0
Your Καλαθι
Το άλμα της Σαπφώς
Περιγραφή
«Το άλμα της Σαπφώς» μας γυρίζει 2.600 χρόνια πίσω, για να γνωρίσουμε τη μεγαλύτερη ποιήτρια του έρωτα που γνώρισε ποτέ η ανθρωπότητα.
Σε ηλικία δεκατεσσάρων ετών, η Σαπφώ ερωτεύεται τον όμορφο ποιητή Αλκαίο και συνωμοτεί μαζί του για να ανατρέψουν τον Πιττακό, τύραννο της Λέσβου. Οι άνδρες του Πιττακού όμως τη συλλαμβάνουν και οι δικοί της την παντρεύουν με το ζόρι με έναν αποκρουστικό ηλικιωμένο άνδρα, ελπίζοντας ότι η μητρότητα θα την κρατήσει μακριά από φασαρίες. Αντ' αυτού, η ατυχής αυτή ένωση αποτελεί αφορμή για να μπλεχτεί η Σαπφώ σε αλλεπάλληλες ερωτικές περιπέτειες, που θα την οδηγήσουν από τους Δελφούς στην Αίγυπτο, με ενδιάμεσο σταθμό τη Χώρα των Αμαζόνων και το σκοτεινό βασίλειο του Άδη...
«Το άλμα της Σαπφώς» είναι ένα συναρπαστικό μυθιστόρημα, ένα μοναδικό ταξίδι σε χρόνους μυθικούς και συνάμα ένας στοχασμός πάνω στον έρωτα και την εξουσία. Επίσης, πρόκειται για μια τοιχογραφία της κοινωνίας, των σεξουαλικών ηθών και των παγανιστικών συνηθειών του ελληνικού χώρου. Η Έρικα Τζογκ παραμένει μια τολμηρή συγγραφέας, που εδώ αναπαριστά με γλαφυρότητα μια εποχή δουλείας, έκλυσης των ηθών, μυστικισμού, τέχνης και αυτοκαταστροφής.
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου
ΚΡΙΤΙΚΗ
«Mη ζηλέψεις, μικρούλα μου, αλλά οι νεαροί δούλοι εδώ είναι πιο υπέροχοι ακόμα κι από τη Λέσβο. Aγόρια με μελαχρινά πέη που ίπτανται σαν πουλιά, νεαροί που ανυπομονούν να ικανοποιήσουν ένα διαβόητο πολεμιστή σαν εμένα. Kι εντούτοις, εγώ σκέφτομαι συνεχώς τη μαυρομαλλούσα αγνή Σαπφώ, τη γλυκοχαμογελούσα. Kάτι θέλω να σου πω, μα με μποδίζει η ντροπή. ?κουσα ότι παντρεύτηκες ένα γέρο καραγκιόζη. Aν φταίω εγώ γι' αυτό, συγχώρεσέ με. Θα βρω έναν τρόπο να έρθω κοντά σου. Έχε εμπιστοσύνη στην αγάπη μας! Aλκαίος».
Μα πώς, αλήθεια, τον εμποδίζει η «ντροπή» τον Αλκαίο να πει στη Σαπφώ αυτό το «κάτι», αφού - λίγο πριν, λίγο μετά - της τα λέει χύμα και ξεδιάντροπα; Και όχι μόνο της τα λέει - για τις ηδονές του με τα αγόρια, για τον καραγκιόζη άντρα της, για τη δική του αγάπη - αλλά και τα έχει πράξει πριν από λίγο καιρό μαζί της, σε έναν «άγριο», «παθιασμένο» έρωτα;
H λύση του αινίγματος είναι απλή. Προσφέρεται άλλωστε σε υποσελίδια σημείωση: η φράση για την ντροπή (καθώς και η προηγούμενή της) δεν είναι της συγγραφέως Έρικας Τζονγκ, αλλά του ίδιου του Αλκαίου. Ο καημένος ο Αλκαίος, ο αρχαίος εκείνος, εκδήλωσε, κατά τον Αριστοτέλη, στη Σαπφώ τον έρωτά του με αυτόν τον διακριτικό τρόπο («θέλω τι τ' είπην αλλά με κωλύει αιδώς»), κι εκείνη τον έβαλε στη θέση του με κάτι σαν «αν σκεφτόσουνα σωστά πράγματα, θα τα έλεγες».
Αυτό το τελευταίο δεν μας το λέει η υποσημείωση. Και σωστά. Γιατί καμία «αιδώς» δεν κωλύει τη Σαπφώ του 21ου αιώνα να δρα και να μιλά με απόλυτη ελευθεριότητα.
Ωκεανός ασχήμιας
Καταλαβαίνουμε λοιπόν τι έχει διαπράξει η Αμερικανίς Έρικα Τζονγκ, συγγραφέας «οκτώ εξαιρετικά επιτυχημένων μυθιστορημάτων», όπως διαβάζουμε στο αυτί του βιβλίου (από τα οποία το ένα, The Fear of Flying, συνέβαλε, λέγεται, στη γυναικεία σεξουαλική απελευθέρωση). Έχει πάρει τραγούδια και αποσπάσματα της Σαπφώς και του Αλκαίου και τα έχει εντάξει στο κείμενό της, σε εντελώς παράταιρα συμφραζόμενα. H διακριτικότητα, η ευγένεια, η κρυμμένη θλίψη, βρίσκονται ξαφνικά ριγμένα σε έναν ωκεανό πεζολογίας ή και ασχήμιας: «Ο σιχαμερός Κερκύλας ήταν το λιγότερο πενήντα χρονών και φορούσε κορσέ για να κρύβει την κοιλάρα του, που αλλιώς θα κρεμόταν και θα έτρεμε. Είχε αραιά μαλλιά, που τα κόλλαγε στο κρανίο του για να κρύψει τη φαλάκρα του, χωρίς να ξεγελάει κανέναν. Μύριζε αρώματα και ιδρώτα. Και κρασί».
Έτσι περιγράφει η ίδια η Σαπφώ (της Τζονγκ) τον σύζυγό της. Τι παρατηρητικότητα! Πόση επένδυση σκέψης χρειάζεται, αλήθεια, για να φτιάξει κανείς αυτό το πορτρέτο; Σχεδόν μηδενική. Ό,τι πιο συμβατικό, ό,τι έρχεται πρώτο στην άκρη της γλώσσας. H Τζονγκ δεν ξοδεύει σκέψη ούτε στις πιο ακραίες και συγκλονιστικές, υποτίθεται, στιγμές του έργου. Όταν η Σαπφώ παρακολουθεί, στη Σικελία, μια φρικτή τελετή, όπου θυσιάζεται ένα νεογέννητο βρέφος, και νιώθει βαθύτατα συγκλονισμένη, τότε διαμείβονται τα εξής ανάμεσα σε αυτήν και στη δούλη της:
«Γιατί με άφησες να έρθω;» τη ρώτησα.
«Πώς να σε σταματήσω;» μου είπε εκείνη. «Κάθε φορά που σου δίνεται η ευκαιρία να ξεφύγεις από τον Κερκύλα, πετάς τη σκούφια σου!».
«Την επόμενη φορά, θα αντισταθώ στον πειρασμό», δήλωσα.
H συγγραφέας μας μοιάζει να έχει ξεχάσει πως οι ηρωίδες της βρίσκονται σε έναν τόπο μαρτυρίου, όπου μυρίζει καιόμενη σάρκα και ακούγονται τα ουρλιαχτά του θυσιαζόμενου βρέφους, και φτιάχνει τον διάλογό τους σαν να κάθονταν στο σαλόνι μπροστά στην ανοιγμένη τηλεόραση.
«Συνδυασμός Μαντόνας και... Σίλβιας Πλαθ»
Ελαφρείς διάλογοι, αβαθείς σκέψεις και ενίοτε (σε λελογισμένες δόσεις) το αναμενόμενο πορνό. Είτε σε λάιτ εκδοχές του, είτε σε πλήρεις. Θαυμάστε. H Σαπφώ, μικρή ακόμα, αναγκάζεται να κρυφτεί για πολλή ώρα, οπότε την πιάνει πείνα και παραπονιέται στη συνομήλικη δούλη της: «"Σουτ", μου είπε εκείνη. "Γλείψε αυτό". Και μου έχωσε το δάχτυλό της στο στόμα». Αλλά ιδού επίσης και κάτι πιο χορταστικό: η Σαπφώ μέσα σε μια σαρκοφάγο με την πανέμορφη μάντισσα Ίσιδα: «Ξαπλωμένες η μία ανάποδα πάνω στην άλλη μέσα στη σαρκοφάγο, χαρίζαμε απόλαυση» κ.λπ.
Τι έμελλε να πάθει, αλήθεια, η άμοιρη λυρική ποιήτρια στην αυγή του 21ου αιώνα! Ένας μεγάλος έρωτας - έτσι δηλώνεται τουλάχιστον - με κάποιον που προτιμούσε όμως τα αγοράκια (Αλκαίος), παντρειά με έναν κοιλαρά αιωνίως μεθυσμένο (Κερκύλας), ποικίλες εμπειρίες με γυναίκες (έως και αιματηρός βιασμός), περιπλανήσεις ανά τη Μεσόγειο, στενή φιλία με τον Αίσωπο τον παραμυθά, Αμαζόνες και κάθοδος στον ?δη, απώλεια της κόρης και συνάντηση ύστερα από χρόνια, εμπειρίες μικροαστής γιαγιάς που οφείλει να φροντίσει το εγγονάκι της, καλλιτεχνική δόξα και απόρριψη, συγκαταβατικός έρωτας με νεαρό του οποίου «ο φαλλός σηκώνεται, πέφτει και ξανασηκώνεται πάλι πριν το καταλάβεις» (Φάων). Τελικά το «άλμα» της Σαπφώς είναι ένα κατά λάθος γλίστρημα από τον βράχο της Λευκάδας, που φέρνει την ποιήτρια αντί στον θάνατο στην αγκαλιά του Αλκαίου, ο οποίος παραδόξως τη συμμαζεύει με μια βαρκούλα και τη μεταφέρει σε ένα νησί όπου ζουν βίο χαρισάμενο. Τόσο ευτυχές είναι το τέλος ώστε ακόμα και η λίγο στρίγγλα κόρη Κλείδα φέρνει στη γιαγιά Σαπφώ και στον παππού Αλκαίο τα εγγονάκια τους να τα γνωρίσουν κι εκείνοι κλαίνε με δάκρυα χαράς.
Της μόδας
«Ένας συνδυασμός της Μαντόνας με τη Σίλβια Πλαθ»: έτσι ορίζει η ίδια η συγγραφέας την ηρωίδα της, χαριτολογώντας στο «επίμετρο» του έργου. Φοβάμαι όμως πως ακόμα και η Μαντόνα αδικείται από την αναφορά στον συνδυαστικό της ρόλο κατά την κατασκευή αυτού του παραλογοτεχνικού τραγέλαφου.
Δεν είναι η πρώτη φορά βέβαια που η αρχαιότητα πέφτει θύμα παραλογοτεχνικού οίστρου. Και δεν θα είναι, φευ, η τελευταία: όσο αυξάνει παγκοσμίως το αναγνωστικό κοινό τόσο οι συνδυασμοί του «υψηλού» με το «χαμηλό» θα πολλαπλασιάζονται. Τώρα μάλιστα που οι καλλιτέχνες είναι ένα θέμα της μόδας, καθώς και οι γυναίκες, έχουμε να δούμε ακόμα πολλούς συνδυασμούς των δύο: «γυναίκες καλλιτέχνιδες» είναι το κοκτέιλ του μέλλοντος. Με δεδομένη και τη σημερινή κλίση προς την Ιστορία, οι παρελθόντες αιώνες θα στενάξουν.
ΑΓΓΕΛΑ ΚΑΣΤΡΙΝΑΚΗ
ΤΑ ΝΕΑ, 24-04-2004
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις