0
Your Καλαθι
Η γιορτή του τράγου
Έκπτωση
30%
30%
Περιγραφή
Γιατί ο Ουρανία Καβράλ επιστρέφει στο νησί της, στις αρχές της δεκαετίας του '90, ενώ είχε ορκιστεί να μην ξαναπατήσει το πόδι της εκεί; Γιατί αισθάνεται τρόμο για τη ζωή από τα δεκατέσσερά της χρόνια; Και γιατί δεν γνώρισε ούτε έναν έρωτα στη ζωή της; Στη "Γιορτή του τράγου", το νέο του πολυαναμενόμενο μυθιστόρημα, ο μεγάλος Περουβιανός συγγραφέας υφαίνει μια μεγάλη τοιχογραφία όπου η Ιστορία μπλέκεται με τις μικρές ανθρώπινες ιστορίες, και όπου γνωστά ιστορικά πρόσωπα -όπως ο στρατηγός Τρουχίλιο που βασάνισε 3.000.000 ανθρώπους χωρίς να υποψιάζεται τη «μακιαβελική» πτώση του- διασταυρώνουν τα πεπρωμένα τους με τους μυθιστορηματικούς ήρωες του βιβλίου. Με έναν καταιγιστικό ρυθμό και την αξεπέραστη λογοτεχνική του ικανότητα, επιστρέφει στο «πολιτικό» μυθιστόρημα για να συγκινήσει, να προειδοποιήσει και να καταγγείλει όλες εκείνες τις μορφές εξουσίας που επιβιώνουν ανοίγοντας δρόμο μέσα από σωρούς πτωμάτων.
ΚΡΙΤΙΚΗ
Μετά τον Μιγκέλ Αγχελ Αστούριας, τον Αουγκούστο Ρόα Μπάστος, τον Αλέχιο Καρπεντιέ και τον Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, ένας ακόμη λατινοαμερικανός λογοτέχνης, ο Μάριο Βάργκας Λιόσα, αποφάσισε να γράψει ένα μυθιστόρημα με κεντρικό άξονα έναν δικτάτορα - στη συγκεκριμένη περίπτωση ο μύθος περιστρέφεται γύρω από τον διαβόητο Ραφαέλ Τρουχίλιο, που καταδυνάστευσε τη λεγόμενη Δομινικανή Δημοκρατία από το 1930 ως το 1961. Ο μεγάλος περουβιανός συγγραφέας συνέλαβε την ιδέα στα μέσα της δεκαετίας του '70 σε ένα ταξίδι του στην Καραϊβική, άρχισε να συλλέγει στοιχεία για τον τύραννο και 25 χρόνια αργότερα παρέδωσε στο κοινό ένα χορταστικό βιβλίο με τίτλο Η γιορτή του τράγου.
Ο Λιόσα παραμένει ανήσυχος, εξακολουθεί να πειραματίζεται με κέφι πάνω στην αφηγηματική φόρμα και συνεχίζει να πιστεύει στη δυνατότητα του συγγραφέα να νουθετεί την κοινωνία. Γι' αυτούς τους λόγους Η γιορτή του τράγου δεν είναι απλώς το ψυχολογικό πορτρέτο ενός δικτάτορα λίγο πριν από την πτώση του, αλλά είναι ταυτόχρονα μια περιπέτεια με άφθονο σασπένς, μια αφήγηση με δεκάδες οπτικές γωνίες, μια εξαντλητική περιγραφή 30 χρόνων δομινικανικής ιστορίας και μια λεπτομερής ανάλυση της απολυταρχίας με αναφορές και στις αιτίες που τη γεννούν. Ολα τα παραπάνω μάλιστα επιτυγχάνονται μέσα από ξεχωριστά πεδία δράσης που εναλλάσσονται, επανέρχονται κυκλικά και τελικά αλληλοκαλύπτονται και λύνουν κάθε πιθανή απορία του αναγνώστη.
Η γιορτή του τράγου είναι ένα παζλ που συντίθεται από τρεις κατακερματισμένες ιστορίες. Η πρώτη απ' όλες εκτυλίσσεται το 1996 και έχει για πρωταγωνίστρια τη 49χρονη Ουρανία Καβράλ που κρύβει μέσα της ένα τραυματικό μυστικό και έχει επιστρέψει στον Αγιο Δομίνικο ύστερα από 35 χρόνια για να επιτύχει μια κάποια λύτρωση. Η δεύτερη περιγράφει ένα εικοσιτετράωρο του 70χρονου Τρουχίλιο, που θα είναι και το τελευταίο της ζωής του. Η τρίτη είναι μια καταγραφή των σκέψεων και των ενεργειών επτά συνωμοτών που παραμονεύουν τον δικτάτορα τη νύχτα της 30ής Μαΐου 1961 για να τον εκτελέσουν. Το σχέδιό τους πετυχαίνει, η οπτική γωνία του δικτάτορα δεν ξαναεμφανίζεται, η κυκλικότητα ανατρέπεται και η ατυχής κατάληξη των τυραννοκτόνων συνδέεται με την αποκάλυψη του παρελθόντος της Ουρανίας Καβράλ.
Η δομή του βιβλίου δείχνει περίπλοκη, αλλά ο Λιόσα είναι έμπειρος, έχει περίσσεια ταλέντου και κάνει τις σπείρες και τους μαιάνδρους να φαντάζουν σαν ευθείες γραμμές. Από την άλλη πλευρά, σε καθένα από τα διαφορετικά πεδία δράσης υπάρχουν αλλεπάλληλες αναδρομές στο παρελθόν, εξηγούνται κίνητρα που οδήγησαν σε ιστορικά καταγεγραμμένες συμπεριφορές, περιγράφονται δεκάδες πραγματικά γεγονότα και αναλύονται πάμπολλες πολιτικοοικονομικές διαπλοκές. Ωστόσο τίποτε από όλα αυτά δεν προκαλεί σύγχυση στον αναγνώστη· αν και τα πραγματολογικά στοιχεία πέφτουν σαν το χαλάζι, είναι πάντοτε κατανοητά και διαφωτιστικά. Είναι βέβαια πάρα πολλά, συχνά ρίχνονται στο τερέν με εκβιαστικό τρόπο και έτσι μερικοί χαρακτήρες δείχνουν αναιμικοί, βγαλμένοι από πένα κοινωνικού επιστήμονα. Υπάρχουν μάλιστα σκηνές όπου οι διάλογοι μοιάζουν σαν πρόφαση, σαν απλό σινιάλο για να αρχίσει η επόμενη παράθεση δεδομένων.
Αυτή η πλημμυρίδα πληροφοριών είναι πάντως μια συνειδητή επιλογή του Λιόσα προκειμένου να τεκμηριώσει μια ιδεολογική θέση: σύμφωνα με τον συγγραφέα, η πραγματική ευθύνη για τις δικτατορίες πρέπει να αναζητείται στο εσωτερικό των καταπιεσμένων κοινωνιών και όχι στους διαβολικούς χειρισμούς ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Στη συγκεκριμένη περίπτωση οι ΗΠΑ προκάλεσαν αποσταθεροποίηση στη Δομινικανή Δημοκρατία, κατασκεύασαν τον Τρουχίλιο στους κόλπους των αμερικανών πεζοναυτών και στήριξαν οικονομικά τη δικτατορία του, αλλά από 'κεί και πέρα πήρε τη σκυτάλη ο ανθρώπινος παράγοντας και ο τύραννος κατόρθωσε να διατηρηθεί στην εξουσία 31 χρόνια χάρη σε μια στρατιά συνοδοιπόρων με πολύ αξιοποιήσιμες ικανότητες. Σε αυτούς - πέρα από τους αναμενόμενους καταδότες, τραμπούκους, περιθωριακούς, σαδιστές και στρατολάγνους - περιλαμβάνονταν δουλοπρεπείς πολιτικοί, υπάκουοι οικονομολόγοι, εκπορνευμένοι δημοσιογράφοι, καταφερτζήδες επιχειρηματίες και ακαταλόγιστοι διανοούμενοι. Ετσι σχηματίζονται τα καθεστώτα φόβου, έτσι στελεχώνονται οι μηχανισμοί μαζικών εκκαθαρίσεων, ισχυρίζεται ο Λιόσα. Ακόμη και οι συνωμότες που θα εκτελέσουν τον Τρουχίλιο προέρχονται από τις τάξεις των οπαδών του και έχουν αποφασίσει να προχωρήσουν σε αυτό το εγχείρημα επειδή κατατρώγονται από τύψεις συνειδήσεως.
Η μεγάλη σημασία που δίνει ο Λιόσα στον ανθρώπινο παράγοντα φαίνεται και από τον υπερβολικό τρόπο με τον οποίο παρουσιάζει τον δικτάτορα που πέτυχε να διατηρήσει την εξουσία του 31 ολόκληρα χρόνια. Στη Γιορτή του τράγου ο Τρουχίλιο είναι άσχημος, κοντός, έχει χιτλερικό μουστάκι και μιλάει με γελοία φωνή, αλλά είναι ένα τέρας αυτοπειθαρχίας και αποφασιστικότητας. Δεν ιδρώνει ποτέ και κοιμάται μόνο τρεις ώρες το εικοσιτετράωρο. Είναι άσος της χειραγώγησης, επιβλέπει προσωπικά κάθε τομέα του κράτους και εξασφαλίζει την πίστη των στενών συνεργατών του με περίτεχνες τακτικές ψυχολογικού πολέμου. Βρίσκεται σε συνεχή εγρήγορση, είναι καχύποπτος απέναντι σε όλους και του μένει χρόνος για να βιάζει τις συζύγους των υπασπιστών του και τις ωραιότερες παρθένες της χώρας. Γενικότερα όμως η ζωή στο καθεστώς Τρουχίλιο - έτσι όπως απεικονίζεται στις σελίδες του βιβλίου - έχει εξωφρενικό χαρακτήρα. Σχεδόν καθημερινά διοργανώνονται κακόγουστα σόου και οι πόρνες πρωταγωνιστούν στη ζωή του τόπου. Οι δρόμοι του Αγίου Δομίνικου είναι γεμάτοι χαφιέδες που περιφέρονται μέσα σε Φολκσβάγκεν. Οι καθολικοί παπάδες είναι οι σταθερότεροι πόλοι κύρους και συγκροτούν τη μοναδική κοινωνική ομάδα που φοβίζει πραγματικά τον δικτάτορα. Τα βασανιστήρια που διαπράττονται στις φυλακές είναι σκληρότερα και από εκείνα της Ιεράς Εξέτασης.
Οσο και αν φαίνεται εκπληκτικό, ο Λιόσα επινόησε ελάχιστα από όσα έγραψε στη Γιορτή του τράγου και αυτό δείχνει τη διάθεσή του να αφυπνίσει συνειδήσεις. Εγραψε ένα μυθιστόρημα στα όρια της ιστοριογραφίας, που έρχεται να μας θυμίσει ότι δικτατορία σημαίνει ασχήμια, κτηνωδία, απληστία, διαστροφή, αποπνικτικό φόβο και, πάνω απ' όλα, μαζική συνενοχή.
Μιχάλης Μιχαηλίδης (συγγραφέας)
ΤΟ ΒΗΜΑ , 23-06-2002
ΚΡΙΤΙΚΗ
Μία πραγματική χώρα· ο Αγιος Δομίνικος· ένα πραγματικό γεγονός: μία πολύχρονη δικτατορία που κράτησε πάνω από τρεις δεκαετίες· ένα πραγματικό πρόσωπο· ο δικτάτορας Τρουχίλιο (Τρουχίλο τον ονόμαζαν οι παλαιότεροι), ο «μέγας Τράγος», αδιαμφισβήτητος τύραννος αυτής της μικρής χώρας. Αυτό είναι το πραγματικό ιστορικό πλαίσιο όπου τοποθετεί την ιστορία του ο Λιόσα. Σ' αυτήν ενθέτει μιαν άλλη, προσωπική: η κόρη ενός υπουργού του δικτάτορα επιστρέφει, ύστερα από απουσία τριάντα πέντε χρόνων, στην πατρίδα της. Η επιστροφή της, που ισοδυναμεί με την ιχνηλάτηση του εθνικού παρελθόντος, γίνεται η αιτία να ξετυλιχτεί μπροστά στα μάτια του αναγνώστη το προσωπικό πάθος της γυναίκας και η συλλογική μοίρα της χώρας.
Ενα από τα κυριότερα χαρακτηριστικά του Περουβιανού συγγραφέα -και σταθερό χαρακτηριστικό του λατινοαμερικανικού μυθιστορήματος του 20ού αιώνα- είναι η ζεύξη του πραγματικού με το φανταστικό, με το δεύτερο να πηγάζει με τρόπο φυσικό και αβίαστο από το πρώτο, ζεύξη που αποτελεί το θεμέλιο λίθο του λεγόμενου «μαγικού ρεαλισμού». Ομως στη «Γιορτή του Τράγου» το χαρακτηριστικό αυτό ατροφεί μπροστά στον αφηγηματικό οίστρο του συγγραφέα, ο οποίος υφαίνει μια πραγματική αφηγηματική πανδαισία.
Εδώ ο Λιόσα στήνει δύο παράλληλες αφηγηματικές δομές: τη (συλλογική) ιστορία της δικτατορίας του Τρουχίλιο με έντονη την αστυνομικοπολιτική υφή και την (ατομική) ιστορία της κόρης του γερουσιαστή Καβράλ, όπου κυριαρχεί το θυμικό στοιχείο της πληγωμένης γυναίκας.
Αυτή η παράλληλη εξέλιξη, αν και αποτελεί πλέον κοινό τόπο πολυάριθμων μυθιστοριογράφων, στην περίπτωση της «Γιορτής» παρουσιάζει ένα σημαντικό πλεονέκτημα: η πρώτη ιστορία (η οποία μπορεί να εκτυλίσσεται σε παρελθόντα χρόνο, αλλά στην ουσία είναι μυθιστορηματικό παρόν) κινητοποιεί περισσότερο τη λογική του αναγνώστη· η δεύτερη (η οποία ξετυλίγεται σε χρόνο ενεστώτα, αλλά, μέσω του νόστου της Ουρανίας, φυγαδεύεται σ' ένα μυθιστορηματικό παρελθόν) απευθύνεται στη μνήμη του, διεγείροντας έτσι διαφορετικές λειτουργίες της αναγνωστικής διαδικασίας.
Ωστόσο ο Λιόσα δεν απευθύνεται μόνο στον αναγνώστη: η ιστορία έχει κι άλλον ακροατή: είναι ο πατέρας της Ουρανίας, ο γερουσιαστής Καβράλ, ο οποίος, χτυπημένος από εγκεφαλικό, ακούει βουβός αυτά που του λέει η κόρη του. Ετσι, ο απαθής, βουβός γέρος γίνεται αψευδής μάρτυρας και ωτακουστής της δεύτερης ιστορίας, παραμένοντας πρωταγωνιστής της πρώτης. Αυτός ο δυϊσμός διευρύνει τη διαδικασία της αφήγησης, επεκτείνοντας τα όριά της μέσα στο ίδιο το σώμα της αφήγησης και αποκαθηλώνοντας το συγγραφέα από το διηγηματικό του θρόνο.
Τα δύο κεντρικά μυθιστορηματικά γεγονότα γύρω από τα οποία υφαίνεται όλη η δράση είναι η, κλιμακούμενη σε όλο το βιβλίο, ενέδρα κατά του δικτάτορα και η ερωτική «συνεύρεση» της Ουρανίας, σε ηλικία δεκατεσσάρων ετών, με τον Τρουχίλιο: το σεξ και ο θάνατος, αγαπημένες εμμονές του συγγραφέα, επανέρχονται στη «Γιορτή». Ομως εδώ εμφανίζονται σε μια καινούρια εκδοχή: η γνωστή, κοινότοπη, αλυσίδα που τα συνδέει, σπάει και η ερωτική πράξη, μία και μόνη σε όλο το βιβλίο, εμφανίζεται, μ' έναν μη αναμενόμενο αναχρονισμό, στο τέλος του μυθιστορήματος: προηγείται ο θάνατος, ακολουθεί ο «έρωτας», πλαισιωμένα και τα δύο από ένα είδος δαιμονισμού, ιδιαίτερα προσφιλούς στον Λιόσα.
Ο Μ.Β.Λ., πέρα από την εγνωσμένη αφηγηματική του δεινότητα και την ικανότητα του να αναμειγνύει το πραγματικό με το φανταστικό, δεν διστάζει σε όλα τα βιβλία του να ενσωματώνει πολλά από τα στοιχεία που κατέλιπε ο μοντερνισμός: μείξεις αφηγηματικών προσώπων, μετατοπίσεις χρόνων και τόπων, αναχρονισμοί είναι στην ημερήσια διάταξη. Εδώ ξεκινάει με το θερμό τόνο της δευτεροπρόσωπης αφήγησης, για να περάσει αργότερα στον ψυχρότερο της τριτοπρόσωπης και, πιο αραιά, στη μετωπικότητα του πρώτου προσώπου· προβαίνει σε συνεχείς χρονικές μεταθέσεις της δράσης, μεταβαίνοντας από την πρωτεύουσα στη δευτερεύουσα δράση, στην ουσία δηλαδή από το συλλογικό στο ατομικό, και τανάπαλιν· προσφεύγει στο αγαπημένο του τέχνασμα, την εναλλαγή προσώπων από διαφορετικούς διαλόγους, εκπλήσσοντας τον αναγνώστη και εντείνοντας το ενδιαφέρον του· αλλάζει συνεχώς τη γωνία εστίασης, χρησιμοποιώντας γι' αυτό όλα σχεδόν τα κύρια πρόσωπα του μυθιστορήματος.
Απ' όλα αυτά όμως τα τεχνομορφικά χαρακτηριστικά, το πιο δραστικό -το οποίο επαναλαμβάνεται με εμμονή σε όλα τα βιβλία του - είναι η αιφνίδια μετάβαση από το γ' στο β' πρόσωπο, κάτι που αυξάνει την αμεσότητα της γραφής, μηδενίζοντας το βαθμό μεσολάβησης του αφηγητή, καθώς δεν είναι εκείνος πια που μιλάει. Αυτό το δεύτερο πρόσωπο μοιάζει να είναι η κρυφή συνείδηση του μυθιστορήματος, έτοιμη να βγάλει την πιο αδέκαστη ετυμηγορία στο όνομα αυτού που μοιάζει να είναι το λανθάνον αλλά πραγματικό θέμα της «Γιορτής»: η Δικαιοσύνη.
Η «Γιορτή του Τράγου» είναι ένα ουσιωδώς πολιτικό μυθιστόρημα -είδος ολοένα πιο σπάνιο στις μέρες μας-, όπου ο συγγραφέας θέτει, χωρίς να απαντά, ένα παλαιό ερώτημα: πώς συγκρούεται το συλλογικό με το ατομικό στο κατεξοχήν πεδίο συλλογικής διαχείρισης της ανθρώπινης μοίρας: την πολιτική. Και εάν, σύμφωνα με την παλιομοδίτικη αναγνωστική αγωγή, πρέπει οπωσδήποτε να συναγάγουμε ένα «μήνυμα» από ένα αναμφισβήτητα πολιτικό μυθιστόρημα (πέρα από τα συνήθη ευχολόγια και τις αριστεροφανείς, πλην όμως όχι αριστερές μεταφυσικές για το λαό και τον ιστορικό του ρόλο), αυτό θα ήταν ότι για τη δικτατορία, για οποιασδήποτε μορφής τυραννία, δεν ευθύνεται μόνον ο τύραννος αλλά και ο ίδιος ο λαός· ίσως μάλιστα, κάποτε κάποτε, να τη γεννάει κιόλας...
Η μετάφραση της Αγγελικής Αλεξοπούλου, όπως σε όλα τα δείγματα που έχει δώσει ώς τώρα η μεταφράστρια, είναι ευθύβολη και λειτουργική.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΞΕΝΑΡΙΟΣ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 20/09/2002
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου
ΚΡΙΤΙΚΗ
Μετά τον Μιγκέλ Αγχελ Αστούριας, τον Αουγκούστο Ρόα Μπάστος, τον Αλέχιο Καρπεντιέ και τον Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, ένας ακόμη λατινοαμερικανός λογοτέχνης, ο Μάριο Βάργκας Λιόσα, αποφάσισε να γράψει ένα μυθιστόρημα με κεντρικό άξονα έναν δικτάτορα - στη συγκεκριμένη περίπτωση ο μύθος περιστρέφεται γύρω από τον διαβόητο Ραφαέλ Τρουχίλιο, που καταδυνάστευσε τη λεγόμενη Δομινικανή Δημοκρατία από το 1930 ως το 1961. Ο μεγάλος περουβιανός συγγραφέας συνέλαβε την ιδέα στα μέσα της δεκαετίας του '70 σε ένα ταξίδι του στην Καραϊβική, άρχισε να συλλέγει στοιχεία για τον τύραννο και 25 χρόνια αργότερα παρέδωσε στο κοινό ένα χορταστικό βιβλίο με τίτλο Η γιορτή του τράγου.
Ο Λιόσα παραμένει ανήσυχος, εξακολουθεί να πειραματίζεται με κέφι πάνω στην αφηγηματική φόρμα και συνεχίζει να πιστεύει στη δυνατότητα του συγγραφέα να νουθετεί την κοινωνία. Γι' αυτούς τους λόγους Η γιορτή του τράγου δεν είναι απλώς το ψυχολογικό πορτρέτο ενός δικτάτορα λίγο πριν από την πτώση του, αλλά είναι ταυτόχρονα μια περιπέτεια με άφθονο σασπένς, μια αφήγηση με δεκάδες οπτικές γωνίες, μια εξαντλητική περιγραφή 30 χρόνων δομινικανικής ιστορίας και μια λεπτομερής ανάλυση της απολυταρχίας με αναφορές και στις αιτίες που τη γεννούν. Ολα τα παραπάνω μάλιστα επιτυγχάνονται μέσα από ξεχωριστά πεδία δράσης που εναλλάσσονται, επανέρχονται κυκλικά και τελικά αλληλοκαλύπτονται και λύνουν κάθε πιθανή απορία του αναγνώστη.
Η γιορτή του τράγου είναι ένα παζλ που συντίθεται από τρεις κατακερματισμένες ιστορίες. Η πρώτη απ' όλες εκτυλίσσεται το 1996 και έχει για πρωταγωνίστρια τη 49χρονη Ουρανία Καβράλ που κρύβει μέσα της ένα τραυματικό μυστικό και έχει επιστρέψει στον Αγιο Δομίνικο ύστερα από 35 χρόνια για να επιτύχει μια κάποια λύτρωση. Η δεύτερη περιγράφει ένα εικοσιτετράωρο του 70χρονου Τρουχίλιο, που θα είναι και το τελευταίο της ζωής του. Η τρίτη είναι μια καταγραφή των σκέψεων και των ενεργειών επτά συνωμοτών που παραμονεύουν τον δικτάτορα τη νύχτα της 30ής Μαΐου 1961 για να τον εκτελέσουν. Το σχέδιό τους πετυχαίνει, η οπτική γωνία του δικτάτορα δεν ξαναεμφανίζεται, η κυκλικότητα ανατρέπεται και η ατυχής κατάληξη των τυραννοκτόνων συνδέεται με την αποκάλυψη του παρελθόντος της Ουρανίας Καβράλ.
Η δομή του βιβλίου δείχνει περίπλοκη, αλλά ο Λιόσα είναι έμπειρος, έχει περίσσεια ταλέντου και κάνει τις σπείρες και τους μαιάνδρους να φαντάζουν σαν ευθείες γραμμές. Από την άλλη πλευρά, σε καθένα από τα διαφορετικά πεδία δράσης υπάρχουν αλλεπάλληλες αναδρομές στο παρελθόν, εξηγούνται κίνητρα που οδήγησαν σε ιστορικά καταγεγραμμένες συμπεριφορές, περιγράφονται δεκάδες πραγματικά γεγονότα και αναλύονται πάμπολλες πολιτικοοικονομικές διαπλοκές. Ωστόσο τίποτε από όλα αυτά δεν προκαλεί σύγχυση στον αναγνώστη· αν και τα πραγματολογικά στοιχεία πέφτουν σαν το χαλάζι, είναι πάντοτε κατανοητά και διαφωτιστικά. Είναι βέβαια πάρα πολλά, συχνά ρίχνονται στο τερέν με εκβιαστικό τρόπο και έτσι μερικοί χαρακτήρες δείχνουν αναιμικοί, βγαλμένοι από πένα κοινωνικού επιστήμονα. Υπάρχουν μάλιστα σκηνές όπου οι διάλογοι μοιάζουν σαν πρόφαση, σαν απλό σινιάλο για να αρχίσει η επόμενη παράθεση δεδομένων.
Αυτή η πλημμυρίδα πληροφοριών είναι πάντως μια συνειδητή επιλογή του Λιόσα προκειμένου να τεκμηριώσει μια ιδεολογική θέση: σύμφωνα με τον συγγραφέα, η πραγματική ευθύνη για τις δικτατορίες πρέπει να αναζητείται στο εσωτερικό των καταπιεσμένων κοινωνιών και όχι στους διαβολικούς χειρισμούς ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Στη συγκεκριμένη περίπτωση οι ΗΠΑ προκάλεσαν αποσταθεροποίηση στη Δομινικανή Δημοκρατία, κατασκεύασαν τον Τρουχίλιο στους κόλπους των αμερικανών πεζοναυτών και στήριξαν οικονομικά τη δικτατορία του, αλλά από 'κεί και πέρα πήρε τη σκυτάλη ο ανθρώπινος παράγοντας και ο τύραννος κατόρθωσε να διατηρηθεί στην εξουσία 31 χρόνια χάρη σε μια στρατιά συνοδοιπόρων με πολύ αξιοποιήσιμες ικανότητες. Σε αυτούς - πέρα από τους αναμενόμενους καταδότες, τραμπούκους, περιθωριακούς, σαδιστές και στρατολάγνους - περιλαμβάνονταν δουλοπρεπείς πολιτικοί, υπάκουοι οικονομολόγοι, εκπορνευμένοι δημοσιογράφοι, καταφερτζήδες επιχειρηματίες και ακαταλόγιστοι διανοούμενοι. Ετσι σχηματίζονται τα καθεστώτα φόβου, έτσι στελεχώνονται οι μηχανισμοί μαζικών εκκαθαρίσεων, ισχυρίζεται ο Λιόσα. Ακόμη και οι συνωμότες που θα εκτελέσουν τον Τρουχίλιο προέρχονται από τις τάξεις των οπαδών του και έχουν αποφασίσει να προχωρήσουν σε αυτό το εγχείρημα επειδή κατατρώγονται από τύψεις συνειδήσεως.
Η μεγάλη σημασία που δίνει ο Λιόσα στον ανθρώπινο παράγοντα φαίνεται και από τον υπερβολικό τρόπο με τον οποίο παρουσιάζει τον δικτάτορα που πέτυχε να διατηρήσει την εξουσία του 31 ολόκληρα χρόνια. Στη Γιορτή του τράγου ο Τρουχίλιο είναι άσχημος, κοντός, έχει χιτλερικό μουστάκι και μιλάει με γελοία φωνή, αλλά είναι ένα τέρας αυτοπειθαρχίας και αποφασιστικότητας. Δεν ιδρώνει ποτέ και κοιμάται μόνο τρεις ώρες το εικοσιτετράωρο. Είναι άσος της χειραγώγησης, επιβλέπει προσωπικά κάθε τομέα του κράτους και εξασφαλίζει την πίστη των στενών συνεργατών του με περίτεχνες τακτικές ψυχολογικού πολέμου. Βρίσκεται σε συνεχή εγρήγορση, είναι καχύποπτος απέναντι σε όλους και του μένει χρόνος για να βιάζει τις συζύγους των υπασπιστών του και τις ωραιότερες παρθένες της χώρας. Γενικότερα όμως η ζωή στο καθεστώς Τρουχίλιο - έτσι όπως απεικονίζεται στις σελίδες του βιβλίου - έχει εξωφρενικό χαρακτήρα. Σχεδόν καθημερινά διοργανώνονται κακόγουστα σόου και οι πόρνες πρωταγωνιστούν στη ζωή του τόπου. Οι δρόμοι του Αγίου Δομίνικου είναι γεμάτοι χαφιέδες που περιφέρονται μέσα σε Φολκσβάγκεν. Οι καθολικοί παπάδες είναι οι σταθερότεροι πόλοι κύρους και συγκροτούν τη μοναδική κοινωνική ομάδα που φοβίζει πραγματικά τον δικτάτορα. Τα βασανιστήρια που διαπράττονται στις φυλακές είναι σκληρότερα και από εκείνα της Ιεράς Εξέτασης.
Οσο και αν φαίνεται εκπληκτικό, ο Λιόσα επινόησε ελάχιστα από όσα έγραψε στη Γιορτή του τράγου και αυτό δείχνει τη διάθεσή του να αφυπνίσει συνειδήσεις. Εγραψε ένα μυθιστόρημα στα όρια της ιστοριογραφίας, που έρχεται να μας θυμίσει ότι δικτατορία σημαίνει ασχήμια, κτηνωδία, απληστία, διαστροφή, αποπνικτικό φόβο και, πάνω απ' όλα, μαζική συνενοχή.
Μιχάλης Μιχαηλίδης (συγγραφέας)
ΤΟ ΒΗΜΑ , 23-06-2002
ΚΡΙΤΙΚΗ
Μία πραγματική χώρα· ο Αγιος Δομίνικος· ένα πραγματικό γεγονός: μία πολύχρονη δικτατορία που κράτησε πάνω από τρεις δεκαετίες· ένα πραγματικό πρόσωπο· ο δικτάτορας Τρουχίλιο (Τρουχίλο τον ονόμαζαν οι παλαιότεροι), ο «μέγας Τράγος», αδιαμφισβήτητος τύραννος αυτής της μικρής χώρας. Αυτό είναι το πραγματικό ιστορικό πλαίσιο όπου τοποθετεί την ιστορία του ο Λιόσα. Σ' αυτήν ενθέτει μιαν άλλη, προσωπική: η κόρη ενός υπουργού του δικτάτορα επιστρέφει, ύστερα από απουσία τριάντα πέντε χρόνων, στην πατρίδα της. Η επιστροφή της, που ισοδυναμεί με την ιχνηλάτηση του εθνικού παρελθόντος, γίνεται η αιτία να ξετυλιχτεί μπροστά στα μάτια του αναγνώστη το προσωπικό πάθος της γυναίκας και η συλλογική μοίρα της χώρας.
Ενα από τα κυριότερα χαρακτηριστικά του Περουβιανού συγγραφέα -και σταθερό χαρακτηριστικό του λατινοαμερικανικού μυθιστορήματος του 20ού αιώνα- είναι η ζεύξη του πραγματικού με το φανταστικό, με το δεύτερο να πηγάζει με τρόπο φυσικό και αβίαστο από το πρώτο, ζεύξη που αποτελεί το θεμέλιο λίθο του λεγόμενου «μαγικού ρεαλισμού». Ομως στη «Γιορτή του Τράγου» το χαρακτηριστικό αυτό ατροφεί μπροστά στον αφηγηματικό οίστρο του συγγραφέα, ο οποίος υφαίνει μια πραγματική αφηγηματική πανδαισία.
Εδώ ο Λιόσα στήνει δύο παράλληλες αφηγηματικές δομές: τη (συλλογική) ιστορία της δικτατορίας του Τρουχίλιο με έντονη την αστυνομικοπολιτική υφή και την (ατομική) ιστορία της κόρης του γερουσιαστή Καβράλ, όπου κυριαρχεί το θυμικό στοιχείο της πληγωμένης γυναίκας.
Αυτή η παράλληλη εξέλιξη, αν και αποτελεί πλέον κοινό τόπο πολυάριθμων μυθιστοριογράφων, στην περίπτωση της «Γιορτής» παρουσιάζει ένα σημαντικό πλεονέκτημα: η πρώτη ιστορία (η οποία μπορεί να εκτυλίσσεται σε παρελθόντα χρόνο, αλλά στην ουσία είναι μυθιστορηματικό παρόν) κινητοποιεί περισσότερο τη λογική του αναγνώστη· η δεύτερη (η οποία ξετυλίγεται σε χρόνο ενεστώτα, αλλά, μέσω του νόστου της Ουρανίας, φυγαδεύεται σ' ένα μυθιστορηματικό παρελθόν) απευθύνεται στη μνήμη του, διεγείροντας έτσι διαφορετικές λειτουργίες της αναγνωστικής διαδικασίας.
Ωστόσο ο Λιόσα δεν απευθύνεται μόνο στον αναγνώστη: η ιστορία έχει κι άλλον ακροατή: είναι ο πατέρας της Ουρανίας, ο γερουσιαστής Καβράλ, ο οποίος, χτυπημένος από εγκεφαλικό, ακούει βουβός αυτά που του λέει η κόρη του. Ετσι, ο απαθής, βουβός γέρος γίνεται αψευδής μάρτυρας και ωτακουστής της δεύτερης ιστορίας, παραμένοντας πρωταγωνιστής της πρώτης. Αυτός ο δυϊσμός διευρύνει τη διαδικασία της αφήγησης, επεκτείνοντας τα όριά της μέσα στο ίδιο το σώμα της αφήγησης και αποκαθηλώνοντας το συγγραφέα από το διηγηματικό του θρόνο.
Τα δύο κεντρικά μυθιστορηματικά γεγονότα γύρω από τα οποία υφαίνεται όλη η δράση είναι η, κλιμακούμενη σε όλο το βιβλίο, ενέδρα κατά του δικτάτορα και η ερωτική «συνεύρεση» της Ουρανίας, σε ηλικία δεκατεσσάρων ετών, με τον Τρουχίλιο: το σεξ και ο θάνατος, αγαπημένες εμμονές του συγγραφέα, επανέρχονται στη «Γιορτή». Ομως εδώ εμφανίζονται σε μια καινούρια εκδοχή: η γνωστή, κοινότοπη, αλυσίδα που τα συνδέει, σπάει και η ερωτική πράξη, μία και μόνη σε όλο το βιβλίο, εμφανίζεται, μ' έναν μη αναμενόμενο αναχρονισμό, στο τέλος του μυθιστορήματος: προηγείται ο θάνατος, ακολουθεί ο «έρωτας», πλαισιωμένα και τα δύο από ένα είδος δαιμονισμού, ιδιαίτερα προσφιλούς στον Λιόσα.
Ο Μ.Β.Λ., πέρα από την εγνωσμένη αφηγηματική του δεινότητα και την ικανότητα του να αναμειγνύει το πραγματικό με το φανταστικό, δεν διστάζει σε όλα τα βιβλία του να ενσωματώνει πολλά από τα στοιχεία που κατέλιπε ο μοντερνισμός: μείξεις αφηγηματικών προσώπων, μετατοπίσεις χρόνων και τόπων, αναχρονισμοί είναι στην ημερήσια διάταξη. Εδώ ξεκινάει με το θερμό τόνο της δευτεροπρόσωπης αφήγησης, για να περάσει αργότερα στον ψυχρότερο της τριτοπρόσωπης και, πιο αραιά, στη μετωπικότητα του πρώτου προσώπου· προβαίνει σε συνεχείς χρονικές μεταθέσεις της δράσης, μεταβαίνοντας από την πρωτεύουσα στη δευτερεύουσα δράση, στην ουσία δηλαδή από το συλλογικό στο ατομικό, και τανάπαλιν· προσφεύγει στο αγαπημένο του τέχνασμα, την εναλλαγή προσώπων από διαφορετικούς διαλόγους, εκπλήσσοντας τον αναγνώστη και εντείνοντας το ενδιαφέρον του· αλλάζει συνεχώς τη γωνία εστίασης, χρησιμοποιώντας γι' αυτό όλα σχεδόν τα κύρια πρόσωπα του μυθιστορήματος.
Απ' όλα αυτά όμως τα τεχνομορφικά χαρακτηριστικά, το πιο δραστικό -το οποίο επαναλαμβάνεται με εμμονή σε όλα τα βιβλία του - είναι η αιφνίδια μετάβαση από το γ' στο β' πρόσωπο, κάτι που αυξάνει την αμεσότητα της γραφής, μηδενίζοντας το βαθμό μεσολάβησης του αφηγητή, καθώς δεν είναι εκείνος πια που μιλάει. Αυτό το δεύτερο πρόσωπο μοιάζει να είναι η κρυφή συνείδηση του μυθιστορήματος, έτοιμη να βγάλει την πιο αδέκαστη ετυμηγορία στο όνομα αυτού που μοιάζει να είναι το λανθάνον αλλά πραγματικό θέμα της «Γιορτής»: η Δικαιοσύνη.
Η «Γιορτή του Τράγου» είναι ένα ουσιωδώς πολιτικό μυθιστόρημα -είδος ολοένα πιο σπάνιο στις μέρες μας-, όπου ο συγγραφέας θέτει, χωρίς να απαντά, ένα παλαιό ερώτημα: πώς συγκρούεται το συλλογικό με το ατομικό στο κατεξοχήν πεδίο συλλογικής διαχείρισης της ανθρώπινης μοίρας: την πολιτική. Και εάν, σύμφωνα με την παλιομοδίτικη αναγνωστική αγωγή, πρέπει οπωσδήποτε να συναγάγουμε ένα «μήνυμα» από ένα αναμφισβήτητα πολιτικό μυθιστόρημα (πέρα από τα συνήθη ευχολόγια και τις αριστεροφανείς, πλην όμως όχι αριστερές μεταφυσικές για το λαό και τον ιστορικό του ρόλο), αυτό θα ήταν ότι για τη δικτατορία, για οποιασδήποτε μορφής τυραννία, δεν ευθύνεται μόνον ο τύραννος αλλά και ο ίδιος ο λαός· ίσως μάλιστα, κάποτε κάποτε, να τη γεννάει κιόλας...
Η μετάφραση της Αγγελικής Αλεξοπούλου, όπως σε όλα τα δείγματα που έχει δώσει ώς τώρα η μεταφράστρια, είναι ευθύβολη και λειτουργική.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΞΕΝΑΡΙΟΣ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 20/09/2002
Κριτικές
Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις