσυγχρονιστικού εγχειρήματος) για να του υπενθυμίσει πως το πρόβλημα για την Αριστερά δεν είναι να θέτει στόχους, αλλά να τους επιτυγχάνει.
Ο ρόλος των μηχανισμών
Ο προσεκτικός αναγνώστης θα παρατηρήσει πως ο Γιαννίτσης συνεχώς επικαλείται τις δυνάμεις της Αριστεράς και του σοσιαλισμού και όχι τους μηχανισμούς που συνθέτουν το «όλον ΠΑΣΟΚ». Ηταν αυτός ο μηχανισμός που, γλυκοκοιτάζοντας κάθε εξουσία, θυμάται κατά περίσταση τις «αριστερές» ή «δεξιές» του καταβολές, ο οποίος σαμποτάρισε το έργο του ίδιου τού Γιαννίτση. Ας μας επιτρέψει ο αναγνώστης ένα παράδειγμα: Τον Ιούνιο του 2001 ο υπουργός Εργασίας παρουσίασε ο ίδιος μια προκήρυξη για προγράμματα κατάρτισης, η οποία διευκόλυνε τους φορείς που ήθελαν να υποβάλουν προτάσεις. Τρεις-τέσσερις μήνες αργότερα η προκήρυξη που βγήκε περιείχε πολύ περισσότερες τυπολατρικές και γραφειοκρατικές απαιτήσεις από ό,τι οι προηγούμενες. Τι συνέβη; Απλούστατα, κάθε μηχανισμός χωρίς ευαισθησίες και με προσωπικά συμφέροντα επιδιώκει να δημιουργεί συνθήκες εξάρτησης από τον ίδιο των επιχειρηματιών και των πολιτών. Κάπου εκεί πρέπει να αναζητήσουμε και τους κύκλους της διαφθοράς.
Ολοι γνωρίζουμε ή έχουμε ακούσει για το φόβο του τερματοφύλακα πριν από την εκτέλεση πέναλτι. Θα θέλαμε να είχαμε λογοτεχνικές ικανότητες για να μεταφέρουμε τον πολύ πιο ισχυρό, τον διαλυτικό σχεδόν φόβο του βιβλιοκριτικού, που καλείται να παρουσιάσει βιβλία τόσο μεγάλης εμβέλειας, όταν βλέπει στον υπολογιστή του πως οι λέξεις που του αναλογούν έχουν ήδη συμπληρωθεί προτού κατορθώσει να αναφερθεί στις πιο βασικές συνιστώσες του έργου. Αυτές οι λέξεις μάς πνίγουν, αλλά από την άλλη ευελπιστούμε και πως με αυτές τις λίγες λέξεις θα πείσουμε όσο το δυνατόν περισσότερους (συμπεριλαμβανομένων των ρεκτών οποιασδήποτε επαναστατικής, νεοφιλελεύθερης ή «εκσυγχρονιστικής» κοινοτοπίας κυκλοφορεί στην αγορά των ΜΜΕ -βλέπε μη κρατικά πανεπιστήμια, κατάργηση της μονιμότητας στο Δημόσιο) να διαβάσουν αυτό το βιβλίο.
Κάτι τελευταίο. Μπορεί κάποιος να κατηγορήσει τον Γιαννίτση πως υπεκφεύγει να απαντήσει στα ερωτήματα που γεννήθηκαν από το σχέδιο νόμου για το ασφαλιστικό. Αν όμως προσέξει την εκ μέρους τού συγγραφέα προσέγγιση των προϋποθέσεων κάθε μεταρρύθμισης, θα καταλάβει πως έχει άδικο. Ο συγγραφέας έχει πολύ καλά κατανοήσει πως παρότι ο δρόμος από την επιστήμη προς την πολιτική είναι στρωμένος με αγκάθια, είναι ο μοναδικός δρόμος για όσους θέλουν να αλλάξουν αυτό τον κόσμο.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΙΑΚΑΝΤΑΡΗΣ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 11/08/2006
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις