0
Your Καλαθι
Η επιστροφή της μεγάλης θεάς
Έκπτωση
30%
30%
Περιγραφή
[...] Η "Επιστροφή της Μεγάλης Θεάς" είναι ένα από τα συναρπαστικότερα αλλά και, από θεωρητική άποψη, πιο τεκμηριωμένα ταξίδια στις, μέχρι πρότινος, χαμένες ρίζες του ευρωπαϊκού πολιτισμού.
Διαβάζοντας το βιβλίο ακολουθούμε τα ίχνη των παλαιο-ευρωπαϊκών «μητρογραμμικών» κοινωνιών της Νεολιθικής Περιόδου και της Εποχής του Χαλκού που, σύμφωνα με τη συγγραφέα, παρήκμασαν εξαιτίας της μετανάστευσης ινδο-ευρωπαϊκών πατριαρχικών φύλων. Ιερά και ναοί, ταφικά μνημεία και ειδώλια, ζωγραφικές παραστάσεις και λαογραφικές παραδόσεις, μεγάλιθοι και μάσκες, ένας πλούτος σχημάτων και μορφών αποκαλύπτουν την εσωτερική γεωγραφία ενός κόσμου που, αν και έχει βυθιστεί στον ορίζοντα του χρόνου, έχει αφήσει σημάδια της ύπαρξής του πίσω του. [...]
ΚΡΙΤΙΚΗ
Η Marija Gimbutas, που εκδίδεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα, σήμερα είναι ένα όνομα μεγάλης σημασίας για δύο τουλάχιστον πεδία σκέψης και έρευνας: αφενός την παλαιοανθρωπολογία και ειδικά τη μελέτη της προϊστορικής Ευρώπης πριν από την εποχή των μετάλλων, αφετέρου αυτό που στις ΗΠΑ σήμερα ονομάζουν κίνημα της «γυναικείας πνευματικότητας» - πεδίο σύγκλισης φεμινιστικών, οικολογικών και νεοπαγανιστικών ανησυχιών. Η Λιθουανή προϊστοριολόγος, που πέθανε πρόσφατα, πρέπει να θυμόμαστε, υπήρξε από τους εγκυρότερους μελετητές των πρώτων Ινδοευρωπαίων, και συνεισέφερε μια υπόθεση που σήμερα θεωρείται η επικρατέστερη στο μεγάλο αίνιγμα της αρχικής τους καταγωγής: πρότεινε, δηλαδή, ότι η γλωσσική ομάδα των πρωτο-ινδοευρωπαίων πρέπει να θεωρείται ταυτόσημη με τον πολιτισμό των κούργκαν (είδος θολωτών τάφων) τους οποίους έφερε στο φως η αρχαιολογική σκαπάνη και των οποίων η κοιτίδα τοποθετείται στη δασώδη-στεπώδη περιοχή ανάμεσα στον Πόντο και την Κασπία.
Αν η μελέτη των Ινδοευρωπαίων στάθηκε αφιέρωση ζωής για τη μισή τουλάχιστον σταδιοδρομία της Marija Gimbutas, το ενδιαφέρον της εν συνεχεία στράφηκε προς τους αυτόχθονες πολιτισμούς της νεολιθικής (έως και άπω παλαιολιθικής) Ευρώπης, την ανάπτυξη των οποίων διέκοψε βίαια η ινδοευρωπαϊκή κατάκτηση. Το γεγονός αυτό είναι αφθόνως τεκμηριωμένο σήμερα από τη στρωματογραφία των ευρημάτων, και η ίδια η Gimbutas είναι από τους ερευνητές που έχουν διεξαγάγει εκτεταμένες ανασκαφές -στο Ομπρε της Βοσνίας, στην Αντζα της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας, στους Σιταγρούς της βορειοανατολικής Ελλάδας, στο Αχίλλειο της Θεσσαλίας και στη Μανφρεντόνια της νότιας Ιταλίας. Τα αποτελέσματα των ερευνών της έχουν τεκμηριωθεί σε ένα πλούσιο θεωρητικό έργο, που περιλαμβάνει είκοσι βιβλία και πάνω από 300 δημοσιεύσεις σε επιστημονικά περιοδικά. Μεσ' από τις σελίδες του ανασυγκροτείται μπροστά στα μάτια μας με απαράμιλλη παραστατικότητα ο πολιτισμός της Παλαιάς Ευρώπης -ο όρος είναι δικός της- με τη μητροκεντρική και μητρογραμμική του οργάνωση, με τις μεγάλες θεές του της γονιμότητας, με τα τελετουργικά του θανάτου και της αναγέννησης, με τα πλούσια υπολείμματά του τάφων, ναών, κατοικιών, εργαλείων και τεχνημάτων.
Όπως καταλαβαίνει κανείς, το είδος της εργασίας στην οποία έχει αφιερωθεί η Gimbutas δεν ανήκει στην κατηγορία της αξιακά ουδέτερης επιστήμης. Σήμερα, σε μια εποχή συντηρητικής αντεπίθεσης, όπου όλες οι ανθρωπολογικές υποθέσεις που δεν εκλαμβάνουν την πατριαρχία ως οικουμενική και αδιαμφισβήτητη δομή του ανθρώπινου πολιτισμού έχουν πέσει σε μια περίεργη ανυποληψία, έχει τεράστια κριτική σημασία κάποιος να ανασυγκροτεί και να φέρνει ακούραστα στο φως μια βαθιά πολιτισμική ρήξη, όπως αυτή που επέφερε στην Ιστορία η βίαιη επέκταση των πολεμικοπατριαρχικών ινδοευρωπαϊκών φυλών. Οι τελευταίοι, κτηνοτρόφοι νομάδες αρχικά, ήταν οι πρώτοι που εξημέρωσαν το άλογο και ανέπτυξαν την τέχνη του πολέμου και μια ιεραρχική κοινωνική δομή βασισμένη στην πρωτοκαθεδρία των ανδρών-αρχηγών· οι ιθαγενείς κοινωνίες που κατέκτησαν ήταν ως επί το πλείστον ειρηνικές κοινωνίες αγροτο-τεχνικών, κάποτε με τα σημάδια μεγάλης πολιτισμικής εκλέπτυνσης, στις οποίες φαίνεται ότι υπήρχε μια κοινωνική ισότητα ασύγκριτη με ό,τι γνωρίζουμε αργότερα από τους ιστορικούς χρόνους. Οι μελέτες της Gimbutas έρχονται να τεκμηριώσουν με πλήθος στοιχεία αυτή τη μεγάλης κλίμακας ανθρωπολογική υπόθεση κι επιπλέον φωτίζουν σε ένα καινούργιο φως αυτούς τους χαμένους, πρώιμους πολιτισμούς.
Τα τελευταία χρόνια της ερευνητικής της ζωής, η Marija Gimbutas, μαζί με τις τρεις κόρες της, εγκαταστάθηκε στην Καλιφόρνια. Εκεί, στο πνευματικό περιβάλλον των ΗΠΑ, το έργο της τροφοδότησε απεριόριστα το κίνημα της λεγόμενης γυναικείας πνευματικότητας και έγινε μία από τις κύριες πηγές έμπνευσης των νέων οικο-φεμινιστικών ρευμάτων. Το βιβλίο που παρουσιάζεται σήμερα από τις εκδόσεις «Αρχέτυπο» τυχαίνει να είναι και το τελευταίο γραπτό της Λιθουανής προϊστοριολόγου, γραπτό που δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει η ίδια και μπόρεσε να εκδοθεί χάρη στη φροντίδα και με την επιμέλεια της μαθήτριάς της, Miriam Dobbins Dexter. Δεν είναι οπωσδήποτε το θεωρητικά σημαντικότερο, μπορεί όμως να διαβαστεί σαν μια αναμνηστική συνόψιση, εξαιρετικά περιεκτική, ολόκληρου του προηγούμενου έργου της.
Η επικέντρωση του βιβλίου είναι βεβαίως στις λατρείες της Παλαιάς Ευρώπης και κυρίως στις μεγάλες θηλυκές θεότητες που κατείχαν το κέντρο της λατρευτικής ζωής. Με άξονα τη λατρεία, όμως, στο πρώτο μέρος που επιγράφεται «Θρησκείες στην προπατριαρχική Ευρώπη», μας ξεναγεί σε όλη τούτη τη γοητευτική παλαιοανθρωπολογία: ειδώλια και εγχάρακτες εικόνες θεών και θεαινών, ζωομορφικές παραστάσεις και πολύπλοκοι συμβολισμοί, ναοί, ιερά κέντρα τελετών και τάφοι που μιμούνται τη μήτρα, στοιχεία της κοινωνικής οργάνωσης και της μυθικής σκέψης, ένας ολόκληρος κόσμος ζωντανεύει μεσ' από τις ευαίσθητες περιγραφές της. Συμβάλλει, βεβαίως, σε αυτό και η πλούσια εικονογράφηση του τόμου. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει εδώ η υπόθεση της Gimbutas ότι ένα πλήθος θεωρούμενων έως τώρα διακοσμητικών μοτίβων συνιστούν στην πραγματικότητα μιαν αναπτυσσόμενη παλαιοευρωπαϊκή γραφή - συγγενικές με την οποία είναι ίσως η κρητομινωική Γραμμική-Α και οι παλαιογερμανικές ρούνες.
Στο δεύτερο μέρος η συγγραφέας εξετάζει συγκεκριμένες μορφές θεοτήτων, που θεωρείται ότι έχουν παλαιοευρωπαϊκή προέλευση, τόσο σε ορισμένους πολιτισμικούς θυλάκους που επιβίωσαν της ινδοευρωπαϊκής κατάκτησης (όπως η μινωική Κρήτη, η χώρα των Ετρούσκων, η περιοχή των Βάσκων) όσο και σε ινδοευρωπαϊκά πολιτισμικά πλαίσια (αρχαία Ελλάδα, γερμανικοί και βαλτικοί λαοί, Κέλτες) ως ανθεκτικά επιβιώματα. Στο τελευταίο κομμάτι του κειμένου, αφιερωμένο στη βαλτική θρησκεία, ξαναζωντανεύει με νοσταλγία και με τρυφερότητα το φολκλόρ της ιδιαίτερης πατρίδας της, που αγάπησε με πάθος σε όλη της τη ζωή η Marija Gimbutas.
Μια παρατήρηση μόνο, που αφορά τη μετάφραση του τίτλου. Το βιβλίο κανονικά επιγράφεται The Living Goddesses [Οι Ζώσες Θεές]. Ένας εκδότης, βεβαίως, διατηρεί το δικαίωμα αλλαγής του τίτλου, προκειμένου να ανταποκρίνεται στο πνεύμα της δικής του γλώσσας, υπό τον όρον όμως ότι δεν προδίδει νοηματικά τη θέση του συγγραφέα. Εν προκειμένω, πουθενά η Gimbutas δεν μιλά για «επιστροφή» της θεάς. Αντίθετα, η όλη πραγμάτευση χρωματίζεται από το μελαγχολικό τόνο του ανεπανόρθωτα χαμένου. Ιδού οι τελευταίες της γραμμές: «Πολύ πρόσφατα ακόμα, η θεά ήταν ένα ζωντανό ον. Αποδυναμώθηκε στα μέσα του εικοστού αιώνα με τη διείσδυση της τεχνολογίας και των πολιτικών αναταραχών. Δυστυχώς, πολλά απομεινάρια των παλιών εποχών εξαλείφτηκαν μάλλον απότομα. Η Παρθένος Μαρία αντικατέστησε εν μέρει τη Λάιμα και τη Ζεμίνα και συνέχισε να λατρεύεται ως σωτήρας της έκπτωτης ανθρωπότητας... Το φίδι, που για χιλιετίες ήταν σύμβολο της ζωτικής ενέργειας, εξαφανίστηκε τελικά από τα σπίτια και από τα θεμέλιά τους... Ο θλιμμένος Λιθουανός θεός -ο παλιός θεός της βλάστησης- εξακολουθεί να κάθεται ήρεμα στηρίζοντας το πηγούνι στο χέρι του στα αγροκτήματα, στα δάση, κατά μήκος των δρόμων ή σε παρεκκλήσια και αναρωτιέται αν είναι ακόμα δυνατή η αναγέννηση». Αυτός ο απαισιόδοξος τόνος έχει ένα τεράστιο δυναμικό καταγγελίας, που είναι πολύ εύκολο να ισοπεδωθεί μέσα σε μιαν ατμόσφαιρα πλαστής και κομφορμιστικής αισιοδοξίας, η οποία φαντασιώνεται «επιστροφές» εκεί που έχει ν' αντιμετωπίσει μονάχα το θάνατο.
ΦΩΤΗΣ ΤΕΡΖΑΚΗΣ, ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 19/10/2001
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις